Ο Βιτόριο Γκάσμαν διαβάζει το ποίημα του Τσέζαρε Παβέζε “verra la morte e avra i tuoi occhi” (θάρθει ο Θάνατος και θάχει τα μάτια σου)
Cesare Pavese
Verra la morte e avra i tuoi occhi-
questa morte che ci accompagna
dal mattino alla sera, insonne,
sorda, come un vecchio rimorso
ο un viziο assurdo. Ι tuoi occhi
saranno una vana parola,
un grido taciuto, un silenzio.
Cosi li vedi ogni mattina
quando su te sola ti pieghi
nello specchio. Ο cara speranza,
quel giorno sapremo anche noi
che sei la vita e sei il nulla.
Per tutti la morte ha uno sguardo.
Verra la morte e avra i tuoi occhi.
Sara come smettere un vizio,
come vedere nello specchio
riemergere un viso morto,
come ascoltare un labbro chiuso.
Scenderemo nel gorgo muti.
(22 marzo 1950)
Μιχαήλ[Λίλης] Ι. Δεσύλλας
Θ Α Ρ Θ Ε Ι Ο Θ Α Ν Α Τ Ο Σ…
ΘΑΡΘΕΙ ο θάνατος και θάχει τα δικά σου μάτια –
τούτος ο θάνατος που μας συνοδεύει
από το πρωί ως το βράδυ, ακοίμητος,
κουφός, σα μια παλιά τύψη
ή σαν κάποιο ανόητο ελάττωμα. Τα μάτια σου
θα είναι ένας μάταιος λόγος,
μια αποσιωπημένη κραυγή, μια σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωί
όταν πάνω από τον εαυτό σου μόνη σκύβεις
στον καθρέφτη. Ω αγαπημένη ελπίδα,
κείνη την ημέρα θα ξέρουμε και μεις
πως είσαι η ζωή και είσαι το τίποτα.
Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα.
Θάρθει ο θάνατος και θάχει τα δικά σου μάτια.
Θάναι σα να εγκαταλείπουμε ένα ελάττωμα,
σα να βλέπουμε στον καθρέφτη
να αναδύεται ένα νεκρό πρόσωπο,
σα νʼ ακούμε ένα κλεισμένο στόμα.
Θα κατεβούμε στην άβυσσο άφωνοι.
στο έργο του που κυκλοφόρησε μεταθανάτια με τίτλο: Ποίηση, [Αθήνα] 1973.
Αλέξης Τραϊανός
Ο θάνατος θά ‘ρθει και θά ‘χει τα μάτια σου-
ο θάνατος που ‘ναι μαζί μας
απ’ το πρωί ως το βράδι, άγρυπνος,
άφωνος σαν παλιά τύψη
ή κάποιο ανόητο πάθος. Τα μάτια σου
θα ‘ναι μια μάταιη λέξη,
μια πνιγμένη κραυγή, μια σιωπή.
Σαν κι αυτή που κάθε πρωί
βλέπεις, όταν σκύβεις μόνη σου
πάνω απ’ τον καθρέφτη. Ω αγαπημένη ελπίδα,
εκείνη τη μέρα που κι οι δυο θα μάθουμε
πως είσαι ζωή και τίποτα.
Ο θάνατος έχει ένα βλέμμα για όλους.
Ο θάνατος θά ‘ρθεί, και θά ‘χει τα μάτια σου.
Θα ‘ναι σα να παρατάς ένα πάθος,
σα να βλέπεις ένα πεθαμένο πρόσωπο
ν’ αναδύεται απ’ τον καθρέφτη,
σα ν’ ακούς χείλια κλειστά να μιλούν.
Θα κατέβουμε στην άβυσσο βουβοί.
Cesare Pavese (μτφ. Αλεξ. Τραϊανός),”Ο θάνατος θά ‘ρθει”, Το Δέντρο 26 (Μάρτιος 1985)
Τάκης Σινόπουλος
Ο θάνατος θαρθεί και θάχει τα μάτια σου-
αυτός ο θάνατος που ακοίμητος
απʼτο πρωί ως το βράδυ μας ακολουθεί,
ανελέητος σαν παλιά τύψη,
σαν ένα ακατανόητο πάθος.
Τα μάτια σου θάναι ένας λόγος ανώφελος,
μια κραυγή που χάθηκε, μια σιωπή.
Έτσι, την ώρα που μονάχη σκύβεις
κάθε πρωί στον εαυτό σου
τα βλέπεις στον καθρέφτη. Και τη μέρα αυτή,
ω προσδοκία πολύτιμη, θα ξέρουμε κι εμείς
πως είσαι η ζωή, πως είσαι η άβυσσο.
Για τον καθένα ο θάνατος έχει ένα βλέμμα.
Ο θάνατος θαρθεί και θάχει τα μάτια σου.
Θάναι σα νʼαπαρνιόμαστε ένα πάθος,
σα να κοιτάζουμε στο βάθος του καθρέφτη
το ανέβασμα καποιου προσώπου πεθαμένου,
ή σα νʼακούμε ψιθυρους από χείλη κλειστά.
Σιωπηλοί, κατεβαίνουμε μέσα στην άβυσσο
(Μετάφραση Τάκης Σινόπουλος , από τον ιστότοπο του Γιώργου Μίχου http://giorgosmixos.blogspot.com/2006_08_01_giorgosmixos_archive.html)
Διομήδης Βλάχος
Ο θάνατος θά’ ρθει και θά’ χει τα μάτια σου-
αυτός ο θάνατος που απ’ το ξημέρωμα
ως το βράδυ μας συνοδεύει, άγρυπνος
κι αμείλικτος, σαν μια πανάρχαιη τύψη
ή ένα ελάττωμα παράλογο. Τα μάτια σου
θά ‘ναι μια ανώφελη λέξη,
μια κραυγή θρυμματισμένη, μια σιωπή.
Έτσι, τα βλέπεις κάθε πρωί
Όταν λυγίζεις μόνη σου
μπρος στον καθρέφτη. Ω αγαπημένη ελπίδα,
εκείνη τη μέρα θα μάθουμε κι εμείς
πως είσαι η ζωή και η ανυπαρξία.
Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα.
Ο θάνατος θά ‘ρθει και θά ‘χει τα μάτια σου.
Και τότε θα ‘ναι σα ν’ αφήνουμε ένα ελάττωμα,
σαν ν’ αντικρύζουμε μες στον καθρέφτη
ν’ αναδύεται ένα πρόσωπο νεκρό,
ή σαν ν’ ακούμε ένα κλειδωμένο χείλι.
Αμίλητοι θα πάρουμε τον δρόμο για την άβυσσο.
Cesare Pavese (μτφ. Διομήδης Βλάχος),”Ο θάνατος θά ‘ρθει”, Πόρφυρας 34 (1985)
Σπύρος Δόικας
Θα έρθει ο θάνατος και τα μάτια σου θα έχει (Τσέζαρε Παβέζε)
Θα έρθει ο θάνατος και τα μάτια σου θα έχει
Αυτός ο θάνατος που μας συνοδεύει από το πρωί ως το βράδυ,
άγρυπνος, αμίλητος, σαν μια παλιά τύψη, ή ένα άλογο βίτσιο.
Τα μάτια σου θα είναι μια άσκοπη λέξη
Μια πνιγμένη κραυγή, μια αποσιώπηση.
Έτσι θα τα βλέπεις κάθε πρωί, καθώς ολομόναχη
θα κοιτάζεσαι στον καθρέφτη. Ω, λατρευτή ελπίδα,
ποια μέρα θα μάθουμε κι εμείς
πως είσαι η ζωή και πως είσαι το τίποτα;
Για τον καθένα ο θάνατος έχει ένα βλέμμα
Θα έρθει ο θάνατος και τα μάτια σου θα έχει
Θα ʼναι σαν να εγκαταλείπεις ένα βίτσιο
σαν να βλέπεις να επανεμφανίζεται στον καθρέφτη
ένα νεκρό προσωπείο
σαν νʼ αφουγκράζεσαι σφραγισμένα χείλη.
Άφωνοι, θα βυθιστούμε στην άβυσσο.
http://greekpoet.wordpress.com/2009/10/15/%CE%B8%CE%B1-%CE%AD%CF%81%CE%B8%CE%B5%CE%B9-%CE%B8%CE%AC%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BC%CE%AC%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%83%CE%BF%CF%85-%CE%B8%CE%B1-%CE%AD%CF%87%CE%B5%CE%B9/
Γιώργος Κεντρωτής
ΘΑ ΄ΡΘΕΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ
ΚΑΙ ΘΑ ΄ΧΕΙ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΟΥ ΜΑΤΙΑ
Θά ΄ρθει ο θάνατος και θά ΄χει τα δικά σου μάτια-
εκείνος πλάι εκεί ο συνοδίτης
ο από φυλακής πρωίας μέχρι νυκτός ακοίμητος
και απηνής και αδιάφορος, σαν γριαφαφούτα Ερινύα
ή σαν τ΄άραχνα κρίματα τα παράλογα. Τα μάτια σου
θα είναι μάταιο ρήμα,
κραυγή πνιγμένη θα είναι, θά ΄ναι σιωπή.
Και έτσι δα, έτσι θαν τα βλέπεις κάθε που ξυπνάς το πρωί
και σκύβεις και κοιτιέσαι στον καθρέφτη
μονάχη. Ω γλυκιά ελπίδα,
την ημέρα εκείνη θα δούμε και θα μάθουμε όλοι
ότι του βίου είσαι το πλήρωμα και το κενό της αβύσσου.
Για όλους έχει ο θάνατος μια ματιά φυλαγμένη.
Θά ΄ρθει ο θάνατος και θά ΄χει τα δικά σου μάτια.
Θά ΄ναι σαν να ξεπλένεις κρίμα παλιό,
σαν να κοιτάς μές στον καθρέφτη και να βλέπεις
όψη νεκρή που αναδύεται,
και σαν ν΄ακούς να σου μιλάνε χείλη σφαλιστά.
Άλαλοι θα καταδυθούμε στα τάρταρα.
Ευριπίδης Κλεόπας
ΘΑΡΘΕΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΘΑΧΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ
Θα ʽρθει ο θάνατος, και θα ʽχει τα μάτια σου
αυτός ο θάνατος που μας ακολουθεί
πρωί και βράδυ
άγρυπνος και αφανής
όπως η παλιά τύψη
ή μια παράλογη συνήθεια.
Τα μάτια σου άδεια λέξη
κραυγή πνιγμένη
σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωί
όταν κοιτιέσαι στον καθρέφτη.
Γλυκιά ελπίδα, κείνη τη μέρα
που θα μάθουμε
πως είσαι η ζωή
κι είσαι το τίποτα.
Για όλους ο θάνατος
έχει ένα βλέμμα.
Θα έρθει ο θάνατος
και θα ʽχει
τα μάτια σου.
Όπως αφήνεις μια συνήθεια
όπως βλέπεις στον καθρέφτη
να αναδύεται ένα νεκρό πρόσωπο
όπως ακούς δυο κλειστά χείλη.
Θα βυθιστούμε σιωπηλοί στην άβυσσο.
(από το βιβλίο Terra Amatissima, με μεταφράσεις Διομήδη Βλάχου, Σωτήρη Τριβιζά και Ευριπίδη Κλεόπα, εκδ. Έψιλον 1999)
Γιάννης Η. Παππάς
ΘΑ ʽΡΘΕΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΘΑ ʽΧΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ
Θα ʽ ρθει ο θάνατος και θα ʽχει τα μάτια σου-
¬αυτός ο θάνατος που μας συντροφεύει
από το πρωί ως το βράδυ, ακούραστος,
σιωπηλός, σαν μια παλιά τύψη
ή ένα παράλογο ελάττωμα. Τα μάτια σου
θα είναι μια κενή λέξη
μια σιωπηλή κραυγή, μια σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωί
όταν εσύ μόνη σκύβεις
στον καθρέφτη. Ω αγαπημένη ελπίδα,
εκείνη τη μέρα θα μάθουμε κι εμείς
πως είσαι η ζωή και είσαι το τίποτα.
Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα.
Θα ʽρθει ο θάνατος και θα ʽχει τα μάτια σου.
Θα είναι σαν να σταματάς μια κακή συνήθεια,
σαν να βλέπεις μέσα στον καθρέφτη
να αναδύεται εκ νέου ένα πρόσωπο νεκρό,
σαν νʼ ακούς ένα κλειστό χείλι.
Θα κατέβουμε στην άβυσσο σιωπηλοί
(Μετάφραση Γιάννης Η. Παππάς, Printa 2004)
Σωτήρης Παστάκας
Θα έρθει ο θάνατος και θα ʽχει τα μάτια σου
Θα έρθει ο θάνατος και θα ʽχει τα μάτια σου
αυτός ό θάνατος πού μας συντροφεύει
από το πρωί ως το βράδυ, άγρυπνος,
κουφός, σαν μια πανάρχαιη οφειλή,
μια διαστροφή δίχως άκρη. Τα μάτια σου
θα είναι μια μάταιη λέξη, μια πνιγμένη
κραυγή, σιωπητήριο σάλπισμα.
Κάπως έτσι τα βλέπεις κάθε πρωί,
όταν σκύβεις επάνω τους, μόνη σου,
μες στον καθρέφτη. Αχ, καημένη μου ελπίδα,
εκείνη τη μέρα θα μάθουμε κι εμείς
πώς σαν την ίδια τη ζωή, είσαι κι εσύ, ένα τίποτα.
Ο θάνατος διαθέτει ένα βλέμμα για τον καθένα μας.
Θα έρθει ό θάνατος και θα ʽχει τα μάτια σου.
Θα ʽναι σαν περίοδος αποτοξινώσεως,
σαν να βλέπεις να αναδύεται ένα νεκρό
πρόσωπο μεςʼ από τον καθρέφτη,
και να μιλάει με σφραγισμένο στόμα.
Αμίλητους θα μας καταπιεί ό Άδης.
( Μετάφραση Σωτήρης Παστάκας, Ύστερο Βλέμμα, Πατάκης 1996)
Μαριάννα Τζανάκη
Θα έρθει ο θάνατος και θα ‘χει τα μάτια σου
Θα έρθει ο θάνατος και θα ‘χει τα μάτια σου
αυτός ο θάνατος που μας συντροφεύει
από το πρωί ως το βράδυ
άγρυπνος και κουφός
σαν μια παλιά τύψη
ή μια παράλογη συνήθεια.
Τα μάτια σου θα είναι μια άδεια λέξη
ένα πνιχτό ουρλιαχτό, μια σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωί
όταν μονάχη κοιτάζεσαι στον καθρέφτη.
Ω ελπίδα αγαπημένη, εκείνη τη μέρα
θα ξέρουμε κι εμείς
πως είσαι η ζωή και το τίποτα.
Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα.
Θα έρθει ο θάνατος και θα ‘χει τα μάτια σου.
Θα είναι σα ν’ αφήνεις μια συνήθεια
σα να βλέπεις στον καθρέφτη
να αναδύεται ένα νεκρό πρόσωπο,
σα ν’ ακούς δυο σφαλιστά χείλη.
Θα καταλήξουμε στη δίνη άφωνοι.
Cesare Pavese
Μετ. Μαριάννα Τζανακη
Σωτήρης Τριβιζάς
O θάνατος θα ʽρθει και θα ʽχει τα μάτια σου
O θάνατος θα ʽρθει και θα ʽχει τα μάτια σου
αυτός ο θάνατος που μας συντροφεύει
απʼ το πρωί ως το βράδυ, άγρυπνος,
κρυφός, σαν μια παλιά τύψη
ή μια παράλογη συνήθεια. Τα μάτια σου
θα ʽναι μια άδεια λέξη.
Κραυγή που έσβησε, σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωινό
όταν μονάχη σκύβεις
στον καθρέφτη. Ω, αγαπημένη ελπίδα,
αυτή τη μέρα θα μάθουμε και εμείς
πως είσαι η ζωή κι είσαι το τίποτα.
Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα
O θάνατος θα ʽρθει και θα ʽχει τα μάτια σου
Θαʼ ναι σαν νʼ αφήνεις μια συνήθεια,
σαν νʼ αντικρίζεις μέσα στον καθρέφτη
να αναδύεται ένα πρόσωπο νεκρό,
σαν νʼ ακούς ένα κλεισμένο στόμα.
Θα κατέβουμε στην άβυσσο βουβοί.
http://www.translatum.gr/poetry/pavese.htm
http://poema.gr/dokimio.php?id=85&pid=15
Κάρολος Τσίζεκ – Μαρία Καραγιάννη
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΘΑ ‘ΡΘΕΙ, ΘΑ ‘ΧΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ
Ο θάνατος θα ‘ρθει, θα ‘χει τα μάτια σου –
ο θάνατος που αυτός μας συνοδεύει …απ’ το πρωί ώς το βράδυ ξαγρυπνώντας,
ανάκουστος σαν κάποια παλιά τύψη
ή ένα πάθος παράλογο. Τα μάτια σου
όμοια θα είναι με μια κούφια λέξη,
μια πνιγμένη φωνή, κλειστό ένα στόμα.
Κάθε ξημέρωμα έτσι τα αντικρίζω
όταν προς τον εαυτό σου μόνο γέρνεις
μες στον καθρέφτη. Ω ελπίδα αγαπημένη,
θα ξέρουμε κι εμείς τη μέρα εκείνη
ότι εσύ είσαι η ζωή και είσαι το τίποτα.
Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα.
Ο θάνατος θα ‘ρθει, θα ‘χει τα μάτια σου,
θα ‘ναι σαν να τελειώνεις μ’ ένα πάθος,
σαν να αντικρίζεις πάλι στον καθρέφτη
πρόσωπο να αναδύεται νεκρό,
σαν να ακούς ένα χείλι σφαλισμένο.
Αμίλητοι στην άβυσσο θα πάμε.
22 Μαρτίου ’50
Τσέζαρε Παβέζε (1908-1950)
Από τη συλλογή «Ο θάνατος θα ‘ρθει, θα ‘χει τα μάτια σου» (Τουρίνο, 1951). Μετάφραση από το ιταλικό πρωτότυπο: Κάρολος Τσίζεκ – Μαρία Καραγιάννη.
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Στις 27 Αυγούστου 2006, δημοσιεύσαμε στο ΠΟΙΕΙΝ, το ποίημα του Παβέζε “Θά έρθει ο Θάνατος και θα έχει τα μάτια σου” σε τρεις μεταφραστικές εκδοχές, οι οποίες εμμπλουτίστηκαν από τους σχολιαστές μας.
http://www.poiein.gr/archives/306/index.html
Τη νύχτα της Δευτέρας προς Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2010 από ένα παράθεμα στο facebook μαζεύτηκαν και οι υπόλοιπες μεταφραστικές εκδοχές.
Ευχαριστούμε όλους τους φίλους και τις φίλες που συνέβαλαν σ’ αυτή την προσπάθεια.
Cesare Pavese
Νάτος ο θάνατος ξεπηδά απ’ τα μάτια σου
νάτος αυτός ο συνοδός
του πρωινού μέχρι το δείλη , πάντα άγρυπνος
δέρνει σαν ριζιμιά τύψη
ή βίτσιο παράλογο .Τα μάτια σου
λόγος φρούδος
μια αποσιώπηση μια σιωπή .
Αυτά αντικρίζεις πρωινιάτικα
Όταν αναδιπλώνεσαι
καθρεπόμορφη .Ω! ακριβή ελπίδα
πιο πρωινό θα μάθουμε
πως η ζωή είναι μηδέν .
Μια ματιά μας ο θάνατος
μια ματιά σοα ο θάνατος .
Θα’ ναι σαν να τελειώνει μια διαστροφή
σαν καθρέφτισμα
σαν να αναδύεται ένα νεκρό πρόσωπο
σαν άκουσμα από κλειστά χείλη .
Γλιστράμε σε δίνη , μουγκοί .
καθρεπτόμορφη
Κύριε Παστάκα, καλή επιλογή για το παραγωγικό «Μεταφραστικό Εργαστήρι» ! Ευκαιρία για να εμπεδωθεί -δε μιλώ για τους ειδκούς και τους μεταφραστές- το γεγονός ότι η μετάφραση αποτελεί στην ουσία μια [νέα] [και επιπλέον] δημιουργική γραφή. Αν κάποιος γνωρίζει τις ποιητικές απόπειρες ή διαδρομές των μεταφραστών, μπορεί να κατανοήσει την ανάδειξη του ποιητικού όσο πιέζεται το γλωσσικό-μεταφραστικό πεδίο δράσης/παρέμβασης.
Έπειτα εισέρχονται και τα υποκειμενικά κριτήρια: Από τις μεταφράσεις της ανάρτησης, αυτή τη στιγμή προσελκύει την προσοχή μου περισσότερο αυτή του Γ. Κεντρωτή [από την ποιητική συλλογή Εκατόν δύο ματς, εκδ. Τυπωθήτω-Λάλον Ύδωρ, Αθήνα 2008, αν δεν κάνω λάθος] .
Αλλά να θυμίσω -περιέργως έμεινε εκτός;- και τη μεταφραστική δουλειά του Σωτήρη Τριβιζά στην έκδοση Τσέζαρε Παβέζε, O θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 1997 και 2004.
O θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου
O θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου
αυτός ο θάνατος που μας συντροφεύει
απ’ το πρωί ως το βράδυ, άγρυπνος,
κρυφός, σαν μια παλιά τύψη
ή μια παράλογη συνήθεια. Τα μάτια σου
θα ‘ναι μια άδεια λέξη.
Κραυγή που έσβησε, σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωινό
όταν μονάχη σκύβεις
στον καθρέφτη. Ω, αγαπημένη ελπίδα,
αυτή τη μέρα θα μάθουμε και εμείς
πως είσαι η ζωή κι είσαι το τίποτα.
Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα
O θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου
Θα’ ναι σαν ν’ αφήνεις μια συνήθεια,
σαν ν’ αντικρίζεις μέσα στον καθρέφτη
να αναδύεται ένα πρόσωπο νεκρό,
σαν ν’ ακούς ένα κλεισμένο στόμα.
Θα κατέβουμε στην άβυσσο βουβοί.
Βλ. επίσης,
http://www.translatum.gr/poetry/pavese.htm
http://poema.gr/dokimio.php?id=85&pid=15
Κύριε Κ.Μ., σας ευχαριστούμε για την αβλεψία που μας επισημάνατε, (το όνομα του κ. Τριβιζά υπήρχε στην κεφαλίδα και δεν υπήρχε μετά η μετάφραση στο σώμα της ανάρτησης). Μην μας καταλογίζετε καμία παράλειψη, λοιπόν.
Όσο για το υποκειμενικό σας κριτήριο, σεβαστό. Αν όμως δεν είχατε διαβάσει το ποίημα στη μετάφραση πχ του Αλέξη Τραϊανού, πόσο θα σας μιλούσε η μετάφραση του κ. Κεντρωτή;
Το λεξιλόγιο του Παβέζε πιστεύετε πως είναι αυτό; Με άλλα λόγια, πιστεύετε πως ο Παβέζε χρησιμοποιούσε τη γλώσσα με τον τρόπο που την μεταχειρίζεται ο κύριος Καθηγητής;
Η μετάφραση, η πιο ταπεινή από τις τέχνες, είναι μια τέχνη εξ’ ορισμού πεπερασμένη…Περισσότερα εδώ:
http://www.poiein.gr/poiein/letters/mi.php
Σας ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δώσατε, να κουβεντιάσουμε ορισμένα πράγματα.
“Η ανάρτηση αυτή είναι ένα καλό παράδειγμα”, Μέστρε, επιτρέψτε μου με τη σειρά μου να την αφιερώσω στους φίλους/ες του ΠΟΙΕΙΝ που μας ρωτούν τελευταίως που λειτουργεί το “Μεταφραστικό Εργαστήρι” και πως μπορούν να εγγραφούν:))
Η μετάφραση είναι ο συμβατικός θάνατος του πρωτοτύπου, παρόλο που υπάρχουν περιπτώσεις όπου αναιρείται αυτή η διαπίστωση. Για παράδειγμα, οι μεταφράσεις ποιημάτων του Πόε από τον Μπωντλαίρ θεωρούνται αριστουργήματα της γαλλικής λογοτεχνίας. Όσο ταπεινή κι αν είναι η τέχνη της μετάφρασης, παραμένει ένας αναγνωρίσιμος άθλος, ειδικά αν σκεφτεί κανείς πως το κινέζικο μυθιστόρημα του 17ου αιώνα “Όνειρο στο κόκκινο δωμάτιο” εδώ και τριάντα χρόνια ακόμη μεταφράζεται από τον ηλικιωμένο πλέον άγγλο σινολόγο.
Το πρωτότυπο ανασταίνεται μόνο στην εν Χριστώ ζωή. Στις άλλες ζωές παραμένει υλικό προς μελέτη. Κι επειδή ο αφορισμός ανήκει στον Κακριδή, ίσως αυτό και μόνο να αποτελεί έναυσμα περαιτέρω μελέτης.
Πολύ ενδιαφέρον να διαβάζει κανείς ένα ποίημα, και μάλιστα ένα τέτοιο υπέροχο ποίημα, σε τόσες μεταφράσεις.
Αν όλα ανάγονται σε ανάγνωση και μετάφραση, τότε η μετάφραση ενός ποιήματος είναι η ανάγνωση μιας ζωής, ενός πνεύματος. Και αν η ανάγνωση ΕΙΝΑΙ μετάφραση, τότε η μετάφραση δείχνει περισσότερα πράγματα απο το ίδιο το πρωτότυπο.
Έτσι όπως βλέπω αυτές τις μεταφράσεις φαίνεται καθαρότερα πως η μετάφραση είναι η ιδιαιτερότητα που ενυπάρχει σε μια αφομοιωτική διαδικασία. Ή αλλιώς η ιδιάζουσα μεταμόρφωση στην οποία καλούνται οι ηθοποιοί, όταν ερμηνεύουν ένα ρόλο. Κάτι σαν ενσάρκωση και υπόδυση μέσα στο σύμπαν μιας άλλης γλώσσας, με σκοπό να ξαναγεννηθεί ένα σύμπαν, στη γλώσσα ενός άλλου (συν)δημιουργού…
Ο Γιάννης Η. Παππάς έχει κάνει καταπληκτική εργασία πάνω στα ποιήματα τού Παβέζε. Δεν τον γνωρίζω τον άνθρωπο, αλλά επειδή οι μεταφράσεις του με έχουν συντροφεύσει πάμπολλες ώρες και με συντροφεύουν ακόμη θα ήθελα (αν μου επιτρέπετε) να τον ευχαριστήσω και να τον συγχαρώ.
Δεν γνωρίζω θεωρίες περί μετάφρασης, αλλά κάπου είχα διαβάσει (δυστυχώς δεν θυμάμαι από που κι από ποιον ειπωμένο και γραμμένο) ότι “η μετάφραση είναι η μαμή της λογοτεχνίας”. Έχω συμφωνήσει σε αυτό και μιλάμε πάντα για έργα που δοκιμάζονται διαρκώς στο χρόνο (κι ίσως λιγάκι και στην ανοχή μας και την υπομονή μας…).
Εντάξει! Κάτι μεταφράσεις τού τύπου “δώδεκα κουβανέζοι ποιητές” ή “σύγχρονη μογγολική ποίηση”, τα αντιμετωπίζω με δυσπιστία γιατί γνωρίζουμε τις δομές του εκάστοτε λογοτεχνικού πεδίου. Πρόσφατα αγόρασα ανθολογία. που μας σύστηνε μεταφραστικά με κάποιον αριθμό σύγχρονων ποιητών συγκεκριμένης χώρας και διαβάζοντας τα βιογραφικά διαπίστωσα ότι πέντε από τους ποιητές εργάζονται στο ίδιο πανεπιστήμιο ως καθηγητές. Τυχαίο; Δε νομίζω…:-)
Φίλοι του Ποιείν, ευχαριστώ για τα καλά λόγια όλων σας. Όλοι τα έχουμε ανάγκη – εγώ τουλάχιστον το παραδέχομαι. Όταν μάλιστα προέρχονται από ανθρώπους που δεν γνωρίζω, τότε τα καλά είναι καλύτερα.
Μίχο μου, τα έχουμε συζητήσει. Μεταφραστής είσαι και τα ξέρεις οίκοθεν αυτά τα παρμενίδεια: ότι “το εν και το ον πολλαχώς λέγεται”, Γι’ αυτό και αποδεδειγμένα είσαι φανατικός της πολλότητος που προβάλλεται στο έν. Όποιοι δεν το πιάνουν, φίλε μου, ας κάνουν τον κόπο τουλάχιστον να το σκεφθούν. Άσε που θα ξελαμπικάρει ο νους τους από τα χυδαία στερεότυπα, στα οποία, όχι λιθαράκια, μα στούμπους και αγκωνάρια ολόκληρα ανοησίας έχει ρίξει, φευ, η από καθέδρας διδασκαλία, προκειμένου να υψωθούν πύργοι άπαρτοι της δοκησισοφίας.
Ο φίλτατος Παστάκας -στην περίπτωση του μεταφράσματός μου- έχει απόλυτο δίκιο. Η γλώσσα του μεταφραστή (δηλαδή της αφεντιάς μου), δεν είναι η γλώσσα του Παβέζε. Επ’ ουδενί. Στοιχειώδη ιταλικά να ξέρεις, το καταλαβαίνεις. Το ότι (μου) το επισημαίνει, σημαίνει ότι ξέρει να (με) διαβάζει, και αυτό είναι τιμητικό για μένα.
Όχι, λοιπόν, δεν αυτομαστιγώνομαι, όχι! Όμως επέλεξα συνειδητά να το μεταφράσω έτσι το ποίημα αυτό και να το εντάξω σε ποιητική συλλογή μου “ωσάν” να ήταν δικό μου. Έχω την άποψη ότι ο μεταφραστής, άμα θέλει και γουστάρει, καλώς κάνει και οικειοποιείται (καλύτερα: σφετερίζεται) το πρωτότυπο. Μπορεί βεβαίως να το μεταφράσει και κατά μίμηση – προσωπικά έχω μεταφράσει Μπόρχες αλά Εγγονόπουλος. Παιχνίδι είναι η μετάφραση, και αντικατοπτρίζει την κατά Γιακομπσόν λουδική λειτουργία (fonction ludique) του λόγου. Γλωσσπαίγνιο (Sprachspiel) είναι η μετάφραση κατά τον Βιττγκενστάιν. Οι γλωσσοφιλόσοφοι μας λένε… μας διατάζουν να παίζουμε. Τους ακολουθώ πιστά και δεν μετανιώνω. Αλλά κάπου εδώ πρέπει να κλείσω. Μακρυγόρησα.
Μια κουβέντα, όμως, ακόμα για τον Παβέζε. Είναι αποκλειστικά ποιητής γλώσσας. Κουβεντιαστός. Μουρμούρης. Και γράφει κατά συντριπτικό κανόνα σε αναπαιστικό δεκατρισύλλαβο. Αυτό το τελευταίο μπορεί να το αγνοήσει ο μεταφραστής του κατά τη μεταφορά των ποιημάτων του στα ελληνικά; Ας μείνει το ερώτημα.
Κανείς απ’ όλους εμάς δεν θα κουραστεί ποτέ να κουβεντιάζει τα αυτονόητα…Grazie Prof:))
Χωρίς κανένα σχόλιο από πλευράς μου αισθάνομαι την ανάγκη να αντιπαραθέσω απλώς τους υπέροχους στίχους του Pavese (η επιλογή της μετάφρασης με μόνο κριτήριο την παλαιότητα)
Ο θάνατος θα ‘ρθει, θα ‘χει τα μάτια σου –
ο θάνατος που αυτός μας συνοδεύει …
απ’ το πρωί ως το βράδυ ξαγρυπνώντας,
(…)
Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα.
(…)
με την υπέροχη Αθανασία του Γκάτσου
Τι ζητάς αθανασία στο μπαλκόνι μου μπροστά
δε μου δίνεις σημασία κι η καρδιά μου πώς βαστά
Σ’ αγαπήσανε στον κόσμο βασιλιάδες, ποιητές
κι ένα κλωναράκι δυόσμο δεν τούς χάρισες ποτές.
(…)
Ενεοί πλέοντες αχερούσιοι
Ωραίες ιδέες! Ιντερνετική δημοκρατία κατά κάποιο τρόπο.
Δεν χρειάζονται συγκρίσεις μόνο οπτικές, διαφορετικές που μας τις δίνουν οι μεταφραστές…
Το θέμα δεν είναι ποιος έχει κάνει την καλύτερη μετάφραση. Οι επιλογές πάντα κρίνονται με το γούστο (τρέχα γύρευε δηλαδή).
Κάποιες φορές και η “πειραγμένη” μετάφραση είναι ένα μετα-έργο (καλά το λέω;) που το απολαμβάνεις με ευχαρίστηση, παράδειγμα ο Αρχίλοχος του κ. Μπλάνα. (Το απολαμβάνω).
Προσωπικά με ευχαριστούν και οι δέκα μεταφράσεις κι αν αγαπά κάποιος τον Παβέζε έχει στη διάθεσή του και μια αγαπημένη μετάφραση για κάθε εποχή ή κάθε φάση της μέρας, όπως ας πούμε έχω σε 5 διαφορετικές εκτελέσεις από 5 διαφορετικούς εκτελεστές τις σουίτες για τσέλο του Μπαχ. Κι ανάλογα με τη διάθεση…
Στο “αμετάφραστον” δεν πιστεύω. Όσο για το αν μπορούμε να αγνοήσουμε τον αναπαιστικό δεκατρισύλλαβο κ. Κεντρωτή, μπορούμε. Εσείς το γράψατε: η μετάφραση είναι παιχνίδι.
Και θα πρότεινα στους φίλους του Ποιείν “Πλάτων – Κρατύλος”, εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια Γιώργος Κεντρωτής. Ακαταμάχητο.
“Στο “αμετάφραστον” δεν πιστεύω.”
Μαζί σου:δεν υπάρχει κάτι που δεν μεταφράζεται…Η αγρυπνία του Φίνεγκαν π.χ.
Ποιός θα την κάνει τη μετάφραση στα Ελληνικά;
Όπως γράφει και ο Τζόυς στο “Πορτραίτο ενός καλλιτέχνη”, “χρησιμοποιώντας για την υπεράσπισή μου τα μόνα όπλα που επιτρέπω στον εαυτό μου: σιωπή, εξορία και πονηριά”, θα μπορούσα να μην σας απαντήσω. 🙂
Όμως αναφέρεστε σ’ ένα αρκετά ιδιαίτερο έργο με πολλά πολυγλωσσικά λογοπαίγνια. Ακόμα κι έτσι όμως πιστεύω ότι δεν έχει κανείς στρωθεί να αφιερώσει χρόνο και ζωή σε αυτό.
Και το έργο του Τζόυς είναι από τα έργα που το έχει σκεπάσει η αχλύ ενός μύθου που το καθιστά απροσπέλαστο στο πλατύ κοινό. Έχουν γράψει πολλά για το έργο του κι έχει διαβαστεί τόσο λίγο (αναλογικά).
Ωστόσο κακώς πήγατε στον Τζόυς. Από αυτόν κάτι χαμπαριάζουμε. Που να δείτε κάτι τύπους στην Αφρική που γράφουν σε διαλέκτους που δεν υπάρχουν καν λεξικά για δαύτες. Εκεί να δείτε το “αμετάφραστον”:-)
Τέλος πάντων. Κάποιος Καψάσκης θα βρεθεί και για την “‘Αγρύπνια τού Φίνεγκαν”. Αρκεί ν’ ασχοληθεί.
Να πω πως υπάρχουν απόψεις που δεν υποστηρίζουν πως ο μεταφραστής του ποίηματος πρέπει αναγκαστικά να είναι και ποιητής. Ο Μπένγιαμιν θεωρούσε πως “όσο περισσότερο η μετάφραση σημαντικών έργων έχει τη φιλοδοξία να ανυψώσει την τεχνικά βοηθητική της λειτουργία σε μια αυτόνομη μορφή τέχνης, τόσες λιγότερες πιθανότητες έχει να πετύχει”. Επιχειρεί να σύρει μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ πρωτοτύπου και μετάφρασης, μολονότι εξαρχής αμφισβητεί τη δυνατότητα μετάφρασης των κειμένων εν είδει μετάφρασης και πληροφοριών. Το παράδοξο είναι ότι με δεδομένο αυτόν τον διαχωρισμό σε πρότερον και ύστερον, σε πρωτογενές και δευτερογενές, το δευτερογενές, το έκτυπο τοποθετείται κατ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο στην καρδιά του πρωτοτύπου. “Αν η μετάφραση είναι μορφή”, λέει ο Μπένγιαμιν, “τότε η μεταφρασιμότητα ορισμένων έργων θα πρέπει να αποτελεί ουσιώδες χαρακτηριστικό τους”. Μπορεί επομένως “όσο καλή κι αν είναι μια μετάφραση, ουδέποτε μπορεί να έχει κάποια σημασία για το πρωτότυπο”, ωστόσο το ίδιο το γεγονός ότι πρόκειται για πρωτότυπο, ο πρωτότυπος χαρακτήρας του έργου, προσδιορίζεται, και μάλιστα ουσιωδώς, μέσω της μεταφρασιμότητάς του. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος για τον οποίο, κατά τον Μπ., είναι αδύνατη η μετάφραση μιας μετάφρασης, ενώ “η μετάφραση ορισμένων γλωσσικών μορφωμάτων” είναι όχι μόνο δυνατή, αλλά “επιτακτική”, εκφράζει μια εσωτερική απαίτηση των πρωτότυπων έργων. Σε πείσμα μάλιστα της καθιερωμένης άποψης περί του αδύνατου της μετάφρασης των σπουδαίων λογοτεχνικών έργων, ο Μπ. θα ισχυριστεί ότι “όσο πιο υψηλό είναι ένα έργο ως προς τη σύνθεσή του, τόσο πιο πολύ εξακολουθεί να παραμένει μεταφράσιμο”. Στη δυνατότητα της μετάφρασης από τη μία γλώσσα στην άλλη υποκρύπτεται αναγκαστικά ένας υπαινιγμός στην πρωταρχική ενότητά τους, τη διάλυση της οποίας ο Μπ. συλλαμβάνει μέσω της βιβλικής αφήγησης περί του προπατορικού αμαρτήματος.
Ως ανάπηρος μεταφραστής -συνεπώς απόλυτα εξαρτώμενος από τους μεταφραστές- θα ήθελα με την ευκαιρία που δίνεται, να ζητήσω από τους νέους μεταφραστές και εκδότες να επανέλθει -έστω και ως ψεύτικη αναφορά (μέχρι αποδείξεως…)- αυτό που αναγραφοταν κάποτε στα βιβλία:
πχ.
Pablo Neruda
εκλογή από το έργο του
πρόλογος, μετάφραση από το ισπανικό
Ρήγα Καππάτου
Γιατί όλοι έχουμε τη γνώση και την εντύπωση… οτι πολλές φορές έχει γίνει η μετάφραση της μετάφρασης…
πχ. κάπου πήρε στο αυτί μου ακόμα και για τον πολύ Μαρωνίτη…
ΘΑΡΘΕΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΘΑΧΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ
Θα ‘ρθει ο θάνατος, και θα ‘χει τα μάτια σου
αυτός ο θάνατος που μας ακολουθεί
πρωί και βράδυ
άγρυπνος και αφανής
όπως η παλιά τύψη
ή μια παράλογη συνήθεια.
Τα μάτια σου άδεια λέξη
κραυγή πνιγμένη
σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωί
όταν κοιτιέσαι στον καθρέφτη.
Γλυκιά ελπίδα, κείνη τη μέρα
που θα μάθουμε
πως είσαι η ζωή
κι είσαι το τίποτα.
Για όλους ο θάνατος
έχει ένα βλέμμα.
Θα έρθει ο θάνατος
και θα ‘χει
τα μάτια σου.
Όπως αφήνεις μια συνήθεια
όπως βλέπεις στον καθρέφτη
να αναδύεται ένα νεκρό πρόσωπο
όπως ακούς δυο κλειστά χείλη.
Θα βυθιστούμε σιωπηλοί στην άβυσσο.
μετάφραση: Ευριπίδης Κλεόπας
(από το βιβλίο Terra Amatissima, με μεταφράσεις Διομήδη Βλάχου, Σωτήρη Τριβιζά και Ευριπίδη Κλεόπα, εκδ. Έψιλον 1999)
Επαναλαμβάνω και ας γίνομαι κουραστικός κύριε Ευριπίδη Κλεόπα:
Ενεοί πλέοντες αχερούσιοι
Υ.Γ.: Όταν προσγειωθείτε εκ νέου στην Κύπρο να
έρθετε σε επαφή με τους γραμματείς μου και τους φαρισαίους μου να σας κλείσουν ένα ραντεβού με τη φράξιά μου.
Θα μπορούσε κάποιος να μου ερμηνεύσει το υστερόγραφο του κ. Ρεούση; Είναι μήπως πολιτικό το σχόλιό σας ή ως φαίνεται, ποδοσφαιρικό;; (γνωριζόμαστε από κάπου κ. Ρ;)
Yes yes
Και πρόκειται για Ύστερη ή Υστέρα Γραφή κύριε Κλεόπα και όχι για υστερόγραφο.
Σας ευχαριστώ πολύ για την ευγενική σας υπόδειξη κ. Ρεούση..
Επιτρέψατε μου, κ. Παστάκα, να προσθέσω στο θέμα: Ίσως η πιο πρώιμη απόδοση είναι αυτή που περιέλαβε ο κερκυραίος ποιητής Μιχαήλ[Λίλης] Ι. Δεσύλλας στο έργο του που κυκλοφόρησε μεταθανάτια με τίτλο: Ποίηση, [Αθήνα] 1973.
[Είναι πιθανό να έχει πρωτοδημοσιευτεί σε περιοδικό της δεκαετίας του ’70;].
Θ Α Ρ Θ Ε Ι Ο Θ Α Ν Α Τ Ο Σ…
CΕSΑRΕ ΡΑVΕSΕ
ΘΑΡΘΕΙ ο θάνατος και θάχει τα δικά σου μάτια –
τούτος ο θάνατος που μας συνοδεύει
από το πρωί ως το βράδυ, ακοίμητος,
κουφός, σα μια παλιά τύψη
ή σαν κάποιο ανόητο ελάττωμα. Τα μάτια σου
θα είναι ένας μάταιος λόγος,
μια αποσιωπημένη κραυγή, μια σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωί
όταν πάνω από τον εαυτό σου μόνη σκύβεις
στον καθρέφτη. Ω αγαπημένη ελπίδα,
κείνη την ημέρα θα ξέρουμε και μεις
πως είσαι η ζωή και είσαι το τίποτα.
Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα.
Θάρθει ο θάνατος και θάχει τα δικά σου μάτια.
Θάναι σα να εγκαταλείπουμε ένα ελάττωμα,
σα να βλέπουμε στον καθρέφτη
να αναδύεται ένα νεκρό πρόσωπο,
σα ν’ ακούμε ένα κλεισμένο στόμα.
Θα κατεβούμε στην άβυσσο άφωνοι.
Ακόμη ένα διαμάντι του C. Paveze ” Fumatori di carta” [σε μετάφραση Φοίβου Γκικόπουλου]
Καπνιστές χαρτιού
Με οδήγησε ν’ ακούσω την ορχήστρα του. Κάθεται σε μια γωνιά
και φέρνει στο στόμα το κλαρινέτο. Αρχίζει ένας διαολεμένος σαματάς.
Όξω, ο άνεμος που λυσσομανάει και τα χαστούκια της βροχής,
ανάμεσα στις αστραπές, κάνουν να κόβεται το φως,
κάθε πέντε λεπτά. Στο σκοτάδι, τα πρόσωπα τεντωμένα
να παίξουν από μνήμης προσπαθούν
κάτι χορευτικό. Δραστήριος ο φουκαράς ο φίλος,
όλους τους διευθύνει, απ’ το βάθος. Και το κλαρινέτο συστρέφεται,
στο πανδαιμόνιο κυριαρχεί, ανοίγει χώρο, ξεσπάει
σε μια μοναχική ψυχή, σε μια στεγνή σιωπή.
Τούτα τα φτωχά χάλκινα πολύ συχνά τα τσαλακώνουν:
ροζιασμένα τα χέρια που σφίγγουνε τα πλήκτρα
και τα μέτωπα – που πεισματάρικα γερμένα δε λεν να σηκωθούνε.
Κακόμοιρο βασανισμένο αίμα, εξαντλημένο
από τους τόσους κόπους, ακούγεται το μουγκρητό σου
μες στις νότες κι ο φίλος την ορχήστρα με κόπο διευθύνει,
αυτός που σκλήρυναν τα χέρια του χτυπώντας τη βαριά του,
σπρώχνοντας τη ροκάνα, βγάζοντας με το ζόρι το ψωμί του.
(Μετάφραση Φ. Γκ.)
http://www.avgi.gr/article/5492024/tsezare-pabeze-o-muthos-tou-lurikou-realismou