Επιθεώρηση Ποιητικής Τέχνης

Κατηγορία

Αναγνώσεις

Αναγνώσεις

Αναγνώσεις

Θανάσης Αγάθος, «Ο Άγγελος Τερζάκης και ο Κινηματογράφος», εκδ. Gutenberg, 2020

Το βιβλίο αυτό διερευνά τα στάδια και τις εκφάνσεις της πολύπτυχης και ελάχιστα γνωστής σχέσης του Άγγελου Τερζάκη, κορυφαίου εκπροσώπου της πολυσυζητημένης γενιάς του 1930, με τον κινηματογράφο.

Παρουσιάζονται και σχολιάζονται τα πολυάριθμα -δημοσιευμένα σε περιοδικά και εφημερίδες- κείμενα που ο Τερζάκης αφιερώνει στον κινηματογράφο, συζητώντας για ταινίες, σκηνοθέτες, ηθοποιούς, κινηματογραφικά κινήματα, ζητήματα κινηματογραφικής αισθητικής, καθώς και για τη σχέση του κινηματογράφου με την πεζογραφία και το θέατρο.

Εξετάζεται ο πολύπλευρος διάλογος, άλλοτε φανερός και άλλοτε κρυπτικός, του πεζογραφικού και δραματουργικού έργου του συγγραφέα με τον κινηματογράφο. Αναλύεται η Νυχτερινή περιπέτεια (1954), η μοναδική κινηματογραφική ταινία που σκηνοθετεί ο Τερζάκης, συσχετίζεται με το ευρύτερο έργο του δημιουργού της και σχολιάζεται η κριτική υποδοχή της, ενώ παράλληλα αξιοποιούνται σχετικά δημοσιεύματα του Τύπου της εποχής και σημειώσεις που εντοπίζονται στο αρχείο του συγγραφέα, το οποίο βρίσκεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη. Μελετώνται τα πέντε ακόμη κινηματογραφικά σενάρια ή σχέδια σεναρίου που γράφει ο δημιουργός κατά τη δεκαετία του 1950-1960, άλλοτε πρωτότυπα και άλλοτε βασισμένα σε δικά του πεζογραφήματα ή θεατρικά έργα. Η έρευνα επιβεβαιώνει ότι η Νυχτερινή περιπέτεια δεν είναι μια απλή και συγκυριακή ενασχόληση του Τερζάκη με την κινηματογραφική πραγματικότητα της Ελλάδας, αλλά μια φυσική κατάληξη του εντονότατου ενδιαφέροντος αυτού του ανήσυχου πνευματικού ανθρώπου για την έβδομη τέχνη.

 

***********************************************

 

Έγραψα το βιβλίο Ο Άγγελος Τερζάκης και ο κινηματογράφος, παρακινημένος από την επιθυμία να ανακαλύψω τι ήταν εκείνο που ώθησε τον Άγγελο Τερζάκη, έναν κορυφαίο εκπρόσωπο της γενιάς του 1930, έναν αληθινό πνευματικό άνθρωπο, να ασχοληθεί με την κινηματογραφική σκηνοθεσία στις αρχές της δεκαετίας του 1950.

Όλα ξεκίνησαν πριν από δέκα περίπου χρόνια, όταν ανακάλυψα στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος την ταινία του Τερζάκη Νυχτερινή περιπέτεια, με πρωταγωνιστές τον Βασίλη Διαμαντόπουλο και την Νταίζη Μαυράκη, την πρώτη Σταρ Ελλάς στην ιστορία του θεσμού των Καλλιστείων. Έγραψα τότε ένα σύντομο άρθρο για την ταινία (που περιλήφθηκε στο παλαιότερο βιβλίο μου Η εποχή του μυθιστορήματος, Εκδόσεις Γκοβόστη, 2014), αλλά αισθανόμουν ότι δεν είχα κλείσει τους λογαριασμούς μου με τον κινηματογραφικό Τερζάκη.

Διαβάστε περισσότερα
Αναγνώσεις

Noam Chomsky, «Israel, the Holocaust, and Anti-Semitism»/ Chronicles of Dissent, 1992 (απόδοση: Νεοκλής Κυριάκου)

ΕΡΩΤΗΣΗ: Ένα από τα βιβλία σας, το The Fateful Triangle, εστιάζει συγκεκριμένα στη Μέση Ανατολή και αναρωτιόμουν αν θα μπορούσατε να μιλήσετε για τη θέση σας σχετικά με μια πιθανή λύση δύο κρατών στο παλαιστινιακό ζήτημα.
ΤΣΟΜΣΚΙ: Δεν νομίζω ότι αυτή είναι η βέλτιστη λύση, αλλά ήταν η ρεαλιστική πολιτική διευθέτηση εδώ και αρκετό καιρό. Πρέπει να ξεκινήσουμε με μερικά βασικά στοιχεία εδώ.Το πραγματικό ερώτημα είναι: υπάρχουν ξεκάθαρα δύο εθνικές ομάδες που διεκδικούν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε αυτό που παλαιότερα ήταν η Παλαιστίνη, περίπου η περιοχή που τώρα κατέχεται από το Ισραήλ μείον τα Υψίπεδα του Γκολάν, που είναι μέρος της Συρίας.Υπάρχουν λοιπόν δύο εθνικές ομάδες που διεκδικούν την εθνική αυτοδιάθεση. Μια ομάδα είναι ο αυτόχθονας πληθυσμός, ή ό,τι έχει απομείνει από αυτόν — πολλοί από αυτούς εξορίστηκαν ή εκδιώχθηκαν ή τράπηκαν σε φυγή. Η άλλη ομάδα είναι οι Εβραίοι έποικοι που ήρθαν, αρχικά από την Ευρώπη, αργότερα από άλλα μέρη της Μέσης Ανατολής και κάποια άλλα μέρη. Υπάρχουν λοιπόν δύο ομάδες, ο αυτόχθονας πληθυσμός και οι μετανάστες και οι απόγονοί τους. Και οι δύο διεκδικούν το δικαίωμα της εθνικής αυτοδιάθεσης. Εδώ πρέπει να πάρουμε μια κρίσιμη απόφαση: είμαστε ρατσιστές ή δεν είμαστε; Αν δεν είμαστε ρατσιστές, τότε ο αυτόχθονας πληθυσμός έχει τα ίδια δικαιώματα αυτοδιάθεσης με τους έποικους που τον αντικατέστησαν.Κάποιοι μπορεί να ισχυριστούν περισσότερα, αλλά ας πούμε τουλάχιστον όσα φαίνονται σωστά. Επομένως, αν δεν είμαστε ρατσιστές, θα προσπαθήσουμε να πιέσουμε για μια λύση που τους αξίζει — θα πούμε ότι είναι ανθρώπινα όντα με ίσα δικαιώματα, επομένως και οι δύο αξίζουν την αξίωση για εθνική αυτοδιάθεση. Ας δεχτούμε ότι οι έποικοι έχουν τα ίδια δικαιώματα με τον αυτόχθονα πληθυσμό. πολλοί δεν το βρίσκουν αυτονόητο, αλλά ας το αποδεχθούμε. Στη συνέχεια, υπάρχει μια σειρά από δυνατότητες. Μια πιθανότητα είναι μια δημοκρατική κοσμική κοινωνία.</Ουσιαστικά κανείς δεν είναι υπέρ αυτού. Μερικοί άνθρωποι λένε ότι είναι, αλλά αν κοιτάξετε προσεκτικά δεν είναι πραγματικά. Υπάρχουν διάφορα μοντέλα για πολυεθνικές κοινωνίες, ας πούμε η Ελβετία ή οτιδήποτε άλλο. Και ίσως μακροπρόθεσμα αυτές να είναι η καλύτερη ιδέα, αλλά δεν είναι ρεαλιστικές.

Η μόνη ρεαλιστική πολιτική διευθέτηση, προς το παρόν, τα τελευταία δέκα ή δώδεκα χρόνια, που θα ικανοποιούσε το δικαίωμα αυτοδιάθεσης και για τις δύο εθνικές ομάδες είναι μια διευθέτηση δύο κρατών. Όλοι ξέρουν τι θα έπρεπε να είναι: το Ισραήλ στα σύνορα περίπου πριν από τον Ιούνιο του 1967 και ένα παλαιστινιακό κράτος στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, και μια επιστροφή των Υψωμάτων του Γκολάν στη Συρία, ή ίσως κάποια άλλη ρύθμιση.Αυτό θα συνδεόταν ίσως με αποστρατιωτικοποιημένες ζώνες και διεθνείς εγγυήσεις κάποιου ή άλλου είδους, αλλά αυτό είναι το πλαίσιο μιας πιθανής πολιτικής διευθέτησης. Όπως λέω, δεν νομίζω ότι είναι το καλύτερο, αλλά αυτό είναι το ρεαλιστικό, πολύ ρεαλιστικό. Υποστηρίζεται από το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου.

Διαβάστε περισσότερα
Αναγνώσεις

Δημήτρης Χατζής, “Το διπλό βιβλίο”, εκδ. εξάντας, 1976

Και βγαίνω πάλι στη λεωφόρο.  Μαγαζιά, βιτρίνες, ρεκλάμες, φωτεινές επιγραφές – αυτά που αγαπάω. Το μεγάλο θέατρο της κοινωνία της κατανάλωσης, που λένε στο καφενείο. Ό,τι ποθείτε θα το βρείτε εδώ. Και δεν είναι ακριβώς αυτό που ποθείτε μονάχα, αυτό που θα βρείτε. Είναι το μεγάλο θέατρο που το παίζουμε όλοι, που μας παίζουν όλοι, που τους παίζουμε όλους.

Αυτό για το θέατρο δεν το’ παν στο καφενείο, είναι από κείνα που τα βρίσκω μονάχος μου. Οι σοφοί μας τα λένε κάπως αλλιώς – μας κάνει τάχα κακό, μας διαφθείρουν με τη σπατάλη, την αφθονία, την αχρηστία των πραγμάτων που βρίσκονται εδώ. Το νέον όπιον των λαών – το λέει ο Γιαννόπουλος.

Και να με και γω με το όπιόν μου. Στέκομαι μπροστά σ’ αυτές τις γεμάτες, τις ωραίες βιτρίνες, χαζεύω, μαγεύομαι, τις αφήνω να με διαφθείρουν όσο θέλουν. Κοιτάζω τα είδη τους, μελετάω τα σχήματα και τα χρώματα, σκέφτομαι τις ποιότητες, τα υλικά τους, βλέπω τις τιμές τους, τις λογαριάζω με τα μεροκάματα τα δικά μας. Είμαι καταναλωτής. Για τους σοφούς μας του καφενείου σημαίνει πως διαλύομαι, αλλοτριώνομαι, λένε, μέσα στους άλλους. Για μένα τέτοιαν ώρα στη λεωφόρο, που δεν έχω πουθενά να πάω – είμαι καταναλωτής θα πει πως υπάρχω. Υπάρχω μέσα στους άλλους. Έχω στην τσέπη μου τα λεφτά μου – μοιράζομαι τη ζωή μας, ας λένε πως είναι ψεύτικη, ας είναι και θέατρο μόνο.

Διαβάστε περισσότερα
Αναγνώσεις

Ευάγγελος Αυδίκος, “Δρολάπι”, εκδ. Εστία 2023 (γράφει ο Δημήτρης Χριστόπουλος)

Ένα κοράκι σε τόπο ρημαγμένο

 Έχει πει ο Χούλιο Κορτάσαρ σε διάλεξή του στο City College της Νέας Υόρκης, τον Απρίλιο του 1980: «Η λογοτεχνία συνιστά πάντοτε μια έκφραση της πραγματικότητας, όσο φαντασιώδης κι αν είναι· και μόνο το γεγονός ότι κάθε έργο τέχνης έχει γραφτεί σε μια συγκεκριμένη γλώσσα το τοποθετεί εξαρχής και αυτομάτως σε ένα καθορισμένο πλαίσιο, ταυτόχρονα δε το διαχωρίζει από άλλες πολιτισμικές περιοχές, ενώ τόσο το θέμα όσο και οι ιδέες και τα συναισθήματα του συγγραφέα συμβάλλουν στο να εντοπίσουμε ακόμη καλύτερα αυτή την αναπόφευκτη επαφή ανάμεσα στο γραπτό έργο και στην πραγματικότητα που το περιβάλλει».

Αν διαβάσουμε σε αυτό το πλαίσιο το Δρολάπι, θα διαπιστώσουμε ότι ο συγγραφέας με το έκτο του μυθιστόρημα περισσότερο θέτει ερωτήματα στον αναγνώστη παρά απαντά στις απορίες του. Περισσότερο κεντρίζει την περιέργειά του και διανοίγει την ευαισθησία του σε νέες προοπτικές της πραγματικότητας. Επικαλούμαι ξανά τον Κορτάσαρ: «Πολλές φορές το να βρεις μιαν απάντηση είναι λιγότερο σημαντικό από το να έχεις αξιωθεί να ζήσεις σε βάθος το ερώτημα, να βαδίσεις εναγωνίως πάνω στα ίχνη που συνήθως αφήνει μέσα μας». Το Δρολάπι, μυθιστόρημα συναρπαστικής πλοκής που κρατά σε αγωνία τον αναγνώστη μέχρι την τελευταία του σελίδα, στηρίζει τον μύθο του πάνω σε δύο καταστροφές. Το αυτοκινητικό δυστύχημα στην Ασπροβάλτα και την κατάρρευση του μεγαλύτερου μονότοξου γεφυριού των Βαλκανίων, του γεφυριού της Πλάκας, που χτίστηκε από τον Κώστα Μπάκα και το μπουλούκι του, το 1866, γεφύρι που αποτελούσε «σύνορο» κι εκεί λειτουργούσε το τελωνείο της Ελεύθερης Ελλάδας με τη σκλαβωμένη Ήπειρο.

Διαβάστε περισσότερα
Αναγνώσεις

«”Λάμψεις διαρκείας από μια ηχώ στον βυθό”. Ξαναδιαβάζοντας τις “Μαριονέτες” του Kleist» (Γράφει η Παναγιώτα Λάσκαρη)

 

Ανακάμπτοντας στην ανάγνωση των πεφιλημένων, βγήκα από δρόμους παλιούς σε ξέφωτα ξεχασμένα απ΄ τον καιρό, αλλά ολόφρεσκα σαν το ολόρθο κεφαλάκι άγριας κόκκινης τουλίπας στον χιώτικο κάμπο. Ξέφωτα που, ντάλα μεσημέρι, χωρίς καμιά παραμυθία, δοκιμάζουν τις αντοχές σου στην έκθεση στο αβυσσαλέο φως , ενώ εκ προοιμίου πανηγυρίζουν την ήττα σου, που πάντα έρχεται αναπότρεπτη στο τέλος, καθώς ευσκιόφυλλον δένδρον ουδέν, παρά μόνον άγριες στις διαθέσεις τουλίπες να διαλαλούν παραδείσια τρυφή με αδιαπραγμάτευτο αντίτιμο των παθών σου τον τάραχον.

Στα μέσα του Φθινοπώρου μιλώ για μια κατακόκκινη άνοιξη, που, ως η πιο σκληρή των εποχών, έχει κάθε στιγμή του χρόνου τρόπο να σε βγάζει απ΄τα νερά σου και να σε βυθίζει στα δικά της, για να σε δοκιμάσει αν έχεις τα κουράγια να βγεις στο ανελέητο φως από τον πάτο…Για τη δοκιμασία σού προμηθεύει και το αναντικατάστατο και πρωτεϊκό μαντήλι της Ινούς, για να θυμάσαι πως, κι αν σκαρίσεις ξέπνοος στο φως και διανύσεις επιτυχώς την πρώτη φάση της δοκιμασίας, δεν είναι από δικού σου.

Σε μια τέτοια περιπέτεια με έριξε ανεπίγνωστα φίλος συγγραφέας στην κουβέντα μας για τον Σεφέρη, όταν μου θύμισε το εν πολλοίς ξεχασμένο για μένα δοκίμιο-ξέφωτο του Kleist Περί του θεάτρου των Μαριονετών.[1] Άμα τη ενθυμήσει, άρχισαν τα ανοιξιάτικα μποφόρ, ο κλύδωνας πολλά πάθη υποσχόμενος, η Οδύσσεια φουριόζα, αλλά και το μαγνάδι θεόσταλτο· ήλθε και μου προσδέθηκε από τα πιο πρόσφορα πεφιλημένα της Σεπτεμβριάτικης ανάκαμψης, κείνα που μου φυλάνε πάντα καλοκαίρι: « Είναι κανείς από το μέρος της αθωότητας- λευκοφόρος την διάνοιαν, που λέει κι ο Ρωμανός- σε δύο περιπτώσεις: όταν δεν έχει φτάσει στο σημείο να υποψιασθεί καν το μαύρο, κι όταν το έχει διατρέξει ως την έσχατη άκρη του, έτσι που να πατήσει από το άλλο μέρος πάλι στο λευκό· με πλήρη συνείδηση ότι όσα γνώρισε στο αναμεταξύ του είναι απολύτως άχρηστα…

Μορφές …διαφορετικές στο έπακρο, μ΄ελκύσανε ανέκαθεν-ανεξάρτητα εντελώς απ΄τη ζωή τους- γι΄αυτό το λευκό σημάδι που διασώζανε στο έργο τους, τη λάμψη που έφερναν είτε με τρόπο ήπιο είτε με αγριότητα.

Διαβάστε περισσότερα