ΠΡΟΣ
Την Επιτροπή κρατικών βραβείων λογοτεχνίας, συνεδρίαση της 4ης Ιουνίου 2007:

Απαρίθμηση τίτλων με, ad hoc, σύντομο αξιολογικό σχολιασμό των αντικειμενικώς διαθέσιμων: α) καταλογραφημένων ποιητικων συλλογών, β) “δοκιμίων – κριτικών” και τελική εισήγηση του μέλους Κώστα Σοφιανού.

———————…….———————

Ι) ΟΙ ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΠΟΥ ΕΙΔΑ ΚΑΙ ΟΙ ΚΡΙΣΕΙΣ ΜΟΥ ΓΙ΄ ΑΥΤΕΣ

Α΄
Συλλογές Βιβλιοθήκης της Βουλής

01.- Iγνάτιος Αλεξίου, Απολογία εν λευκώ, “Συλλογές”, Αθήνα, 2005: Απλοϊκός.

02.- “” ” ” Οι φωνές, ” ” ” ” ” ” “”

03.-΄Εκτωρ Κακναβάτος, Στα πρόσω ιαχής, “΄Αγρα”, Αθήνα, 2005: Διόλου εξελικτικό των προηγουμένων του. Καλύτερό του, κατά την κρίση μου, παραραμένει ακόμα η προ πολλών
ετών Η κλίμακα του λίθου.

04.- Λένα Πλάτωνος, Τα λόγια μου, “οδός Πανός”, Αθήνα, 2005: Συμπαθή, πλην εύκολα λόγια.

05.- Χρήστος Ξανθάκης, Ξένα – Μοντέρνα, “οδός Πανός”, Αθήνα, 2005: Δεν είναι κακός.

06.- Ζανή Γ. Καρίβαλη, Στους φίλους που δεν έφτασαν ποτέ, “Διάττων”, Αθήνα, 2005: Συνθετικό, αφηγηματικό, παλαιικού ύφους ποίημα – διόλου κακό.

07.- Νίκος Μουλόπουλος, Δύο παράθυρα με κιμωλία, “Μεταίχμιο” Αθήνα, 2005: Κάποιοι καλοί καλοί στίχοι που και που.

08.- Αλεξάνδρα Μπακονίκα, Πεδίο πόθου, “Μεταίχμιο”, Αθήνα, 2005: Πεζολογεί.

09.- Ελένη Δρούζα, Ο ανθός της λησμονιάς, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Συμπαθές. Μου έμεινε ο στίχος “επισημότητες της φύσης”.

10.- Τάκης Συρέλλης, Γοργόνα της πλώρης, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Στίχοι για μελοποίηση.

11.- Γιάννης Κουβαράς, Του έρωτα και του έρωτα, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα 2005: Κάτι ενδιαφέρον
προσπαθεί να πει, μα δεν ολοκληρώνει.

12.- Ελένη Μαρινάκη, Τώρα αίμα, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Κάτι πάει να πει.

13.- Δώρα Παδάλη – Σωτριλή, Ροές, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Αδέξιο.

14.- Αντώνης Ψάλτης, Ο ήρωας μέσα μου, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Τίποτα το ιδιαίτερο.

15.- Γιάννης Δάλας, Αποθέτης, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Κατώτερα προηγουμένων του.

16.- Γιώργος Χατζής, Ευλαλία, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: ΄Αμουσος.

17.- Νίκος Σπανός, Χρονολόγιο, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Προσπαθεί μα δεν επαρκεί.

18.- Χρήστος Μπουλιώτης, Φυσική ιστορία θανάτου, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Κάτι παει να πεί, αλλά το θέμα τον υπερβαίνει.

19.- Μιράντα Ποτηριάδου,Πλανόδια αίγλη, “Γαβριηλίδης” Αθήνα 2005: ΄Ατεχνη.

20.- Σ. Λυγέας, ΄Αλυπον θέρος, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Μερικώς ενδιαφέρον.

21.- Σ.Β.Καραγιάννης, Σκιές, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Τίποτα το ιδιαίτερο.

22.- Ρία Φελεκίδου, Τελεία και παύλα, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Τίποτα το ιδιαίτερο.

23.- Δημήτρης Κατσαγάνης, Διαμερίσεις, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Εύκολα πράγματα.

24.- Γιώργος Χαβούτσας, Η Φοινικιά, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: ΄Ανιση ιδεο-ποίηση.

25.- Γιώργος Γεωργούσης, Οθόνη υγρών κρυστάλλων, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Λυρικά
στοχαστικός – όχι κακός.

26.- Λάμπρος Παγκάκης, Εξόριστο φως, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Κάποιοι στίχοι χαμένοι
σε ρητορικές εκζητήσεις.

27.- Νίκος Βιολάρης, Πέρα απ΄τη μέρα, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Αξιοπρόσεχτη συλλογή
νέου ανθρώπου.

28.- Γιώργος Τριανταφύλλου, Ολική έκλειψη, “Γαβριηλίδης”, Ενδιαφέρον.

29.- Γιάννης Μαρκάκης, Συνδρομητής εικόνων, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Ο τίτλος θυμίζει
το Συντηρητής ανελκυστήρων του Νίκου Καρούζου. ΄Οχι σπουδαίο.

30.- Μαίρη Αλεξοπούλου, Ερώμαι, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Λιτή, καλή.

31.- Γιώργος Γιαννιός, Ο γέρος άγγελος, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Τίποτα το ιδιαίτερο.

32.- Σέφης Αναστασάκος: Στη σκιά των ανεμόμυλων, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Λόγια.

33.- Θόδωρος Βάης, Μπλέ κοβαλτίου, “Γαβριλίδης”, Αθήνα, 2005: Τίποτα το ιδιαίτερο.

34.- Λεωνίδας Μερτύρης, Προορισμός, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Μάλλον αφελές, κράτησα
όμως αυτόν τον στίχο: “ο θάνατος είναι μόνο η αρχή”.

Β΄
Συλλογές ΕΘΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ (στην Αγία Παρασκευή)

01.- Ζωή Ε. Πετροπουλέα, Η ποίηση κάθε αυγή γεννιέται, “Μαυρίδης”, Αθήνα, 2005: Τίποτα το
σπουδαίο.

02.- Σοφία Ματιάτου, Τριαντάφτερο, “Δελφοί”, Αθήνα, 2005: κάτι παει να πει.

03.- Τάσος Σταμουλόγλου, Το στερνό καταφύγιο, Σέρρες, 2005: Κάτι λέει. Κράτησα μόνο τους εξαίρετους στίχους (απόλυτη δικαίωση και του πιό “άδοξου” ποιητή. Ασύνειδο ερμηνευτικό σχόλιο στο “πρώτο σκαλι” του Καβάφη), τους στίχους: “Δεν υπήρξα στρατηγός, προφήτης ή επαναστάτης /ένα τραγούδι είπα, που δεν το είπαν τα πουλιά” !

04.- Κώστας Ιτούρης, Σκιάς όναρ, Αθήνα, 2005: ΄Οχι σπουδααία πράγματα.

05.- Γιώργος Θ. Ντόας, Σημάδια στον ορίζοντα, “Βιβλιοπανόραμα”, Αμαλιάδα, 2005: Μέτριος.

06.- Πολύδωρος Παπαϊακώβου, Περσεφόνης αγάλματα, Λεμεσός, 2005: ΄Ετσι κι έτσι, κράτησα
τον στίχο:”η ελπίδα δείχνει πάντα νηνεμία”.

07.- Ιωάννης Χρ. Ζαρόγιαννης, Μουσική του δρόμου, Λάρισα, 2005: τίποτα το ιδιαίτερο.

08.- Αντώνης Θ. Κομίνης, Ματιές και ψίθυροι, “Πιτσιλός”, Αθήνα, 2005: Νόστιμη, παραδο-
σιακή στιχουργία.

09.- Νίκος Α. Κοκαντζής, Κουαρτέτο, “Πατάκης”, Αθήνα, 2005: Τίποτα το αξιόλογο.

10.- Χριστίνα Χριστογιάννη, Η κόρη της ιώδους Ίριδος, Αθήνα, 2005: Τίποτα άξιο λόγου.

11.- Ευάγγελος Δ. Παναγιωτουνάκος, Γυμνό δένδρο, “Νέα σκέψη”, Αθήνα, 2005: Αδιάφορο.

12.- Χρίστος Ξένος, ΄Αωρος πόλις, “Δωδώνη”, αθήνα, 2005: Που και που μισός στίχος.

13.- Αλέξανδρος Σ. Αρδαβάνης, Ασφυκτιονία, “Αλεξάνδρεια”, Αθήνα, 2005: Περσότερο σκέψη
παρά ποίηση. Πάντως, όχι κακός.

14.- Χρήστος Μανωλάχης, Αντίρροπα ποτάμια, Βέρροια, 2005: Πεζολογεί.

15.- Κ. Θ. Φωτεινός, Ανεμοδείκτης στη νηνεμία, “Κατάρτι”, Αθήνα, 2005: Αρχαιοπρεπώς πομπώ-
δης.

16.- Ευαγγελία Παπαχρήστου – Πάνου, Καιρός του φιλήσαι, “Εντός”, Αθήνα, 2005: Χριστιανίζει
στιχουργικώς.

17.- Ιάσων Ευαγγέλου, Αμφυλίκη, “Μάριος Βερέτας”, Αθήνα, 2005: ΄Οπως πάντα, ενδιαφέρον.

Γ΄
Συλλογές Νίκου Λάζαρη και δικές μου.

01.- Σωτήρης Κανέλλης, Το σάλπισμα της λύσσας, “οδός Πανός”, Αθήνα, 2005: Που και που κά-
ποια ιδέα, τίποτα, όμως, το ιδιαίτερο.

02.- Δημήτρης Ελευθεράκης, Ρέκβιεμ για ένα φίλο, “Ερατώ”, Αθήνα, 2005: Στιγμές υψηλού ύφους, σκέψη, εικόνες – καλός.

03.- ΄Ελενα Ψαραλίδου, Της αθέατης σελήνης, “Νησίδες”, Αθήνα, 2005: Χαμηλόφωνη, συμπα-θής, αφελής.

04.- Θανάσης Χατζόπουλος, No humans land – αναφορά, “Μεταίχμιο”, Αθήνα, 2005: Μακροσκε-
λή ποιήματα, πότε-πότε κάποιος στίχος. Πεζολογεί.

05.- Κώστας Πάτσης, Ο Βερνάρδος στο σεξ, “Μανδραγόρας”, Αθήνα, 2005: Εύκολες εκζητήσεις.

06.- Νίκος Αλιφέρης, Πρόσωπο γραφής, “Αγρα”, Αθήνα, 2005: Σκόρπιοι, ενδιαφέροντες στίχοι,
κατώτεροι, όμως, προηγουμένων του.

07.- Νίκος Αντωνάτος, Αυλός λελυπημένος, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Ολιγόστιχος, αισθαν-τικός, λίγος. Να, όμως, ένας αξιομνημόνευτος στίχος: “μας λυπεί εκείνο που μας λείπει”.

08.- Γιώργης Μανουσάκης, Σπασμένα αγάλματα και πικρά βότανα, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005:
΄Απνοη πεζολογία.

09.- Γιάννης Παπαοικονόμου, Παλιές αυλές, “Ποιήματα των φίλων”, Αθήνα; 2005: ΄Ισως ένας-
δυό στίχοι.

10.- Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ, Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα, “Καστανιώτης”, Αθήνα,
2005. Ισχυρής εικονοποιίας ελεγεία για τη χαμένη ερωτική αλκή, τη φθορά, την αύρα του προσεγγίζοντος θανάτου. Καλή, όπως πάντα, η Ρούκ.

11.- Αθηνά Παπαδάκη, Προς άγνωστον, “Καστανιώτης”, Αθήνα, 2005: ΄Ενα ποιήμα, κάποιοι στί-
χοι. Κατώτερο της Αμνάδα(ς) των ατμών.

12.- Λευτέρης Πούλιος, Το θεώρημα, “Κέδρος”, Αθήνα, 2005: ΄Ανισος μα καλός. Δίχως την ταυ-
τοτική του, άλλοτε, ρητορεία. ΄Ωριμος.

13.- Πασχάλης Χριστοδουλίδης, Ποιήματα, “Πλανόδιον”, Αθήνα, 2005: ΄Ετσι κι έτσι.

14.- Παυλίνα Παμπούδη, Ημερολόγιο διπλού χρόνου, “Κέδρος”, Αθήνα, 2005: Ενδιαφέρουσα.

15.- Δημήτρης Κοσμόπουλος, Πουλιά της νύχτας, “Κέδρος”, Αθήνα, 2005: ΄Οχι αδιάφορος.
Κράτησα αυτό: “[..] μύθους που φτερώνουνε την αλήθεια”.

16.- Γιάννης Αντιόχου, Στη γλώσσα του, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Αισθητική της φρίκης.
Δεν είναι κακος.

17.- Μαρία Λαϊνά, Ο κήπος, όχι εγώ, “Καστανιώτης”, Αθήνα, 2005: Εύκολο μονόπρακτο για
φωνή και την ηχώ της. Τίποτα το αξιόλογο.

18.- Βασίλης Καραβίτης, Βίος απορητικός, “Κέδρος”, Αθήνα, 2005: Στοχαστική ποίηση στον
προθάλαμο του θανάτου. Λιτός, εύστοχος, καλός.

19.- Αλέξανδρος Αραμπατζής, Περί υψηλής ραπτικής, καταιγίδων στα φέρετρα και καρφιών,
“Μανδραγόρας”, Αθήνα, 2005: Βεβιασμένοι στίχοι, αλλά αυτός εδώ δεν είναι κακός: “ο θάνατος είναι η μόνη πληγή που επουλώνει ο χρόνος”.

20.- Φοίβη Γιαννίση, Θηλιές, “Νεφέλη”, Αθήνα, 2005: Δεν είναι κακή. Σαχτουρο-Ντυλανίζει.

21.- Ηλίας Κεφάλας, Σιωπητήριο χρόνου, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Ελάχιστα τα κατορθωμέ-να. Δύσκολη φόρμα – δεν του βγήκε.

22.- Γιάννης Καψάλης, Τα ακροτελευτια, “Σοκόλης”, Αθήνα, 2005: Που και που κάποιος στίχος.

23.- Γιάννης Πομώνης, Κύκλος ατέρμων, “Μανδραγόρας”, Αθήνα, 2005: Τίποτα το ιδιαίτερο.

24.- Νίκος Βασιλάκης, Τα ποιήματα που έγιναν χόβολη, “Μπιλιέτο”, Αθήνα, 2005: Λιτός, λυρικός
λεπταίσθητος – διόλου κακός.

25.- Γιώργος Μπρούνιας, Η συντροφιά, “Το Ροδακιό”, Αθήνα, 2005: Δροσερές, λαϊκές είκονες.
Περίπτωση έντεχνου, ανεπιτήδευτου, ναϊφ! Διόλου κακός.

26.- Γρηγορία Πούλιου, Νύχτα και ελπίδα, “οδός Πανός”, Αθήνα, 2005: Κάτι παει να πει, μα δεν
ολοκληρώνει.

27.- Γεωργία Πουλοπούλου, Νύχτα του ονείρου, “οδός Πανός”, Αθήνα, 2005: Τίποτα το ενδιαφέ-
ρον.

28.- Γιάννης Παπαοικονόμου, 33 γκρίζα σονέτα, “Ποιήματα των φίλων”, Αθήνα; 2005: ΄Οχι εντε-
λώς σονέτα, αλλά όχι και κακός.

29.- Ηλίας Γκρής, Αλφειός πρόγονος, “Μεταίχμιο”, Αθήνα, 2005: Δύσκολο εγχείρημα. Δεν λεί-
πουν οι καλοί στίχοι, μα το όλον παραμένει αδιαμόρφωτο.

30.- Γιώργος Χουλιάρας, Δρόμοι της μελάνης, “Νεφέλη”, Αθήνα, 2005: Πρόκειται περί στιχη-
ρού Super Market! Μου έμεινε όμως αυτό: “Μάαστριχτ: Επιτέλους! Θα γράφουμε και εμείς ποι-ίηματα σαν ευρωπαίοι.”.

31.- Γιάννης Πάσχος, Lila Teman, “οδός Πανός”, Αθήνα, 2005: Ερωτικά θρηνητικός. Λυρικός
τρόμος θανάτου. Δεν είναι κακός.

32.- Δήμητρα Χριστοδούλου, Ελάχιστα πριν, “Νεφέλη”, Αθήνα, 2005: Ποίηση αποδοτική της
φθοράς του σώματος και της ειρωνικής αποδοχής των επερχομένων. Πόλυ καλή.

33.- Γιώργος Παναγουλόπουλος, Στον τελικό της ήττας, “Ζαχαρόπουλος” Αθήνα, 2005: Δεν είναι
κακός, μα τον βαραίνει η πικρία του παραμερισμού του (της παρέας, άλλοτε Κωσταβάρα, Χάκα, απ΄ ό, τι μου έχει πει). Η προηγούμενη συλλογή του, Η ανατολή της δύσης, ήταν καλύτερη.

34.- Ορέστης Αλεξάκης, Μεταμφιεσμένος Χρόνος, (ιδιωτική έκδοση), 2005: Πολύ καλό, αλλά, φευ, πολύ λίγο.

35.- Μιχάλης Πιερής, τόποι γραφής, “΄Ικαρος”, Αθήνα, 2005: Δύσκολο ύφος, πολυκύμαντος ρυ-
θμός, ιδιωματικός λόγος, σπαράγματα πατρίδας. Καλή, “ακριτική” ποίηση, “παρωχημένη” “προ-
βληματική”. Μάλλον παράταιρα θ΄ ακούγεται στ΄αυτιά ελλαδιτών.

36.- Χρήστος Ξανθάκης, Ξένα – μοντέρνα, “οδός Πανός”, Αθήνα, 2005: Ποιήματα “διαμαρτυρίας
σε ύφος ροκ. Δεν είναι κακός.

37.- Γιάννης Βαρβέρης, Πεταμένα λέφτά, “Κέδρος”, Αθήνα, 2005: Απότομη αλλαγή ύφους. Δεν
είναι ο γνωστός Βαρβέρης. Λείπει, ιδίως, ο κυνισμός κατά εαυτού και κατά των νεκρών του.Δεν καταλαβαίνω: πρόκειται περί πειραματικής γραφής; βρίσκεται προ εκφραστικού αδιεξόδου; Βιά-στηκε; Οπωσδήποτε τα ποιήματα “Σαν εξομολόγηση”, “Αεράκι κάτω απ΄την Ακρόπολη”, “Ο πα-τέρας δεν πίνει στους ουρανούς” είναι πολύ καλά, και βέβαια, πολλοί, καλοί στίχοι, όπως ο στωι-κά αυτοειρωνικός: “σε τι αθανασίας ψευδαίσθηση μας παραδίδει η πλήξη απανωτών διασώσεων” Σώζει πάντως το μάλλον σπανίζον, στην ποιητική “γενιά” του, και σαφώς ταυτοτικό του, συγκρατημένο έως φλεγματικό – αντιδραματικό, ύφος των ανθρώπων αστικής αγωγής (χαρακτη-ριστικό του Σεφέρη λ.χ.) που δεν επιβαρύνουν τον συνομιλητή τους με διεκτραγωδήσεις των προσωπικών τους προβλημάτων και με “άκομψες” καταγελλίες ενδοσυντεχνιακών ή κοινωνικών αδικιών.

38.- Δημήτρτης Κρανιώτης, Αρχαίος ρυθμός, “οδός Πανός”, Αθήνα, 2005: Αρχαιότροπα, επιγρα-
φικά σπάσματα. Δεν του βγήκε.

39.- Τάσος Ρούσος, Προς Λεύκιον, “Κατσνιώτης”, Αθήνα, 2005: Ποίηση ποιητικής. Τεχνίτης
μιλάει σε τεχνίτη. Ενδεχομένως στον τεχνίτη που υπήρξε και είναι ο Λεύκιος Ρούσος, ο λευκαν-θής, δηλαδή, Ρούσος. ΄Εχει άλλωστε κι ο ίδιος την αμφιβολία. ΄Εχει και τον φόβο των γηρατειών. Από τις καλύτερές του συλλογές, με στιγμές ισχυρής έμπνευσης, άριστα δομημένο εκτενές – συνθετικό ποίημα, ευτυχής αναγωγή στα ελληνιστικά προηγούμενα, μόνο που ειδικού ενδιαφέ-ροντος: απευθύνεται εν τέλει στη συντεχνία των ποιητών.

40.- Αιμίλιος Βέζης, Χαρακτική, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Κάτι προσπαθεί να πεί.

41.- Χρήστος Τουμανίδης, Κεριά θυέλλης, (χαϊκού),”Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Δύσκολο,είδος.
Αρκετά τα εύστοχα. Πολύ καλά ορισμένα. Ισχυρότερα όμως όσα, μεταφρασμένα, από τα γιαπω- νέζικα, έχω διαβάσει.

42.- Δημήτρης Κανελλόπουλος, Σιγή ασυρμάτου, “Κολωνός”, Αθήνα, 2005: ΄Ωσμωση του κοι-
νωνικού – πολιτικού, με το ιδιωτικό δράμα. Απόηχοι εμφυλίου εκ διηγήσεων. Καλός.

43.- Στάθης Γουργουρής, Εισαγωγή στη φυσική, “Μελάνι”, Αθήνα, 2005: Νόστος παιδικής ηλι-
κίας, αναδρομή σε χρόνους δίσεκτους, σύγχρονη γραφή. Καλός.

44.- Χρύσα Κοντογεωργοπούλου, ΄Ανθη άλατος, “Μελάνι”, Αθήνα, 2005: Κάτι πάει να πει.

45.- Μαρία Λαγγουρέλη, Νερό στα κάρβουνα,”Καστανιώτης”, Αθήνα, 2005: Σπαρακτικά κρυπτι-
κή. Φθορά σώματος και πατρίδας, Καλή.

46.- Αιμίλιος Βέζης, Χαρακτική, “Γαβριηλίδης”, Αθήνα, 2005: Κάτι προσπαθεί να πεί.

47.- Τάσος Γαλάτης, Ανιπτόποδες και σφενδονίτες, “Γαβριηλίδης”Αθήνα, 2005: Εξαίρετα λυρικά
έπη. Ο απόηχος του εμφυλίου και η στενότητα της μετεμφυλιακής Καλογραίζας σε ελεύθερους, καίριους, ανεπιτήδευτους, πειστικούς στίχους. Ποίηση-ρεπορτάζ. Ποίηση ισοδύνα-μη ιστορικού και λαογραφικού δοκιμίου. Ποίηση θεμελιωμένη στο στέρεο έδαφος ακμαίας αρχαιογνωσίας. Πυκνές αναγωγές στους κλασικούς, δίχως ίχνος “φιλολογίας”. Υποδόριες διασταυρώσεις με τους καλασικούς της ευρωπαϊκής γραμματείας – δίχως ίχνος ξιπασιάς.
Εξοντωτική κριτική της καθολικής σήψης και αθλιότητας του ρωμαίικου, δίχως ίχνος διδα- κτισμού. Υπέρβαση της ανεύθυνης, φλύαρης, αρχοντοχωριάτικης, σοβαροφανούς “προβλη- ματικής” περί συνεχείας ή ασυνεχείας του ελληνισμού, με έναν στίχο. Εξαντικειμενίκευση του απολύτως προσωπικού βιώματος καθενός και όλων όσοι αναμένουν είδηση ζωής ή θανά- του στους προθαλάμους των εξεταστικών – βιοϊατρικών κέντρων. Σκωπτικά στωϊκός, γεναι- ος, προ της φθοράς του σώματος και της σκιάς του επερχομένου θανάτου, δίχως τις στιχηρές εκζητήσεις που παράγουν ακατασχέτως “θεωρίες” περί σωματο-ποίησης. Υπαινικτικά ερωτικός, θρηνεί χωρίς να ολοφύρεται, τον πνιγμό του αγαπημένου. Ειρωνικός, σατυρικός, στοχαστικός, ανατρεπτικός δίχως απώλεια του μέτρου. Σαφή, διαυγή, απλά, ελληνικά.
Κάθε άλλο παρά η κρυπτική γλώσσα των τάχα “προβληματισμένων” ποιητών που κανείς δεν καταλαβαίνει. Απευθύνεται εξίσου στους ομότεχνους, στους “επαρκείς”(όρος κι αυτός) και στους “ανεπαρκείς” αναγνώστες. Από τις καλύτερες ποιητικές συλλογές που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια.

Αυτές ( 34+17+47= 98 συλλογές) ήταν αντικειμενικώς δυνατόν να δω από τις 450 του καταλό-γου που μου δόθηκε. Η βιβλιοθήκη της Βουλής είχε ελάχιστες, το κεντρικό της Εθνικής Βιβλι-οθήκης (Πανεπιστημίου) έχει τις συλλογές σε κούτες, και μόλις προ ημερών (εξ αιτίας λανθασμένων πληροφοριών) διεπίστωσα ότι στην Αγία Παρασκευή θα μπορούσα να δω περισ-σότερες. Συλλογές, επίσης ζήτησα και από τους εκδότες τους. Angels & Demons download

Από αυτές τις 98 συλλογές, εισηγούμε τη βράβευση της συλλογής Ανιπτόποδες και Σφενδονί-τες, του Τάσου Γαλάτη, για όσους λόγους εκθέτω αμέσως παρα πάνω, με αποφασιστικό, ειδικότερα, κριτήριο την εντελέστερη, σε σχέση με όλες τις άλλες, αναγωγή του ποιητικού βιώματος στο βίωμα του μέσου “καλλιεργημένου” αναγνώστη.

ΙΙ) ΤΑ “ΔΟΚΙΜΙΑ – ΚΡΙΤΙΚΕΣ” ΠΟΥ ΕΙΔΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΝ ΠΡΟΚΕΜΕΝΩ ΚΡΙΣΕΙΣ ΜΟΥ

01.- Λουκάς Κούσουλας, Ο Μακρυγιάνης και το σκάνδαλο, “Νεφέλη”, Αθήνα, 2005: Πολύ καλή, λογοτεχνική, ανασκευή της περί “ελληνοκεντρικής ιδεολογίας” ιδεολογικής ακράτειας των αορίστως “αριστερών” και ανενδοιάστως νεοφιλελευθεριαζόντων, μελών της Λέσχης των Αδολέσχων (ιδίως της κυριακάτικης).
02.- Ευριπίδης Γαραντούδης, Ο Παλαμάς από τη σημερινή σκοπιά, “Καστανιώτης”, Αθήνα, 2005: Πολύ καλή, πλην ειδικού ενδιαφέροντος, συναγωγή μελετημάτων του, περί Παλαμά. Δεν στερείται ύφους, εξαντλεί το αντικείμενο και (διόλου αμελητέο), παρεκκλίνει, (όσο, έστω, επι-τρέπουν οι λεπτές ισορροπίες, η ανάγκη δημοσίων σχέσεων, και οι συσχετισμοί δυνάμεων) της, δι΄ εμπαθών (ή αποτρεπτικών εντοπισμού των λογοκλοπών μας) παραλείψεων ή υποβαθμίσεων, και ιδιοτελών προβολών και “αναβαθμίσεων”, άτυπης λογοκρισίας και συστηματικής νοθείας που ασκεί το ακαδημαϊκό κατεστημένο.
03.- Αντεια Φραντζή, Μιά περιδιάβαση στο ποιητικό “δάσος” της Ελένης Βακαλό, “Νεφέλη” Αθήνα, 2005: Καλογραμμένο, πλην, ποιόν, πέρα από τους μελετητές του έργου της Βακαλό, μπορεί να ενδιαφέρει;
04.- Δημήτρης Νόλας, Φύλλα καπνού, “Εστία”, Αθήνα, 2005: Αξιοπρόσεκτη συναγωγή εφήμερης αρθρογραφίας. Αξιοπρόσεκτη, κυρίως, γιατί δεν παρασύρεται από το ρεύμα της “εκσυγχρονι-στικής” “αποδόμησης” παντός του παραδοσιακού. Ως και πολυτονικό τολμάει να τηρήσει!
05.- Μυρτώ Γεωργίου Νίλσεν, Ο θείος Κώστας, (Η ζωή και το έργο του Κ. Χρηστομάνου), “Καστανιώτης”, Αθήνα, 2005: Ψυχαναλυτική ανάγνωση της ζωής και του έργου. Λογοτεχνικό ύφος, γνώση και του αντικειμένου και της μεθόδου (έχει προηγηθεί ανάλογο για τη ζωή και το έργο του Χανς Κρίστιαν ΄Αντερσεν), πλην, ειδικού ενδιαφέροντος.
06.- Εένη Λαδιά, Τα ψυχομαντεία και ο υποχθόνιος κόσμος των Ελλήνων, “GEMA”, Αθήνα, 2005: Επαρκώς κατατοπιστικό, όσο μπορώ να κρίνω. Σαφώς καλογραμμένο. “Συντηρητικό”, ως προς τον τονισμό. Παρά που μελέτη, πράγματι, διαβάζεται σαν διήγημα. Ειδικού, όμως, ενδιαφέ-ροντος.
07.- Φάνη Μουμτζίδου, Ο Γκόγια, το θέατρο και το καρναβάλι, “Νεφέλη”, Αθήνα, 2005: Πλούσιο βιβλίο. Επιμελημένη έκδοση. Απλό, φροντισμένο ύφος, οπωσδήποτε στα όρια της θετικιστικής “γλώσσας” των πανεπιστημιακών, δίχως όμως υπερβολές. Ούτε ξύλινο, ούτε Ντερινταδικώς, λογοτεχνίζον. Ειδικού, επίσης ενδιαφέροντος.
08.- Αγγέλα Καστρινάκη, Η λογοτεχνία στην ταραγμένη δεκαετία 1940 – 1950, “Πόλις”, Αθήνα, 2005: Ομολογημένη μονομερής – “αριστεροκεντρική” ανάγνωση των έργων και της εποχής. Ανεξαρτήτως, πάντως, της ιδεολογικής γόμωσης, που προφανώς, υπονομεύει την επιστημονική υπερδομή, είναι καλογραμμένο, συγκεντρώνει ικανό πλήθος πληροφοριών, και πνευματικά έντιμο, ενόσω δηλώνει, ευθύς εξ αρχής, τους πολιτικο-ιδεολογικούς άξονες και περιορισμούς του. Παρά το πολιτικό του εύρος (προσπαθεί να καλύψει όλο το φάσμα πολιτικών πεποιθήσεων των συγγραφέων) παραμένει ειδικού, πολιτικοφιλολογικού, ενδιαφέροντος.
09.- Χάρης Βρόντος, Μετρονόμος για μικρές και μεγάλες αρρυθμίες, “Νεφέλη”, Αθήνα, 2005: Συναγωγή άρθρων, κριτικών, δοκιμίων, λιμπρέτων. Καλογραμμένο, σωστικό ενός πνεύματος λογοτεχνικής – καλλιτεχνικής παρέας – προσδιοριστικής (με πράξεις και παραλείψεις όχι πάντα και οπωσδήποτε επαινετές) των συναφών πραγμάτων, τα σαράντα τελευταία χρόνια, κριτικά θαρραλέο, πλην ειδικού, εντέλει, ενδιαφέροντος.
10.- Βασίλης Κάλφας, Φιλοσοφία και επιστήμη στην αρχαία Ελλάδα, “Πόλις”, Αθήνα, 2005: Πολύ καλή δουλεία -όσο μπορώ να κρίνω- και πολύ ενδιαφέρουσα, για όσους βέβαια ενδιαφέρονται, που δυστυχώς, δεν φαντάζομαι να είναι πολλοί. Κρίμα γιατί θα του άξιζε η βράβευση.
11.- Πάρις Τακόπουλος, Τα Αντικριτικά, (Θέατρο 1990 – 1998) με σχέδια της ΄Ελλης Σολο-μωνίδου Μπαλάνου, “Ποταμός”, Αθήνα 2005: Πρόκειται για τον δεύτερο, μετά Τα κριτικά (Θέατρο 1966 – 1990), “Ποταμός”, Αθήνα, 2002, (επίσης με σχέδια της ΄Ελλης Σολομωνίδου – Μπαλάνου) τόμο των θεατρικών κριτικών του, άνευ προηγουμένου και άνευ επομένου, υποθέτω, στα γράμματά μας, Πάρι Τακόπουλου. Ποιητή, πεζογράφο, θεατρογράφο, κριτικό (και τα είναι όλα αυτά, όντας επί πλέον και μοναδικός στην αποσύνθεση και ανασύνθεση της ελληνικής κατά τρόπο δημιουργικό λεκτικών υβριδίων απεριγράπτου περιγραφικότητος) άλλον, σατυρικότερα και καθολικότερα κατεδαφιστικό, του συνόλου της “Νεοελληνικής” πραγματικότητας και φαντασίας, δε γνωρίζω. Κατεδαφιστικό αλλά όχι καταγγελτικό. Αυτό ακριβώς το χαρακτη-ριστικό διαφοροποιεί και αυτά τα κείμενά του από τα ανάλογα, όσα ελέγχουν τις αθλιότητες και τις γελοιότητές μας. Με πηγαίο, αβίαστο, χιούμορ, που τόσο σπανίζει στον τόπο μας, χιούμορ βρετανικής ποιότητος και γι΄αυτό ασύμβατο, κατά κανόνα, με την εγχώρια αίσθηση του πνευματώδους – σκωπτικού σχολίου, προσπαθεί, κάθε φορά, να αποκαταστήσει την, μάλλον ανήκεστη, ως φαίνεται, αισθητική βλάβη που του προκαλούν τα ημεδαπά Θεάματα κι ακροάματα. Μολονότι, όμως, oι κριτικές του υπερακοντίζουν το εκάστοτε θέμα, σκοπεύοντας γενικότερες καταστάσεις, στάσεις, ιδεολογικές αγκυλώσεις και εθνοδιεθνικές (πατριδοκαπηλο-αντιπατριωτικές – γαλαζοπρασινοκόκκινες) “διαπραγματεύσεις” του κακού του ριζικού μας και του Θεού που μας μισεί, τα Αντικριτικά, εξ αιτίας του ύφους (καταιγιστικό χιούμορ, ανελέητη σάτυρα, εξωφρενική λεξιπλασία, αλλεπάλληλα – εξοντωτικά λογοπαίγνια, συνεχείς αναφορές σε έργα του ελληνικού και του διεθνούς ρεπερτορίου, της ελληνικής και της διεθνούς λογοτεχνίας, γενικότερα) και του αντικειμένου τους (πόσοι έχουν δεί, ή θυμούνται τα κρινόμενα έργα;) λίγους ενδιαφέρουν και λιγότερους θα τέρψουν.
12.- Δημήτρης Τζίοβας, Από τον λυρισμό στον μοντερνισμό, “Νεφέλη”, Αθήνα, 2005: Μελέτες μιάς δεκαπεναετίας, διερευνητικές της “Πρόσληψη< ς>, της ρητορικής. και της ιστορία< ς>.” όπως τις ανιχνεύει “στη νεοελληνική λογοτεχνία” ο εκπονητής τους, καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Αγγλία. Τα κείμενα, σαφώς καλογραμμένα, επιμελώς αποκρύπτοντα της πηγές “εμπνέυσεως” του συντάκτη τους, και θεμελιωμένα σε στέρεο έδαφος σφαιρικής και σε βάθος γνώσεως της διεθνούς και ημεδαπής βιβλιογραφίας, δεν, διαφοροποιούνται, εν τέλει, κρίσιμα, των ομοίων τους, που φιλοτίμως και αφειδώς, παράγονται τα τελευταία είκοσιπέντε – τριάντα χρόνια, από τους πλέον “προωθημένους” νεοελληνιστές μας: Απουσία δημιουργικής προβληματικής (όλες οι ρηξικέλευθες απόψεις, σε επίπεδο θεωρίας της λογοτεχνίας είναι εισαγόμενες), ακαδημαϊκός σχολαστικισμός και βιβλιογραφική υποκατάσταση της σκέψης. Επιστημονικοφανούς ύφους μηρυκασμοί κοινοτοπιών ή απιθανοτήτων και αστοχίες του είδους “Πως ο Κάλβος μπορεί να είναι λυρικός ποιητής όντας λόγιος;”. (Ως εάν η, εξ ορισμού, λυρική λύσσα του κατά της τυρρανίας, και το εξίσου εξ ορισμού ωδικό αίτημα ελευθερίας που οιστρηλατούν την έμπνευσή του ή, οι νοσταλγικές αναδρομές στη Ζάκυνθο των πρώτων παιδικών του χρόνων, να ήσαν απότοκα διαβασμάτων!) ή, “Ο Κάλβος επίσης εμφανίζεται μετέωρος γλωσσικά” (ως εάν τον ταλάνιζε το δίλημμα: με τον Βηλαρά ή, με τον Κοραή;!) “και διχασμένος ιδεολογικά, συντηρητικός πατριώτης και φιλελεύθερος επαναστάτης.”. (Ως εάν δεν αναφέρονταν στην εποχή των εθνο-καταστατικών, πατριωτικών, επαναστάσεων, -τι άλλο εσήμαινε, πολιτικά, το φιλελεύθερο φρόνημα λήγοντος του 18ου αιώνα- αλλά στην εποχή των ιδεολογικών ζυμώσεων, όσες αντανακλώνταν στους κοινωνικούς – ταξικούς αγώνες, λήγοντος του 19ου αιώνος και τις παραμονές της Ρωσσικής επανάστασης!). Αλλά και η “προβληματική” του περί τον Σολωμο (εν μέρει “ιθαγενής” και εν μέρει απηχούσα τις πιό εξωτικές απόψεις της διεθνούς ακαδημαϊκής εκζήτησης) δεν πάει πίσω: Λυρικός ή αφηγηματικός; Οικουμενικός ή εθνικός; Ατομικός ή καθολικός; Εκφραστής του ιδανικού ή του πραγματικού; Πάλη με τη γλώσσα ή αναπαράσταση της ιστορίας; Δημιουργός ( sic ! ) ή δημιούργημα του έθνους; (Βαθυστόχαστο φιλοσοφικό ερώτημα υπερακοντίζον το περί κότας και αυγού). Οπότε “Τίθεται, έτσι, το ερώτημα αν ο Σολωμός είναι εθνικός ποιητής, επειδή είναι ένας μεγάλος, ξεχωριστός καλλιτέχνης, (sic) ή επειδή, μονάχα, (sic) έχει την ικανότητα να εκφράζει την εθνική ψυχή;” (΄Οπου δεν ξέρει τι να πρωτοθαυμάσει κανείς: τον αδόκιμο για ποιητή χαρακτηρισμό “καλλιτέχνης”, ή την…υποψία του εκπονητή ότι και μικροί “καλλιτέχνες” γίνεται να εκφράσουν “την εθνική ψυχή” – το σύνολο δηλαδή των ειδοποιών διαφορών ενός λαού από τους άλλους !). Και την μεν προβληματική του περί Κάλβου ή περί Σολωμού, μπορεί να την αντιπαρέλθει κανείς με τη βεβαιότητα ότι θα δεν στερηθεί καινοτόμων απόψεων. Τη σκύλευση όμως του Καρυωτάκη, πως να την παραδεί; Πως είναι δυνατόν να συμπαρατίθενται, ως κατ΄ευθείαν γραμμή και πρώτου βαθμού συγγενείς, ο αντικομφορμιστής αυτοκτόνος της αιματηρά βιωμένης ποίησης με τους βιρτουόζους των δημοσίων σχέσεων, που φιγουράρουν στα στα σαλόνια των Life Style περιοδικών, μετέχουν “λογοτεχνικών αποστολών” και προβάλλονται από τα κανάλια; Φιλολογικές “μελέτες”, εξυπηρετικές δημοσίων σχέσεων, εκδίδονται και κυκλοφορούν με το σώρο στην υπανάπτυκτη, αγορά μας, όπως βέβαια και σε μή υπανάπτυκτες – υποθέτω. Δεν είναι λοιπόν απορίας άξιο που, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων (οφειλομένων κυρίως σε προσωπικές μνησικακίες), οι πλέον “μελετούμενοι”, ανθολογούμενοι, “γραμματολογούμενοι”, διδασκόμενοι και μελοποιούμενοι ποιητές μας, συμβαίνει να ελέγχουν περιοδικά, να προσδιορίζουν εκδοτικούς οίκους ή να αποφασίζουν (ως ακαδημαϊκά αξεσουάρ πασίγνωστων συγκροτημάτων) ποιός θα περάσει (έστω και ξυπόλυτος) την πόρτα κάποιου από τα πανεπιστημιακά τμήματα της ταλαίπωρης νεοελληνικής φιλολογίας, ώστε η ευγνωμοσύνη του, διαρκής όσο τουλάχιστον και η εξαρτησή του (μέχρι την καρέκλα του πρωτοβάθμιου καθηγητή), να αποφέρει στον ευεργετήσαντα στεφάνους ποιητικής μεγαλοφυϊας. Το να προσάπτουμε όμως στον Εμπειρίκο ότι “δε μας εξηγεί γιατί ο Καρυωτάκης είναι μεγάλος ποιητής” (κι αυτό όχι ελέγχοντας κριτικό – θεωρητικό μελέτημά του αλλά ποίημα του!) μόνο και μόνο για να αναδείξουμε, εμέσως πλην σαφώς, ως ad hoc υπέρτερούς του, και ως βιωματικά ταυτοτικούς του Καρυωτάκη, τους Γκανά και Κοντό (για τον οποίο, μαλιστα, λέγεται το προφανώς τερατώδες: “Αν ο Καρυωτάκης αναιρεί την αποκρουστική πραγματικότητα με την αυτοκτονία του, ο Κοντός αμισβητεί την πραγματικότητα με μια υπερρεαλιστική υπέρβαση – sic! ), υπερβαίνει τα όρια της κολακείας: συνιστά, πλέον, τυπικό παράδειγμα του τείνοντος να επικρατήσει, στα πανεπιστήμια και τις φιλολογικές σελίδες, απεχθούς “πνευματικού” ήθους, το οποίο διόλου βεβαια δεν πρόκειται να βλάψει, ούτε τον (πολλαπλώς και από πολλούς σκυλευόμενο) Καρυωτάκη, ούτε τον Εμπειρίκο, αλλά την ούτως ή άλλως μικρή λογοτεχνία μας, που δεν έχει πολλά περιθώρια αποσιωπήσεων και νοθειών.
13.- Χρήστος Σαμουηλίδης, Γιαννούλης Χαλεπάς, η τραγική ζωή του μεγάλου καλλιτέχνη, “βιβλιοπωλείο της ΕΣΤΙΑΣ”, Αθήνα, 2005. Πολύ καλή, λογοτεχνίζουσα – μυθιστορηματική βιογραφία του Γιαννούλη Χαλεπά, μη στερούμενη και ιστορικο-κοινωνιολογικού ενδιαφέροντος, κυρίως ως εκ της αναδρομής σε έντυπες πηγές, που την καθιστούν ελκυστικό ανάγνωσμα, και για τον μη ειδικώς ενδιαφερόμενο αναγνώστη.

14.- Αντώνης Λιάκος, Πως στοχάστηκαν το έθνος αυτοί που ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο; “ΠΟΛΙΣ” Αθήνα, 2005: Δοκίμιο πολιτικής θεολογίας δαιμονοποιητικό του έθνους. Δοκίμιο, εν τέλει, συνοπτικό της Βιβλικής κοσμογονίας και τελολογίας. Αρχίζει με Γένεση της περί έθνους προβληματικής [τη δημαγωγική αποστροφή του Μαρξ ότι οι έως τότε φιλόσοφοι ερμήνευαν τον κόσμο ένω ήγγικεν η ώρα να τον αλλάξουν (ως εάν δεν μεταβάλλονταν ο κόσμος, άλλοτε- αλλιώς, ερμηνευόμενος), και τελειώνει με την έλευση του Μεσία – μεταλλάκτη των εθνών σε ενιαίο, ομοιογενές μόρφωμα – αξιολογικά, αδιαφοροποίητων υποκειμένων, και λυτρωτή του εκλεκτού λαού της Αριστεράς. Και, βέβαια, ως “επιστημονικότατα” συνηθίζεται στα ανάλογα εγχειρήματα, αξιωματικός αποκλεισμός και μνείας έστω των απόψεων εκείνων που “στοχάστη-καν το έθνος “μη θέλοντας”, τάχα, να αλλάξουν τον κόσμο! Πρόκειται, ειδικότερα, περί καλογραμμένης, και με απαιτήσεις ύφους, επιστημονικοφανούς – πολιτικής απόπειρας ανασκευής της πολύ συγκρατημένης και πολύ προσεκτικά συγροτημένης, θέσεως του, επίσης μαρξιστικών καταβολών, μεθόδων και προσαναταλισμών, Νίκου Σβορώνου (Το ελληνικό έθνος, γένεση, και διαμόρφωση του νέου Ελληνισμού, Πόλις 2004, που ως εκ των έσω διαφοροποιούμενο της δογματικής βουλγκάτας, αναστάτωσε τα κομματικά γραμόφωνα) ότι, οι νυν, λεγόμενοι, έλληνες, δεν προκύψανε αναπάντεχα και από το πουθενά, ως πρωτογενή παράγωγα του Γαλλικού Διαφωτιμού και της Γαλλικής Επανάστασης – ως κρατικά, ειδικότερα, προϊοντα “κατασκευα-σμένης” παράδοσης. Το όλο εγχείρημα εντάσσεται (χωρίς ίχνος δημιουργικής – προσωπικής σκέψης) στη σειρά των, διεθνώς πολλαπλασιαζομένων, ομόκεντρων κύκλων “προοδευτικής” αντιρρητικής ιστοριογραφίας, από την οποία αντλούν, μεταπολιτευτικώς, αυτούσιες, ανεπεξέρ-γαστες, και αναφομοίωτες τις αντιπαπαρρηγοπούλειες, απόψεις τους, όσοι από τους ημεδαπούς “διανοούμενους”, αντιδρούν στην επί δύο, κοντά, αιώνες, συστηματική καπηλεία των “ιερών συμβόλων” του αστικής κοπής εθνικού κράτους (πατρίς – θρησκεία – οικογένεια κλ). Αν, τώρα, συνυπολογιστεί και η επιτάχυνση που προκάλεσε στις ομόλογες προδικτατορικές τάσεις η τελευταία δικατατορία, (και είναι τεκμήριο της επιστημονικής εντιμότητας του Αλέξη Πολιτή που το επισημαίνει, στο πολύ καλο βιβλίο του Αποτυπώματα του χρόνου – ιστορικά δοκίμια για μια μή θεωρητική θεωρία, Πόλις, 2006), αντιλαμβάνεται κανείς τις απώτερες, και εν μέρει ασυνείδητες, αιτίες του ιδεολογικού πολέμου που αναστατώνει τα τελευταία τριάντα χρόνια τις ανθρωπιστικές, λεγόμενες, επιστήμες στον τόπο, με πρόσφατη έξαρση τις εν εξελίξει μάχες περί τα σχολικά εγχειρίδια “ιστορίας”. Τούτο άλλωστε συνάγεται και από την αδιάφορη, για επιστημονικό έργο, αυτοσύσταση (στό αυτί του εξώφυλλου) του συγγραφέα, ως αντιστασιακού, που “Φυλακίστηκε επί τέσσερα χρόνια κατά τη διάρκεια της δικτατορίας”. Αυτές οι φυλακίσεις, οι βασανισμοί, οι πατριδοκάπηλοι στιγματισμοί (των “αντεθνικώς δρώντων” “προδοτών εαμοβουλγάρων”) και οι επαγγελματικοί αποκλεισμοί επί επί τριάντα χρόνια (1944 – 1974, για να μην πάμε και στα πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο), της ηττημένης παράταξης και των απογόνων της, επιβαρύνουν, ρεβανσιστικά, την κρατούσα μαρξίζουσα ισορικο-φιλολογική παραγωγή.
15.- Γιάννης Τσεβρέχος, Το κοπάδι, από τα τετράδια ενός βοσκού, “Περιφερειακές εκδόσεις < <έλλα>>”, Λάρισσα, 2005. “Μια πραγματεία ζωολογικού, κτηνιατρικού, λαογραφικού, γλωσσο-λογικού και οικολογικού ενδιαφέροντος, χρήσιμη για ερευνητές και απλούς αναγνώστες” (όπως το συστήνει ο Κωνσταντίνος Μποτσαρόπουλος της ΑΓΡΟΔΥΝΑΜΙΚΗς ΕΠΕ). Πολύ ενδιαφέρον για όσους, όμως, πολύ ενδιαφέρονται – όχι για τον μέσο, “καλλιεργημένο”, αναγνώστη.
16.- Βαγγέλης Αθανασόπουλος, Οι ιστορίες του κόσμου (Τρόποι της γραφής και της ανάγνωσης του οράματος), “Πατάκης”, Αθήνα, 2005: Αν έμενα στον παραπειστικό, εξεζητημένο, κουλτουριάρικο, αβανταδόρικο τίτλο, θα το προσπερνούσα. Στάθηκα όμως και το ξεφύλλισα στον πάγκο της Εστίας, και διεπίστωσα ότι τα πέραν του τίτλου είναι ενδιαφέροντα. Ως εκ τούτου το ζήτησα από τον εκδότη και το διαβάζω ως πολύ ενδιαφέρουσα, μάλλον ευσύνοπτη, καλογραμμένη (δηλαδή κατανοητή) εισαγωγή στη θεωρία της λογοτεχνίας. Μόνο, λοιπόν, με κριτήριο το δικό μου ενδιαφέρον, που υποθέτω ότι θα συμπίπτει με το ενδιαφέρον του μέσου “καλλιεργημένου” αναγνώστη, το προκρίνω, κατ΄οικονομίαν, ως το μάλλον προτιμότερο της ψευδεπίγραφης, κατά την κρίση μου, κατηγορίας “Δοκίμιο – Κριτική”.

Αυτά πρόλαβα να δω διεξοδικότερα, όσα δηλαδή μου εστάλησαν και όσα ζήτησα από τους εκδότες. Για τα άλλα, που ξεφύλλισα, δεν έχω βεβαία γνώμη, πλην της (λαθεμένης, κατά τους εκ των μελών ειδικούς επιστήμονες), ότι προφανώς δοκίμια, και κατά κυριολεξία λογοτεχνικές κριτικές, δεν εντόπισα στον σχετικό κατάλογο. Για αυτά τα άλλα, ελλείψει χρόνου, αποδέχτηκα ως κατά τεκμήριο ασφαλή, την πρώτη και δεύτερη επιλογή των άλλων δύο μελών της επιτροπής, που ως εγκρατείς φιλόλογοι, και απροσωπόληπτοι κριτές, ευκολότερα από μένα μπορούσαν να προσανατολιστούν με μιά πρώτη ματιά.

Από αυτά τα 16 “Δοκίμια – Κριτικές” προεκρίνα, κατά ανωτέρω, ως το μάλλον ενδιαφέρον για τον μέσο “καλλιεργημένο” αναγνώστη, το εισαγωγικό στη γενική θεωρία της λογοτεχνίας εγχειρήδιο του Βαγγέλη Αθανασόπουλου Οι ιστορίες του κόσμου (Τρόποι της γραφής και της ανάγνωσης του οράματος), και με αυτό το κριτήριο εισηγούμε τη βράβευσή του.

Αθήνα, 14 Σεπτεμβρίου 2007

Κώστας Σοφιανός

.

.