ΕΙΣΑΓΩΓΗ (Απόσπασμα)

 

Ἀπ’ ὅλες τὶς γλῶσσες καμιὰ δὲν περιέχει

ὅλη τὴν ἀνθρώπινη σοφία καὶ καμιὰ δὲν

μπορεῖ, μόνη αὐτή, νὰ περιλάβει καὶ νὰ

ἐκφράσει ὅλες τὶς μορφὲς καὶ τὶς ἐκφάνσεις

τῆς ἀνθρώπινης ἀντίληψης.

 Ἔζρα Πάουντ

 

Ὁ καλύτερος τρόπος γιὰ νὰ κατανοήσει κάποιος σὲ βάθος ἕναν ξένο ποιητὴ εἶναι νὰ τὸν μεταφράσει, καὶ ἔτσι νὰ θεμελιώσει, νὰ ἐπεκτείνει ἢ νὰ ἐνισχύσει τὴ γνώση γιὰ τὸ ἔργο του. Ἕνα πρόσθετο κέρδος, ἂν εἶναι ὁμότεχνός του, εἶναι ὅτι θὰ διδαχθεῖ ἀπὸ τὴν ποιητικὴ θεματολογία, τὴν εὐφυΐα ἢ τὴν κομψότητα τοῦ χειρισμοῦ τῆς γλώσσας, τῶν εἰκόνων καὶ τῶν νοημάτων, ἐνῶ παράλληλα θὰ ἀκροβατήσει στὰ ὅρια καὶ τὶς δυνατότητες τῆς δικῆς του γλώσσας. Ὁ Πάουντ πάντοτε θεωροῦσε τὴν ἐνασχόληση μὲ τὴ μετάφραση σημαντικὸ ἐφόδιο τῆς παιδείας τοῦ ποιητῆ. Ὡς φοιτητής, εἶχε ἀσχοληθεῖ μὲ τὸν Προπέρτιο καὶ εἶχε μελετήσει σὲ βάθος τὴν ποίηση τῶν τροβαδούρων τοῦ Μεσαίωνα μὲ τὶς ποικίλες μετρικὲς τεχνικές τους, τὶς ἐσωτερικὲς ρίμες, τὴ θαυμαστὴ μαεστρία στὸν χειρισμὸ τῶν θεμάτων, μεταξὺ τῶν ὁποίων κυριαρχοῦσε ἡ μακρινὴ ἰδανικὴ ἀγάπη (amor de lonh), ἐνῶ εἶχε μεταφράσει ποιήματα τοῦ Daniel Arnaut,  τοῦ Bernard de Ventadour, Bertran de Born καὶ ἄλλων,[3] ἴσως μάλιστα νὰ ταυτίστηκε μὲ τὸν Cino, ἥρωα τοῦ πρώιμου ὁμώνυμου ποιήματός του (φανταστικὸ πρόσωπο, ὅπως δήλωσε ἀργότερα), τροβαδοῦρο τοῦ Mεσαίωνα, πλάνητα, γοητευτικό, ἀνέμελο ποιητή, ποὺ σαγηνεύει τὶς δεσποσύνες στὰ κάστρα τῆς μεσημβρινῆς Γαλλίας.

Ὁ K.K. Ruthven, στὸ κλασικό του ἔργο A Guide to Ezra Pound’s Personae, παρατηρεῖ ὅτι χάρη στὴν ἐνασχόλησή του μὲ τὶς μεταφράσεις, ὁ Πάουντ ἀπέκτησε τὴν αἴσθηση τῆς χρονικῆς ταύτισης μὲ τὸν πολιτισμικὸ περίγυρο τῆς ἐποχῆς τῶν μεγάλων συγγραφέων τοῦ παρελθόντος, ἀναπτύσσοντας ἐκεῖνο τὸ ποιητικὸ ἰδιόλεκτο μὲ τὸ ὁποῖο μποροῦσε νὰ συνομιλήσει μὲ ποιητὲς ἀπὸ τὸν Heine ὣς τὸν Villon. Ὅταν ὅμως ἀπέκτησε τὸ δικό του ποιητικὸ ὕφος, ἡ μέθοδος ἀντιστράφηκε. Ἀπέφυγε νὰ γράψει σὰν κάποιος σύγχρονος τοῦ Προπέρτιου, ἀλλὰ κατάφερε νὰ κάνει τὸν Προπέρτιο νὰ ἀκούγεται σὰν σύγχρονός του.

Τὴν ἐποχὴ ποὺ ἀσχολήθηκε μὲ τὴ μετάφραση τοῦ Προπέρτιου, εἶχε ὁλοκληρώσει τὸν κύκλο τῶν λυρικῶν ποιημάτων του, ποὺ δημοσιεύονταν ἤδη ἀπὸ τὸ 1912, κυρίως στὸ περιοδικὸ Poetry, καὶ ἀναζητοῦσε τὸ ἑπόμενο στάδιο τῆς ποιητικῆς του πορείας. Μὲ τὸν Προπέρτιο ὁ Πάουντ ἐμπλέκεται σὲ θέματα ἱστορικοῦ, πολιτικοῦ καὶ κοινωνικοῦ χαρακτήρα, ποὺ χαρακτηρίζουν καὶ τὰ μεταγενέστερα «Cantos», ἐνῶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν λυρισμὸ καὶ τὴν πεποίθηση, ποὺ διαπερνᾶ τὴν πρώιμη ποίησή του, ὅτι ἡ τέχνη εἶναι ὑπέρτερη καὶ διακριτὴ ἀπὸ τὴ χυδαία πραγματικότητα. Ἄλλωστε, καὶ στὰ μεταγενέστερα «Cantos» ὑπάρχουν διάσπαρτοι ἐμβόλιμοι στίχοι «δημιουργικῆς» μετάφρασης, ποὺ ἀναζωογόνησαν τὴν ποίησή του, ὅπως οἱ πρῶτοι στίχοι τοῦ «Canto I», οἱ ὁποῖοι εἶναι ἐλεύθερη μετάφραση τῆς λ ραψωδίας (Νέκυια) τῆς Ὀδύσσειας.

Ὁ Προπέρτιος προσέφερε στὸν Πάουντ τὸ φιλολογικὸ καὶ πολιτισμικὸ ὑπόβαθρο ποὺ τοῦ ἐπέτρεψε νὰ ἀποτυπώσει τὴν εἰρωνεία καὶ τὸν χλευασμὸ πρὸς τὴν ἐποχή του, γιὰ τὴν ὁποία θεωρεῖ ὅτι ἀντιμετωπίζει φιλολογικὰ καὶ πολιτισμικὰ προβλήματα ἀντίστοιχα μὲ αὐτὰ τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας τὴν ἐποχὴ τοῦ Προπέρτιου.

Σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν ἐκδότη τοῦ περιοδικοῦ English Journal A.R. Orage, τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1931, ἀναφέρει: «Οἱ Ρωμαῖοι ποιητὲς εἶχαν περίπου τὰ ἴδια προβλήματα μὲ τὰ δικά μας. Ὑπάρχει ἡ μητρόπολη καὶ ἡ στρατιωτικὴ παρουσία τοῦ ρωμαϊκοῦ imperium σὲ κάθε γωνιὰ τοῦ κόσμου. Οἱ Ἕλληνες δὲν εἶχαν αὐτοκρατορία, οὔτε μητρόπολη». Σὲ μεταγενέστερη ἐπιστολή του γράφει:

«Τὸ ποίημά μου Πρὸς τιμὴν τοῦ Σέξτου Προπέρτιου ἐκφράζει κάποια συναισθήματά μου γύρω στὸ 1917, ὅταν ἀντίκριζα τὴν ἀνεκδιήγητη ἠλιθιότητα τῆς βρετανικῆς αὐτοκρατoρίας, ὅμοια μὲ αὐτὴ ποὺ καταγράφει ὁ Προπέρτιος μερικοὺς αἰῶνες πρίν, ἀντιμέτωπος μὲ τὴ ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία».

Ὁ Προπέρτιος, ὅπως ὁ Τίβουλλος καὶ ὁ Βιργίλιος, ἔχασε τὴν πατρική του κληρονομιὰ μετὰ τὸν ἀναδασμὸ ποὺ ἔγινε γιὰ νὰ μοιραστοῦν γεωργικοὶ κλῆροι στοὺς στρατιῶτες ποὺ εἶχαν πολεμήσει στοὺς Φιλίππους. Ἔφηβος, κυνηγημένος ἀπὸ τὴν Οὔμπρια, τὸν τόπο καταγωγῆς του, κατέφυγε στὴ Ρώμη, καθὼς ὁ πατέρας του καὶ πολλοὶ συγγενεῖς του βρῆκαν τὸν θάνατο ἐξαιτίας τῶν ἐμφύλιων συρράξεων ποὺ ἀκολούθησαν τὴ δολοφονία τοῦ Καίσαρα. Στὴν τελευταία (εἰκοστὴ δεύτερη) ἐλεγεία του μόνο κάνει λόγο γιὰ τὸν ἐμφύλιο, μὲ τοὺς παρακάτω στίχους, σὲ μετάφραση τοῦ Β. Λαζανᾶ.

 

Τὴν Περούτζια ξέρεις ἀσφαλῶς· ὁ τάφος ἐκεῖ ’ναι τῆς πατρίδας!

Σκληροὶ καὶ πένθιμοι καιροί, ὅταν ὁ πόλεμος ὁ ἐμφύλιος

Τοὺς Ρωμαίους ὅπλιζε· εἶναι ὀδυνηρὸ γιὰ μένα αὐτὸ τὸ χῶμα.

Ὦ Ἐτρουρία σκληρή, ποὺ ἄφησες παντέρημα στὴν τύχη

Ἑνὸς καλοῦ μου συγγενῆ τὰ λείψανα, χωρὶς ποτέ σου

Ἔστω μὲ λίγο χῶμα ἀνάλαφρο, τὰ ὀστά του νὰ καλύψεις.

 

 

Ὁ Προπέρτιος καὶ ὁ Τίβουλλος ὑμνοῦν συναισθήματα τῆς νεότητας ἐπιλέγοντας θέματα ποὺ περιστρέφονται γύρω ἀπὸ τὸν ἔρωτα μιᾶς γυναίκας ποὺ κυριαρχεῖ στὴ σκέψη τους. Τὸ πάθος τους γι’ αὐτὴν τρέφει τὴ μούσα τους καὶ ἐνδυναμώνει τὴν ἄρνησή τους στὶς ἐπίμονες παραινέσεις τοῦ Μαικήνα νὰ στραφοῦν πρὸς τὸ ἔπος. Καθὼς κατανοοῦσαν ὅτι ἡ αὐγούστεια προπαγάνδα ἦταν ἁπλῶς μιὰ σειρὰ ἀπὸ κοινότοπες λέξεις, κατέφυγαν στὴ δική τους λογοτεχνικὴ παραγωγή, ποὺ συνδεόταν στενὰ μὲ τὴν ἰσχυρὴ παράδοση τῶν Ἀλεξανδρινῶν ποιητῶν. Ὁ

Πάουντ ἔφτασε ἀπὸ τὴν Ἀμερικὴ στὸ Λονδίνο λίγα χρόνια πρὶν ἀπὸ τὸ ξέσπασμα τοῦ Α΄ Παγκοσμίου πολέμου. Βέβαια, ἡ στάση τοῦ Προπέρτιου ἀπέναντι στὰ αὐγούστεια ἰδεώδη δὲν ταυτίζεται μὲ τὴ στάση τοῦ Πάουντ ἀπέναντι στὴ βρετανικὴ αὐτοκρατορία καὶ τὸν πόλεμο. Αὐτοὶ οἱ δύο ποιητὲς ὅμως μοιράζονταν μιὰ κοινὴ ἀνησυχία, ποὺ τοὺς ἐπέτρεψε νὰ συναντηθοῦν ἱστορικὰ στὴ σθεναρή τους ἀντίσταση ἀπέναντι στὴν ἐπίσημη προπαγάνδα, προκειμένου νὰ διαφυλάξουν τὴν ἀκεραιότητα τῆς ποιητικῆς τους δημιουργίας καὶ νὰ κρατήσουν τὴν τέχνη τους μακριὰ ἀπὸ τοὺς πολεμοχαρεῖς ὕμνους, ὅταν ἡ μεγάλη πλειονότητα τῶν Ρωμαίων κατάπινε ἀφελῶς τὸ ἀφήγημα καὶ τὴ ρητορικὴ τῆς ἐπίσημης προπαγάνδας.

Ὁ πειστικὸς ἀντιμιλιταρισμὸς τοῦ Προπέρτιου καὶ τοῦ Τίβουλλου, ὅπως ἄλλωστε καὶ ἡ παράδοσή τους στὶς ἡδονές, εἶχε δυσαρεστήσει τὴν αὐγούστεια τάξη, ποὺ συναντοῦσε δυσκολίες στὴ στρατολόγηση νεοσυλλέκτων. Δυστυχῶς, ἀργότερα ἡ στάση αὐτὴ τοῦ Πάουντ ἄλλαξε ριζικά, ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι μιὰ ἄλλη ἱστορία.

Ὁ Thomas Hardy, κατανοώντας ὅτι τὸ κεντρικὸ θέμα ποὺ ἐπιδίωκε νὰ ἀναδείξει ὁ Πάουντ ἦταν ἡ ἀντίθεσή του στὸν βρετανικὸ ἰμπεριαλισμό, καὶ ὁ Προπέρτιος ἦταν τὸ μέσο, ἡ ἀπαραίτητη περσόνα (χαρακτήρας) γιὰ τὸν «χειρισμὸ» αὐτῆς τῆς κεντρικῆς ἰδέας, τὸν παρότρυνε νὰ ἐπικεντρωθεῖ σὲ αὐτήν, ἀφαιρώντας ἀπὸ τὸν τίτλο τὸ ὄνομα τοῦ Προπέρτιου!

Στὸ πρόσωπο τοῦ Προπέρτιου, παρατηρεῖ ὁ Stephen Gregg, ὁ Πάουντ βρῆκε ἕναν ποιητὴ ποὺ πάλευε, μέσα ἀπὸ τοὺς ἐλεγειακοὺς ἐρωτικοὺς στίχους του, μὲ τὰ καίρια ἐρωτήματα τῆς ἐπιβίωσης τῆς ποίησης καὶ τοῦ ποιητῆ, ὁ ὁποῖος ἔρχεται ἀντιμέτωπος μὲ ἕναν θρυμματισμένο κόσμο καὶ τὴ ρημαγμένη προσωπική του ὑπόσταση, στὴν ἀγωνιώδη προσπάθειά του νὰ διατυπώσει καὶ νὰ μεταδώσει μὲ ἐπιδεξιότητα τὴν ποιητική του παιδεία.

Εἶναι ὁ ποιητὴς ποὺ ἀρνεῖται νὰ ἀναλυθεῖ σὲ ὕμνους γιὰ τὶς νίκες τοῦ Καίσαρα, νὰ υἱοθετήσει τὴν κυρίαρχη ἐπικὴ ποίηση, τὸ «arma virumque cano», ἢ νὰ ταυτιστεῖ μαζί της. Ὅπου φαίνεται πὼς ἐνδίδει καὶ ὑμνεῖ ὅ,τι ἀπαιτεῖ ἡ αὐγούστεια προπαγάνδα, ὑπονομεύεται ἀπὸ τὴν καλὰ κρυμμένη εἰρωνεία, τὴν ὑποκριτικὴ ταπεινοφροσύνη, τὴν ὑπαινικτικὴ καταγγελία τῆς βαρβαρότητα τῶν ρωμαϊκῶν θριάμβων, καὶ φτάνει νὰ χλευάζει τοὺς ὁμοτράπεζούς του στὴν ἔπαυλη τοῦ Μαικήνα Ὁράτιο καὶ Ὀβίδιο. […]

 

 

 

*********

 

Προς τιμήν του Σέξτου Προπέρτιου Στον Προπέρτιο ο Έζρα Πάουντ βρήκε έναν ποιητή που πάλευε, μέσα από τους ελεγειακούς ερωτικούς στίχους του, με τα καίρια ερωτήματα της επιβίωσης της ποίησης. Είναι ο ποιητής που αρνείται να αναλυθεί σε ύμνους για τις νίκες του Καίσαρα, να υιοθετήσει την κυρίαρχη επική ποίηση, το «arma virumque cano», ή να ταυτιστεί μαζί της. Όπου φαίνεται πως ενδίδει και υμνεί ο,τι απαιτεί η αυγούστεια προπαγάνδα, υπονομεύεται από την καλά κρυμμένη ειρωνεία, την υποκριτική ταπεινοφροσύνη, την υπαινικτική καταγγελία της βαρβαρότητας των ρωμαϊκών θριάμβων, και φτάνει να χλευάζει τους ομοτράπεζούς του στην έπαυλη του Μαικήνα Οράτιο και Οβίδιο. Στην επιστολή του προς τον A.R. Orage τον Απρίλιο του 1919 ο Πάουντ γράφει: «Αν ήταν δυνατόν θα ευχόμουν να μπορούσα να σκιαγραφήσω έναν πιο σύνθετο χαρακτήρα –όχι μόνο αυτόν του Προπέρτιου– που να εκφράζει το φρόνημα ενός νέου άντρα της αυγούστειας εποχής ο οποίος απεχθάνεται τη ρητορεία και είναι απρόσβλητος από τα βλακώδη ιδεώδη της αυτοκρατορίας». Ο Προπέρτιος πρόσφερε στον Πάουντ το φιλολογικό και πολιτισμικό υπόβαθρο που του επέτρεψε να αποτυπώσει την ειρωνεία και τον χλευασμό προς την εποχή του, για την οποία θεωρεί ότι αντιμετωπίζει φιλολογικά και πολιτισμικά προβλήματα αντίστοιχα με αυτά της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας την εποχή του Προπέρτιου. Προτείνει μια χαλαρή μετάφραση του πρωτοτύπου ποιήματος –την ελεγεία του Προπέρτιου για τον θάνατο της ερωμένης του Κυνθίας– προσθέτει ακόμα και δικούς του εμβόλιμους στίχους στο έργο του Ρωμαίου ποιητή, έτσι ώστε να δημιουργήσει ένα ποίημα που απευθύνεται στους σύγχρονους αναγνώστες, υπονομεύοντας τις ακριβείς, φιλολογικά άψογες, αλλά ανιαρές μεταφράσεις ακαδημαϊκών δασκάλων, διακηρύσσοντας ότι υποχρέωση του μεταφραστή των κλασικών ποιητικών κειμένων είναι η ανανέωσή τους, με στόχο να συγκινήσουν και να γοητεύσουν το κοινό της εποχής μας.

 

Από το βιβλίο

 

Προς τιμήν του Σέξτου Προπέρτιου