Η Μεγάλη Σιωπή

 

Όταν σκέφτομαι εκείνους

που αγάπησα και έφυγαν Η σιωπή

με καταλαμβάνει Όταν τους

θυμάμαι όλους

μαζί Η σιωπή μεγαλώνει Από αυτό καταλαβαίνω,

Από πού πηγάζει η σιωπή του Θεού.

 

 

**

Κουρδιστάν

 

Σαν βασιλιάς που έπεσε από το θρόνο

Σε μια ακτή σε βρήκα ξανά

Μόνο και λυπημένο με ένα σορτς

Πάνω στη ζεστή άμμο του καλοκαιριού

Το φως του ήλιου λαμπύριζε στο δέρμα του

Τα μάτια του καρφωμένα στο κενό του ουρανού

Έσκυψα και φίλησα το χέρι του

Να είσαι σίγουρο, ψυχή μου

Εγώ πάντα σε θεωρώ βασιλιά μου!

Το χώμα σου ήταν το αστέρι στον ώμο της παιδικής μου ηλικίας..

Το όνομά σου ήταν η υπερβολική καύχηση της νιότης μου.

Όταν με ρωτούσαν από πού είμαι

Σαν καραμέλα σε γύριζα στο στόμα μου

Και μετά απαντούσα, κάθε φορά

Χρειαζόταν εξήγηση

Αγαπούσα αυτή σου την ξενιτειά

Αυτή η μοναξιά σου συχνά ήταν ταυτότητα

 

Δεν είσαι μόνο εσύ σ’ αυτή την ακτή

Μην πονάς την καρδιά σου

Ο Θεός επίσης, με μερικά φτερά κοντά σου

Πάνω στη ζεστή άμμο του καλοκαιριού

Κοιτάζει μακριά

Να είσαι σίγουρο,

Ο θρόνος θα καταρρεύσει πάνω στην αδικία

Αυτός με τόσα χρόνια

Έχει δει το σχοινί πολλών τυράννων να σπάει στο πάχος του.

 

 

**

Ψεύτικη ειρήνη

 

Το όπλο του, με την κάννη προς τα κάτω,

στον ώμο του κρέμεται

Επιστρέφει στο σπίτι του

Ο πόλεμος τελείωσε.

Κάθε νύχτα βλέπει το ίδιο όνειρο

Στο παγωμένο του χαράκωμα.

Το ξέρει καλά,

Μια μέρα το όπλο θα μπει στην οπλοθήκη

Μα δεν γνωρίζει τι θα απογίνει

ο ίδιος εκείνη τη μέρα.

 

 

**

Το ταξίδι του φωτός

 

Γιόρτασα τα εξήντα πέντε μου χρόνια.

Ρώτησα ξανά τον εαυτό μου,

Μετά από τόσα χρόνια,

είμαι ακόμα κύριος των ονείρων μου;

Τα όνειρα,

Κάποια τα βλέπω συνεχώς

Όλα αφορούν την κορυφή, τον κίνδυνο της ανάβασης.

Στα όνειρα πετώ με τους ενάρετους

Λόγω αδυναμίας δεν ησυχάζω

Μέσα σε διάσπαρτα σύννεφα

με το ράμφος ενός λάθους

Πέφτω

Η καρδιά πρέπει να ‘ναι ελαφριά

για ν’ αντέξει στον αέρα.

Σε άλλο όνειρο

Σαν τίγρη που αψηφά τη δύναμη

του ταύρου για να επιτεθεί στο θήραμα

Ο πόλεμός μου με τον κόσμο

μοιάζει μ’ αυτόν του ταύρου και της τίγρης,

Ή του γοργοφτέρουγου

γερακιού και του ψαριού στο νερό

Όταν το γεράκι ορμά, τα ισχυρά του νύχια νικούν.

Τώρα στα εξήντα πέντε μου

Σε ένα δωμάτιο στη νοτιοδυτική Ασία

Σε μια αρχαία πόλη

αντί για γιορτή και θόρυβο

Ακούω την έκτη συμφωνία του Τσαϊκόφσκι

Τα όνειρα ξαναβγαίνουν

Πολλαπλασιάζονται. Δεν τελειώνουν

Από το σκοτάδι στο σκοτάδι

πορευόμαστε σαν φως

Λυπάμαι τον εαυτό μου,

Πόσο μακριά είναι η Οδύσσεια

που ακόμα δεν έφτασα;

 

 

**

Ο κενός κύκλος

 

Ο Γκιλγκαμές

Βρήκε το βότανο της αθανασίας

Το έφαγε και έγινε μύθος

Ο μύθος έψαξε, το βότανο δεν βρήκε

Έγινε βιβλίο

Από τότε τα βιβλία γράφονται

Για το βότανο

 

*******************************************************************************************

ΕΠΙΜΕΤΡΟ

Στους πρόποδες των αρχαίων βουνών του Κουρδιστάν, στην ιστορική πόλη του Ερμπίλ, το 1956 γεννήθηκε ένας άνθρωπος που αργότερα έγινε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της σύγχρονης κουρδικής λογοτεχνίας. Ο Dilshad Abdullah, με την πένα του, έχει αφήσει το αποτύπωμά του βαθιά στην ποιητική παράδοση του λαού του. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, άρχισε να υφαίνει τον πλούσιο ιστό του κουρδικού πολιτισμού με τις λέξεις του. Το σύνολο του έργου του – 23 ποιητικές συλλογές και 6 βιβλία δοκιμίων – αποτελεί θησαυρό της κουρδικής λογοτεχνικής κληρονομιάς. Κάθε στίχος του είναι σαν μια κλωστή που συνδέει το παρελθόν με το παρόν, την παράδοση με τη σύγχρονη πραγματικότητα του κουρδικού λαού. Η φωνή του Abdullah δεν περιορίζεται μόνο στα σύνορα της χώρας του. Τα ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα αραβικά, τα περσικά και τα σουηδικά, ταξιδεύοντας πέρα από τα βουνά του Κουρδιστάν και μεταφέροντας τους παλμούς της καρδιάς και της ψυχής του λαού του σε μακρινές ακτές. Μέχρι σήμερα, εξακολουθεί να ζει και να γράφει στην πόλη του (Ερμπίλ)…