ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ (aπόσπασμα)

Η Isla NeGra, τὸ Μαῦρο Νησί, οὔτε νησὶ εἶναι οὔτε «μαῦρο». Εἶναι τὸ ὄνομα ἑνὸς μικροῦ παράκτιου χωριοῦ στὸν Εἰρηνικὸ ᾽Ωκεανό, ὅπου ἀπὸ τὸ 1939 εἶχε ἀγοράσει σπίτι ὁ Νερούδα. ᾽Εκεῖ διέμενε κατὰ καιρούς, ὅταν βρισκόταν στὴ Χιλή. Καὶ ἐπειδὴ πρόκειται γιὰ τοπωνύμιο, προτιμήθηκε ὁ ἔκτυπος ἐξελληνισμός του: Μαυρόνησος, ποὺ θεωρῶ ὅτι εἶναι ἀποδεκτός. Ο τίτλος τῆς ποιητικῆς συλλογῆς Memorial de Isla Negra εἶναι, πάντως, δυσμετάϕραστος. ῾Η ἰσπανικὴ λέξη memorial δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ ἀναμνήσεις, ὅπως ἐκ πρώτης ὄψεως ϕαίνεται. Memorial –ἐκτὸς ἀπὸ αἴτηση καὶ ἐπιμνημόσυνη δέηση– εἶναι τὸ σημειωματάριο καὶ τὸ δελτίο. Τὰ ποιήματα, ποὺ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἔχουν ὄντως ἀναμνηστικὸ χαρακτήρα, «ϕέρονται» νὰ ἔχουν καταγραϕεῖ δίκην σημειώσεων σὲ ἕνα σημειωματάριο, γιὰ νὰ θυμᾶται ὁ ποιητής τους περὶ τίνος πρόκειται. Επειδή, ὅμως, ἐκδόθηκαν σὲ πέντε δόσεις, σὲ πέντε χωριστὰ τομίδια, πρόκρινα τὴν ἔννοια δελτία ὡς πρόσϕορη ἀπόδοση τοῦ οὐσιαστικοῦ memorial.
Τὰ Δελτία ἀπὸ τὴ Μαυρόνησο συντάχθηκαν στὴ διετία 1962- 63, ὅταν ὁ Νερούδα ἦταν 59 ἐτῶν, καὶ ἐκδόθηκαν τὸ ἑπόμενο ἔτος. Πρόκειται γιὰ λογοτεχνία, καὶ δὴ ποίηση αὐτοβιογραϕικοῦ χαρακτήρα, εἶδος στὸ ὁποῖο ὁ Νερούδα εἶχε ξεκινήσει νὰ ἐπιδίδεται ἤδη ἀπὸ τὸ 1950, ὅταν ἐνέταξε στὸ Γενικὸ Α῏ σμα (στὸ Canto General) τὴν τελευταία ἑνότητα ποιημάτων μὲ τίτλο «Yo soy (δηλαδὴ «᾽Εγὼ εἶμαι»),  ὅπου ἀναϕέρεται στὴ ζωή του μέχρι τὸ 1949. ῎Ηδη τὰ Δελτία ἀπὸ τὴ Μαυρόνησο ἀποτελοῦν τὸ δεύτερο αὐτοβιογραϕικό του ἔργο. Τὴν τρίτη του αὐτοβιογραϕικὴ κατάθεση ὁ Νερούδα μᾶς τὴν προσϕέρει σὲ πεζό: πρόκειται γιὰ τὸ ἔργο του Confieso que he vivido, ποὺ κλείνει μὲ τὴ δολοϕονία τοῦ Σαλβαδὸρ ᾽Αλιέντε στὶς 11 Σεπτεμβρίου 1973. ᾽Απὸ ἐκείνη τὴν ἡμέρα κι ἔπειτα τὸ σπίτι τοῦ ποιητῆ στὴ Μαυρόνησο εἶναι περικυκλωμένο συνεχῶς καὶ ὅλη μέρα ἀπὸ στρατιωτικὲς περιπόλους. Στὶς 19 Σεπτεμβρίου ὁ ἄρρωστος Νερούδα μεταϕέρεται στὸ Σαντιάγκο, στὴν κλινικὴ Σάντα Μαρία. Στὶς 23 Σεπτεμβρίου θὰ ἀϕήσει τὴν τελευταία του πνοή. Τὸ Confieso que he vivido δημοσιεύθηκε μετὰ θάνατον. Στὰ ἑλληνικὰ κυκλοϕορεῖ ἀπὸ τὸν Gutenberg σὲ δική μου μετάϕραση μὲ τίτλο Τὴ ζωή μου, ὁμολογῶ, τὴν ἔζησα.

Τὰ Δελτία ἀπὸ τὴ Μαυρόνησο ἔχουν, ὅπως ἐλέχθη, αὐτοβιογραϕικὸ χαρακτήρα μὲ ἀναϕορὲς στὴ ζωή, στὶς πάσης ϕύσεως περιπέτειες, στὴν ποιητικὴ διαμόρϕωση καὶ στὴν πολιτικὴ δράση τοῦ Νερούδα. Κάποια ἀπὸ τὰ ποιήματα αὐτά, πάντως, εἶναι σκοτεινά, τόσο ὡς πρὸς τὰ πρόσωπα, ποὺ κατονομάζονται, ὅσο καὶ ὡς πρὸς τὰ πράγματα καὶ τὶς καταστάσεις ποὺ περιγράϕουν. ῾Ο Νερούδα ϕροντίζει ἐπιμελῶς νὰ παρουσιάζει ἐδῶ τὸν πολύπτυχο ἑαυτό του – τοὺς πολύπτυχους ἑαυτούς του, καλύτερα· καὶ τὸ κάνει μὲ τόνο ἀϕηγηματικό, ἐξομολογητικό: μὲ μέσα, δηλαδή, ποὺ εὔκολα μποροῦν νὰ καταστρέψουν τὴν ποίηση, γιὰ νὰ καταντήσει τὸ ποίημα νὰ εἶναι λέξεις, σκέτες καὶ ἀνούσιες παρόλες. ῾Ο κίνδυνος ὑπάρχει, ἀλλὰ ὁ Νερούδα, ἐνῶ τὸν διατρέχει, τελικῶς τὸν ἀποϕεύγει μὲ μιὰ ἀποστροϕή (ϕέρ᾽εἰπεῖν) τοῦ λόγου, μὲ μιὰ τολμηρὴ καὶ ἀϕάνταστη εἰκόνα, μὲ μιὰ μεταϕορικὴ παρέκβαση ἢ μὲ μιὰ ϕαινομενικῶς ἄσχετη ἀναλογία, ἀκόμα δὲ καὶ μὲ μιὰ λέξη: ὅλα αὐτὰ τὰ ἐνδεικτικῶς παρατεθέντα μέσα κάμπτουν τὴν πεζολογικὴ ἀϕήγηση καὶ αἴρουν τὸν λόγο τῆς ποίησης στὸν νοῦ καὶ στὴν ψυχὴ τοῦ κάθε ἀναγνώστη ἔτσι, ὥστε ὁ κάθε ἀναγνώστης νὰ συναντᾶ ἐκεῖνον τὸν Νερούδα ποὺ «διατίθεται» ἢ «ὀρέγεται» νὰ συναντήσει. Σωστὰ ἀποκαλεῖ ἐν προκειμένω ὁ Alasteir Reid, ὁ μεταϕραστὴς τοῦ ποιητῆ στὰ ἀγγλικά, τὸν Νερούδα ὡς sayer who wrote in a speaking voice. ῾Ο ποιητὴς ὡς ϕορέας ϕωνῆς καταγράϕει στὸ ἀμίλητο χαρτὶ αὐτὴ τὴ ϕωνή του λέγοντας τὰ ποιήματα (τοῦ βίου του) γιὰ χάρη τοῦ κάθε ἀναγνώστη τους ποὺ τὸν θέλει ἰδιαίτερο καὶ διακεκριμένο ἀκροατὴ τῆς λαλιᾶς του. Αὐτὸ εἶναι ἐδῶ εἰδικὰ γιὰ τὸν Νερούδα el deber del poeta, τὸ χρέος τοῦ ποιητῆ: νὰ ϕέρει τὸν ἀναγνώστη στὴ θέση τοῦ ποιητῆ, νὰ εἶναι καὶ αὐτὸς ποιητής. […] 

Κέρκυρα, 21 Δεκεμβρίου 2023

Γιῶργος Κεντρωτής

 

**

 

ΓΕΝΝΗΣΗ

Γεννήθηκε ἕνας ἄντρας,
ἕνας μέσα στοὺς πολλοὺς
ποὺ γεννηθήκανε.
῎Εζησε μεταξὺ ἀνδρῶν πολλῶν
ποὺ ὁμοίως ἔζησαν,
πράγμα ποὺ δὲν γράϕει ἱστορία,
ἀλλὰ εἶναι ἁπλῶς καὶ μόνο χῶμα,
τὸ χῶμα αὐτὸ στὸ κέντρο τῆς Χιλῆς, ὅπου
τ ᾽ἀμπέλια κατσαρώνουνε τὰ πράσινα μαλλιά τους,
τὰ σταϕύλια τρέϕονται ἀπ ᾽τὸ ϕῶς
καὶ τὸ κρασὶ γεννιέται ἀπ ᾽τοῦ λαοῦ τὰ πόδια.

Παρὰλ ὁ τόπος λέγεται
ποὺ γεννήθηκα
κάποιον χειμώνα ἐγώ.

Οὔτε τὸ σπίτι ὑπάρχει πιὰ
οὔτε ὁ δρόμος·
ξαμόλησε ἡ κορδιγιέρα
τ ᾽ἄλογά της,
θημώνιασε γερὰ
ὅλη τὴ θαμμένη της στὰ βάθη
δύναμη,
ἀναπήδησαν τὰ ὄρη της
κι ἔπεσε κάτω ὁ λαὸς
ϕασκιωμένος
μὲ τὸν σεισμὸ ποὺ ἔγινε.
Κι ἔτσι τότε τοῖχοι πλινθόκτιστοι,
κορνίζες στοὺς τοίχους,
ἔπιπλα σαραβαλιασμένα
στὰ σκοτεινὰ δωμάτια μέσα,
σιωπὴ μὲ σημεῖα στίξεώς της μύγες –
τὰ πάντα ἐγύρισαν ἀνάποδα
καὶ γίνηκαν σκόνη·
κάτι λίγοι ἀπὸ ἐμᾶς ἔχουμε κρατήσει
σχῆμα καὶ αἷμα ἀκόμα,
μόνο ἐμεῖς οἱ λίγοι – καὶ τὸ κρασί.

 

Τὸ κρασὶ συνέχισε τὴ ζωή του
σκαρϕαλώνοντας στὶς ρῶγες
ποὺ ἐσκόρπισε παντοῦ
τὸ περιπλανώμενο
ϕθινόπωρο,
κατέβηκε σὲ κουϕοὺς ληνοὺς
καὶ σὲ βαρέλια
ποὺ βάϕτηκαν μὲ τὸ γλυκό του αἷμα,
καὶ ἀπὸ ἐκεῖ, τρέμοντας,
ἐπειδὴ ἡ γῆς ἡ τρομερὴ ἐσειόταν,
ἔϕυγε μετὰ γυμνό,
γυμνὸ ναί, ἀλλὰ ζώντας.

 

Δὲν θυμᾶμαι
οὔτε τὸν τόπο οὔτε τὸν χρόνο,
οὔτε πρόσωπα οὔτε σχήματα,
μόνο μι᾽ἀνεπαίσθητη σκόνη,
τὴν οὔγια τοῦ καλοκαιριοῦ
καὶ τὸ νεκροταϕεῖο, ὅπου
μὲ κουβάλησαν
νὰ δῶ ἀνάμεσα στοὺς τάϕους
τῆς μάνας μου τὸν ὕπνο.
Κι ἀϕοῦ ποτὲ δὲν εἶχα δεῖ
τὴν ὄψη της ἐγώ,
τὴ ϕώναξα μπροστὰ στοὺς πεθαμένους νὰ τὴ δῶ,
ἀλλά, ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι ἐκεῖ θαμμένοι,
ποιός ξέρει, δὲν μ᾽ἄκουσε, καὶ δὲν μοῦ εἶπε τίποτα,
κι ἔμεινε μόνη της στὸν τάϕο, χωρὶς τὸν γιό της,
μόνη, μονόχνοτη, ϕευγάτη,
ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους ἴσκιους ἴσκιος.
᾽Απὸ ἐκεῖ εἶμαι ἐγώ, ἀπὸ κεῖνο
τὸ Παρὰλ μὲ τὴ δονούμενή του γῆ,
μιὰ γῆ γεμάτη μὲ σταϕύλια.
᾽Εγὼ ἐκεῖ ἐβγῆκα στὴ ζωὴ
μέσ ᾽ἀπ ᾽τὴ νεκρή μου μάνα.
Nacimiento