Σούνιο
[Sunion]

Στη γύμνια του φωτός (εξωτερικού και εσωτερικού)
Στη γύμνια του ανέμου (που γύρω απ’ τον εαυτό του τυλίγεται)
Στη γύμνια τη θαλασσινή (που την διπλασιάζει τ’ αλάτι)

Ένας-ένας ονομάζονται του Σουνίου οι κίονες

 

***

Σίβυλλες
[Sibilas]

Οι Σίβυλλες κλεισμένες σε σπηλιές ερμητικές
ανέραστες ολότελα και τυφλές.
Την αδειοσύνη θρέφουνε σαν να ’τανε πυρά
την ώρα που η σκιά μέρα και νύχτα χωνεύει
μες στο ίδιο φως από άσαρκη φρίκη.

Φέρτε δω έξω την πάχνη την τερατική
από νύχτες εσωτερικές, τον ίδρο
των δυνάμεων που μονάχες τους μανιάζουν
όταν οι λέξεις στους τοίχους χτυπούνε
σε τυφλές πτήσεις πουλιών παγιδευμένων,
και με δριμύτητα ο τρόμος του να ’χεις φτερά
σκούζει σαν το ρολόι μέσα στο κενό.

 

****

Οι Έλληνες
[Os Gregos]

Στους θεούς αποδίδουμε μιαν ύπαρξη στίλβουσα
Ομοούσια με τη θάλασσα τη νεφέλη το δένδρο το φως
Σ’ αυτούς η μακρά λευκή ζώνη των αφρών του κύματος το τρέμισμα
Ο ψίθυρος της χλόης και του δάσους το μυστικό
Του σταριού ο χρυσός ορθωμένος του ποταμού ο μαίανδρος
Κι η πυρά ιερή στα όρη κι ο μέγας θόλος
Τ’ ουρανού που αλαφρύς και λεύτερος αντιλαλεί
Αναδύθηκεν εν συνειδήσει με αυτογνωσία
Δίχως να χάσει της πρώτης μέρας μαζί γάμο και γιορτή –
Αυτήν την ύπαρξη ποθήσαμε για μας τους ίδιους, τους ανθρώπους
Για τούτο επαναλάβαμε τις τελετουργίες που αποκαθιστούν
Την αρχικήν ουσία-παρουσία των πραγμάτων
Τούτο μας έστρεψε το νου σ’ όλες τις μορφές που το λιόφως γνωρίζει
Kι όμοια στο σκότος το εσώτερο που μας εγκατοικεί
Και μέσ’ από το οποίο άφατη ταξιδεύει λαμπρότητα

 

***********

Μεσημέρι
[Meio-dia]

Μεσημέρι. Μια γωνιά της παντέρημης ακτής.
Ο ήλιος στο κορύφωμά του, βαθύς, πελώριος, ανοιχτός
κάνει έρημος να ’ναι από θεούς ο ουρανός.
Αμείλικτο πέφτει το φως σαν μια ποινή.
Δεν έχει πια ψυχές μήτε στοιχειά,
κι η θάλασσα αρχαία, μονάχη και πλατιά
μοιάζει να χειροκροτεί.

 

**********************************************************************************

Η Sophia De Mello Breyner Andresen (Πόρτο, 1919 – Λισαβώνα, 2004) είναι μια από τις κορυφαίες ποιητικές φωνές που εμφανίστηκαν στην Πορτογαλία έπειτα από τον θάνατο του Φερνάντο Πεσσόα. Προερχόμενη από εύπορο οικογενειακό περιβάλλον, στράφηκε κατά την περίοδο των σπουδών της στον φιλελεύθερο-ουμανιστικό καθολικισμό και εναντιώθηκε στη δικτατορία του Σαλαζάρ. Το 1944 εκδόθηκε η πρώτη συλλογή με ποιήματά της. Το πλούσιο έργο της περιλαμβάνει, επίσης, πεζά κείμενα, παιδική λογοτεχνία, θεατρικά έργα και δοκίμια.
Στο ποιητικό της έργο, για το οποίο έλαβε πλήθος βραβείων και διακρίσεων, επανέρχονται μοτίβα τόσο από τη φύση (ιδιαίτερα χαρακτηριστική η παρουσία της θάλασσας), όσο και μυθολογικοί συμβολισμοί. Οι τελευταίοι συνδυάζονται με μεσσιανικές-προφητικές ενατενίσεις που, όπως και σε πολλά ποιήματα του Πεσσόα -από τον οποίο σαφώς επηρεάζεται-, αποτυπώνονται συχνά με ύφος επίσημο.
Το 1963 η ποιήτρια επισκέπτεται την Ελλάδα, μήνα Σεπτέμβρη. Όπως γράφει και στο ημερολόγιό της, καθώς το πλοίο διασχίζει την Αδριατική και το Ιόνιο, η ίδια νιώθει «αγαλλίαση και ιδιαίτερο ενθουσιασμό». Όπως είναι προφανές από τις επόμενες καταχωρίσεις της, τα βήματά της ακολουθούν σταθερά τα χνάρια του κλασικού παρελθόντος: οι περιγραφές της επικεντρώνονται σχεδόν αποκλειστικά στους αρχαίους ναούς και τα αγάλματα, καθώς και στο φυσικό τους πλαίσιο (1).  Πολλά κατοπινά ποιήματά της είναι εμπνευσμένα από εκείνο το ταξίδι…

 

(1) Είναι ενδιαφέρον ότι ο έτερος μεγάλος σύγχρονός της Πορτογάλος ποιητής, ο Jorge de Sena, της απευθύνθηκε κάπως καυστικά για την προσκόλλησή της στην ελληνική αρχαιότητα, στο ποίημά του «À memória de Kazantzakis, e a quantos fizeram o filme ZORBA THE GREEK» («Στη μνήμη του Καζαντζάκη, και σ’ όσους έφτιαξαν την ταινία ZORBA THE GREEK»). Ξεκινά με τους στίχους: «Άσ’ τους Έλληνες στην ησυχία τους, συνέστησε/μια φορά ένας ποιητής σ’ άλλον, που μίλαγε/για Έλληνες»