ΞΕΦΥΛΛΙΣΜΑ ΖΩΗΣ

Παιχνιδιάρα η βροχή,
σιγοψιθύριζε τα ερωτόλογά της
στη μάγισσα νύχτα
και τ’ αδέσποτο τ’ ανέμι,
αλήτευε με γλυκοσφυρίγματα
σε φυλλωσιές και σοκάκια.
Και στάθηκα πίσω απ’ το τζάμι,
έμπλεος της θωριάς και της σκιάς σου,
ταξιδευτής στη θύμησή σου
και νοσταλγικά ατένισα
το κρυφομιλητό και την παράκληση
των μελαγχολικών σου ματιών.
Και αφέθηκα στην ιερή άβυσσο
της πεθυμιάς και της λαχτάρας,
ανάμνηση να σε κρατήσω
καθώς ερχόσουν απ΄το βάθος του χρόνου
πρωτάκουστο αντιφώνημα,
σαγήνεμα και κάλεσμα χαράς.
Ξημέρωνε μ’ έναν ζωγράφο ήλιο,
να κοκκινίζει στο σύδεντρο της αυλής
τ’ απόβροχου τις δροσοσταλιές.
Και στεκόμουν ακόμη εκεί,
λυράρης στο φέγγισμα της αυγής
και της αγάπης τραγουδιστής.
Άπλωνε φτερά ζωής ο νους,
σμίλευε καρτέρεμα η ψυχή,
τα δυο σου μάτια η ανατολή.
Κι όλο να ξεφυλλίζω όνειρα
κι όλο στην ομορφιά σεργιάνι,
με της βροχής το γλυκομίλημα,
το παρακαλετό τ’ ανέμου
και του ήλιου το βλέμμα.

`

*

ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ

Από τη συμβουλή ως και τη σύσταση,
η απειλητική ματιά κι ο οργισμένος λόγος,
εκεί, στην περιπολία, την επίβλεψη και τη σήμανση,
αυθαίρετα επέβαλαν τη δύναμη της εξουσίας
κι αυτάρεσκα συνταίριαξαν το επίτιμο προσωπείο,
με τη σιγουριά τ’ ανώνυμου και τη φυγοδικία.

Από το ξάφνιασμα ως και τ’ αναρώτημα,
ο αφανέρωτος φόβος και η απροσποίητη σιωπή,
εκεί, στην περιόδευση για τις πεζές ανάγκες,
ανακάλεσαν μνήμες παλιές σε  γυάλινες εποχές,
συγκράτησαν φωνήματα έκπληξης και αντιμιλιές
κι ως ένσταση αφέθηκε η απορία και η υπακοή.

Από την άρνηση ως και τη βιαιοπραγία,
ο αστέγαστος ελευθερισμός και οι επίπλαστες θεωρίες,
εκεί, στο χώρο της αντίδρασης και της μισαλλοδοξίας,
πυκνώνουν νεφελώματα σε σκοτεινές συνάξεις,
συντάσσονται ανατροπές σε πρακτικές κατεστημένες
κι αυτομολούν ανεύθυνοι κι ακόλουθοι της τάξης.

Από την επιφύλαξη ως και τη βεβαιότητα,
ο δόκιμος προβληματισμός και η ελεύθερη σκέψη,
εκεί στο επιστέγασμα της κριτικής και του ρεαλισμού,
αδήριτα αντιστέκονται σε συμπάθειες και πλάνες,
τη συνύπαρξη επικροτούν σε θέσεις και αντιθέσεις
κι ως ένσταση δηλώθηκε η  επανάσταση της λογικής.

`

*

ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΕΙΣ
Ώρα την ώρα,στιγμή τη στιγμή,
μπροστά από έδρες, γραφεία και θέσεις,
πίσω από τοίχους και πόρτες κλειστές
με κουρασμένα μάτια κι ανάσες πνιχτές,
έσμπρωχνε στον ίσκιο της  τη μέρα.
Σκέψη τη σκέψη, λόγο το λόγο
με συρτές φωνές και σύμφωνες σιωπές,
με παραλληλισμούς και συγκρίσεις,
προσπερνούσε ρωτήματα κι ενστάσεις
και σώπαινε στα γυρίσματα του νου.
Δρόμο το δρόμο,βλέμμα το βλέμμα,
τ’ απάντημα χωρίς ρυθμό και χρώμα,
καθρέφτισμα  και υπεκφυγή το νεύμα
και με την προσποίηση κοινά αποδεκτή,
πέζευε αρχές και ξόδιαζε συνήθειες .
Γνώση τη γνώση, λογισμό το λογισμό
στης νύχτας τη βία και τη μοναξιά,
με ασύλητες παραδοχές και ομολογίες,
χωρίς αφορισμούς κι επιτηδεύσεις,
πρόφταινε τον ευπροσάρμοστο εαυτό.
Χρέος το χρέος, ευθύνη την ευθύνη,
η μέρα επανάληψη κι αντίστιξης ηχώ,
η νύχτα περισυλλογή, του αύριο γεννήτρα,
μ’ επίγνωση συνειδητή και νουθεσία
μάκραινε μηρυκασμούς κι επιδαψιλεύσεις
`
*
ΑΓΑΠΗΣ  ΑΝΤΗΛΙΕΣ

Τα μάτια σου,
γαλήνια θάλασσα στην ανατολή,
πορφύρωμα ουρανού στη δύση,
ανοιχτή αγκαλιά,
γλυκιά απαντοχή
και μια ατέλειωτη προσμονή,
να χαρώ στ’ ανθοβόλημα της ψυχής σου.

Και το βλέμμα σου,
άναρχο και φευγάτο πρωινό,
σπάταλο της ίριδας σημάδι,
έκστασης αντηλιά,
ανταύγεια πάθους
κι ένα βαθύ απόκοσμο κάλεσμα,
ν’ αφεθώ στο ρίγος και τη δίνη.

Τα χείλη σου,
χρώματα πεθυμιάς και λαχτάρας,
ζωγραφιά της ζωής και του κόσμου,
παραθύρι ομορφιάς,
κατώφλι ανασαιμιάς
κι ένα σμίλεμα μαγείας και πόθου,
να σταθώ ικέτης στο σκαλί της γητείας.

Και το φιλί σου,
σπονδή στου έρωτα το κροντήρι,
τελετή στο ναό της αγάπης,
άχρονες στιγμές,
ξέφραγες αναπνοές
κι  ένας φλοίσβος της καρδιάς σου οι χτύποι,
να χαθώ στην άβυσσο του ονείρου.