Ωδή στο χρόνο

Κλώθει ο χρόνος

τις μέρες
τις νύχτες
τους μήνες
τις εποχές.

Στον αργαλειό του υφαίνει
με χρυσό
του ήλιου το μεσουράνημα
με ασήμι
το γέμισμα του φεγγαριού.

Σαϊτιές μεταξωτές ρίχνει
στα πέταλα των λουλουδιών
κατάλευκες μπαμπακερές
στ’ άστρα του χιονιού.

Στο θέρο
στον τρύγο
στη σπορά
και στο λιομάζωμα
δωρίζει αρώματα
από δέρμα ηλιοκαμένο
μούστο
κοπριά
και νοτισμένο χώμα.

Της αλκυόνας
την επιστροφή

στη μέση του χειμώνα.

Την αποδημία
των πουλιών.

Ο χρόνος

πάντα ευθυτενής
αγέραστος
κι αμάραντος

των πάντων ελεγκτής.

Απολογισμός πεπραγμένων

Κλέβω μαύρο απ΄τη νύχτα
με φως το μπολιάζω.

Παράταση ζωής
στις μέρες μου δίνω

πολεμώντας

το μαύρο αίμα το δανεικό
και το θυμό τον ανοίκειο και ξένο.

Οι άνυδρες μέρες
μου γυρίζουν την πλάτη.

Θημωνιές στου χρόνου τ’αλώνι
στοιβάζονται -θυσία –
στην εναγώνια πυρά
του μέλλοντός τους

με την κρυφή ελπίδα
μιας ξαφνικής βροχής.

Κάποιες καχύποπτες
μ’αμφισβητούν.
Μάγος μαθητευόμενος
στα μάτια τους φαντάζω.

Με ένα ουράνιο τόξο
μοναχά συμβιβάζονται
στα χρώματα του να βαφτούν.

Οι υπόλοιπες ήσυχες
μπροστά μου στοιχίζονται.

Ανάμεσα στο χθες
στο αύριο λικνίζονται.

Με χαρτί και μολύβι
λογαριάζει η καθεμιά

ποιο το κέρδος
ποια η ζημά.