`

«Σʼ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα»!…
Άγγελος Σικελιανός,
28 Φεβρουαρίου 1943.

`

ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας
ποτίζουμε τη γη για να γεννά
καρπούς, λουλούδια, τʼ αγαθά του κόσμου ολόγυρά μας•
φτωχή, αλουλούδιαστη, άκαρπη μονάχα η αργατιά.

Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ίδρωτά μας
ζυμώνουμε του κόσμου το ψωμί•
πιο δυνατά κι απʼ τα σπαθιά τα χέρια τα δικά μας
και μʼ όλο το αλυσσόδεμα, σκάφτουν, και η γη πλουτεί.

Στου κόσμου τους θησαυριστές, το βιος σου, εργάτη, νόμοι
στο τρώνε αδικητές χωρίς ντροπή.
Αγκαλιαστείτε αδέρφια, ορθοί! Με μια καρδιά, μια γνώμη,
Δικαιοσύνη, βρόντηξε, και λάμψε, Προκοπή!

«Δειλοί και Σκληροί Στίχοι»
Κωστής Παλαμάς

`

Ο Διονύσιος Σολωμός έψαλλε και εδόξαζε Ελευθερία και Γλώσσα! Όμοια περίπου και ο Κωστής Παλαμάς: Ρωμιοσύνη και Γλώσσα! Επικεφαλής της Γενιάς του 1880 ο νεότερος ποιητής, από την επίπλαστη απαισιοδοξία των καθαρολόγων ρομαντικών, έστρεψε την ελληνική ποίηση «στην πολύπαθη τη Ρωμιοσύνη». Προέβαλε «τη Βασίλισσα Ελλάδα…με νέα φωνή ελληνίδα».
Έχει αποδεχτεί την κληρονομιά του εμβληματικού Ζακύνθιου και τις ευρωπαϊκές ποιητικές τάσεις της εποχής, ως δημιουργική προσωπικότητα. Γενναία παραστέκεται στους αγωνιζόμενους δημοτικιστές («Ο μαλλιαρισμός είναι η αρετή μου», δηλώνει) και παράλληλα αποκαλύπτει θαυμαστό γλωσσοπλαστικό ταλέντο. Με ασκητική αφοσίωση, από το «κελί» της αθηναϊκής οδού Ασκληπιού 3, οδηγεί πάμπλουτη τη λαλιά του Νέου Ελληνισμού σε πανύψηλη κορυφή λυρικής και επικής ποίησης.

Οδοιπορία και Δικαίωση

Ο Παλαμάς (1859-1943), επτά ετών χάνει και τους δυο γονείς του. Αφήνει το αξέχαστο σπίτι της γενέθλιας Πάτρας –αναγεννημένο σήμερα- για να ζήσει στο Μεσολόγγι της πατρικής ρίζας του και της «ήμερης» θάλασσας, μέχρι την ηλικία των δεκάξι χρόνων. Ο πληγωμένος ψυχισμός, η ιδιοσυγκρασία και η δυνατή ποιητική φλέβα του διαμορφώνουν αυτόν τον «στοχαστικό τραγουδιστή» των Νεοελληνικών Γραμμάτων. Τον αριστοτέχνη του ρυθμού σε κάθε μουσική κλίμακα. Με το σπάνιο χάρισμα, συχνά να κατακλύζει και να απογειώνει!
Ο ποιητής της «Ασάλευτης Ζωής» (1904), του «Δωδεκάλογου του Γύφτου», ή της «Φλογέρας του Βασιλιά», είναι έναςκόσμος πολυδιάστατης δημιουργίας. Αστείρευτη η ποιητική του έμπνευση, βαίνει παράλληλα με τη διηγηματογραφία, τη θεατρική γραφή και την εξαιρετική προσφορά του ως κριτικού της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Και εκείνος, ο φαινομενικά αδύναμος άνθρωπος, αλλά ενεργός δέκτης των προβλημάτων του καιρού του, δεν θα παραλείψει να πορευτεί και με το κοινωνικό, ανελέητο μαστίγιο των «Σατιρικών Γυμνασμάτων» του: «Τʼ άτι σου ακόμα μας πατά, Μπραΐμη!» (1909).
Τον περιβάλλει πανελλήνιος σεβασμός, ως ποιητική συνείδηση της αρχαίας, της βυζαντινής και της νεότερης Ελλάδας. Εξαντλημένος σωματικά και ψυχικά, υποκύπτει στην ανθρώπινη μοίρα. Όμως, και ΝΕΚΡΟΣ ΣΥΝΕΓΕΙΡΕΙ… 28 Φεβρουαρίου 1943, στο Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών, πλήθος «ελεύθερων πολιορκημένων» της Κατοχής τον αποχαιρετά, ψάλλοντας τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν»! Με ακινητοποιημένα τα όπλα των παριστάμενων βαρβάρων, που την έχουν καταλύσει.
Ποιητής και «λαός της Ελευθερίας» αναδεικνύονται Νικητές…