
`
Γιος της Κίρκης και του Ποσειδώνα, πρόσωπο της Ρωμαϊκής Μυθολογίας, με χαρακτηριστικά που παραπέμπουν στον Πάνα, ο Φαύνος διαθέτει μια ιδιαίτερη καλλιτεχνική φυσιογνωμία μέσα στους αιώνες. Μισός άνθρωπος και μισός κατσίκι, αγαπά τον αυλό και τις Νύμφες, τριγυρνά στα δάση και ονειρεύεται. Στην πάροδο του χρόνου, τα ζωώδη χαρακτηριστικά του εξανθρωπίζονται, γίνεται γλυπτό κόσμημα σε βίλα της Πομπηίας, και στο επικό ποίημα του Νόννου “Διονυσιακά” βοηθά τον Διόνυσο στην εκστρατεία του στις Ινδίες.
Η χριστιανική εικονογραφία διατήρησε, εντελώς απρόσμενα, τον χαρακτήρα του Φαύνου, δαιμονοποιώντας τον και αποδίδοντας συγκεκριμένα εμφανισιακά του γνωρίσματα στον Σατανά. Χάρη στην τόλμη της καλλιτεχνικής φαντασίας, ο Παν/Φαύνος ανασταίνεται στη διάρκεια της Αναγέννησης. Ο Θρίαμβος του Πανός θα απεικονιστεί από τον Λουκά Σινιορέλι, και αργότερα από τον Πουσέν. Ζωγράφοι του 18ου αιώνα, όπως ο Μπουσέ, εμπνέονται από τη βουκολική ποίηση του Θεόκριτου και την τοπιογραφία του Βιργίλιου, και ζωγραφίζουν τον Φαύνο σε στιγμές ερωτικής έκστασης.
`
Το θέμα του Φαύνου θα απασχολήσει τον Μαλλαρμέ που από το 1865 γράφει ένα ηρωικό ιντερμέδιο, ένα δραματοποιημένο μονόλογο, “Το Απομεσήμερο ενός Φαύνου” που εκδίδεται το 1876, με εικονογράφηση του Μανέ. Το ποιητικό αυτό έργο θα εμπνεύσει τον Ντεμπισύ, για το ομότιτλο μουσικό έργο που θα παρουσιαστεί το 1910. Δυο χρόνια αργότερα, ο Νιζίνσκι θα κάνει τη σχετική χορογραφία, προκαλώντας σκάνδαλο με τις κινήσεις αυνανισμού του Φαύνου. ‘Εκτοτε το μπαλέτο θα ξεφύγει από τις κλασικές φόρμες. Το 1972 ο Νουρέγιεφ παρουσιάζει στο Λονδίνο τη δικιά του χορογραφία, με παρτεναίρ-νύμφη τη Τζένιφερ Πένυ. (ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ)
`
Η μουσική σύνθεση του Ντεμπισύ, Πρελούδιο για το Απομεσήμερο ενός Φαύνου, θα μείνει ανολοκλήρωτη, και όπως ο ίδιος ο συνθέτης γράφει: «είναι μια ελεύθερη απόδοση του ποιήματος του Μαλλαρμέ, μια διαδοχή εικόνων από όνειρα και επιθυμίες του Φαύνου που τελικά καταφεύγει στον ύπνο, αφού πρώτα αναμετρηθεί με την παντοδυναμία της φύσης».
Το 1977 ο Μπρούνο Μποζέτο παρουσιάζει σε καρτούν μια διαφορετική εκδοχή του Φαύνου, με έναν αστείο γέρο να τρέχει μάταια πίσω από Νύμφες και Ναϊάδες. (ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ)
`
Επιλογή στίχων από ΤΟ ΑΠΟΜΕΣΗΜΕΡΟ ΕΝΟΣ ΦΑΥΝΟΥ, ΣΤ. ΜΑΛΛΑΡΜΕ
`
Όταν το φως των σταφυλιών ρουφήξω…
Τ’ άδειο τσαμπί στο θερινό ουρανό με γέλια θα υψώσω…
*
Μήπως αγάπησα ένα όνειρο;
*
Μόνος χαιρόμουν το ιδανικό παράπτωμα των ρόδων…
*
Τρέχω να δω τον ίσκιο που ‘χεις γίνει…
*
Τα χέρια μου αδύναμα από ασαφείς θανάτους
Και τούτη η λεία η αχάριστη πάντοτε μου ξεφεύγει…
*
Είναι καιρός να κοιμηθώ…
«Τόσο ο MALLARME, που έγραψε «Το απομεσήμερο ενός φαύνου», όσο και ο CLAUDE DEBUSSY, που συνέθεσε το συμφωνικό ποίημα ΠΡΕΛΟΥΔΙΟ ΣΤΟ ΑΠΟΜΕΣΗΜΕΡΟ ΕΝΟΣ ΦΑΥΝΟΥ, ήσαν λάτρεις του Edgar Allan Poe»
έγραφε στις Σημειώσεις του ομώνυμου κειμένου του (http://bonsaistoriesflashfiction.wordpress.com/2011/11/09/argyris-chionis-to-apomesimero-enos-faynou/) ο Αργύρης Χιόνης.
Δυο χρόνια από το θάνατό του (25/12/11) αύριο, ας τον μνημονεύσουμε, λοιπόν, με Πόε:
«Το κυρίαρχο σκουλήκι»
Κοιτάξτε! Μια πανηγυρική παράσταση είναι,
Σε αυτά τα τελευταία έρημα χρόνια.
Ένα πλήθος αγγέλων φτερωτό, στολισμένο
Με πέπλα, και στα δάκρυα βουτημένο,
Κάθεται σ’ένα θέατρο για να δει
Ένα δράμα από ελπίδες και φόβους καμωμένο,
Ενώ η ορχήστρα στενάζει κάθε τόσο
Τη μουσική των κόσμων.
Μίμοι, στο σχήμα του Υψίστου ντυμένοι,
Σιγομιλάν και σιγομουρμουρίζουν,
Και δώθε κείθε ξεπετάγονται,
Νευρόσπαστα σωστά, που πηγαινώρχονται
Στις διαταγές τεράστιων άμορφων στοιχείων,
Που αλλάζουνε τα σκηνικά μπρός πίσω,
Σαλεύοντας με όρνιου φτερά
Την αόρατη ένα γύρω δυστυχία.
Το ποικιλόμορφο αυτό δράμα, σίγουρα
Δεν θα βολέψει να λησμονηθεί,
Μ’αυτό το φάντασμα που αιώνια κυνηγιέται
Απώνα πλήθος, όπου δε βολεί να το τσακώσει
Μεσ’ έναν κύκλο, όπου αιώνια στρέφοντας
Ματαγυρνά στην ίδια θέση πάντα,
Κι όπου περίσσα τρέλα και πιότερη αμαρτία
Και φρίκη της πλοκής του, ειν’ η ψυχή.
Μα ιδέστε, μεσ’στη χλαλοή των μίμων
Μια χαμόσυρτη μορφή που εισβάλει,
Ένα πράμα αιματοκόκκινο, που νηματόστριφο
Προβάλλει από τα ερημοσκότεινα βάθη της σκηνής.
Σα νήμα γυροστρέφει, γυροστρέφει,
Και σ’αγωνία θνητών οι μίμοι γίνονται βορά του,
Και κλαίνε λυγμικά τα σεραφείμ,
Θωρώντας τις μασέλες του ερπετού,
Από αίμα ανθρώπινο να ξεχειλάνε.
Κι έσβυσαν,έσβυσαν με μιας όλα τα φώτα,
Κι εμπρός απ’ ολες τις τρεμουλιαστές μορφές
Η αυλαία νεκροσάβανο
Πέφτει με τη μανία μιας καταιγίδας,
Ενώ οι άγγελοι χλωμοί κι αποσβησμένοι
Σκώνονται, ρίχτουνε τα πέπλα και βεβαιώνουνε
Πως το έργο αυτό ειν’ η τραγωδία που λέγεται “Ανθρωπος”
Κι ο ήρωάς του είναι το Κυρίαρχο Σκουλήκι
Έντγκαρ Άλαν Πόε ποιήματα 1831-1849, εκδ. Κοροντζή