[ΤΟ ΓΑΡΓΑΡΟ ΝΕΡΟ ΚΗΛΑΪΔΙΣΤΑ ΦΛΙΦΛΙΖΕΙ]
Το γάργαρο νερό κηλαϊδιστά φλιφλίζει
και σας καλεί ναν το χαρείτε οι διψασμένοι.
Τί γάργαρο νερό… κελαρυστό, όπως βγαίνει
οχ τʼ ανθισμένο λειμωνάρι και δροσίζει
τες φρένες, την καρδία! Και σʼ όσους ευδορπίζει
το ξυλοκέρατο τα δείπνα, δεν τσου μένει
παρά στα νάματα να ερθούνε και την ξένη
βρωμιά να δγιούν πώς ύδωρ λάλον καθαρίζει!
Κοιτάχτε – ο δρόμος ανοιχτός! Εδώ ας γυρέψει
το πόδι σας πορεία… ʼδώ πάνου νʼ ανεβείτε,
πριχού οχ τʼ άλογά του ο ήλιος ξεπεζέψει.
Φαρμακερόφιδο δεν μόλυνε το φρέαρ
ποτέ εισέ νιό χορτάρι μέσα. Ελάτε, δείτε
πώς γύρω γελάει ολόγυρα το αιώνιον έαρ!
`
*
[ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ ΜΙΛΟΥΝ]
Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού,
ποίησιν δε χειρών αυτού αναγγέλλει το στερέωμα
Ψαλμοί 18, 2
Τα πάντα για τον Θεό μιλούν: των άστρων η
φανέρωση μιλάει· και της σελήνης·… μιλάει
τση ανεμοζάλης το μουγκρίδι, που απηχάει
βουητά νερών και θαλασσώνε. Πώς διαιωνί-
ζει του ήλιου ο τροχός το φως του κόσμου! Ονεί-
ρων λάμψες φέγγουσι χρωματιστές στα χάη
διηγώντας δ ό ξ α ν Θ ε ο ύ, κι ανθρώπων δεν νογάει
το άλλως λάλο αχείλι τως πώς διακονεί
να ομολογήσει. Δρόμο ο γήλιος κάθε ημέρα
χαράζει και στον κάμπο κάμει όλον δήλο
το πρότυπο της αιώνιας του Ιδέας. Πέρα
η κτίσις πάσα αινεί τον Πλάστη· δάσα, κτήνη,
ο σάπφειρος των θόλων, του χορτιού το φύλλο…
Τʼ ανθρώπου μόνο ο νους αμίλητος θα μείνει;!
`
*
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟΝ ΔΕ ΡΩΣΣΗΝ, ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΟΥ ΦΙΛΟΝ
Τα μεσημέρια, οπού του θέρους η άγρια λαύρα ψήνει
και γέρνουν τα λούλουδα οχ τον καψώνα χτυπημένα
κι οπού τα μυρωμένα του φτερά τʼ αγέρι κλείνει
κι αδρόσιστα τα χόρτα μνέσκουνε και μαραμένα,
και μόλις που τη σιγαλιά της φύσεως ξελύνει
του ρυακιού νερό ασημί που τρέχει ώσμε τα ʼμένα
κελαρυστά, στο ξέθωρο χορτάρι, να καλλύνει
τσι πρασινάδες πώχουν μείνει, πές μου, Γιώργο: εμένα
το φίλο σου, μες στα χαριτωμένα τούτʼ απόσκια
θα τον αφήνεις, πές μου, νά ʼρχεται ολιγάκι… λίγο…
και να τρυγά το πράσινο και των μοσκιώʼ τα μόσκια;
Στα χόρτα τούτα ʼδώ να κάθουμαι την άδεια δώʼ μου,
και δίπλα μου να κάθεσαι κι εσύ, σʼ αυτόν τον τρύγο,
τους ήχους να ρουφάς των εμπνευσμένων τραγουδιώʼ μου.
`
*
[ΑΟΙΔΟΙ ΣΥΝΑΜΙΛΛΩΝΤΑΙ ΜΕ ΑΟΙΔΟΥΣ ΚΛΕΙΩΝΤΑΣ ΤΟ ΜΑΤΙ]
Δεύρο από Λιβάνου, νύμφη, δεύρο από Λιβάνου,
Άσμα Ασμάτων 4, 8
Αοιδοί συναμιλλώνται με αοιδούς κλειώντας το μάτι
στο ψέμα (και άνθη γίνουνται της Άσκρας), πάνου
που εμέ φορμίγκων κρούσεις μού προσφέρουν κάτι
απʼ τους πανύψηλους τους κέδρους του Λιβάνου.
Ψαλμούς σαν του Δαυίδ θα πώ κι εγώ στα πλάτη
της γης, αλλά με τη λαλιά του ιταλιάνου·
στον πλάστη των αιθέρων ήδη φθάνουν –νά τοι! –
με τον καπνό πιωμένοι του γλυκού λιβάνου.
Γιʼ αγγέλους πάντα θα μιλώ με στίχους… (Δίνεις,
όμως, σʼ ανθρώπους, που επαινούν της διαφθοράς τους
το μέλος, μέτρα τέλεια που θαν τα φάει η μήνις
τους;) Των ρημάτων μου, όσο αχνή κι αν βγαίνει η ρίμα,
βοηθός θε νά ʼνʼ ο κτίσαντας ηχούς απλάστους,
για να μη χάνουμαι στην αρετή ή στο κρίμα.
*
Η ΝΗΣΟΣ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ
Σαν από γέλιο εκεί να χορεύει η Φύση
Η Φύση χαμογέλασε και η Ζάκυνθος με χάρη
οχ των κυμάτων ήβγε την κοιλία. Μυρτιές και κλώνοι
κι αιθέρια πνεύματα απʼ τον κεστόν –από τη ζώνη
της Αφροδίτης ήτοι– τη στεφάνωσαν να πάρει
το κάλλος που τη ζώνει ολόγυρα. Χρυσό λογάρι
οι γελαστές συνθέτουν πέτρες, κάθε τση κοτρώνι
μειδιά· δεν έχει μαύρες ράχες πουθενά, κι οι κώνοι
των λόφων της ντυμένοι στέκουν με γλυκό χορτάρι.
Λαγκάδια έχει γερτά, βουνά με αγέρωχο κεφάλι·
στσί ροδαριές, στσʼ αμάραντους νερά καλά κυλάνε
και μουρμουρίζουν το σκοπό τση γης που τά ʼχει οβγάλει.
Ψηλός αμή προβέλνει ο Έλατος, να καζαντήσει
χίλια το μάτι βλέμματα, τον κάμπο να κοιτάνε
και να θωρούν αχόρταστα τί μάγια σπέρνει η Φύση.
`
*
[ΠΟΡΦΥΡΑ ΠΕΠΛΟΥ ΜΙΑΣ ΠΑΡΘΕΝΑΣ, ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΤΙΖΕΙ]
Ως σπαρτίον το κόκκινον χείλη σου και η λαιά
σου ωραία, ως λέπυρον ροιάς μήλον σου.
Άσμα Ασμάτων 4, 3
Πορφύρα πέπλου μιας παρθένας, που τον στίζει
πανάπαλο το φεγγαρόφωτο, είναι δώμα
του κάλλους του αβρού, των πόθων μετερίζι,
που από τα φλογερά σου χείλη επήρε χρώμα.
Μέσʼ απʼ το μέλος των λογιών θερμή αναβλύζει
πνοή, και οι ψυχές με της χαράς το πιόμα
μεθάν και σπαρταρούνε, ενώ άχραντους θερίζει
καρπούς και δρέπει άνθια το ερωτεμένον όμμα
των θόλων. Σαν το φλούδι του ροδιού έχεις χείλη
(τόσο άλικα!) που νιώθει μέσα του να πάλλει
η καρπερή του ήλιου δύναμη, όλη η ύλη
της ζωής. Με πίστη ακράδαντη όποιος το κοιτάζει
θε νά ʼβγει σώος στο λαμπυρό τʼ ακρογιάλι,
όπου πάντα είναι πρωί και ουδέποτε βραδυάζει.
`
*
ΕΙΣ ΜΟΝΑΧΗΝ
Του παραδείσου ένοικος χαριτωμένος
αθώρητα κατέβη επί γης και σε εκείνη·
της κούρεψε το πλήθος των μαλλιών, να γίνει
των εγκοσμίων χλεύη, των απλάστων αίνος.
Από ʼνα ουράνιο γέλιο όλως φωτισμένος
απάντεχα ομπροστά της φτάνει και τση δίνει
το φως να λούσει την ειδή της, τη γαλήνη
για νά ʼνʼκαθάρια και η ψυχή της. Τόμου ασμένως
εκείνη ελάλειε: «Βρώμικο το χθόνιο χώμα
λασπώνει τη θωριά μου, ενώ η καρδία μου κλαίει
λυγμούς που μου λερώνουνε ψυχή τε και όμμα.»
«Παρθένε, φόβος Θεού σε πλάθει εσέ», τση λέει
ο καταβάς· ʼσου παραστέκω εγώ – μην τρομα-
χτείς! Τέτοιος φόβος πρέπει πάντα να σʼ εμπνέει!»
`
*
Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ
Τον αιώνιον ήλιον είδα, και προσηλωμένα
απάνω του είχανε τα μάτια τους χορείες
αγγέλων που έγραφαν φωτόβρυτες πορείες
στους ουρανούς νʼ απαλοφιληθούνε. Κι ένα
χαμόγελο έσκαγε οχ το φως στʼ αγαπημένα
τους χείλη κι όλες τους αβγάταινε τες θείες
εφέσεις, κι ένθερμοι έψελναν μες στες δροσίες
του παραδείσιου κήπου την αγάπη. Φρένα
δεν ήξερε ο χορός κι ο ζήλος πλέα των Χερουβείμ
που μοιάζαν μʼ εραστών λευκές ψυχές, και με άσματα
ανάκουστα αποκρίθηκε ο εσμός των Σεραφείμ.
Με ολάνοιχτα του λογισμού τα μάτια εγώ, έξω
εθώρουν ʼκεί τʼ αγγελικά γλυκαγκαλιάσματα
ποθώντας ρίμες εναρμόνιες να συλλέξω.
Πολλά πολλά συγχαρητήρια στο Γιώργο Κεντρωτή. Η γλώσσα, η μορφολογία και τα δομικά στοιχεία είναι τόσο “Σολωμός” ώστε να λες: “Θα μπορούσε να είναι Σολωμός”. “Θα μπορούσε” κι όχι “είναι” γιατί και ο μεταφραστής αφήνει τα δικά του -ανεπαίσθητα- ίχνη. Είναι κι αυτό όμως ένα απο τα ζητιούμενα της μετάφρασης νομίζω.
Για τον ίδιο το Σολωμο τι να πω; Τα ποιήματα αυτά βέβαια δεν είναι “Ελεύθεροι Πολιορκημένοι” αλλά όταν διαβάζεις
“Ψηλός αμή προβέλνει ο Έλατος, να καζαντήσει
χίλια το μάτι βλέμματα, τον κάμπο να κοιτάνε
και να θωρούν αχόρταστα τί μάγια σπέρνει η Φύση.”
καταλαβαίνεις με τι και ποιόν έχεις να κάνεις!
Αποδυκνείεται δε για άλλη μια φορά ότι ένα βασικό στοιχείο της πραγματικής Τέχνης είναι ο σταθερός ιδεολογικός προσανατολισμός.
…..Κοιτάχτε – ο δρόμος ανοιχτός!
Kαι γω εφραίνομαι με τα κέφια των άλλων, και οι δρόμοi ελπίζω να μένουν ανοικτοί….
ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΛΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΥΠΟΥΣ ΤΟΥ ΠΟΙΕΙΝ ΑΦΕΝΤΙΚΑ ΚΑΙ ΧΡΗΣΤΕΣ…
Πιο μελωδικά “Κάλαντα” για σήμερα δεν θα μπορούσαμε να έχουμε στο Ποιείν.
Λέξεις, λέξεις, λέξεις. Να θες να κολυμπήσεις μέσα τους
να τις τραγουδησεις γεμίζοντας το στόμα μέλι
να μη σε νοιαζει το περιεχόμενο
ή η δομή
μονάχα οι λέξεις
να πιάσεις τις φτερούγες τους και να πετάξεις
στα ύψη της γλώσσας.
Κύριε Κεντρωτή, σας ευχαριστούμε.
Ευχές σε όλους.
Το να μιλάμε μέσα σε τόσες ηθικές καταρρεύσεις και πνευματικές ισοπεδώσεις για τον Διονύσιο Σολωμό –και μάλιστα τον λυρικό- είναι θαυμαστό! Και το οφείλουμε σε ακάματους δημιουργούς και μελετητές, όπως εν προκειμένω ο Γ Κεντρωτής.
Ο (και Ιταλό [γλωσσο]ς) Σολωμός απασχόλησε και απασχολεί ακόμη, αλλά και καταρρίπτει μύθους με το σύνολο του έργου του. Ενδεικτικά αναφέρω πρόσφατες προσπάθειες: του πρόωρα θανόντος Διομήδη Βλάχου «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι. [Σχεδίασμα Β΄]. Τα ιταλικά περικείμενα» [μεταθανάτια έκδοση σε επιμέλεια και επιλεγόμενα Γ. Δάλλα, εκδόσεις Γαβριηλίδη, 2007] ∙ τις εισηγήσεις του Δημήτρη Αρβανιτάκη «Σχόλια για τις προϋποθέσεις του σολωμικού Διαλόγου» και της Κατερίνας Τικτοπούλου «Ο ιταλό(γλωσσο)ς Σολωμός» [«Ημερίδα Διον. Σολωμού», ΣΕΚΦ Λευκωσία 2007] . Θυμάμαι ακόμη και καταγράφω την πρόδρομη ανακοίνωσης της Κ. Τικτοπούλου «Ramuscelli che alla fine daranno l’ Alberto. Ένα ανέκδοτο σατιρικό σύνθεμα του Σολωμού» [περ. Κονδυλοφόρος 8/2009]. Ίσως υπάρχουν κι άλλα δημοσιεύματα, που μπορούν να φωτίσουν το βάθος των γεγονότων και των ζυμώσεων, που εξηγούν μέρος των αιτιών δημιουργίας των έργων του Δ. Σολωμού. Ας προστεθούν. Για όποιον ενδιαφέρεται. Φυσικά, εδώ προέχει η προσεκτική μελέτη και απόλαυση των μεταφραστικών δημιουργιών του Γ. Κεντρωτή.
Χρόνια καλά και ειρηνικά για όλους!
Αγαπητοί φίλοι του ΠΟΙΕΙΝ, σας ευχαριστώ όλους από καρδιάς για την ευμενέστατη υποδοχή των μεταφραστικών δοκιμών μου. Και μιάς και ο φίλος μου ο Μίχος, μου απηύθνε από κερκίδος το “encore” με το υπέροχο γηπεδικό σύνθημα “κι άλλο, κι άλλο”, αι, να κι άλλο ένα ιταλοσολωμικό ποίημα σε μετάφρασή μου. Ευχές σε όλους τους συνεργάτες και φίλους του ΠΟΙΕΙΝ για κάθε καλό και δημιουργικό στις δύσκολες μέρες της δουνουτουδικής κατοχής της μαύρης κι έρημης Ελλάδας.
ΣΑΠΦΩ
Γης δοξασμένης τέκνο εσύ, όπου ο κάθε ξένος
πατρίδα βρίσκει και θεούς η βαρβαρότης,
εδώ, αχ, σʼ αυτήν την πολυτάραχη ολιγόζωη
του χρόνου ακτή, όπου βρεθήκαμε, άκουσέ με
από τη σφαίρα των ασμάτων που ʼχεις θρόνο.
Τη νύχτα ετούτη μʼ επισκέφτηκεν η κόρη –
της Λέσβου η Μούσα που είτονε. Κι είχε τον νου της
στην άβυσσο της ειμαρμένης, μην ιδώντας
τες θάλασσες, τους κάμπους γύρω ή τα βουνάκια,
σαν να της στάθηκε η χτίσις όλη ξένη.
Μα οχ τους πλησίον ουρανούς και οχ τους αλλάργα
τʼ αστέρια σύμπαντα και μʼ όλες τους τις χάρες
θωρούσαν τη Σαπφώ στη γης να βάνει ποδι
και δύστηνη και θεϊκή· κι από τον κόσμο
του αιθέρος τον ψηλό ένα γέλιο ωσάν βροχούλα
αγάπης άφραστης την κεφαλή τής λούζει,
τις δάφνες και τους στοχασμούς, και το παρθένο
στήθος που τό ʼχουνε συντρίμμια κάμει οι πόνοι,
κι ελπίδα μόνη και θεός τού απόμεινεν ο βράχος.
Μα ομπρός της όντες μʼ είδε ολοξαφνίς η κόρη,
το βλέμμα μού γυρνά, το χέρι και το λόγο.
Γιομάτη που ʼναι, φευ, η γης από μυστήρια,
και τίποτα δεν ξεδιαλύνει ο τόπος που ʼρθα!
Στου τρίτου μου τʼ Απρίλη τʼ άνθισμα μιά μέρα,
στο δώμα όπου το φως (κακή μου τύχη) είδα
κι ενόσω εθαύμαζα την –που τρικυμισμένη
εχόρευε– καρδιά μου, στην παλάμη μέσα
κρατώντας την, εβγήκε ο ίσκιος μιάς γυναίκας
και μʼ ήχους άγνωστους στη γλώσσα μας μού είπε:
«Να ζήσεις πάρε λίγα χρόνια μες στες θλίψες
στης γης τη ράχη που θα σε θαυμάζει» – μου είπε
και αθάνατο κλωνάρι μού ʼβαλε στην κόμη.
Εις όνειρο, εισέ όραμα ή κι αν αλλού συνέβη,
ο νους μου ʼκείνη τη μορφή δεν ξαστοχάει,
οπού είτον τρομερή, κι ας βάσταε στην ειδή της
το κάλλος οπού ίδρυσε στο μάρμαρο ο Φειδίας.
Ποιός τώρα μα και πότε θα μου φανερώσει
εν τέλει την αλήθεια που όλο μου γυρεύω
σε τόσες διάνοιες, τόσες σφαίρες; – πλην ματαίως!…
Αυτά είπε και άλλα που αθετώ και δεν τα λέγω.
De nada, Mijos!
Χρόνια πολλά, αγαπητοί φίλοι και ευχαριστούμε τον Γιώργο Κεντρωτή για το ωραίο δώρο!
Συγχαρητήρια στον κ. Κεντρωτή. Tον ευχαριστούμε.
Με αφορμή το σχόλιο “ένα βασικό στοιχείο της πραγματικής Τέχνης είναι ο σταθερός ιδεολογικός προσανατολισμός” και την παράθεση μελετών για τον Δ. Σολωμό, θα σημειώσω ως πολύτιμο το βιβλίο του Γιώργου Βελούδη, Διονύσιος Σολωμός, Ρομαντική ποίηση και ποιητική, Oι γερμανικές πηγές, εκδ. Γνώση, 1989.
Με ποιητικές ευχές να επιστρέφουμε συχνά στον Σολωμό, τον Κάλβο και τον Καβάφη.
δώρο!αριστούργημα ο γλωσσικός πλούτος,ο κελαρυστός ρυθμός,η πιστότητα στην ντοπιολαλιά,η δροσιά,η καταβύθιση στη ρίζα και η ανάσυρση του ηχου κάθε λέξης απο το βαθύ πηγάδι της ελληνικής παράδοσης.
δώρο πραγματικό.
@13
κ.Πρίμπα ποτέ δεν ισχυρίστηκα ότι η φράση μου “«ένα βασικό στοιχείο της πραγματικής Τέχνης είναι ο σταθερός ιδεολογικός προσανατολισμός» ισχύει και αντίστροφα. Επίσης δεν ταυτίζω τον “ιδεολογικό προσανατολισμό” απαραίτητα με την υποστήριξη κάποιου κόμματος ή κοινωνικοπολιτικού συστήματος.
Έπειτα, η εφήμερη ταύτιση ένος καλλιτέχνη με ένα καθεστώς ή οι πιθανές δηλώσεις του για πίστη σ’ “αυτό” ή το “άλλο” δεν το ζητούμενο. Ο “ιδεολογικός προσανατολισμός” του καλλιτέχνη περνάει μέσα απ’ το έργο του και τις περισσότερες φορές καθορίζει και την στάση ζωής αυτού.
Χαρακτηριστικά τέτοια παραδείγματα στον Ελληνικό χώρο είναι τόσο ο Μάνος Χατζιδάκις όσο κι ο Οδυσσέας Ελύτης. Για τον “ιδεολογικό προσανατολοσμό” του Καβάφη ίσως θα ενδιαφέροταν κάποιοι πιο ειδικοί απο μένα να τον αναπτύξουν. Ίσως κι εσείς απο μόνος σας να το κάνετε ότον καταλάβετε τι εννοώ “ιδεολογικός προσανατολισμός” απο τις πιο κάτω παραθέσεις μου για το Σολωμό.
Για το Σολωμό λοιπόν αφήνω τον κ. Ερατοσθένη Καψωμένο* να μιλήσει. απλά γιατί το κάνει πολύ καλύτερα απο μένα
“Ο ποιητής αναπτύσσει ένα πλουσιότερο και πιο ουσιαστικό διάλογο με την παράδοση, που έχει δύο σκέλη. Το ένα αντιπροσωπεύει μια θεμελιώδη επιλογή του Σολωμού, που είναι η θεωρητική υπεράσπιση της ζωντανής γλώσσας του έθνους […]. Το άλλο αφορά την επαναστατική ιδεολογία που ο Σολωμός θεμελιώνει πάνω στην έννοια της ελευθερίας. Το
δίδυμο ελευθερία και γλώσσα συνιστά κεντρικό σημείο ιδεολογικής αναφοράς για το πνευματικό κίνημα που θα ονομαστεί αργότερα Επτανησιακή σχολή.»
(Ερ. Καψωμένος, Ο Σολωμός και η Ελληνική Πολιτισμική Παράδοση)
(Σ.Σ)Το παραπάνω όμως – κατά την άποψη μου- είναι αποτέλεσμα της αντίληψης που έχει ο Σολωμός για τη ζωή και τον κόσμο.
Την ιδέα δηλαδή που συνοψίζεται στην έκφραση “η παράδεισο της γης” και που αναπτύσσεται σε τρεις κυρίως αλληλένδετους σημασιακούς άξονες:
1. Ο πρώτος άξονας αντιστοιχεί σε εικόνες που προβάλλουν το ιλαρό πρόσωπο της φύσης, που καλεί τον άνθρωπο στη χαρά της ζωής[…] Η χαρακτηριστική φόρμουλα είναι “γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα” (Λάμπρος). 2. Ο δεύτερος άξονας […] απαρτίζεται από εικόνες που εκφράζουν την ευδαιμονία και την πληρότητα των όντων μέσα στη φύση, έναν καθολικό “ευτυχισμό” κατά τη σολωμική έκφραση. 3. Ο τρίτος άξονας συντίθεται από εικόνες που εμφανίζουν τη φύση ως πηγή πολιτισμικών αξιών […]. Έτσι με την ποιότητα των αξιών της η φύση εξασφαλίζει την ευδαιμονία του ανθρώπου και του εμπνέει την πίστη της ζωής.»
(Ερ. Καψωμένος, Διονύσιος Σολωμός. Ανθολόγιο Θεμάτων της Σολωμικής Ποίησης)
(Σ.Σ) Πίστη σε ποιά ζωή όμως; Ο Ερ.Καψωμένος (πάλι) στο “Ο Σολωμός και η Ελληνική Πολιτισμική Παράδοση” αναφερόμενος στους Ελεύθερους Πολιορκημένους σημειώνει:
“Ο Σολωμός ξεπερνώντας το διανοητικό σχήμα του Schiller και υπακούοντας στο ποιητικό του αισθητήριο προκρίνει τον πειρασμό της φύσης ως κύρια δοκιμασία, γιατί αντιστοιχεί σε μια σύγκρουση πιο πραγματική και πιο συγκλονιστική για τη νεοελληνική ευαισθησία, αφού αντιπαραθέτει δυο αξίες πρωταρχικές για τη νεοελληνική παράδοση και ιδεολογία, αλλά και για τη σολωμική ανθρωπολογία: το αγαθό της ζωής και την ατομική ανεξαρτησία. Σ’ αυτή λοιπόν την “κατεξοχήν” δοκιμασία το ρόλο του αντίμαχου έχει η φύση και το ρόλο του ήρωα οι πολιορκημένοι […]. Αλλά ο ήρωας θυσιάζει αυτόβουλα τη ζωή ακριβώς για να μην την εξευτελίσει, από σεβασμό στην ακεραιότητα και της ανθρώπινής του υπόστασης. Εδώ έγκειται η επαναστατική δυναμική αυτής της αξιοκρατίας και μαζί η τραγικότητα της δοκιμασίας. Γιατί η σύγκρουση αξιών διατηρεί όλη της τη σφοδρότητα, καθώς ο ήρωας θυσιάζει τη ζωή επειδή ακριβώς την αγαπά και τη σέβεται στο μέγιστο βαθμό. Έτσι ο ήρωας _σε συμφωνία με έναν κλασικό κανόνα της τραγικής τέχνης _ θριαμβεύει ηθικά μέσα από την καταστροφή.»
* Ο κ.Ερατοσθένης Καψωμένος είναι καθηγητής Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και το έργο του για τη Σολωμική ποίηση είναι -κατ’ εμε- πάρα πολύ σημαντικό.
Γιάννης Δάλλας, Σκαπτή ύλη από τα Σολωμικά μεταλλεία, Εκδόσεις Άγρα, 2004
Σκαπτή υλή είχε ονομαστεί στην αρχαιότητα η χρυσοφόρα φλέβα του Παγγαίου. Σκαπτή ύλη είναι, στην περίπτωση που μελετούμε, μεταφορικά και η ύλη που ανορύσσει από τα δικά του μεταλλεία ο Σολωμός. Και σκαπτή πρέπει να είναι και η σπουδή αυτού του έργου: μία ανασκαφή του κριτικού μελετητή πάνω στα ίχνη της πρωταρχικής ανασκαφής του ποιητή.
Τέτοια είναι, για τα κείμενα της ωριμότητάς του, η διαδικασία της παραγωγής του, και η σωστή τους αποτίμηση. Είναι ό,τι καμινεύεται από τον ποιητή και αναμοχλεύεται από τον ερευνητή στα Αυτόγραφα. Όχι μόνον ό,τι λαγαρίζει και ως ύλη καθαράς προσόδου εκταμιεύεται από αυτά: όχι, δηλαδή, τα ψήγματα που είναι οι μεμοωνμένοι στίχοι, ούτε και τα δράγματα χρυστού που είναι τα ανολοκλήρωτα επεισόδια ενός δυνάμει όλου. Αυτά είναι η τελική απόσταξη και η μόνη κατανοητή απόλαυση ενός ερασιτέχνη. Αλλά είναι ακατανόητος ο περιορισμός του ενδιαφέροντος σε αυτά του προβληματισμένου αναγνώστη. Η ποιητικότητα για αυτόν τον τελευταίον έγκειται εκεί: στα σημεία αιχμής, όπου ανάμεσα από δύο επίπεδα πολιτισμού και δύο γλώσσες συντελείται η ένωση του ελληνικού κειμένου με τα ξένα περικείμενα. Από αυτή την “ένωση” – η λέξη με την έννοια της Φυσικής – θα πρέπει να αφορμάται και ο κριτικός σε όλες του τις λειτουργίες και ιδιότητες: ως ερευνητής, μελετητής και ερμηνευτής του φαινομένου και του έργου. Και ακόμη ως εισηγητής ιδεών και χρήσιμου υλικού, για οποιαδήποτε μελλοντική “έκδοση” των Ελευθέρων Πολιορκημένων.
Η έννοια της πρόσμειξης – τυπικά, θα λέγαμε, της διγλωσσίας – και η προσπάθεια μετάγγισης, από τη στιγμή που και οι δύο γραφές συμπαρατίθενται, του νοήματος και του αισθήματος από τη μία γλώσσα στην άλλη, ήταν η ισόβια λειτουργία και η πρακτική γραφής του Σολημού. Στην περίπτωση του Σολωμού, η υπέρβαση της διγλωσσίας, πρώτα μέσα από τη δύσκολη καμίνευση της ένωσης, του έγινε στο τέλος η οργανική “αδυναμία” και η μοίρα του. Του έγινε ακουσίως η ποιητική του.
http://www.yannisdallas.org/ydallas/site/Bibliography/t_docpage?doc=/Documents/Container/Books/skaptiyli&sub_nav=nav_Bibl_studies
βλ. επίσης:
Κριτική: “Πως πρέπει να διαβάσουμε το Σολωμό;”, Ελευθεροτυπία, 28/03/2003
http://www.yannisdallas.org/ydallas//Documents/Container/Books/skaptiyli/gr/attached_solomos.jpg
Και τέλος (Βιβλιοθήκη, 28/02/2003):
Με τον Διονύσιο Σολωμό συμβαίνει το εξής παράδοξο: Ολοι τον γνωρίζουν, αλλά λίγοι είναι αυτοί που τον απολαμβάνουν. Πιο λίγοι είναι εκείνοι που γνωρίζουν τα αποκρυσταλλώματά του, τα οποία παραδόθηκαν ως σπαράγματα. Ετσι, γενικώς, ο μεγάλος ποιητής παραμένει άγνωστος. Αντιθέτως, εμπλουτίζεται συνεχώς η σχετική με τον Σολωμό βιβλιογραφία. Πρόσφατη περίπτωση το βιβλίο του Γιάννη Δάλλα, όπου αναδημοσιεύονται μελέτες που είδαν το φως σε χρονικό διάστημα μίας σχεδόν εικοσαετίας (1981-2000). Πρόκειται για μελέτες βάθους πάνω στην ποίηση του Σολωμού και κυρίως στην ποιητική του. Γράφει ο Γ. Δάλλας, εξηγώντας τον τίτλο του αλλά και τις προθέσεις του: «Σκαπτή ύλη είχε ονομαστεί στην αρχαιότητα η χρυσοφόρα φλέβα του Παγγαίου. Σκαπτή ύλη είναι …μεταφορικά και η ύλη που ανορύσσει από τα δικά του μεταλλεία ο Σολωμός. Σκαπτή πρέπει να είναι και η σπουδή αυτή του έργου: μια ανασκαφή του κριτικού μελετητή πάνω στα ίχνη της πρωταρχικής ανασκαφής του ποιητή». Ο συγγραφέας ασχολείται κυρίως με τα κείμενα της ωριμότητας του ποιητή, με τη διαδικασία της παραγωγής τους και τη σωστή τους αποτίμηση. Ο προβληματισμένος αναγνώστης, γράφει, οφείλει να δει την ποιητικότητα του Σολωμού «στα σημεία αιχμής, όπου ανάμεσα από δύο επίπεδα πολιτισμού και δύο γλώσσες (σ.σ. ελληνικά και ιταλικά) συντελείται η ένωση του ελληνικού κειμένου με τα ξένα περικείμενα». Αναμόχλευση, λοιπόν, των «Αυτογράφων» του ποιητή και των «Ελεύθερων Πολιορκημένων», όπου ο Σολωμός επιχείρησε μετάπλαση των πεζών ιταλικών κειμένων του σε έμμετρα ελληνικά. Αυτή η υπέρβαση της διγλωσσίας, μας λέγει ο Δάλλας, «πρώτα μέσα από τη δύσκολη καμίνευση της ένωσης, τού έγινε στο τέλος η οργανική “αδυναμία” και η μοίρα του. Του έγινε ακουσίως η ποιητική του». Οι 11 μελέτες του Δάλλα φέρουν τους εξής δηλωτικούς τίτλους και πλαγιότιτλους: 1. Ο Σολωμός ανάμεσα σε δύο γλώσσες – Η αμφίδρομη δοκιμασία της ποιητικής ιδέας. 2. Μουσικήν ποίει – Η σημασία και η λειτουργία του ήχου στα ώριμα ποιήματα του Σολωμού. 3. Ο Κρητικός – Η γένεση ενός ποιήματος και μιας ποιητικής. 4. «Εγώ το σίδερο κι αυτή η πετροκαλαμήθρα» – Από τη γείωση στην απογείωση ενός μοτίβου. 5. Ελεύθεροι Πολιορκημένοι – Συνανάγνωση του Β Σχεδιάσματος με τα ιταλικά περικείμενα. 6. Il componimento – Η οργάνωση και αναδιοργάνωση μιας σύνθεσης (Μια υπόθεση εργασίας). 7. «Με λογισμό και μ όνειρο» και τα συμφραζόμενά του – Από το Β προς το Γ Σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκημένων. 8. Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι και η «Madre Greca» – Συγκριτική Ανάλυση του στοχασμού. 9. Ο Σολωμός και η καλλιέργεια του κριτικού πνεύματος – Η στοχαστική συνείδηση ενός δημιουργού. 10. Σολωμός και Κάλβος – Δύο αντίζυγες ποιητικές της εποχής. 11. Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι ως μήτρα αναπαραγωγής – Τα μεσοπολεμικά και μεταπολεμικά συμπτώματα του φαινομένου.