Photo by Sotirios Pastakas, 2007

Photo by Sotirios Pastakas, 2007

η στρατιά του Αρχιλόχου
αφιερωμένο του ποιητή Γιάννη Λειβαδά [1969-]

στη μυρωδιά της χολής γονάτισα ό,τι ανθρώπινο επιστρέφει ρευστός λόγος πέρασμα του σκοτεινού ή φως του κόσμου τʼ απʼ εκεί ταιριάζοντας ο τρόμος ξημερώνει ηλιόλουστη τη φρίκη βρόμικα περάσματα παράνομα ερωτικά αφηνιασμένα φιγούρες του δίπλα δωματίου με ποτιστήρια νεκρικά ξεδιψώντας άναρχα την άγρια βλάστηση ερμαφρόδιτοι κηπουροί με την ευθύνη ενός καρπού χαρακωμένου πίστη κυνηγώντας μʼ οπλισμένο μολύβι εικάζοντας προχωρούν σʼ αθέατα χαρακώματα βιασμένων ψυχών έτσι οι ανατρεπτικές χειρονομίες στα μπουντρούμια των προγόνων τους τσακίζουν τον αναπόφευκτο χαμό τους η αποκτήνωση που ζητάτε καίει τον άνθρωπο στη μοναξιά ένα τεθλασμένο επίπεδο καιροφυλακτεί την από γνώση τρέλα συνήθως επιστρέφω αγέλαστος ή προσποιούμενος φοράω γκριμάτσες δεν κρύφτηκα ποτέ κι από κανέναν στο ληστρικό σας θέατρο αντιστέκομαι ξεστομίζοντας αρλούμπες

η λάμψη σκαρφάλωσε αστερισμός

Funny Face

στο κόκαλο που δεν χρειάζεται να ονοματίσω εκτελέστηκε ο οργασμός της καισαρικής ματαιοπονίας των κερασιών ό,τι ο οπωροπώλης σε χάρτινη σακούλα ζύγισε χρειάστηκε υπερημερία προϊστορίας για να εκδικαστεί αίφνης η μετατροπή στο νέο νόμισμα οδήγησε τους αργυραμοιβούς αισθημάτων στην κατασκευασμένη περιβαλλοντική αιμομιξία τιμής χασούρας και κέρδους ο πανσές ηττήθηκε απʼ το λουλούδι εξαιτίας της βαρύτητας των σωματιδίων στο σύμπαν ο ασημένιος ιστιοπλόος συνόδευε την αστρική αρμάδα στον πλανήτη με τα των μυημένων περάσματα ή αραξοβόλια εικάζεται

το αγόρι που διάβαζε ποιήματα
αφιερωμένο του Θανάση Δαβηλά

πέρα απʼ το χρόνο και τόσο κοντά στην ανάσα που πρωτοδίδαξε την παρουσία να εμφανίζει ξανά τα γράμματα σε παράταξη μάχης μα ποιος οδήγησε την τρέλα έξω απʼ αυτή χαρτωμένος από κούνια μʼ όλα τʼ άρρητα πʼ έφτασε να ξεγελάσει ανοίγοντας μια πόρτα μέσʼ το φως βγαίνοντας απʼ το παράθυρο λουσμένος το σκοτάδι η κόλαση ερμήνευσε παράδεισο να έχει το κορμί το γράμμα φώναζε το γράμμα που σκαλιστό χοροπηδά κι ανατινάζει τις ραφές διαμελίζοντας ό,τι ανθρώπινο συναρμολόγησε θάνατο

πότε θα εξημερωθεί ο άνθρωπος

με του κρότου τη δόνηση να κατοικεί μόνιμα στην εισβολή με τη φωνή του άλλου να ενοχλεί όποια προσπάθεια με το καύμα ανύπαρκτης ψυχής να εφοδιάζω την ιδέα της αυτοχειρίας όμως η παρουσία αγγέλων μʼ οδηγεί στην επόμενη μέρα κάτι που θέλει να σηκωθεί ικανό ήχο πʼ αφήνει μουγκρίζοντας τʼ αφτί προδικάζοντας τρέλα ανυπεράσπιστο με το βλέμμα να καρφώνεται τʼ ατέρμονο πάθος της βροχής όχι φωνάζει ο καιρός το ποίημα οδηγεί περιούσιες καταστροφές γράμματα σκαλίζουν λέξεις ό,τι ελληνικό εξανεμίζεται δεν υπήρξε ποτέ τέτοιος θάνατος όμως ας είναι ούτε που έρχεται ούτε που φεύγει

τα πρόσωπα μιας παρωδίας

βρόμικη πόλη περήφανη απʼ τα σπλάχνα της χαλασμένη γυναίκας αιδοίο που στέρεψε ποιους χυμούς να ζητήσεις άγριο το αγόρι πισωγυρίζει μέσα του να γνέφεις τʼ ανέμου νευρικά αφήνοντας γράμματα λέξεις ασυνάρτητα σχιζοφρενείς δολοφόνοι συναντούν σχιζοφρενείς ποιητές στα άδυτα μπορντέλου χειρουργείου μιας μεγάλης πουτάνας που είναι ξαφνικά η μάνα τους φορώντας παλιόρουχα μιας άλλης γιορτής μυρίζοντας κραιπάλη αίμα σφαγμένου γουρουνιού σαπίλα φρονιμίτη στην κηδεία γλυκού οδοντογιατρού θεραπευτή όσες κραυγές ακολουθούν φέρνουν το μανδραγόρα που απομένει να γευτεί ένας νευρικός στιχοπλόκος λίγο πριν την αυτοκτονία της ηλικίας του αίφνης θανατικό το καλοκαίρι σαλτάρει στο ποίημα κι αγκομαχώντας αφυπνίζεται περαστικές γυναίκες σημαδεύουν σωστά ανατινάζοντας το στόχο στο κέντρο κύκλος σε κύκλο με η ουρά του παραθεριστή

Βιογραφικό σημείωμα

Ο Κώστας Ρεούσης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1970. Σπούδασε νομικά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς ποτέ να αποκτήσει πτυχίο. Το 1995 κυκλοφόρησε τη συλλογή ποιημάτων Χαμαιλέων (ιδιωτική έκδοση-εκτός εμπορίου) και το 2008 τη συλλογή πεζών ποιημάτων Feuille Volante Υπερπραγματικής Θρασύτητας (εκδόσεις Τυφλόμυγα). Ζει και εργάζεται στη Λευκωσία.