Επιθεώρηση Ποιητικής Τέχνης

Κατηγορία

Ποιητικό Καφενείο

Ποιητικό Καφενείο

Ποιητικό Καφενείο

Δάφνη Νικήτα: «Η ποίηση είναι η ενορατική ματιά του εαυτού και του κόσμου» [Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα]

«Τα στιλέτα είναι όλα αυτά που μας πονούν, τα οποία αν κατορθώσουμε να τα αποδεχθούμε με θάρρος και τόλμη, θα μας βοηθήσουν να ενεργοποιήσουμε μέσα μας αξίες και ιδανικά που μπορεί να είχαν «κοιμηθεί» , όπως για παράδειγμα την εντιμότητα, την ενσυναίσθηση- που τόσο σπανίζει στις μέρες μας-, τη σοφία και την πειθαρχία σε ό,τι μας βοηθά να παραμείνουμε αποφασιστικά και αμετάκλητα άνθρωποι. Τα αμέτρητα μυτερά στιλέτα λοιπόν, τα χρειαζόμαστε όλα, γιατί ίσως μόνο αυτά έχουν την ικανότητα να μας ωθούν να υπερβούμε τα όρια μας και να μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους»

Η Δάφνη Νικήτα μιλάει στο ΠΟΙΕΙΝ για τη νέα της ποιητική συλλογή με τίτλο «Στιλέτα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Στη συνέντευξη της αναφέρεται στις λέξεις που χάνουν τη δύναμη και το νόημά τους, στη σιωπή που γίνεται  καταφύγιο αλλά και στα θαύματα που συμβαίνουν γύρω μας αρκεί να είμαστε έτοιμοι να τα δούμε.
`
`
-Αγαπητή κυρία Νικήτα μιλήστε μας για τη νέα ποιητική συλλογή σας με τίτλο «Στιλέτα»
Θα απαντήσω την ερώτηση σας με αυτό που γράφω στο οπισθόφυλλο του βιβλίου που πιστεύω πως
συνοψίζει τη νέα αυτή έκδοση: «Ζωή να κοιταζόμαστε διαρκώς στα μάτια, μόνοι μέσα σε μια
θαυμάσια έρημο. Η παράγκα στο δάσος είναι ευλογία, όπως τα αδέσποτα σκυλιά που σώθηκαν. Η
αναμονή είναι βαρετή, μόνη επιθυμία η επιστροφή στην εξοχή που καίγεται. Τυλίγουν τα παιδιά τους
με χρωματιστά τραπεζομάντιλα και βγαίνουν στον δρόμο τρέχοντας· η ομορφότερη χώρα –λένε– είναι
αυτή όπου ζεις. Δεν ακούγονται καμπάνες, «έχουμε πόλεμο» φωνάζουν. Οι πρόσφυγες κοπάδια· ο
στρατός ανήκει –λένε– στον λαό· δεν υπάρχει φαγητό πουθενά. Παγωνιά, πέφτω πάνω στο χιόνι,
σπάω, γίνομαι άπειρα μαύρα μικρά πουλιά. Το παιχνίδι μόλις άρχισε, δεν υπόσχομαι τίποτα. Η
αβεβαιότητα γίνεται ελπίδα. Αμέτρητα μυτερά στιλέτα καρφωμένα στο στήθος, μείνε κοντά μου κι ας
τρέχω σαν άλογο, μείνε κοντά μου κι ας είμαι το άλογο χωρίς κεφάλι. Το θαύμα συμβαίνει τη στιγμή
που η απελπισία θριαμβεύει. Τη δύναμη ζητώ να νιώσω σαν φτερό που χορεύει με τον άνεμο. Κλειστά
φωτεινά δωμάτια στη μέση μιας θάλασσας που αδειάζει, καθώς ο μίζερος κόσμος ενώνεται ξανά.»
Διαβάστε περισσότερα
Ποιητικό Καφενείο

Ματίνα Μόσχοβη: «Θέλει κουράγιο να αντικρύσει κανείς το φως» [Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα]

«Η γνήσια ποιητική γλώσσα, φέρει εκείνο το «εξαίφνης» μιας αποκάλυψης, γιατί αμηχανεί μπροστά στην ύπαρξη. Με άλλα λόγια είναι η γλώσσα που απορεί, δηλαδή δεν έχει πόρο, πέρασμα, είναι η γλώσσα της ένδειας, της δυσκολίας να μιληθεί το ανθρώπινο, γι΄ αυτό μεταμορφώνεται σε γλώσσα μηχανόεσσα, εφευρετική, επινοητική, πανούργα. Έτσι ο ποιητής, καταντά ένας εμμανής της μητρικής γλώσσας»

Η Ματίνα Μόσχοβη γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε τραγούδι και θέατρο. Συμμετείχε σε συγκρότημα πολιτικού τραγουδιού με εμφανίσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Στο θέατρο συμμετείχε σε πλήθος παραστάσεων κλασσικού και σύγχρονου ρεπερτορίου. Τα τελευταία χρόνια έχει επικεντρωθεί στην διδασκαλία γραφής και συνανάγνωσης δημιουργώντας το εργαστήριο Εαρπηγών. Από το 2016 συμμετέχει στην ομάδα καθηγητών-συμβούλων του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, διδάσκοντας δημιουργική γραφή στο μεταπτυχιακό τμήμα.

Μιλάει στο Ποιείν για τη νέα της ποιητική σύνθεση με τίτλο «Αηδονία» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός. Αναφέρεται στο ποιητικό φως που δεν έρχεται έξωθεν αλλά έσωθεν και στο μεγαλείο του ανθρώπου, τη δυνατότητά να υπερβεί την τραγικότητά του.

 

 

-Μιλήστε μας για τον τίτλο της νέας σας ποιητικής σύνθεσης και τον συμβολισμό της

Η Αηδονία είναι αποτέλεσμα μιας «μάχης». Εναντίον της βαρύτητας. Είναι ο αγώνας να παραμείνει κανείς εντός του σταδίου, αγωνιζόμενος μαζί με τους συνανθρώπους του, με όρθια ψυχή. Είναι η προσπάθεια να μην συνθλιβεί: από την φρίκη, την θλίψη, την αδικία, την έννοια του κακού σε όλες τις εκφάνσεις της, μέσα του και γύρω του. Είναι η αντίσταση στο αυτοκαταστροφικό και καταστροφικό μένος του είδους μας.

Άρα όταν μιλά το ποιητικό υποκείμενο π. χ στο α΄ ενικό πρόσωπο, θα ήταν ορθό από την πλευρά του αναγνώστη ή της αναγνώστριας, να διακρίνουν σ΄ αυτό το α΄ ενικό όχι τον ποιητή ή την ποιήτρια αλλά την αναγωγή σε κάτι ευρύτερο και καθολικότερο, σε ένα «εμείς» που εμπεριέχει την εμπειρία του υπάρχειν. Στον βαθμό βέβαια που αυτό έχει επιτευχθεί στο ποιητικό έργο.

Κάποια νύχτα, διαβάζοντας, συναντήθηκα με την λέξη «αηδονία». Με συνεπήρε. Την ερμήνευσα όχι ως α στερητικό ηδονία, αλλά σαν την χαρμολύπη που μας γεννά το τραγούδι του αηδονιού. Βέβαια όπως αναφέρεται και στον σύντομο πρόλογο του βιβλίου, η αηδονία είναι φιλοσοφικός όρος που δηλώνει μια μέση κατάσταση μεταξύ αλγηδόνας και ηδονής, πόνου και ευχαρίστησης. Ο όρος αποδίδεται στην Κυρηναϊκή Σχολή και μάλιστα στον ιδρυτή της Αρίστιππο (435-355 π. Χ) μαθητή του σοφιστή Πρωταγόρα και του Σωκράτη.

 

Διαβάστε περισσότερα
Ποιητικό Καφενείο

Χρήστος Μαρκίδης:«Βαδίζουμε τυφλοί και ξεβράκωτοι σ’ ένα μέλλον δίχως πυξίδα» [Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα] 

 «Mε απασχολούσε εξαρχής, όχι η εναλλαγή αλλά η σύγκρουση του φωτός με το σκότος και στη ζωγραφική μου εκφράστηκε κυρίως στις «Νεκρές φύσεις» – ο Στέλιος Ράμφος τις είχε κάποτε ονομάσει συμφωνικές. Το φως προκύπτει από την πάλη με το Ασυνείδητο, το εικαστικό μου έργο αυτό διαπραγματευόταν πάντα αγγίζοντας στις εμπνευσμένες στιγμές του το Τραγικό. Η ίδια πάλη συνέχισε να με στοιχειώνει μετατιθέμενη στο φορτίο των λέξεων, των γλωσσικών εικόνων, την κρυπτική διάσταση των συμβολισμών, των σιωπών και των εκρήξεων, των υπερβατικών στοχασμών και των μυστικών εξόδων. Πρέπει να θυσιάσεις τον εαυτό σου εδώ. Να αναμετρηθείς με τους γίγαντες, που τελικώς θα σε συντρίψουν. Θα έχει μείνει όμως μια ζωγραφιά που ψηλάφισε την μεταφυσική τους ουσία, μια στροφή, ένας στίχος»

«Η Φύση υπερβαίνει τα ανθρώπινα όρια προβάλλοντας επιτακτικά και διαχρονικά τα δικά της. Αυτά τα όρια προσπαθεί ν’ αγγίξει ή να ξεπεράσει ο ποιητικός λόγος, τα εγκληματικά κατά το νόμο, το κάνει όμως με τις λέξεις μετουσιώνοντάς τες. Φροϋδική η αναφορά, αλλά όταν τα όρια ξεπερνιούνται στην κοινωνική σύμβαση θεωρείσαι εγκληματίας. Διαφορετικά, είσαι ποιητής»

 

Ο Χρήστος Μαρκίδης γεννήθηκε στη Δράμα το 1954. Σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1974-1979). Παρουσίασε έως τώρα τη δουλειά του σε δεκατέσσερις ατομικές εκθέσεις, ενώ συμμετείχε σε περισσότερες από εβδομήντα ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Παράλληλα κυκλοφόρησαν έξι συλλογές ποιημάτων του, Μονόζυγο-Τέσσερα Σχεδιάσματα, Διάττων, 1999 (εκτός εμπορίου), Έως, Διάττων, 2001 (εκτός εμπορίου), Άτια στο σκοτεινό νερό, Εκδόσεις του Φοίνικα, 2003 (εκτός εμπορίου), Κιννάβαρι, Άγρα, 2009, Δράκων κατήλθες, Τυπωθήτω-Λάλον Ύδωρ, 2013, Έρεβος η το άλλο φως, Εκδόσεις του Φοίνικα, 2020 και τα δοκιμιακά του πεζογραφήματα, Κατάματα, Γαβριηλίδης, 2005, 2014, Αρμός, 2022.

Ο καταξιωμένος ζωγράφος και ποιητής μιλάει στο Ποιείν για το συνολικό ποιητικό του έργο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός. Μέσα από τα ποιήματά του αναδεικνύονται έννοιες και αξίες όπως η αρμονία και το νόημα της ύπαρξης. Εξηγεί τι ήταν αυτό που τον έκανε  να καταπιαστεί με τον λόγο. Κάνει ιδιαίτερη αναφορά στη σύγκρουση του φωτός με το σκοτάδι αλλά και στα όρια που όταν ξεπερνιούνται στην κοινωνική σύμβαση θεωρείσαι εγκληματίας….Διαφορετικά, είσαι ποιητής…

 

-Κύριε Μαρκίδη συγκεντρώσατε το ποιητικό έργο σας σε μια εξαιρετική έκδοση. Μιλήστε μας για τα «Ποιήματα 1999-2020» 

Στην έκδοση περιέχονται έξι ποιητικές συλλογές, οι τρεις Μονόζυγο-Τέσσερα Σχεδιάσματα, Έως, Άτια στο σκοτεινό νερό κυκλοφόρησαν σε περιορισμένα αντίτυπα εκτός εμπορίου. Σκέφτηκα ότι καλό θα ήταν να συγκεντρωθούν μαζί με τις άλλες τρεις, Κιννάβαρι, Δράκων κατήλθες και Έρεβος ή το άλλο φως σε ένα βιβλίο έτσι ώστε ο αναγνώστης να έχει στα χέρια του το σύνολο ενός έργου 21 χρόνων.

Διαβάστε περισσότερα
Ποιητικό Καφενείο

Δημήτρης & Ορέστης Σταυρόπουλος: «Στόχος μας ήταν να μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε με το κέντρο του έργου του Ντοστογιέφσκι.»

 

Το έργο «Ο Κροκόδειλος» του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι παρουσιάζεται σε σκηνοθεσία των Δημήτρη και Ορέστη Σταυρόπουλου από τις 26 Φεβρουαρίου στο Θέατρο Πόρτα.

Οι δύο σκηνοθέτες μιλούν για το έργο αυτό στο ΠΟΙΕΙΝ.

 

Σχετικά με το έργο και τα θέματα που ανακύπτουν από αυτό

 

Μέσα από μια διαδικασία ανάγνωσης αρκετών κειμένων της ρωσικής λογοτεχνίας βρέθηκε στα χέρια μας Ο Κροκόδειλος, ένα από τα πολλά σύντομα διηγήματα του του Φ. Ντοστογιέφσκι. Γραμμένο το 1865 είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά έργα του συγγραφέα και με λίγες μεταφράσεις στην γλώσσα μας. Η αρχική φράση που υπάρχει στην πρώτη σελίδα του διηγήματος ήταν αρκετή για να μας προϊδεάσει για το τι θα επακολουθούσε: “Αφήγησις παράξενος”. Πράγματι στον Κροκόδειλο ο Ντοστογιέφσκι αποκαλύπτει ένα ύφος γραφής, που αρχικά αδυνατούσαμε να πιστέψουμε πως πρόκειται για έργο του ιδίου.

Το κείμενο βρίσκεται σε άμεσο διάλογο με το Παλτό του Ν. Γκόγκολ και προοιωνίζει τα πρώιμα φαρσικά διηγήματα του Α. Τσέχωφ. Με μια καθαρά καυστική διάθεση ήταν φανερό πως πρόκειται για ένα από τα αρκετά πολιτικά, κωμικά και σίγουρα ιδιόρρυθμα πονήματα του συγγραφέα. Τόσο μάλιστα που και ο ίδιος το υπογραμμίζει στο τέλος κάθε κεφαλαίου, αλλάζοντας ύφος σε κάθε διαφορετική ενότητα. Η επικεφαλίδα στην εισαγωγή του κειμένου θέτει ευθύς εξ αρχής το παράλογο της ιστορίας: η αληθινή διήγηση περί του πώς ένας κύριος, γνωστής ηλικίας και γνωστής εξωτερικής εμφάνισης, καταβροχθίστηκε ζωντανός από κροκόδειλο ευρισκόμενο εντός στοάς, ολόκληρος και χωρίς υπολείμματα, και τι επακόλουθα υπήρξαν εξ αυτού. Τα επακόλουθα και κυρίως οι παράλογες αντιδράσεις των ηρώων του διηγήματος, περιγράφονται από τον Ντοστογιέφσκι σαν να ήταν απολύτως φυσιολογικές.

Μέσα σε ένα κόσμο που ξετυλίγεται μπροστά μας ως σύμπαν γραφειοκρατίας, ναρκισσισμού, φιλαυτίας και συντηρητισμού, ο αφηγητής – πρωταγωνιστής πάσχει να υποδείξει την λογική και να αναδείξει την ενσυναίσθηση ως βασική ηθική αξία. Ο ρόλος του αφηγητή, είναι ουσιαστικά αυτός του ανθρώπου που αδυνατεί να κατανοήσει τον παραλογισμό ως κάτι το “φυσιολογικό” και διερωτάται διαρκώς ως λογικά σκεπτόμενο άτομο. Μέσα από αυτή την βασική διαφορά του με το σύνολο, ο ήρωας τοποθετείται σε μια μοναξιά και σε ένα πλαίσιο αδύνατης επικοινωνίας με τον υπόλοιπο κόσμο. Απέναντι του βρίσκει συνέχεια ως αδιέξοδο μια φράση που επαναλαμβάνεται διαρκώς σαν μοτίβο: “Ο οικονομικός παράγων πάνω απ’ όλα”.

Αυτή η φράση όμως φαίνεται να συμπυκνώνει συμπεριφορές μιας ολόκληρης κοινωνίας. Ακούγεται από όλους τους χαρακτήρες του έργου που κατά βάση έχουν ως προτεραιότητα το ατομικό του συμφέρων. Παραδόξως ο πρώτος που το εκφράζει ως βασικό κανόνα λειτουργίας των ανθρώπινων σχέσεων, είναι ο άνθρωπος που βρίσκεται στα σπλάχνα του ζώου. Η έννοια της οικονομικής ανάπτυξης ως υπέρτατο στόχο και ηθική πυξίδα, δεν αποτελεί μονάχα ένα σχόλιο στην ισοπεδωτική λειτουργία της οικονομικής ανάπτυξης με κάθε κόστος. Έρχεται να συγκροτήσει ένα ψυχογράφημα των εφήμερων ανθρώπινων σχέσεων, των συμπεριφορών της μεσοαστικής τάξης και την νοοτροπία της αυτοπροβολής ως ανάγκη, κοινωνικής αναγνώρισης και προσωπικής ανόδου.

Διαβάστε περισσότερα
Ποιητικό Καφενείο

Αναστασία Κ. Υφαντίδου: «Αν δώσουμε ένα χέρι βοηθείας στον εαυτό μας τότε μπορεί να επέλθει η κάθαρση» [Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα]

«Όταν η ύλη σιωπά, τα θέλω μας ουρλιάζουν, όταν είμαστε ολομόναχοι, εμείς και η ψυχή μας. Τις ώρες που οι κρυφοί μας πόθοι εισβάλουν στα πεθαμένα μας όνειρα, στην όποια ελπίδα, εκείνες τις ώρες ο νους μας ξεγλιστρά σε αυτό που ποθούμε περισσότερο στη γη, σε αυτό που αγαπάμε βαθιά κι ονειρευόμαστε καθώς όλο το είναι μας είναι μόνο εκεί ταγμένο.  Αυτό μπορεί να αφορά άνθρωπο, κατάσταση ,στόχο ή ότι άλλο»

Η Αναστασία Υφαντίδου γεννήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου του 1979. Κατάγεται από την Πεντάβρυσο της Καστοριάς. Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων και είναι κάτοχος μεταπτυχιακού στην Δημιουργική και Λογοτεχνική Συγγραφή του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Τον Ιανουάριο του 2021 εκδόθηκε η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Ήσυχοι Θόρυβοι» από τις εκδόσεις Κομνηνός.  Άρθρα της δημοσιεύονται σε εφημερίδες και ηλεκτρονικούς ιστότοπους.

Μιλάει στο Ποιείν για τη δεύτερη ποιητική της συλλογή με τίτλο «Κάθαρση». Η ποίηση της αφουγκράζεται τον παλμό της κοινωνίας, τις απογοητεύσεις, τις φιλίες, τον έρωτα και τη συγχώρεση που οδηγεί στην «Κάθαρση».

 

 

-Αγαπητή κυρία Υφαντίδου μιλήστε μας για τον τίτλο της ποιητικής σας συλλογής «Κάθαρση» 

Η Κάθαρση ως τίτλος γεννήθηκε ένα απόγευμα καλοκαιρινό σε μια υπέροχη παραλία της Ζακύνθου.  Σκέψη πρώτη – να μπορούσε η θάλασσα να πάρει τα προβλήματα μας μακριά και να τα ρίξει στο πιο βαθύ της σημείο.  Σκέψη δεύτερη – κανείς δεν μπορεί να πάρει τα προβλήματα μας μακριά εκτός από εμάς τους ίδιους.  Με ποιόν τρόπο; Προσωπική άποψη βέβαια, συγχωρώντας τον εαυτό μας.  Μας βαραίνουν καθημερινά πολλά και όταν τελικά πάμε να αποφορτιστούμε συνήθως δεν τα καταφέρνουμε καθώς μέσω των ενοχών μας, εμείς οι ίδιοι σταυρώνουμε τον εαυτό μας. Μα ζούμε σ’ έναν κόσμο με πολλούς άλλους πρόθυμους Ιούδες, ας μην είμαστε κι εμείς ένας ακόμη. Εάν λοιπόν καταφέρουμε να μας συγχωρήσουμε, όχι δικαιολογήσουμε, καθώς διαφέρει το ένα από το άλλο, τότε θα επέλθει η Κάθαρση.

Διαβάστε περισσότερα