Επιθεώρηση Ποιητικής Τέχνης

Κατηγορία

Ποιητικό Καφενείο

Ποιητικό Καφενείο

Ποιητικό Καφενείο

Ελένη Παπανδρέου:«Είμαστε και θα είμαστε ό,τι αγαπήσαμε, ό,τι μοιραστήκαμε, ό,τι ζήσαμε» [Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα]

 

«Οι άνθρωποι βιάζονται να χορτάσουν ο ένας με τον άλλο, γιατί κοιτώντας τον άλλο βλέπουν μόνο τον εαυτό τους. Είναι μια αναμέτρηση δυνάμεων, μια κατακτητική επιδρομή με ημερομηνία λήξης. Η ένταση δεν αφορά τη λαχτάρα για ένωση αλλά τον περιορισμό του χώρου και του χρόνου που δίνεται. Έτσι, οι δύο ερώμενοι αποκλεισμένοι στις προσωπικές τους στενωπούς, με σαφή όρια συναισθηματικά και ψυχικά, μένουν στον προθάλαμο της αγάπης, εκεί δηλαδή που κατοικεί μόνο το παροδικό, ως πόθος και επιβεβαίωση μιας κάποιας σημαντικότητας. Το πεπερασμένο δεν θα αναχθεί ποτέ σε αιώνιο, ο έρωτας δεν θα γίνει αγάπη και ο χαμένος χρόνος θα μεταμορφωθεί σε τέλος οριστικό»

Η Ελένη Παπανδρέου είναι μια από τις πιο ξεχωριστές ποιήτριες που συνδυάζει τον λυρισμό και το φιλοσοφικό βάθος με την προσωπική και υπαρξιακή ανησυχία. Στη γραφή της, ο θάνατος, ο χρόνος, ο έρωτας και η ανθρώπινη ύπαρξη συμφύρονται με τρόπο που αναδεικνύει τις πιο βαθιές πτυχές της ψυχής. Μέσα από τις ποιητικές της συλλογές: «Ώρες» και «Επτά και μισή λύπη» ,που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ιωλκός, η Παπανδρέου μας καλεί να αναλογιστούμε τη φύση της ζωής και του θανάτου, την αλληλεπίδραση του ανθρώπου με τον κόσμο και τη διαρκή αναζήτηση του νοήματος, μέσα από μια συγκινητική και βαθιά συναισθηματική γραφή.

 

 

Mόνοι μας ερχόμαστε. Μόνοι μας φεύγουμε./ Κόσμος μπαίνει. Κόσμος βγαίνει. /Αδέρφια και μάνα και πατέρας/ και άντρας και παιδιά /και φίλοι καρδιακοί/ κι ο έρωτας/-πάντα ο έρωτας κρυμμένος στη γωνία./Δική μας μόνο η μοίρα./Κοιμάται στο μαξιλάρι μας,/τρώει απ’ τις σάρκες μας, ανασαίνει τις πνοές μας./ Με την πρώτη κραυγή φέρνει λύπες και χαρές/και ύστερα πάλι λύπες

 

Διαβάστε περισσότερα
Ποιητικό Καφενείο

«Τάκης Τζαμαργιάς: Η ενσυναίσθηση δε διδάσκεται, βιώνεται μέσα από τις ανάγκες» (συνέντευξη στον Σπύρο Αραβανή)

Δεύτερος χρόνος για «Το αγόρι με τις δυο καρδιές», η αληθινή, δηλαδή, ιστορία της  αφγανικής οικογένειας Αμίρι, πατέρας, μητέρα και τρεις γιοι, η οποία δοκιμάζει και δοκιμάζεται σε έναν κόσμο αφιλόξενο, όποιο εθνόσημο και αν φοράει. Μια θεατρική παράσταση με πολλαπλές συνιστώσες (προσφυγικό, θέση της γυναίκας, οικογενειακές σχέσεις, ειδικές ανάγκες) που υπογράφει ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες σκηνοθέτες,  ο Τάκης Τζαμαργιάς, ο οποίος μιλάει στο ΠΟΙΕΙΝ για αυτή την αληθινή περιπέτεια, την οποία μετουσίωσε σε τέχνη που διηγείται, στενοχωριέται, προβληματίζεται, θυμώνει, πεισμώνει, αλλά αγαπά και γελά. Ακόμα και αν το τέλος, θα ήθελες να είναι διαφορετικό….Αλλά αυτό ήταν. 

 

-Ζούμε σε μια εποχή που οι αληθινές ιστορίες, και μάλιστα των προσφύγων, είναι μια καθημερινή είδηση σε πολυσέλιδα άρθρα, αφιερώματα, ντοκιμαντέρ, μέσα δικτύωσης και μάλιστα συνοδευόμενες από άφθονο φωτογραφικό υλικό ενίοτε ιδιαίτερα σκληρό κτλ. Αυτό αντί της επιθυμητής ευαισθητοποίησης ή ενσυναίσθησής μας, ενέχει τον κίνδυνο της εξοικείωσης με το θέμα που φθάνει ενίοτε στο βαθμό της νεκροποίησης των αισθημάτων μας. Σας απασχόλησαν αυτές οι σκέψεις όταν αποφασίσατε να ανεβάσετε το έργο;

Ο κίνδυνος εξοικείωσης είναι υπαρκτός και σίγουρα σε απασχολούν όταν επιλέγεις έργο με θέμα τους πρόσφυγες. Στην περίπτωσή μας όμως, στην αληθινή ιστορία της οικογένειας Αμίρι η προσφυγιά αποτελεί τη βάση, το επίκεντρο βρίσκεται στους δεσμούς αυτής της οικογένειας και στον τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος υγείας του μεγαλύτερου παιδιού. Για μένα αυτή η αληθινή περιπέτεια της αφγανικής οικογένειας Αμίρι, γραμμένη από τους ίδιους τους ήρωες της, μεταφερμένη στη σκηνή, είναι μια προσπάθεια ψυχικής ενδυνάμωσης και αλλαγής βλέμματος των νέων κυρίως απέναντι στα φαινόμενα βίας και τις ανέλπιδες χωρίς ίχνος φωτός καταστάσεις. Πρόθεσή μου δεν ήταν ούτε η ωραιοποίηση της πραγματικότητας, ούτε το χάπι εντ της οικογένειας Αμίρι που βιώνει τη σκληρή προσφυγιά και τον αγώνα για επιβίωση και τελικά τα καταφέρνει, όσο στο ότι κι αν περνάει δε σταματά να ονειρεύεται και να λαχταρά τη ζωή.

Διαβάστε περισσότερα
Ποιητικό Καφενείο

Αλεξία Σχορτσιανίτη: «Ό,τι μοιράζεται δεν μπορεί παρά να πολλαπλασιάζεται» [Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα]

 

«Η συμπόνοια τη σύμπνοια θα φέρει κι εκχωρώντας το ζωτικό της χώρο, θα συγχωρεθεί και θα συγχωρέσει. Η νέα η γενιά όλα τα χωρά και την επίγεια πρόγευση του παραδείσου κι αυτήν με τη σειρά της για λίγο θα γευτεί. Το αν τώρα στο διάβα των ετών θα γητευθεί ή/και θα γητεύσει, θα απογοητευθεί ή/και θα απογοητεύσει, θα ποδηγετηθεί ή και θα ποδηγετήσει και πιότερο τι ίχνη στην επόμενη θα αφήσει, ως η παλαιά πλέον αυτή γενιά, θα γραφτεί όπως και τόσες άλλες στην ιστορία. Με τι χρώματα, συγχωριανοί, αλήθεια μην με ρωτάτε. Ανίδεη είναι πάντα η πρόθεση και θαυμαστά πάντοτε βλέπετε της ανθρωπότητας τα έργα!»

H Αλεξία Σχορτσιανίτη μιλάει στο Ποιητικό Καφενείο του Ποιείν για τη συλλογή της με τίτλο «Δυστοπία» που κυκλοφορεί από τις ΑΩ εκδόσεις. Ο τίτλος της συλλογής αντικατοπτρίζει την αντίθεση μεταξύ της αναζήτησης για την ευτοπία και την αντιφατική πραγματικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Η συνένωση αυτών των αντιφάσεων —της ευτοπίας που αναζητάμε και της δυστοπίας που βιώνουμε— καταλήγει σε ένα σύνθετο έργο, όπου η αναγνώριση της αβεβαιότητας οδηγεί σε μια εσωτερική ελευθερία. Μέσα από την «Δυστοπία», ο αναγνώστης καλείται να ανακαλύψει τις βαθύτερες αλήθειες που συνυπάρχουν στον κόσμο των σκιών, των αμφιβολιών και των αντιφάσεων, αναζητώντας το φως που μπορεί να αναδειχτεί μέσα από αυτές τις σκοτεινές στιγμές.

 

-Μιλήστε μας για την ποιητική σας συλλογή με τίτλο «Δυστοπία» και τον συμβολισμό της

Η ποιητική συλλογή «Δυστοπία» ουσιαστικά αποπειράται να αποτυπώσει και να καταδείξει το πώς ο λεγόμενος εσωτερικός κι εξωτερικός κόσμος του εκάστοτε ανθρώπου είναι αρρήκτως συνδεδεμένοι κι αλληλοεξαρτώμενοι, φέροντας πολλαπλές μορφές κι εκδηλώσεις, σε μια αέναη προσπάθεια συνδιαλλαγής, σύμπλευσης και συμπόρευσης. Αυτή η προς του πάθους πορεία προς μία ευτοπία, φαντάζει τις περισσότερες φορές δυστοπική, αν όχι ουτοπική, μιας κι η εντόνως υπαρξιακή ανάγκη του όντος, εν γένει, για το όλον, την ενότητα, την υπέρβαση και την πληρότητα αναδεικνύει ταυτοχρόνως και την οντολογική καταδυνάστευση των αντιθέτων τους. Ως δίπολα λοιπόν, από τη μια οι έννοιες αυτές αποκτούν ουσία, υπόσταση και περιεχόμενο και κατά έναν παράδοξο τρόπο από την άλλη, (συ)σχετίζονται, (συν)δημιουργώντας την πολύπαθη και πολυπόθητη σχέση τους.

Διαβάστε περισσότερα
Ποιητικό Καφενείο

Γιώργος Χ. Ζαχαρόπουλος: «Η ποίηση κάποιες φορές μπορεί να είναι μια ερωτική πράξη» [Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα]

«Οι εικόνες και τα μυστήρια των Γραφών με γοητεύουν ιδιαιτέρως και ασκούν μεγάλη επιρροή στη γραφή μου. Ενώ δεν έχω πίστη, η έννοια της κατάνυξης έχει για μένα ύψιστη σημασία. Η θρησκευτική αναφορά είναι ένα έναυσμα για να μιλήσω για μια γενικότερη έννοια. Οτιδήποτε είναι αγνό, συνήθως υπόκειται σε κάποια βεβήλωση»

Ο Γιώργος Χ. Ζαχαρόπουλος μιλάει στο Ποιητικό Καφενείο του «Ποιείν» για την πρώτη του συλλογή με τίτλο «Αγρός Αίματος», η οποία κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μωβ Σκίουρος.

Ο τίτλος της συλλογής κεντρίζει. Ο «Αγρός Αίματος» είναι ένας τόπος που αναφέρεται στη Βίβλο και βρίσκεται κοντά στα τείχη της Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με την ευαγγελική αφήγηση, εκεί είναι που, μετά την προδοσία του Ιούδα, οι αρχιερείς των Εβραίων αποφάσισαν να επιστρέψουν τα τριάκοντα αργύρια που είχε πάρει ο Ιούδας για την προδοσία του Ιησού. Δεδομένου ότι τα χρήματα αυτά ήταν αντίτιμο αίματος, δεν ήθελαν να τα επαναφέρουν στο ταμείο του ναού. Έτσι, αγόρασαν μ’ αυτά έναν αγρό από έναν κεραμέα για να ταφούν εκεί οι ξένοι. Αυτός ο τόπος ονομάστηκε «Αγρός Αίματος».

Στα ποιήματά του αναδεικνύεται η συνειδητοποίηση της αντιφατικής φύσης του ανθρώπου, η σύνδεση της πνευματικής και σωματικής εμπειρίας, καθώς και η αναζήτηση της κάθαρσης μέσα από τον πόνο και το τραύμα. Αυτό που εντυπωσιάζει στην ποίηση του Ζαχαρόπουλου είναι η γραφή που παραπέμπει σε μια αλλότινη εποχή, η οποία ωστόσο διατηρεί μια ιδιαίτερη απήχηση στον σύγχρονο συναισθηματικό κόσμο.

 

 

Φύτρωσε καταμεσής στη σάλα μου/ μια Κουτσουπιά,/ σπάζουν ολοχρονίς το μωσαϊκό/ οι ρίζες/ το προσκέφαλο μου είναι μια κουλούρα αδύναμο/ σχοινί/ θεοστυγής, κείτομαι πρηνηδόν/ και/ κάθε σύθαμπο/ ἀπάγχομαι

-Ο τίτλος της συλλογής σας «ΑΓΡΟΣ ΑΙΜΑΤΟΣ» φαίνεται να αποπνέει έντονα συναισθηματικά φορτισμένες εικόνες. Τι σημαίνει για εσάς και πώς συνδέεται με τα ποιήματα της συλλογής;

Ο αγρός στον οποίο απαγχονίστηκε ο Ιούδας ονομάστηκε Αγρός Αίματος. Κατόπιν του γεγονότος αυτού, επειδή το μέρος θεωρήθηκε ακάθαρτο, χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο για τους ξένους, τους ανεπιθύμητους. Λόγω αυτού, θεώρησα ότι είναι ο ιδανικός τίτλος της συλλογής που θα εμπεριέχει τα ποιήματά μου.

Διαβάστε περισσότερα
Ποιητικό Καφενείο

Ελένη Γκίκα: «Αν αγαπάς αληθινά ακόμα και η συγχώρεση περιττεύει» [Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα]

 

«Σε όλα τα μεγάλα φτάνουμε μόνοι. Ακόμα και στον έρωτα. Για σκεφτείτε, ο καθένας μας ζει τον δικό του έρωτα «κατά τον δαίμονα εαυτού». Ακόμα και σ’ αυτό που υποτίθεται σμίγουν οι ζωές μας, ο καθένας μας το βιώνει διαφορετικά. Ανάλογα με αυτά που κουβαλάει στο σώμα, στη ψυχή και στο κεφάλι του. Μόνοι μας γεννηθήκαμε, και όσο για τον θάνατο, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα βαδίσουμε μόνοι»

«Το έχω ξαναπεί, είμαι άνθρωπος του ελέους κι όχι του δικαίου. Κι ύστερα είμαι η τελευταία που δικαιούμαι να συγχωρώ. Έχω κάνει τα λάθη μου, έχω ζήσει τα πάθη μου, συγνώμη θα πρέπει εγώ να ζητώ. Αλλ’ ευτυχώς η αγάπη σαν γομολάστιχα, ενοχές, παραλήψεις, απογοητεύσεις, όλα τα εξαφανίζει»

Η Ελένη Γκίκα μιλάει στο Ποιείν για τη νέα της ποιητική συλλογή με τίτλο «Εν ερημίαις επλανήθησαν». Η επίγνωση του θανάτου, που εμφανίζεται ήδη από τη στιγμή της γέννησής της, υπήρξε συνεχής συνοδός και καθοριστικός παράγοντας στη ζωή της, διαμορφώνοντας τη γενναία και απολύτως συνειδητή στάση της απέναντι στη ζωή. Η ίδια αποκαλύπτει πως το γράψιμο αποτέλεσε για εκείνη τον τρόπο να αντέξει τις φρίκες του πόνου και του φόβου, ενώ ταυτόχρονα οι λέξεις τη βοήθησαν να «ξορκίσει» το αναπόφευκτο: τον θάνατο.

Στο ποιητικό της έργο  αναζητά την αλήθεια γύρω από τη ζωή και τον θάνατο. Με βάθος και ειλικρίνεια, η Ελένη Γκίκα αποτυπώνει την ερημιά της ανθρώπινης ύπαρξης και την αποξένωση που βιώνει κάθε άνθρωπος. Κινούμενη ανάμεσα στην αγάπη, τον θάνατο και τη δημιουργία, η ποίησή της λειτουργεί ως ένα εργαλείο εσωτερικής πάλης και αποδοχής του αναπόφευκτου. Παρά το γεγονός ότι ο θάνατος αποτελεί το τελικό γεγονός, η ποιήτρια δεν αντιλαμβάνεται την ποίηση ως αντίδοτο σε αυτόν, αλλά ως τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να βιώσουμε και να κατανοήσουμε τη ζωή σε όλο το βάθος της.

 

 

-Μιλήστε μας για τη νέα σας ποιητική συλλογή «Εν ερημίαις επλανήθησαν». Τι είναι αυτό που σας κέντρισε να ασχοληθείτε με ένα από τα πιο βαθιά και αινιγματικά μυστήρια της ανθρώπινης ύπαρξης;

Ο Θάνατος μάς τρώει τα σωθικά από τη γέννησή μας. Και στη δική μου ζωή, ξέρετε, αυτό ήταν απολύτως ορατό, από την πρώτη στιγμή: γεννήθηκα με τον θάνατο στο χέρι. Δύσκολη γέννα, κόντεψα να πεθάνω τη μάνα μου, εντατικές, θερμοκοιτίδες… φροντίδα υπερβολική και εγκλεισμός τα πρώτα μου χρόνια για προστασία. Η επίγνωση αυτή ωστόσο στη ζωή μου με έκανε αφάνταστα τολμηρή. Αυτό που λένε, η κάθε μέρα μου σα να είναι η τελευταία. Ετοιμοπόλεμη πάντοτε και απολύτως συνειδητή. Στην πορεία είδα ότι και όταν φοβόμουν, έγραφα. Έτσι έμαθα να αντέχω τον πόνο, τον φόβο. Το «εν ερημίαις» γεννήθηκε μέσα σε μέρες, ο εδώ και σαράντα χρόνια σπουδαίος φίλος μου ήταν να κάνει ένα επικίνδυνο χειρουργείο. Μ’ αυτά τα ποιήματα που έφτασαν ακάλεστα κι ουρανοκατέβατα, τον αποχαιρετούσα, ξόρκιζα το κακό. Προσπαθούσα να καταλάβω αν τελικά τελειώνουμε πριν φύγουμε από αυτήν τη ζωή, το γήινο χρέος μας. Στο πρώτο μέρος, φαίνεται πώς δεν ξεφεύγουμε από τη μοίρα μας. Στο δεύτερο, με βασανίζει αυτό που υπάρχει συνήθως στη ζωή μας: η κίνηση η μισοτελειωμένη. Πόσο να σε προστατεύσει η ιστορία σου, η ζωγραφιά ή η σονάτα σου. Στο τρίτο, γονατίζω «των αχράντων μυστηρίων». Ο θάνατος είναι ένα αίνιγμα που μόνο αν τον γνωρίσουμε θα βρει τη λύση του. Αλλά θα είμαστε και ο μόνος αποδέκτης της, αλίμονο.

Διαβάστε περισσότερα