Επιτομή

 

Θάλασσα άψυχη

με ορίζει στη μνήμη

 

Φέρνω στον κόσμο

άγουρα παιδιά

στιχάκια ελεήμονα

προγόνους δίχως σόι

 

*

Ταυτοτικό

Της Ιστορίας το σάβανο
εγώ, η άωρη ντύθηκα
και ρίχτηκα στη θάλασσα,
Θεού δραπέτης ή προφήτης

Έφερνα στην κοιλιά μου
σαπρόφυτα παιδιά
έμβρυα αναπάντητα
πλανήτες και νεφέλες

Ανέμιζε η μαντίλα μου
σε όνειρο ακάτεχο
τα μάτια μου καθρέφτιζαν
ανάγκης αυταπάτες

Του Οδυσσέα ο καρπός,
μιας Πηνελόπης κόρη
αχρείαστη εγώ,
υπόμνημα στον Χάρο

Στην έρημο γέννησα
ορφάνια και ντροπή
παράσιτα όστρακα
δηλώσεις μετανοίας

Αιώνες μετά τον άνθρωπο …

 *

Claire de lune

 

Όμορφα σήμερα πλαγιάσαμε
μ’ ένα σχεδόν φεγγάρι
και οι σκιές της πόλης
λησμονημένα κύτταρα
σε ονείρου πλεχτάνη
εξαίσια σε λευκά
κοιμηθήκαμε σεντόνια

εφιάλτες δυσάλιους

κι ο μέσα θρήνος
την πείνα του ξεγέλαγε
με μία φλέγκαδράμα

 

Όμως σύριζαν πέρα μακριά
φλόγες μακαριστές
και των Αγίων φουρφούριζαν
τα πολύκλωνα άμφια
και των παιδιών οι κραυγές
τα μάτια που τους παίρναν
και τα χέρια τα πόδια
τ’ άφηναν μεσοστρατίς
με γλώσσες αιμάτινες
μανάδες ορφανές
συγύριζαν ωδίνες αλκυόνες
σε πλαστικές σακούλες
μεθυλικέςσαβανωσιές

Ρέκαζε φίλιος Αλλάχ
τρεμάμενος Χριστούλης
κι άλλοι των άλλοτε ανθρώπων
δαιμόνοι πανάρχαιοι
με γλωσσίδια φωτιάς
κατάρες έφτυναν
στην άσωτη άμμο
κάτω απ’ τα ερείπια
εκεί που το φίδι
ζέσταινε το χιόνι
κι αναδυόταν Τέλος
ο Αιώνας
τα κτήνη έσπερναν
ατσάλι και φώσφορο
στην άμωμο κλίνη μας
με φόντο οθόνης
βλέμμα πάνθωρο

Κειμένου εκδοχή
στο περιθώριο της ήττας

 

*

Βιοπαθολογία

 

Ερμαφρόδιτο σύμπαν

καίγεται στην άκρη

του πηλού

στέλνει μηνύματα

υβριδικά

σε λάθος παραλήπτη

τυφλή ειρωνεία

το χάος του

ανάβει τα μελτέμια

 

Έκζεμα σύμπαν

απλώνει τη γλίτσα του

στων ανθρώπων την άνεση

βαθιά φωνή

η έγνοια τους

στα σπλάχνα του παγώνει

αίμα στα μάτια τους

ο τυφλός του καρπός

σκορπιός ταριχευμένος

 

Στη Ράφα και στην Κοκκινιά

στη Βηθλεέμ στη Γάζα

στην Απόσταση

στα ρείθρα της Καισαριανής

Καλάβρυτα καιΔίστομο

στα Υψίπεδα του Γκολάν

στις όχθες του Ευφράτη

στο φαράγγι του Βιθνάρ

 

Νήπιο σύμπαν

ρίχνει τα ζάρια του

σε κύμα ορφανό

ντύνεται των Αρχαγγέλων

τη φωνή

των γυναικών οπού ορφάνεψαν

τον άθλιο οργασμό

καλιγώνει

 

 

*

Επισκόπηση

 

Η θάλασσα ήταν αίμα

αίμα ήταν η θάλασσα

φωτοβολίδες και βεγγαλικά

 

Ανεβαίνει η παλίρροια

ξεμακραίνει ο εχθρός

ένας μαύρος γάτος

ο γάτος μου

όλο αφήνει τρίχα

να με κρατάει σε εγρήγορση

 

Η θάλασσα ήταν αίμα

αίμα η θάλασσα

τα λιγοστά καβούρια

οι πεταλίδες τα πυρομαχικά

μεσοποτάμια εύρετρα

 

Η άμμος με τυφλώνει

ανερμάτιστα έμβρυα

ροκανίζουν ενοχές

γεννιούνται ξανά

και ξανά σαν εφιάλτης

βάζω την ηλεκτρική

σφουγγαρίζω ασταμάτητα

πράσινη ενέργεια

χάρτινα καλαμάκια

ευρεσιτεχνία η μαμά

οι δέκα μικροί νέγροι

στο απέναντι διαμέρισμα

βάζουν όλη μέρα πλυντήριο

ανεβαίνει το ρεύμα

το φυσικό αέριο

τα κοινόχρηστα

οι ποιητές των σαλονιών

οι άδοξες φεμινίστριες

η σφαγή

τα χαρακώματα

φλέγεται το μέτωπο

 

σαν τις σειρές στο Νέτφλιξ

 

 

 

*

Σπλαχνομάντης

 

Ένα καρβέλι άζυμο

το βιός μου όλο

και η άμμος

 

Αγέννητα παιδιά

θυσία στην ανάγκη

που δεν πρόκαμα

 

Λογάκια των προγόνων

αχαμνά

ένα σπυρί λουλάκι

 

Σε λαγούμι γδυμνό

μ’ εξόρισαν

σε γη Αχερουσία

 

Βύζαξα εύμαιος

το αίμα του σκορπιού

της θάλασσας την πάχνη

 

Ξοδεύτηκα σε μάχες

περισσές μ’ απάνεμους

συντρόφους συνορίτες

 

Σ’ έρημη γη

ριζώσανε τα σπλάχνα μου

ενάντια στον Χάρτη

 

 

*

Ομολογία

 

Ξένια θάλασσα

με ξοδιάζει

στην πέτρα

 

Το αίμα βυζαίνω

της οχιάς

το άγουρο αμπέλι

 

Κυοφορώ την άνοιξη

σε στίχους

αποστάτες

 

*

Επίνειο

 

Όσο κι αν σκάβω

σε γη αφορμή

νερό δεν βρίσκω

 

Φωνήεντα και σύμφωνα

αποσυνθέτω

στον κόρφο της Εκάβης

 

Θάβω αγέννητα παιδιά

στη λάσπη

στην απάτη

 

Βγάζω τα μάτια μου

Οιδίπους οιωνός

ευθύνης άμοιρος

φτενός θεούλη

ζηλωτής στα έσχατα

του κόσμου

 

Όσο κι αν σκάβω

σε πέτρα εκφορά

με ξεγελάει ο Ηράκλειτος

ποτάμι δίβουλο

 

Έμβρυα θάβω αλγεινά

ανάσες στίγματα

χάρτες και όρια

τα θάβω στον ασβέστη

 

Να ξημερώσω άνθρωπος

δεν μπόρεσα

 

Κτήνος γεννήθηκα

και κτήνος

με πεθαίνουν