Επιθεώρηση Ποιητικής Τέχνης
Η Κρίση της Ποίησης, Ποιητικό Καφενείο

August Strindberg, «Ο Χορός του θανάτου», Θέατρο Τέχνης ΕΚΑΤΗ (γράφει ο Φώτης Καγγελάρης)- Kριτική παράστασης

 

ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΔΥΣΤΥΧΙΑ

 

Τι κάνει δύο ανθρώπους να είναι μαζί;Όπως έχω τονίσει σε μια παλιότερη κριτική μου, ο άξονας αναφοράς έτσι όπως μας τους παρέδωσε ο Freud, ήδη από 1914, παραμένει ίδιος: να βρω στον άλλον τον ιδανικό καθρέφτη που θα μου αποδώσει την εικόνα του εαυτού μου όπως τη θέλω. Το πώς θέλω να με δω το πρωί στον καθρέφτη και στο βλέμμα του άλλου. Ο άλλος καλείται να είναι ένας καθρέφτης για να βρω την εικόνα μου όπως την επιθυμώ, όπως νομίζω ότι είναι ή θα ήθελα να είναι ή ήταν. Θα έχουμε προσέξει ότι τα ζευγάρια είναι περισσότερο ερωτευμένα στην αρχή της σχέσης γιατί τότε είναι που λείπει η πραγματικότητα, γιατί τότε είναι που ο άλλος είναι φτιαγμένος από τις φαντασιώσεις που έχω γι’ αυτόν. Είναι όπως τον θέλω – είμαι όπως με θέλω. Κάθε συνάντηση στην αρχή είναι συνάντηση φαντασιώσεων που υποκαθιστούν την πραγματικότητα του άλλου. Επί πλέον, στην αρχή της σχέσης οι ασυνείδητες οιδιπόδειες καταβολές συνεισφέρουν μάλλον στην δόμηση της σχέσης παρά αποσυντονίζουν όπως,  ενδεχομένως, θα συμβεί αργότερα. Όμως, η πραγματικότητα θα διεισδύσει αμείλικτα στη σχέση. Ο άλλος δεν θα είναι πια αυτός που ήταν στην αρχή της σχέσης. Τότε οι άνθρωποι χωρίζουν ή αναπροσαρμόζουν τα δεδομένα της σχέσης για να επιβιώσει ή αλληλοσπαράσσονται ή σκοτώνονται, τεμαχίζονται στην κυριολεξία.Θα πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη μας ότι υπάρχουν σχέσεις που δομούνται στη βάση του να είναι ο άλλος εκείνος που θα προβάλλω πάνω του τα ελαττώματα τα δικά μου κι έτσι εγώ να με βλέπω ως αυτόν που θέλω να είμαι, απαλλαγμένο από ότι μισώ σε μένα. Στην περίπτωση αυτή ο άλλος οφείλει να είναι ότι μισώ σε μένα. Αν δεχθεί ένα τέτοιο ρόλο μπορεί η σχέση να προχωρήσει. Αν όμως δεν δεχθεί;Στο σημείο αυτό είναι που ο Strindberg στήνει τον «Χορό του θανάτου», μια λυσσαλέα και αβυσσαλέα μάχη φθοράς του άλλου έως θανάτου, ψυχικού και, γιατί όχι, βιολογικού. Τα εγκλήματα πάθους είναι τα πλέον κραυγαλέα. Στην περίπτωση της ψυχικής εξόντωσης υπάρχει μια διαρκής επιδίωξη πληγμάτων, χτυπημάτων κάτω από τη μέση, ταπείνωσης, απαξίωσης, μίσους.Και κατά ένα παράξενο τρόπο το ζευγάρι δεν χωρίζει όχι από λόγους οικονομικούς, κοινωνικούς, ύπαρξης παιδιών αλλά γιατί κατ’ αυτόν τον τρόπο απολαμβάνουν δύο πράγματα: τον θάνατο του άλλου αλλά και καθένας τον δικό του αφού μέσω των πληγμάτων στον άλλο, τον καλεί ταυτόχρονα να του επιφέρει το αντίστοιχο. Και οι δύο γίνονται μια πληγή, μια ηδονική πληγή, όχι τόσο επειδή εξοντώνουν τον άλλο, όσο γιατί εξοντώνουν τον εαυτό τους μέσω των χτυπημάτων που προσκάλεσαν τον άλλο να τους κάνει, μέσω των χτυπημάτων που κατάφεραν οι ίδιοι στον εαυτό τους. Κάποιες φορές υπάρχει μια απόλαυση στην καταστροφή του εαυτού ιδίως αν ο εαυτός έχει γίνει ένα δοχείο ενοχής. Τότε είναι που προκαλείται ο άλλος, μέσω της πρόκλησης που του απευθύνεται να σκοτώσει.

Ο Strindberg (μεγάλη προσωπικότητα όχι μόνο του θεάτρου αλλά και της ψυχοπαθολογίας, είχε διαγνωστεί από ζηλοτυπικό- παρανοϊκό παραλήρημα και έχει γίνει ο ίδιος αντικείμενο μελέτης από εξέχοντες ψυχοπαθολόγους) μας λέει ότι η κόλαση δεν είναι ο άλλος έξω από εμάς αλλά εμείς οι ίδιοι. Ο άλλος είναι μέσα μας, είμαστε εμείς, μας υπαγορεύει την κόλαση που θα βρεθούμε, το πως θα χτίσουμε ανεπαισθήτως τα τείχη της σχέσης από τα οποία δεν θα μπορούμε να ξεφύγουμε, το πως θα ματώσουμε τον άλλον για να μας ματώσει αυτός με τη σειρά του. Ο συγγραφέας μας λέει ότι αυτός ο αδυσώπητος σπαραγμός συγκροτεί ένα νόημα ζωής, μια αιτία ζωής, μια υπαρξιακή αποσκευή για να διασχίσει κανείς τον χρόνο, όταν δεν υπάρχει δυνατότητα άλλου νοήματος ζωής. Ένας χορός θανάτου όπου ο επιζών είναι εξίσου νεκρός: «Άκου, βασιλεύει σιωπή», λέει, στο τέλος, η Άλις, «η υπέροχη γαλήνη του θανάτου».Αρκεί το κακό, το κακό του άλλου που τον προκαλώ να μου επιφέρει το αντίστοιχο. Αρκεί η καταστροφή του εαυτού μου.Η κ. Λουρμπά βαθύς γνώστης της σκανδιναβικής σκηνής έχει εντρυφήσει πολλαπλώς και με επιτυχία στους ψυχικούς δαιδάλους του σκανδιναβικού δράματος και μέσω αυτού στην ομίχλη του ανθρώπινου ψυχισμού γενικότερα. Ωστόσο, σε τούτη της την δημιουργία απογειώνει την παράσταση, τον θεατή, τους ηθοποιούς της. Έχοντας ως υπαρξιακή πυξίδα το δράμα των σύγχρονων σχέσεων μας προσφέρει μια διαχρονική εκδίπλωση του ανθρώπινου πάθους εκεί που η εξόντωση του άλλου αποσκοπεί στην εξόντωση του ίδιου του εαυτού. Η ηδονή εδώ σημαίνει, σε σκοτώνω για να με σκοτώσεις.Παράσταση λιτή, αναδύει την ουσία του έργου χωρίς περιττά στολίδια. Εγχειρίζει επί της σκηνής τους ήρωες για να δούμε τα σπλάχνα τους ποτισμένα από φθορά, μίσος, θάνατο και, ποιος ξέρει, αγάπη για τον θάνατο που προσφέρει ο άλλος, αγάπη γιατί το μίσος είναι ένας τρόπος ζωής.Η σκηνοθέτις οδηγεί τον θεατή στα άκρα με αδρές πινελιές, δομεί τον ζοφερό κόσμο του Strindberg όπου κανείς δεν μπορεί να φύγει, ούτε να μείνει, ούτε να ζήσει, ούτε να πεθάνει.Μας καλεί με μια λεπτεπίλεπτη νεορεαλιστική σκηνοθεσία να δούμε τους εαυτούς μας σε αυτό που συμβαίνει στη σκηνή, μήπως είμαστε εγκλωβισμένοι σε έναν κόσμο όχι μόνο μιας σχέσης αλλά σε έναν κόσμο από τον οποίο δεν μπορούμε να διαφύγουμε, σε έναν κόσμο που παρακαλάμε για θάνατο γιατί μόνο έτσι μπορούμε να ζήσουμε.Η κ. Λουρμπά είναι μια εξαιρετική ανατόμος της ανθρώπινης συνθήκης και το νυστέρι της είναι αδυσώπητο σαν και κείνο του Strindberg για να αναδείξουν και οι δύο μια ζωή χωρίς νόημα αλλά που οφείλει να έχει νόημα έστω πεθαίνοντας καθημερινά. Η κ. Λουρμπά κάνοντας μια βαθιά κατάδυση μας φέρνει στην επιφάνεια το μαύρο μαργαριτάρι που γνωρίζουμε όλοι: οφείλει κανείς να εφεύρει το νόημα της ζωής του ακόμα κι αν το νόημα αυτό είναι ο θάνατος, η κόλαση της κάθε μέρας.Η κ. Μουργελά ως Άλις, είναι ηθοποιός με πλήρη συναίσθηση του υποκριτικού μέτρου, απόλυτα ελεγχόμενη ως προς την έκφραση των εντάσεων, κυρία των δονήσεων του σώματος, της φωνής, του βλέμματος, της κίνησης και της σιωπής επιτρέπει στον θεατή να αναγνωρίσει στοιχεία του εαυτού του, να συμμετάσχει στο χορό του θανάτου. Η κ. Μουργελά με το εξαιρετικό της παίξιμο ανασύρει από τον θεατή την καταστροφική του πλευρά, φέρνοντας τον στη σκηνή ως πρωταγωνιστή.Ο κ. Ασημάκης ανταποκρίνεται  με επάρκεια στο ρόλο του αλλά υπάρχουν στιγμές που η έκφραση του διέπεται από μια ναρκισσιστική χροιά και μία τονισμένη εγκεφαλική διεργασία. Ωστόσο, είναι άξιος ηθοποιός με πλούσιο φορτίο υποκριτικών αποσκευών, προορισμένος για κυριαρχικούς σκηνικούς ρόλους. Ο κ. Ασημάκης διεκπεραιώνει την εκκωφαντική σιωπή του θανάτου που υφέρπει στην αριστουργηματική σκηνοθεσία.Άφησα για το τέλος τον κ. Χατζηγεωργίου, στον ρόλο του συζύγου. Για τον ηθοποιό αυτό έχω γράψει ήδη για την εξαιρετική σκηνική του παρουσία σε άλλες παραστάσεις. Ο ηθοποιός αυτός δίνει την εντύπωση ότι είναι κατασκευασμένος από όλα τα θεατρικά πρόσωπα και με απόλυτη φυσικότητα μπορεί να επιλέξει ένα ρόλο και ναεκφραστεί όπως θα εκφραζόταν ο ίδιος του ο εαυτός. Είναι ο ηθοποιός που συνεπαίρνει τον θεατή, που τον κάνει να ξεχνά ότι είναι ηθοποιός, σαν να καλεί τον θεατή να του δείξει τη ζωή του, να του μιλήσει γι’ αυτό που συμβαίνει μέσα του. Ο κ. Χατζηγεωργίου είναι συνδημιουργός του ρόλου του, ένας συνσυγραφέας ο οποίος γειώνει το κείμενο στο ανθρώπινο μέτρο, σ’ αυτό που ο θεατής μπορεί να αντέξει όταν κοιτάζει τα εντός του εαυτού του. Εκπλήσσει η φυσικότητα της διαδοχής των εκφράσεων και κυρίως η απόλυτα φυσική απλότητα που μπορεί να χειριστεί το δράμα του ανθρώπινου αδιέξοδου.Τα σκηνικά της κ. Λάμδα ανταποκρίνονται πλήρως στη ζοφερή ατμόσφαιρα, εξωτερική και εσωτερική του δράματος, εκτός της τέντας με τα χρυσά κρόσσια που θυμίζει τσίρκο. Εκτός και υποδηλώνει το τσίρκο της ζωής. Τα κοστούμια ανταποκρίνονται μεν στο πνεύμα της παράστασης αλλά θα μπορούσαν να είναι πιο σύγχρονα και λιγότερο «μπαρόκ» ούτως ώστε να διευκολύνεται ο θεατής στην ταύτιση του με τους ρόλους.Η μουσική επιμέλεια του κ. Ανδρουλή είναι από τις καλύτερες που θα μπορούσαν να επιλεγούν: αφυπνίζει, προδιαθέτει τον θεατή για την συνέχεια, με λίγα λόγια η μουσική  γίνεται ένα πρόσωπο του έργου.Η ένσταση μου για τον φωτισμό παραμένει όπως την έχω εκφράσει και γι’ άλλες παραστάσεις. Δεν χρειάζονται μανιέρες και στερεοτυπίες οι οποίες συχνά αποπροσανατολίζουν τον θεατή. Δεν πάμε να εντυπωσιάσουμε τον θεατή, πάμε να τον συνεπάρουμε, να παίξει μαζί μας από την θέση του. Η ατμόσφαιρα δεν φτιάχνεται με εμβόλιμους τρόπους. Ο φωτισμός απλά τονίζει, προδιαθέτει ή κλείνει μια σκηνή ή γεμίζει τη σκηνή σε μια αλλαγή σκηνικού. Η υπερβολή είναι φλυαρία. Ο φωτισμός μπορεί να πρωταγωνιστεί αλλά να μην φαίνεται.Η σύσταση για την παράσταση είναι θερμή: ο θεατής θα δει την δική του υπαρξιακή αντίφαση, την μείξη του έρωτα με τον θάνατο, την αμφιθυμία του μόνος- μαζί, το αξεδιάλυτο της αγάπης με το μίσος: σε μισώ επειδή σ’ αγαπώ, αγαπώ το μίσος μου για σένα γιατί έτσι μπορώ να είμαι μαζί σου, αγαπώ να σε σκοτώνω, αγαπώ να με σκοτώνω, να με σκοτώνεις. Και στο κάτω-κάτω , όπως έλεγε η Κάρμεν «τι πιο μεγάλη ευτυχία από το να πεθαίνεις από το χέρι εκείνου που αγαπάς».

Πάμε, λοιπόν, να δούμε τους εαυτούς μας στην παράσταση του θεάτρου Εκάτη.

Ο Φώτης Καγγελάρης είναι Διδάκτωρ Ψυχοπαθολογίας Univ. de Paris, Συγγραφέας
***********************************************************************************************************
`
`

`

`

****************************************************************************

Συντελεστές ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

 

Σκηνοθεσία – προσαρμογή: Βαλεντίνη Λουρμπά
Διασκευή: Γιούλη χρονοπουλου

Φωτογραφία – Βίντεο: Τριανταφύλλου Σφακιανάκης Ζώης, Καλτσονούδης Γιάννος
Φωτισμοί: Γιάννης Ζέρβας
Σκηνογραφία: Σωτηρία Λάμδα
Ενδυματολογία: Κυριακή Θωμά

Παίζουν οι ηθοποιοί
Μάνος Χατζηγεωργίου
Ολγα Μουργελά
Βασίλης Ασημάκης

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Σχετικά άρθρα
Η Κρίση της Ποίησης
Κώστας Λάνταβος, «Το μέγιστο θαύμα», εκδ. Θράκα, 2023 (γράφει ο Χρήστος Μαυρής)
24 Μαρτίου, 2024
Η Κρίση της Ποίησης
Δημήτρης Κοσμόπουλος, «Έθνος εξαιρετικά», εκδ. Περισπωμένη, 2023 (γράφει η Μένη Πουρνή)
7 Μαρτίου, 2024
Η Κρίση της Ποίησης
Σάββας Λαζαρίδης, «Κολάζ Πορνογραφίας», εκδ. ΑΩ, 2023 (γράφει η Ελευθερία Θάνογλου)
4 Μαρτίου, 2024