Περί αγάπης

Ένιωσε μια φευγαλέα ανάσα έρωτα.
Στο στομάχι χτύπησε τα τοιχώματα, σα να ‘θελε να σπάσει τα δεσμά.
Έτσι, όμως, δε χτυπάει και ο πόνος;
Παρατεταμένα, όμως, δυνατά και άφευκτα.
Η ανάσα αυτή -παράδοξο- δεν έφερε τον πόνο στο φευγιό της.
Έφερε ένα κενό. Άνοιξε χώρο στο στομάχι άφθονο.
Μα δε χωρούν πια άλλες ανάσες έρωτος.
Οι τοίχοι πια σκληρύναν, θωρακίστηκαν και ξέρουν.
Εισπνοή. Εκπνοή. Αυτός είναι ο δρόμος των ερώτων των μεγάλων.
Μένει μόνο μια ανάγκη για την οριστική εισπνοή, την απόλυτη
Που θα μείνει πάντα εντός κι ας σφραγιστεί από τοίχους.

Αυτοαναφορικό

Τους δίνει η αγωνία λόγο ύπαρξης.
Δε στερεύουν τα προβλήματα. Στέγη, δουλειά, έρωτες, χρήμα.
Κι αν για λίγο μόνο τα λύσουν, κι αν φύγουν οι βάρβαροι, τι θα συμβεί;
Άραγε πού θα πάει η αιτία της αγωνίας;
Κι όμως, εκεί θα μείνει. Γιατί η αγωνία είναι η ίδια βάρβαρος και αιτία.
Αιτία να ξυπνάνε το πρωί, να υπάρχουν και να αλλάζουν.
Να φθείρονται, επίσης.
Αλλά στο κάτω κάτω φθαρτοί δε γεννηθήκανε;
Είναι λυσιτελής η αγωνία τους, λοιπόν.
Η αγωνία μας. Η αγωνία σου.