…απ’ το δωμάτιο
Κοίτα, μια ευχή αδέξια ριγμένη
σ’ ένα πιρούνι τσίγκινο,
στο δωμάτιο με τις ασημένιες ηλιαχτίδες
με τα καλομαυρισμένα ασημικά
-βιτρίνες ακριβές
κλειδωμένες με χρυσά κλειδιά
που στον ανέγγιχτο κόρφο τους
φυλάγουν των μεγαλείων οι κυρίες –
μεταλλικά δοκάρια ηδονικά παραιτημένα στη σκουριά,
μέσα τους στάζει στάλα το νερό,
αντηχεί στη δια πασών η κρυστάλλινη σταγόνα
σαν τις ανείπωτες λέξεις στους γυμνούς τοίχους του μεταμελημένου μυαλού,
κι έξω απ’ το δωμάτιο
με τα ασημικά και τα δοκάρια και τις ξεθωριασμένες ηλιαχτίδες
ένα κάρο περιμένει,
αχρηστείες φορτωμένο,
να ξεκολλήσει από το χόρτο η ρόδα
και να κινήσει εύθυμο για τον ελπιδοφόρο ορίζοντα
του αδιέξοδου δρόμου.
Ανάμεσα
Από τη χάρτινη κουρτίνα του χρόνου
αιφνίδιο φανέρωμα,
τα μονοπάτια τα φωτεινά της προσφοράς
κι οι δρόμοι της αφαίρεσης,
δείκτης μονάχος ο άνεμος
μέσα στους νόμους τους δίχως ισχύ
μέσα στων νεφελών τα βήματα,
στο ξύλινο πάτωμα
πεσμένο το δώρο του νεκρού
-με κρότο άηχο από τα πριν ριγμένο-
και στο μπαλκόνι
το κόκκινο της αλλαγής σεντόνι
σαν το αίμα των ονείρων το γρήγορο,
νεύματα παραχωρητικά του ουρανού
και πείσματα αγέλαστα της γης,
το ’να μου πόδι αγκαλιασμένο στο τίποτα
και το χέρι μου με τα ακροδάχτυλα στο κάτι.
Κατάματα
Στην ώρα πάνω τη σωστή
τελειώσαν οι αυταπάτες,
περιχαρές το ντύμα της αλήθειας,
γνώση στερνή
σκληρά στα στερνά βαλμένη,
με θάρρος λιγόψυχο η ζωή ιδωμένη,
στο ζύγι οι δισταγμοί ακροβατούν
μα
η ματιά καθαρή
-μάταια δεν αιωρείται η ζωή
από τσιγκέλια χάρτινα.
…..με κάνεις κ σιωπώ. ΜΠΡΑΒΟ