collo001.jpg

ΙΜΕΡΟΣ

Θα υπερβώ τους δισταγμούς και τα διλήμματα
Και θα ʼρθω να σε βρω στη μοναξιά σου
Θα σε γυμνώσω απʼ τα ρούχα που μου κρύβουνε το κάλλος σου
Και θα σου πιω όλο το νέκταρ των αγριολούλουδων
Κι όλο το γάλα των γεμάτων θηλυκότητα μαστών σου
Θα σε ρουφήξω μέχρι να γεμίσει τατουάζ το δέρμα σου
Και να ανατριχιάσει όλο ρίγος το κορμί σου
Ύστερα θα χαράξω με μαχαίρι την ωραία πλάτη σου
Και τους υπέροχους χυτούς μηρούς σου
Και θα περάσω πυρωμένο σίδερο
Μεσ΄από την τρεμάμενη ανεμώνα της κοιλιάς σου
Κι όπως θα σέρνεσαι και θα σφαδάζεις από τα μαρτύρια
Θα σου γεμίσω με αλάτι τις πληγές

Ύστερα θα σου σφίξω με τα χέρια μου
Εκείνον τον περιπαθή λαιμό σου
Μέχρι τα μάτια σου τα ωραία και γεμάτα πρόκληση
Να μείνουνε για πάντα ανοιχτά

Κι όπως αργότερα θα μεταφέρω τα κομμάτια απʼ το πτώμα σου
Για να τα θάψω και να μη μʼ ανακαλύψουν
Θα θυμηθώ πως ξέχασα να κάνω μέσα σου έρωτα
Προτού διαμελίσω το κορμί σου
Και πως επίσης ξέχασα να πω πως σʼ αγαπώ
Προτού νʼ αρχίσω επάνω σου τις ειδεχθείς μου πράξεις

Ήταν το πάθος που με τύφλωνε
Κι ήθελα να σʼ εξαφανίσω
Για να σου πω μετά, με σιγουριά απόλυτη,
Πως μόνο εγώ σʼ αγάπησα με τέτοιο πάθος.
Τι κρίμα που δεν είσαι ακόμα ζωντανή
Να καταλάβεις επιτέλους δίχως δισταγμούς
Πως έτσι έγινες παντοτινά δικιά μου.

Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΑ

Γεμάτη ήττες είναι η ζωή
Ήττες σʼ αγώνες άνισους
Με υπέρτερες δυνάμεις
Δυνάμεις σκοτεινές και υποχθόνιες
Ουτιδανών συνασπισμένων στον υπόκοσμο
Των υπονόμων στο Παρίσι των Αθλίων

Ήττες, ακόμη κι αν τους συναντάς
Καθώς εξέρχονται στο φως του ήλιου απʼ το έρεβος
Και που για νʼ αποφύγουνε την εξαφάνιση
Από την αντιμικροβιακή του δράση
Του επιβάλανε φίλτρο και φίμωτρο
Και τον μεθύσανε με ύμνους και τραγούδια

Όμως εμείς υπάρχουμε και επιμένουμε
Έφιπποι στον ιππόδρομο της επικείμενης επέλασης
Να εφορμήσουμε με πάθος εναντίον τους
Αλώνοντας αργά-αργά μα σταθερά
Τα σκαλοπάτια που οδηγούν στην κορυφή
Μέχρι να το εξολοθρεύσουμε οριστικά
Αυτό το γένος των ανθρώπων αρουραίων

ΝΑ ΜΑΣ ΤΟ ΠΕΙ Η ΣΙΩΠΗ

The rest is silence
“Hamlet”, Shakespeare

Mετά από προσπάθειες αιώνων
Και στοχασμούς και διαλογισμούς και σκέψεις
Μετά από ξενύχτια ατέλειωτα
Ματιές στο σύμπαν απειράριθμες
Και αριθμούς και αναρίθμητες
μαθηματικοποιημένες εξισώσεις
Φθάσαμε στο συμπέρασμα
Πως μας εγέννησε το τίποτα
Ενʼ ακατάληπτο τίποτα
Που μάλλον θα ʼπρεπε να καταπιούμε
Για να νιώσουμε ίσως το κάτι
Που δεν ήμασταν ποτέ.
Όσο για το πού πορευόμαστε
Ας το αφήσουμε καλύτερα
Να μας το πει η σιωπή

ΠΡΑΞΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ

Όταν η μελωδία της ανθρώπινης φωνής
Δονεί τις ιδιοσυχνότητες της ιδιοπροσωπίας

Όταν η φυσαρμόνικα και το ακκορντεόν κι η άρπα
Με τη συνοδεία των ανθρώπινων πνευστών
και των κρουστών και των εγχόρδων
Χαϊδεύουν με το θρόισμα της πάλλουσας αναπνοής
Την άνομη διεγερμένη σάρκα

Όταν η τρικυμία στο κρανίο μαίνεται
Και σχίζει τα πανιά του αποπλανημένου ιστιοφόρου

Όταν η φλόγα της τριβής αναπηδά
από τη στιγμιαία έκρηξη
Και προκαλεί τη γένεση της έκλαμψης
Καθώς τα γράδα ανεβαίνουν κι εκτινάσσονται
Και υπερχειλίζουνε τα στόμια της ύπαρξης
Κι η εκροή της ζώσας ύλης
Αγγίζει τα λεπτά υμένια της υποστάσεώς μας

Όταν οι κορυφές χτυπούνε τον πυθμένα
της ζωοδόχου θάλασσας
Καθώς τα κύματα αθροίζονται
Και πολλαπλασιάζουνε το ύψος
Τότε μπροστά στη δίνη της υπέρτατης προσρόφησης
Κάθε αντίσταση είναι μάταια
Κάθε δεύτερη σκέψη απερισκεψία
Κάθε παράπλευρη δραστηριότητα μια μεγάλη ανοησία

Γιατί ο φτερωτός θεός της Αθωότητας
Επέλεξε εν σιωπή
Τους εκλεκτούς της Έλξης
Και τους ωθεί μονόδρομα στην αποστολική πορεία τους
Για να αυξήσουνε τον πληθυσμό της γης
Και για να κατακτήσουνε το σύμπαν

ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ

Ένα μυρμήγκι αιφνιδίως μεταλλάχτηκε
Άρχισε να αυξάνει ακατάσχετα
Έγινε τόσο πελώριο
Που κάλυψε περίπου ολόκληρη την πόλη
Οι κάτοικοι έφυγαν πανικόβλητοι προς τα βουνά
Οι αστρονόμοι γύρισαν τα τηλεσκόπια ανάποδα
Τα μεταποίησαν σε σμικρυντικούς φακούς
Κοίταξαν λίγο, κάτι σημείωσαν
Κι ύστερα κούνησαν αδιάφορα τους ώμους τους
Θέμα προοπτικής και αναλογιών, ψιθύρισαν
Δεν είναι παρά ένα κοινό κοινότατο μηρμύγκι

ΕΠΙΜΕΤΡΟ

Προσφάτως διάβαζα μια κριτική επί ποιητικής συλλογής, την οποία ο λαρισαίος κριτικός τελείωνε με τη φράση για χάρη του [του ποιητή] έβαλα στο iPod δυνατά τον Τζίμι Χέντριξ. Η φράση αυτή με υποχρέωσε σε σκέψεις επί εκλεκτών συγγενειών. Πιο συγκεκριμένα, αισθάνθηκα ότι όταν ο γραφιάς διαπιστώνει κάποια αρτηρία κοινή με γείτονα γραφιά, θα νιώθει, φυσιολογικά, πιο ζεστή, σε σχέση με πριν, τη ροή του αίματος σʼ αυτήν. Είναι, πραγματικά, απίστευτες οι αναστομώσεις της αισθητικής: στη μουσική, στις αλάνες, στις εξισώσεις, στην καταγωγή, στη ζώσα ύλη του κυττάρου, στα γκλομπ του φασίστα, στις άδειες καρέκλες, στις θαλαμηγούς και αλλού. Διαβάζοντας Χρίστο Γούδη, αναγιγνώσκω επί γνώριμου εδάφους. Πρόκειται περί ενός ακόρεστου και βουλιμικού ποιητή, που δίνει προβάδισμα στην όρεξή του-ούτε στο γεύμα ούτε στις γαρνιτούρες ούτε στο φινίρισμα. Το επιτυχημένο του ποίημα, το βλέπω ως έναν επιτυχή ακρωτηριασμό μιας έντονης αίσθησης. Τους παραδρόμους των ποιημάτων του (αυτούς που αντιλαμβάνομαι εγώ ως τέτοιους: τη διαταραχή της ροής, την ελλειπτική στίξη, τη φορτωμένη παρατακτική σύνδεση), τους ψηλαφώ ως παραπροϊόντα μιας γνησίως σωματικής έκφρασης, άκρως γοητευτικής και ρομαντικά παλιομοδίτικης.