Γκέοργκ Τρακλ, Το Όνειρο του Κακού, Ποιήματα (1913-1915), Εισαγωγή-Ματάφραση-Σχόλια: Μιχάλης Παπαντωνόπουλος, Εκδόσεις Ερατώ, 2005

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Το βράδυ σωπαίνει ο θρήνος
του κούκου στο δάσος.
Βαθύτερα γέρνει το στάχυ
κι η κόκκινη παπαρούνα.

Πάνω απ’ το λόφο απειλεί
μαύρη καταιγίδα.
Το παλιό τραγούδι του γρύλου
ξεψυχά στον αγρό.

Το φύλλωμα της καστανιάς
πια δε σαλεύει.
Το φόρεμά σου θροΐζει
στο γύρισμα της σκάλας.

Γαλήνια φέγγει το κερί
στο σκοτεινό δωμάτιο
ένα ασημένιο χέρι
το ‘σβησε-

άπνοια, νύχτα δίχως άστρα.

ΓΕΝΝΗΣΗ

Βουνά: μαύρο, σιωπή και χιόνι.
Κόκκινο κατεβαίνει το θήραμα απ’ το δάσος
Ω, τα βρυώδη μάτια του θηρίου.

Η γαλήνη της μητέρας όταν προβάλλει έκπτωτη
η παγωμένη σελήνη κι ανοίγουν τ’ αποκοιμισμένα χέ-
ρια
κάτω απ’ τα μαύρα έλατα.

Ω, η γέννηση του ανθρώπου! σκοτεινά παφλάζουν
τα γαλάζια νερά στο βραχώδη βυθό.
Στενάζοντας κοιτάζει την εικόνα του ο έκπτωτος
άγγελος,

στο πνιγηρό δωμάτιο ξυπνάει κάτι χλωμό.
Δύο φεγγάρια λάμπουνε
τα μάτια της πέτρινης γριάς.

Αλίμονο, η κραυγή της γέννας με μαύρη φτερούγα
η νύχτα αγγίζει τον κρόταφο του αγοριού,
χιόνι, που πέφτει σιγανά από πορφυρό σύννεφο.

Σ’ ΕΝΑΝ ΠΡΩΙΜΑ ΝΕΚΡΟ

Ω, ο μαύρος άγγελος που φάνηκε σιγά μέσα απ’ το δέ-
ντρο,
πράοι όταν μαζί, το βράδυ, παίζαμε
στο χείλος του γαλάζιου πηγαδιού.
Ήσυχο ήταν το βήμα μας και τα στρογγυλά μάτια μες
στη σκούρα παγωνιά του φθινοπώρου,
κι αχ η πορφυρή γλυκύτητα των άστρων.

Αυτός όμως κατέβηκε τα πέτρινα σκαλιά του Μένχ-
σμπεργκ:
γαλάζιο χαμόγελο στην όψη, παράξενα κουκουλωμέ-
νος
στα πιο ήσυχα παιδικά του χρόνια’ και πέθανε
κι απέμεινε η ασημένια όψη του φίλου στον κήπο
να κρυφακούει στη φυλλωσιά ή στο παλιό πέτρωμα.

Η ψυχή τραγούδησε το θάνατο, την πράσινη σήψη της
σάρκας,
κι ήταν το θρόισμα του δάσους,
κι ο φλογερός ο θρήνος του αγριμιού.
Διαρκώς ηχούσαν από μισοσκότεινους πύργους οι γα-
λάζιες καμπάνες του βραδινού.

Κι ήρθε η ώρα, όταν εκείνος είδε τους ίσκιους στον
πορφυρό ήλιο,
τους ίσκιους της σαπίλας στο γυμνό κλαδί’
βράδυ, όταν σε μισοσκότεινα τείχη τραγούδησε ο κό-
τσυφας,
γαλήνια στο δωμάτιο φάνηκε το πνεύμα του πρώιμα
νεκρού.

Ω το αίμα, που τρέχει απ’ το λαρύγγι εκείνου που α-
κούστηκε,
γαλάζιο λουλούδι’ ω το πύρινο
δάκρυ μες στη νύχτα.

Σύννεφο χρυσό και χρόνος. Συχνά στο έρημο δωμάτιο
προσκαλείς τον νεκρό,
βαδίζεις κάτω από φτελιές κι εμπιστευτικά συνο-
μιλείς κατεβαίνοντας τον πράσινο ποταμό.

ΕΙΚΟΣΙ ΕΠΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΗΡΚΕΣΕ Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΓΚΕΟΡΓΚ ΤΡΑΚΛ (1887-1914) στον ουρανό της Ευρώπης, είκοσι επτά χρόνια αφιερωμένα σε μια δαιμονιακή , αναζήτηση γεμάτη ερμητικά σύμβολα, που ανάγκασαν τον Λούντβιχ Βιτγκενστάιν να αναφωνήσει: «Δεν μπορώ να την καταλάβω την ποίησή του. Όμως ο τόνος της με μαγεύει. Είναι ο τόνος των πραγματικά ιδιοφυών ανθρώπων!» .
Η ποίηση του Τρακλ μιλάει με την δύναμη ενός αβυσσαλέου πνευματικού πεπρωμένου. Μέσα της όλα γίνονται εικόνες και αλληγορίες σκοτεινές. Όμως ο τρόπος με’ τον οποίον εκφέρονται, σε αναγκάζει να πιστέψεις στη δυνατότητά τους, να δεχθείς το βάραθρο της ύπαρξης σαν φυσικό περιβάλλον του ανθρώπινου προσώπου, σαν τόπο της μεγάλης μάχης για την κατάκτηση μιας πληρότητας, που τρέφεται από το ανεπίτευκτο.

(Σημείωση του Σ.Π.: καταχώρησα στην κατηγορία Around Thirty το βιβλίο του Μιχάλη Παπαντωνόπουλου γιατί πιστεύω πως μια νεα γενιά αντρώνεται αναγκαστικά και δια μέσω των μεταφράσεων, κι όχι σπάνια μας χαρίζει, πέρα από τα κίνητρα και τις προθέσεις, κοιτάσματα προτωγενούς υλικού.)