*
Σʼ αρέσει να πέφτεις στο ξεστρωμένο μας κρεβάτι
οι παλιοί ιδρώτες μας δεν σʼ αηδιάζουν
τα λερωμένα, από ξεχασμένα όνειρα, σεντόνια μας
οι κραυγές μας που στο σκοτεινό δωμάτιο αντηχούνε
όλα ετούτα ξεσηκώνουνε το αχόρταγο κορμί σου,
το άσχημό σου πρόσωπο επιτέλους λάμπει
που οι χτεσινοί μας πόθοι είναι όνειρα αυριανά σου
*
Η ανάσα σου μέσα στο στόμα μου
τα ξερά σου χέρια τα νύχια σου τα σουβλερά
δεν αφήνουνε ποτέ το κρεμεζί λαρύγγι μου
κρεμεζί απʼ την ντροπή την ηδονή τη γλύκα
τα μελανιασμένα χείλια σου βυζαίνουνε το αίμα μου
κι οι στιλβωμένες σάρκες μου θα σε ξεσηκώνουν πάντα
ενώ τα μάτια μου θα μένουνε κλεισμένα.
Πόσοι έρωτες έκαναν να κραυγάζει το κρεβάτι…
*
Γυμνή θέλω να δειχτώ στα ωδικά σου μάτια
θέλω να με δεις να ουρλιάζω από ηδονή
που τα λυγισμένα κάτω από μεγάλο βάρος μέλη μου
σε ανόσιες σε σπρώχνουν πράξεις
που τα ίσια μαλλιά της ασημένης κεφαλής μου
μπλέκονται στα νύχια σου
απʼ την παραφορά καμπυλωμένα
που τυφλός κρατιέσαι ορθός κι αφοσιωμένος
ξανοίγοντας από του μαδημένου μου κορμιού το ύψος.
Το κορμί σου ισχνό ανάμεσα στα σατινένια μου σεντόνια…
*
Πυρετός, το αιδοίο σου ένας κάβουρας
Πυρετός, οι γάτες που τρέφονται απʼ τα θαλερά βυζιά σου
Πυρετός η βιάση απʼ των νεφρών σου τα σαλέματα.
Των κανίβαλων βλεννών σου η λαιμαργία,
το σφίξιμο από τα λούκια σου που σκιρτούνε κι απαιτούνε
μου ξεσχίζουν τα πέτσινα δάχτυλα
μου ξεριζώνουν τα πιστόνια.
Πυρετός, σφουγγάρι ψόφιο απʼ την παραλυσία πρησμένο
πιλαλάει το στόμα μου στο μάκρος της γραμμής
του ορίζοντά σου
σε θάλασσα φρενίτιδας άφοβος ταξιδιώτης…
Είναι νύχτα
κι ηυ γαλήνια γρατσουνιά όπου πεθαίνει το κενό λαχανιασμένο
δέρνεται παλεύει ανοίγεται και κουλουριάζεται ηδονικά
πάνω στο αργοσάλευτο πέος του εξερευνητή Νώε.
*
Αφού σε προκαλούν τα στήθια μου θέλω τη λύσσα σου
θέλω να δω τα μάτια σου να βαραίνουν
τα μάγουλά σου να ρουφιόνται να χλομιάζουν
θέλω τα ανατριχιάσματά σου
θέλω ανάμεσα στα σκέλια μου να γενείς κομμάτια
πάνω στο καρπερό του κορμιού σου χώμα
οι πόθοι μου χωρίς ντροπή να εισακουστούνε.
Τα βίτσια των αντρών είναι η επικράτειά μου
οι πληγές τους τα γλυκίσματά μου
αγαπάω να μασώ τις χαμερπείς τους σκέψεις
γιατί η ασκήμια τους κάνει την ομορφιά μου.
(Τζόυς Μανσούρ, «Κραυγές, σπαράγματα, όρνια», εκδ. Άγρα)
ΟΛΑ ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ…
Όλα τα βράδια σαν είμαι μόνη
την αγάπη μου σου διηγούμαι
στραγγαλίζω ένα λουλούδι
η φωτιά αργοσβήνει
χωνεμένη από θλίψη.
Μες στον καθρέφτη που η σκιά μου αποκοιμιέται
κατοικούνε πεταλούδες.
Όλα τα βράδια σαν είμαι μόνη
μελετώ το μέλλον στων ετοιμοθάνατων
τα μάτια
την ανάσα μου ανακατώνω με της
κουκουβάγιας το αίμα
και με τους τρελούς μαζί η καρδιά μου
πιλαλάει κρεσέντο.
Τζόυς Μάνσουρ, 1928-1986(μτφ. Έκτωρ Κακναβάτος), “Κραυγές” (επιλογή), στον τόμο :δεν άνθησαν ματαίως. Ανθολογία υπερρεαλισμού, (επιμ. Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου), Αθήνα, εκδ. Νεφέλη, 1980
*
Θέλω να κοιμηθώ πλάι πλάι μαζί σου
Μαλλιά μπερδεμένα
Αιδοία γαντζωμένα
Με το στόμα σου για προσκεφάλι
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου ράχη ράχη
Δίχως να μας χωρίζει ανάσα
Δίχως λέξεις να μας περισπούνε
Δίχως μάτια να μας διαψεύδουν
Δίχως ρούχα.
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου στήθος στήθος
Συσπασμένη και ιδρωμένη
Λαμπυρίζοντας με χίλια σύγκρυα
Απʼ την αδράνεια φαγωμένη
Της έκστασης τρελή
Πάνω στον ίσκιο σου νά ʽχω ξεμείνει
Καταχτυπημένη από τη γλώσσα σου
Για να πεθάνω ανάμεσα στα δόντια του λαγού
Τα σάπια
Ευτυχισμένη.
*
Εγωιστικά μ’αγαπάει εκείνη,
της αρέσει που πίνω τα νυχτερινά της σάλια
της αρέσει που περπατώ τ’αλατισμένα χείλια μου
πάνω στις άσεμνες γάμπες της, πάνω στα πεσμένα στήθια της
της αρέσει που θρηνώ της νιότης μου τις νύχτες
ενώ αυτή στερεύει τα μούσκλα
που απ’τις άνομες επιθυμίες της αγανακτούνε
Δεν είναι από λάθος μου αν τα νύχια σου μακραίνουν
Δεν είναι από λάθος μου αν τα μαλλιά σου μεγαλώνουν
Δεν είναι από λάθος μου αν κανείς δεν σ’έκλαψε
Δεν είναι από λάθος μου αν πάγωσες αγαπημένε
Δεν προσδόκησα το θάνατό σου
**
Ναι έχω δικαιώματα πάνω σου
Σε είδα να στραγγαλίζεις τον κόκορα
Σε είδα να ξεπλένεις τα μαλλιά σου μέσα στο βρωμόνερο
των υπονόμων
Σε είδα μεθυσμένο από την μπόχα των σφαγείων
το στόμα γεμάτο κρέας
τα μάτια πλημμυρισμένα μ’ όνειρα
να βαδίζεις κάτω από το βλέμμα ανθρώπων ξεπνοϊσμένων
Μ’αρέσει να παίζω με τα μικροπράγματα
Τ’αγέννητα πράγματα ρόδινα στα μάτια μου της τρέλας
ξύνω, σουβλίζω, σκοτώνω, γελώ.
Νεκρά τα πράγματα δεν σαλεύουν πια
κι’εγώ νοσταλγώ τον πυρετό μου της τρέλας
λυπάμαι τα εκφυλισμένα γονικά μου
θα’θελα ν’αφανίσω των ονείρων μου το αίμα
καταργώντας έτσι τη μητρότητα.
***
Αφού σε προκαλούν τα στήθια μου
θέλω τη λύσσα σου
θέλω να δω τα μάτια σου να βαραίνουν
τα μάγουλά σου να ρουφιούνται να χλωμιάζουν
θέλω τ’ ανατριχιάσματά σου
θέλω ανάμεσα στα σκέλια μου να γενείς κομμάτια
πάνω στο καρπερό του κορμιού σου χώμα
οι πόθοι μου χωρίς ντροπή να εισακουστούνε
Τα βίτσια των αντρών
είναι η επικράτειά μου
οι πληγές τους τα γλυκίσματά μου
αγαπάω να μασώ τις χαμερπείς τους σκέψεις
γιατί η ασκήμια τους κάνει την ομορφιά μου.
**
Το μπηγμένο καρφί στον ουράνιο μάγουλό μου
τα κέρατα που βλασταίνουν πίσω απ’τ’αυτιά μου
οι πληγές μου που δεν γιατρεύονται ποτές
το αίμα μου που γίνεται νερό που διαλύεται που ευωδιάζει
τα παιδιά μου που στραγγαλίζω εισακούοντας τις ευχές τους
όλα ετούτα με κάνουν Κύριό σας και Θεό σας
**
Άσε με να σ’αγαπώ
αγαπώ τη γεύση απ’το παχύ σου αίμα
το κρατώ καιρό μέσα στο δίχως δόντια στόμα μου
η πυράδα του μου καίει το λαρύγγι
αγαπώ τον ιδρώτα σου
μ’αρέσει να χαϊδεύω τις μασχάλες σου
περίρρυτες από χαρά
άσε με να σ’αγαπώ
άσε με να γλείφω τα κλειστά σου μάτια
άσε με να τα τρυπήσω με τη σουβλερή μου γλώσσα
και τη γούβα τους να γεμίσω με το θριαμβευτικό μου
σάλιο
άσε με να σε τυφλώσω.
(Η ανάρτηση είναι προϊόν αναζήτησης μέσω Γκούγκλη στα ελληνικά ιστολόγια)
Είναι από τις φορές που νιώθεις τι θα πει
υπερρεαλισμός !!!
Από την άλλη , αγαπημένε μου Γιατρέ
δεν φοβάμαι να σου πω , πως με αυτή σου
την ανάρτηση , προβοκάρεις αγνές ψυχές
που ξέρουν τι θα πει “γυναίκα” , που
έχουν ερωτευθεί .
Χρόνια πολλά και είθε η μεγαλόχαρη
να σβήσει τα πάθη σας .
Οι σκέψεις του ποιητή
Έπιασα μολύβι και χαρτί
κι έγραψα ό,τι μου κατέβηκε.
Ό,τι στα όνειρα μου άναψε φωτιές
ανάμεσα στα πόδια
Έγραψα στιχάκια παιδικά,
τα στόλισα με θεικά βυζιά.
Τα στόλισα με σάλιο,
τα στόλισα με σπέρμα.
Έδωσα σε ʽσας νερό.
Ήπια χυμούς έρωτα,
πηγαίους οργασμούς,
σε άχρωμα ποτήρια.
Μαζί σας αγάμητοι θεοί,
σπονδή προσφέρω σάλιο.
Μαζί σας αγάμητοι, στεγνοί
νιώθω τη ντροπή σας.
Γεννήθηκα ατάλαντος,
με στέρημα παιδείας.
Η ποίηση μου δίνει τα φτερά
και εγώ να γίνω κάποιος.
Να δείξω πως υπάρχω,
να δείξω πως και ʽγω,
έχω το εγώ μου.
Και σα γευτούν τα χείλη μου,
της κλειτορίδας ύλη,
αέρα παίρνουν τα μυαλά
και κυνηγούν βραβεία.
Μεταφράσεις, σκήπτρα, συμπόσια
σε όνειρα σάπια,
σε όνειρα της σήψης.
Χρόνια Πολλά, Καπετάνιε!!! (αύριο, εγκαινιάζεις τη χειμερινή περίοδο του ΠΟΙΕΙΝ:)) Καλό 15ΑΥΓΟΥΣΤΟ, Πατριώτες…
Δεν έχω να αποδείξω τίποτα’
Θα μείνω κοντά σου.
Το ξέρω,
Όσοι δε βρήκαν την αγάπη
Γίνονται υπέρμαχοι της στιγμής.
Θα μείνω κοντά σου
Κοντά σ ο,τι μου δίνεις
Που δε με νοιάζει να το ξέρει κανείς
Κι ύστερα,
Ξέρεις , πως το λάθος αξίζει-
Δεν είναι σαν το νεφέλωμα του κρασιού
Ή τη γλύκα του σπέρματος
που ρουφά η αποχέτευση.
Όταν κοπάσουν οι κραυγές
Ανοίγει το κουρασμένο κορμί
την αγκαλιά του
Και μαζί ξανοιγόμαστε
για το άλλο πρωί.
Τελικά που ξέρετε ?
Εάν αντιληφθώ πως δεν έχετε Ελληνοχριστιανική παιδεία
μπορεί και να σας αγαπήσω .
Όπως διαφαίνεται κάτι όμορφο έχετε να πείτε .
Σε σας το λέω , τους φίλους μου !!
Βιάζεστε… βιάζεστε υπερ-βολικά, όπως μαρτυρεί και η λέξη!
1. Μη βάζετε ταμπέλες.
τα βίτσια των αντρών είναι η επικράτειά μου
οι πληγές τους τα γλυκίσματά μου…το κρεβάτι βογγάει και κραυγάζει…λασκάρισαν οι βίδες του…αχ το κρεβάτι πάει για τον παλιατζή…
Κάτι ανάμεσα στον Uebermensch του Νietzsche , την sex mashine και την καζαντζακεια υπερ- κουλτούρα.
Ιωνες, μια κι εγώ είμαι απο…άλλο ημισφαίριο όπως σωστά ειπώθηκε, έχετε μπερδέψει τον αντρισμό με τα βίτσια ,τον οργασμό με την καύλα, τον Freud με το σπέρμα, την αγαμία με την επιβεβαίωση, λίγο κρασί , τον Αύγουστο και λίγη θάλασσα.
Κι ούτε μιά γυναίκα στην κουβέντα. Ξέρουν αυτές: όπου ακούς μεγάλο τρύγο/ κράτα μικρό καλάθι..
ξέρει κανείς που μπορώ να βρω τα ερωτικά;
δεν κυκλοφορούν πια.
κάνα ξεχασμένο βιβλιοπωλείο;