Τι είναι αυτό που σε φοβίζει
Όλες σου οι γνώσεις
είναι οι φήμες κι οι διαδόσεις που ακούς
σε μαγεύουν οι ανέσεις,
των σοφών οι υποθέσεις
και των άστρων οι προβλέψεις.
Φεύγουνε οι αιώνες
σαν αρχαίοι παγετώνες, σαν εικόνες
λες πως όλα είναι μύθοι
κι όλο τρέχεις μες στα πλήθη
όμως δεν έχεις ξεφύγει.
Απ’ αυτό που τόσο σε φοβίζει,
απ’ αυτό που τόσο σε βασανίζει
πες μου τι `ν’ αυτό που σε φοβίζει
τι `ν’ αυτό που τόσο σε βασανίζει.
Χίλιες και μια νύχτες
σαν του ρολογιού τους δείχτες τριγυρνούσες
και σκεφτόσουν το φεγγάρι
τους κομήτες και τον Άρη
και ποιος θα `ρθει να σε πάρει.
Κόλπα κι απιστίες
κι απαραίτητες θυσίες στους γονείς σου
πάλι δε θα καταφέρεις
την αγάπη να υποφέρεις
και θα ζεις χωρίς να ξέρεις.
Τι `ν’ αυτό που τόσο σε φοβίζει,
τι `ν’ αυτό που τόσο σε βασανίζει,
πες μου τι `ν’ αυτό που σε φοβίζει,
τι `ν’ αυτό που τόσο σε βασανίζει.
*
Παιδιά που χάνονται στα χρόνια
Αλήθειες που έρχονται τα χείλη
κι όλοι μοιάζουν να είναι φίλοι.
Παιδιά που παίζουν μες στους ήχους
της καρδιάς μου
μετρούν τους χτύπους.
Κοίτα τα παιδιά:
πώς θέλουν να μιλήσουν.
Χαίρονται κρυφά,
λάμπουν μες στα λάθη τους.
Αλήθειες λιώνουν σαν τα χιόνια,
σαν τα λόγια που όλοι ξεχνούν.
Παιδιά που χάνονται στα χρόνια
μες στα πάθη
που αγνοούν.
Κοίτα τα παιδιά:
πώς θέλουν να μιλήσουν.
Χαίρονται κρυφά,
λάμπουν μες στα λάθη τους.
*
Ο τίγρης του Εζναπούρ
Χρόνια και στιγμές,
έγχρωμες σκηνές,
μέρη εξωτικά.
Παράξενη χαρά.
Πλάνα σκοτεινά,
όνειρα τρελά.
Μ’ αστραπές χρυσές
αλλάζουν οι μορφές.
Κι αν η τύχη είναι τυφλή
μια εικόνα είν’ η ζωή,
μια θανάσιμη στιγμή.
Σε ταινία σαν κι αυτή
κάποιος ρόλος θα χαθεί,
κάποιος θα γεννηθεί.
Ίχνη σ’ ερημιές,
φόνοι στις ακτές,
πλοία στο βυθό,
παγίδες στον γκρεμό.
Μπλε βεγγαλικά,
άλογα λευκά,
δράκοι και θεοί
και χώροι μυστικοί.
Κι αν η τύχη είναι τυφλή
μια εικόνα είν’ η ζωή,
μια θανάσιμη στιγμή.
Σε ταινία σαν κι αυτή
κάποιος ρόλος θα χαθεί,
κάποιος θα γεννηθεί.
Γύρω απ’ την πλοκή
μια ζεστή βροχή
σβήνει τη φωτιά
στο βλέμμα,
πάλι απ’ την αρχή
σαν ψέμα
σαν ψέμα
σαν ψέμα
*
Το τηλέφωνο
Αυτή η γυναίκα βρήκε τρόπο για να παίξει.
Χτες όλη μέρα δε με πήρε μια φορά.
Σαν την αράχνη τον ιστό της έχει πλέξει
και με τυραννά,
δεν τηλεφωνά.
Απ’ τη σοφίτα μου κοιτάζω το φεγγάρι.
Στριφογυρίζω σα λιοντάρι στο κλουβί.
Μου υποσχέθηκε στις έξι να με πάρει.
Είναι ήδη οχτώ,
πρέπει να σκεφτώ.
Ο σκοπός
είναι να μην τρελαθώ,
να μη χαθώ
στο λαβύρινθο αυτό,
να μη μετρώ
τα λεπτά κι αδημονώ,
να μη βρεθώ
σε πανικό.
Η κάθε ώρα πού περνά μα βασανίζει.
Φεύγει ο χρόνος σαν εχθρός μες στη σιωπή.
Γυρνούν οι δείχτες, το ρολόι με υπνωτίζει.
Πρέπει να σκεφτώ,
να συγκεντρωθώ.
Ακούω να τρέχει ένα ποντίκι στην κουζίνα.
Στη φαντασία μου συμβαίνουν χίλια-δυο.
Απ’ το παράθυρο κοιτάζω την Αθήνα.
Τα λεπτά κυλούν,
όλα μ’ ενοχλούν.
Ο σκοπός
είναι να μην τρελαθώ,
να μη χαθώ
στο λαβύρινθο αυτό,
να μη μετρώ
τα λεπτά κι αδημονώ,
να μη βρεθώ
σε πανικό.
*
Καλοκαίρια
Η νύχτα ψάχνει ένα κλειδί
μα η μέρα είναι θάλασσα ανοιχτή.
Τα καλοκαίρια θα θυμάμαι πάντα.
Χωρίς να ξέρω το γιατί
μια υποψία μες στο κάθε τι
τα καλοκαίρια μου θυμίζει πάντα.
Προσπάθησα για χρόνια
να βγω
απ’ τον κόσμο αυτό
για να βρω
τα κρυμμένα λόγια
κι όλες του πόνου
τις αφορμές.
Κάποια γυναίκα
σα θεά
ονειρεύομαι συχνά
μα κι αυτή
δεν θα `ρθει.
Του κόσμου η φλέβα είναι χρυσή
κι η αγάπη που `ναι αλήθεια σκοτεινή
τα καλοκαίρια μού θυμίζει πάντα.
Χωρίς να ξέρω το γιατί
μια υποψία μες στο κάθε τι
τα καλοκαίρια μου θυμίζει πάντα.
Ταξίδεψα και είδα
φωτιές
σ’ άλλες εποχές –
το παρόν
ήταν μια αχτίδα
μες στων ανθρώπων
το παρελθόν.
Κάποια γυναίκα
σαν θεά
ονειρεύομαι συχνά
μα κι αυτή
δεν θα `ρθει.
Του ονείρου η χώρα είναι βουβή
και του ουρανού το φως έχει χαθεί.
Τα καλοκαίρια θα θυμάμαι πάντα.
*
Ένα δέντρο χωρίς καρπό
Τις μέρες τις μετράς
και λες πως κάποτε για μας
κάτι είχε σωθεί
πριν η αγάπη χαθεί
που το ξέρω, το ξέρεις κι εσύ.
Τα βράδια ξενυχτάς
μονάχη κι όλα τα ξεχνάς.
Πότε δω, πότε κει,
ξαναζείς μια στιγμή
που την ξέρω, την ξέρεις κι εσύ.
Μα η καρδιά σου ζει μες στη σκιά
κι είναι η αγκαλιά σου
ό, τι απέμεινε από μια φωτιά.
Η φωνή σου πέφτει στο κενό
κι είναι η ομορφιά σου
ένα δέντρο χωρίς καρπό.
Τις μέρες προσπερνάς,
τους φίλους παύεις να κοιτάς.
Σ’ έναν κόσμο βουβό
νιώθεις κάτι εχθρικό
που το ξέρεις, το ξέρω κι εγώ.
Τα βράδια μου μιλάς
και λες για σένα και για μας.
Λες πως είναι απλό
κάθε βήμα δειλό
που το θέλεις, το θέλω κι εγώ.
Μα η καρδιά σου ζει μες στη σκιά
κι είναι η αγκαλιά σου
ό, τι απέμεινε από μια φωτιά.
Η φωνή σου πέφτει στο κενό
κι είναι η ομορφιά σου
ένα δέντρο χωρίς καρπό.
*
Τραγούδι για τη φαντασία
Ζεις εδώ κι εκεί χωρίς καμιά ελπίδα,
αν και συχνά ξεπηδάς σαν αστεία νυχτερίδα,
να πετάς παντού σε είδα
κι αύριο θα `σαι αλλού,
πας και σπαταλάς το κάθε τι που έχεις
κάθε φορά που μιλάς, φλυαρείς και δεν προσέχεις,
μέσ’ στις λέξεις πάντα μπλέκεις
κι αύριο θα `σαι αλλού.
Είσαι η σκηνή του φόνου, κάτι που ποθώ,
είσαι το αίνιγμα του χρόνου, κάτι που αγνοώ,
είσαι ωραία σαν ιστός που υφαίνεται,
σα φωτιά που με καίει και δε φαίνεται.
Ζεις εδώ κι εκεί χωρίς καμιά ελπίδα,
κάθε φορά που ξυπνάς, κλαις και τρέμεις σαν πυξίδα,
σαν το μάτι του τρελού
και αύριο θα `σαι αλλού,
θέλεις και ζητάς το κάθε τι που βλέπεις,
αν και συχνά προτιμάς πράγματα που δεν αντέχεις,
μέσ’ στα ψέματά σου τρέχεις
κι αύριο θα `σαι αλλού.
Είσαι η σκηνή του φόνου, κάτι που ποθώ,
είσαι το αίνιγμα του χρόνου, κάτι που αγνοώ,
είσαι ωραία σαν ιστός που υφαίνεται,
σα φωτιά που με καίει και δε φαίνεται.
*
Αινίγματα
Ο ουρανός είναι το παν
μα η θάλασσα είναι άδεια
κι ο φόβος βλέπει από μακριά
τον έρωτα που ξαγρυπνά
και χάνεται στα χάδια.
Ο χωρισμός είναι πληγή
η “θλίψη” ένα πετράδι
κι ο νους παλεύει στη ζωή
να βρει αυτό που `χει χαθεί
στην άβυσσο του Άδη.
Το παρελθόν είναι στοιχειό,
το μέλλον ζει με ανέμους
κι η αγάπη ξεκινάει να πει
αυτό που η τύχη συγχωρεί
κι ας χάνει στους πολέμους.
Η μοίρα είναι μοναχή
και τ’ άστρα μιλημένα,
κι ο θάνατος είναι ζωή
για σένα που `θελες να δεις
σημάδια ξεχασμένα.
αν σκεφτείς γιατί και πώς
είν’ ο κόσμος μαγικός,
σ’ ένα όνειρο θα βρεθείς,
στον Παράδεισο θα ζεις.
Το γέλιο είναι αστραπή,
τα δάκρυα φορτία
κι η λογική δεν ωφελεί
εκείνον που `χει πληγωθεί
και ψάχνει την αιτία.
Η νύχτα είναι πειρασμός
μα η μέρα είναι καμίνι
και των παιδιών ο δισταγμός
γίνεται ίλιγγος και φως
κι ανάβει τη σελήνη.
αν σκεφτείς γιατί και πώς
ειν’ ο κόσμος μαγικός,
σ’ ένα όνειρο θα βρεθείς,
στον Παράδεισο θα ζεις.
*
Ο μάγος
Στην Αφρική ζει ένας μάγος που πετάει
λέει το μέλλον σ όποιον συναντάει,
λέει για περιουσίες και για συμφορές,
κι ότι αγγίζει χάνεται και πάει ξανά στο χθες.
Δάση και ποτάμια θα δεις
μέχρι να μπορέσεις να τον βρεις
στους τυφώνες ίσως και χαθείς,
όνειρα και εφιάλτες θα δεις,
μέχρι να μπορέσεις να τον βρεις,
μες στη φαντασία θα χαθείς.
Στην Αφρική ζει ένας μάγος σαν πουλί,
τραγουδάει μες στις χουρμαδιές,
λέει για ευτυχίες για καταστροφές,
κι αν δε δώσεις ότι σου ζητάει ξαναπετάει.
Δάση και ποτάμια θα δεις
μέχρι να μπορέσεις να τον βρεις
στους τυφώνες ίσως και χαθείς,
όνειρα και εφιάλτες θα δεις,
μέχρι να μπορέσεις να τον βρεις,
μες στη φαντασία θα χαθείς.