Όταν διάβασα στη New York Post ότι το «ταχύτερο κορίτσι στο Connecticut, η Chelsea Mitchell, χρειάστηκε να στραφεί στη δικαιοσύνη μετά από επαναλαμβανόμενες ήττες από trans αθλήτριες», σταμάτησα, προτού ολοκληρώσω την ανάγνωση του άρθρου, και, αναπνέοντας βαριά, μουρμούρισα στον εαυτό μου ότι «ο κόσμος έχει τρελαθεί». Ένιωσα τέτοια ντροπή και απόγνωση γι’ αυτήν την ξεκάθαρη, την κρυστάλλινη, τη συμπαγή και εκκωφαντικά φωτεινή παραφροσύνη, που παραδόθηκα σε έναν κλαυσιγέλωτα αληθινών δακρύων.

Στην περίπτωση αυτή, βλέπετε, δεν ομιλούμε για μερικούς συνωμοσιολόγους που συνασπίστηκαν σε κάποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης ισχυριζόμενοι ότι η γη είναι επίπεδη. Ομιλούμε για μια Πολιτεία των ΗΠΑ η οποία επιτρέπει ως νόρμα κάτι που και παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορούν να αντιληφθούν ότι είναι στρεβλό. Είναι κατάντια και να επιχειρηματολογεί κανείς ακόμη περί βιολογίας, ορμονών και ανάπτυξης μυϊκού συστήματος για κάτι τόσο αυτονόητο.

Ας χάσει, λοιπόν, η Chelsea τους αγώνες, τις υποτροφίες, τις θέσεις στα καλά Πανεπιστήμια από άτομα που υπερέχουν λόγω του βιολογικού τους φύλου, αφού προέχει το αυτοπροσδιοριστικό δικαίωμα έναντι όποιου άλλου δεν επέτρεπε ως τώρα το αγωνίζεσθαι βάσει αυτοπροσδιορισμού. Έτσι είναι τώρα ο γιαλός στο Connecticut.

Η παραφροσύνη του αυτοπροσδιορισμού έχει πολλά πλοκάμια. Γράφει ο Ιρλανδός ποιητής Michael Longley στο βιβλίο του The Ghost Orchid (1995):

The Golden Mean is a tension, Ladies, Gentlemen,

And not a dead level”: the Homeric head of Stanford

Who would nearly sing the first lines of the Odyssey.

That year I would have failed, but, teaching the Poetics,

He asked us for definitions, and accepted mine:

“Sir, if prose is a river, then poetry’s a fountain”.

Και βέβαια, ο δικός μας Χάρης Βλαβιανός, στο Adieu (1996):

«Η χρυσή τομή αποτελεί σημείο έντασης, κύριοι,

όχι γαλήνης»: το ομηρικό κεφάλι του Andrew Burn

που μπορούσε ν’ απαγγείλει από μνήμης

όλη σχεδόν την πρώτη ραψωδία.

Εκείνο το εξάμηνο

απορροφημένος από τις φούστες της Laura Ashley

και το Πρελούδιο του Wordsworth

(σε μεταμεσονύκτια απόδοση της προσωπικής μου μούσας)

 

θα έπρεπε να είχα απορριφθεί

αλλά στην τελευταία του διάλεξη περί της Ποιητικής

μας ζήτησε έναν ορισμό

και συγκατένευσε στον δικό μου:

«Αν ο πεζός λόγος είναι ποτάμι,

τότε η ποίηση είναι συντριβάνι.»

Ας ομιλούμε κάποτε χωρίς περιστροφές. Δεν σέβομαι καθόλου το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού, σε επίπεδο βιολογικού φύλου, παρά τον απεριόριστο σεβασμό που τρέφω για το δικαίωμα απάντων των ενηλίκων να συνευρίσκονται όπου και όπως και με όσους ενήλικες επιθυμούν. Ομοίως, δε σέβομαι καθόλου το δικαίωμα λογοκλοπών να αυτοπροσδιορίζονται ως πρωτότυπες εργασίες, παρά τον απεριόριστο σεβασμό μου στο δικαίωμα ορισμένων λογίων να υποστηρίζουν την αχαλίνωτη διακειμενικότητα στην τέχνη.

Με απλά λόγια, ο Βλαβιανός πήρε το ποίημα του Longley, πασπάλισε ολίγη φούστα και ολίγη μούσα και ολίγον από Wordsworth, και το δημοσίευσε ως πρωτότυπο, δικό του ποίημα. Δεν έγραψε ποίηση επί ιστορικών γεγονότων, όπως ο Καβάφης, δεν έγραψε τον Πετρώνιο του Σοφιανού, απλώς οικειοποιήθηκε το ποίημα ενός άλλου, στάζοντας ελάχιστη, άνοστη σάλτσα. Κι ας κάνει ό,τι θέλει το Connecticut, κι ας είναι όπως είναι ο γιαλός.