«Όχι άλλη πραγματικότητα!» είχε αναφωνήσει –για μιαν άλλη περίσταση- ο Νίκος Καρούζος. Αυτή η πραγματικότητα, η γειωμένη ύπαρξη η οποία φυσάει σήμερα από παντού και μας καθηλώνει σε έναν μονάχα παροντικό χωροχρόνο.
Πραγματικότητα παντού, στις κυνικές ομολογίες των βιαστών και των πολιτικών, αλλά και στους ρεαλιστικούς στίχους του λαοφιλούς ράπερ, στις φωτογραφίες των συγγραφέων με το πόνημά τους στα χέρια αντί να αφήσουν να ανασάνει το έργο τους, στους φορολογικούς ισολογισμούς, αλλά στους υπολογισμούς του έρωτα.
Η ζωή όμως δεν ανεγείρεται μόνο με υλικά οικοδομής, αλλά και με τη φαντασία του οικοδομήματος.
Όλοι αυτοί οι ήρωες των μυθιστορημάτων, των θεατρικών έργων ή των τραγουδιών που έχουμε αγαπήσει, πού πήγαν; Δεν έχουν και αυτοί θέση δίπλα μας, στο βραδινό τραπέζι; Όταν ντυνόμαστε τα ρούχα μας, δεν έχουν και αυτοί γνώμη για το τι πρέπει να φορέσουμε; Κι όταν θυμώνουμε ή ερωτευόμαστε, όταν υποφέρουμε ή μαγευόμαστε, δεν έχουν και αυτοί ευθύνη για τα συναισθήματά μας;
«Το σώμα σου είναι πολύ υπαρκτό» είχε γράψει σε ποίημά του ο Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου. Οι ζωές μας έγιναν πολύ υπαρκτές. Πολύ ίδιες με την πραγματικότητα. Έγιναν πραγματικότητα. Δηλαδή ζωές χωρίς διαστάσεις.
– «Πρόσεξε, έχεις γείρει πολύ» ακούστηκε μια φωνή δίπλα του.
-Σήκωσε το κεφάλι και κοίταξε γύρω. Μια κοπέλα από αυτές που δεν βρίσκουν θέση στα ερωτικά ρομάντζα.
-«Φοβάσαι μη πέσω μέσα;» της απάντησε με δηκτικό ύφος.
– «Όχι, απλώς η ομορφιά χρειάζεται απόσταση για να σου ξεδιπλώσει όλες τις χάρες της και εσύ είσαι πολύ κοντά στο ποτάμι» τού είπε.