`

Η 16η προσωπική δουλειά του συνθέτη Μανώλη Γαλιάτσου αποτελείται από έντεκα τραγούδια, μελοποιήσεις ισάριθμων ποιημάτων του ποιητή Γιώργου Βέη και οκτώ αυθύπαρκτες μουσικές συνθέσεις. Τα τραγούδια αποδίδουν ο συνθέτης και η Μαριάνθη Σοντάκη με τον Αντρέα Καρακότα. Τη δουλειά στηρίζει μια πλειάδα  μουσικών: Ρενάτο Ρίπο (βιολοντσέλο), Τζουλιέτα Αβετιάν (βιολί), Σωκράτης Άνθης (τρομπέτα), Κώστας Τζέκος (μπάσο κλαρινέτο), Ηλίας Θανάσουλας (ηλεκτρική κιθάρα), Σπύρος Καβαλλιεράτος (κλασική κιθάρα), Γιάννης Παπαγιάννης (όμποε)
`

Στα έντεκα αυτά ποιήματα (τρία εκ των οποίων ανέκδοτα) του Γ. Βέη, ο Μ. Γαλιάτσος διακρίνει τον συνδετικό κρίκο τους: όλα αποτυπώνουν ή έστω περιγράφουν εκφάνσεις της ζωής, και επάνω σε αυτό δομεί την εργασία του. Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς τι τον ελκύει τόσο στην ποίηση του Βέη, που ενώ επιφανειακά ασχολείται με την καθημερινότητα και την ρουτίνα της, σιγά-σιγά αποκαλύπτει τα διαδοχικά επίπεδά της, κάτι σαν «φολίδες ζωής» που οδηγούν όλο και βαθύτερα, στην κρυμμένη αλήθεια της. Ο συνθέτης βρήκε στον κρυπτικό λόγο του ποιητή πολλά κοινά στοιχεία με την δική του μεθοδολογία και προσέγγιση. Γιατί, ειδικά στα ορχηστρικά έργα του, η μουσική του επίσης διακρίνεται για τα πολλαπλά συνθετικά και ενορχηστρωτικά επίπεδα, τα οποία εκφράζουν περισσότερα του ενός συναισθήματα και ιδέες ή διαφορετικές όψεις -ή και μία γκάμα- του αυτού εντός μίας και μόνης σύνθεσης.

Εδώ ο Γαλιάτσος, πηγαίνοντας ενάντια στην πεπατημένη, ακόμα και στον εαυτό του, δεν μελοποιεί την ποίηση του Βέη. Αντί για αυτό, καταβυθίζεται εντός της για να ανακαλύψει όχι μόνο τον ρυθμό, την μετρική της δηλαδή, αλλά ακόμα και την μελωδία των λέξεων μα και των φράσεών της, με σκοπό να τα αναδείξει, κυριολεκτικά εναρμονίζοντάς τα. Για να τον υπηρετήσει, μετέρχεται μιας ασυνήθιστης συνθετικής υφολογικής ποικιλίας, η οποία ξεκινάει από περισσότερο ή λιγότερο ενορχηστρωμένες πιανιστικές μπαλάντες, περνάει από το ιδιαίτερα αγαπημένο του «νεοκλασικό» στιλ και φτάνει μέχρι ιδανικές αξιοποιήσεις της rock φόρμας και μάλιστα στις πιο σύγχρονες εκδοχές της· π.χ. στο κομμάτι «Στον Ουρανό Της Σαγκάης» υπάρχουν ακόμα και απόηχοι από την… κινεζική μουσική! Όλα αυτά υποστηρίζονται άψογα από ένα ενδεκαμελές σύνολο (στο οποίο σαφώς κυριαρχούν πέντε πνευστά, που συμπληρώνονται από βιολί, βιολοντσέλο, κλασική αλλά και ηλεκτρική κιθάρα, μπάσο και ντραμς, και φυσικά το πιάνο μα και την τσελέστα και τα κρουστά που παίζει ο ίδιος ο συνθέτης) αληθινών βιρτουόζων και ικανών να αποδώσουν επαρκέστατα τις αναρίθμητες ενορχηστρωτικές λεπτομέρειες, μόνιμο γνώρισμα μα και προτέρημα του Γαλιάτσου, ο οποίος μελετά εξαντλητικά αυτό το στάδιο, καθώς το θεωρεί, δικαιολογημένα, αδιάρρηκτο τμήμα της σύνθεσης.

Ακόμα πιο καθοριστικό όμως θεωρώ ένα άλλο στοιχείο, που στο παρελθόν είχε παρατηρηθεί μόνο μία φορά, στον δεύτερο δίσκο του δημιουργού, «Άντρες Είναι Μοναχοί», το ʼ92. Με την εξαίρεση δηλαδή ενός τραγουδιού που το ερμηνεύει η μόνιμη συνεργάτιδα του, η σοπράνο και ηθοποιός Μαριάνθη Σοντάκη (η οποία συμμετέχει και σε μερικά ακόμα) και ένα άλλο που ερμηνεύει ο επίσης τακτικός συνεργάτης του Ανδρέας Καρακότας, στα υπόλοιπα αναλαμβάνει να το κάνει ο ίδιος, εκθέτοντας έτσι τον εαυτό του με μιαν ιδιότητα που δεν έχει, γεγονός που προσδίδει ακόμα περισσότερο ειδικό βάρος στο έργο και δείχνει πόση σημαντικό είναι για εκείνον. […]

Θάνος Μαντζάνας, εφ. Αυγή, 23/4/17