Αέρας αύγουστος
Ι.
ΑΕΡΑΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Τα νυσταγμένα φύλλα
κρατιούνται δύσκολα απ’ τον ώμο του νοτιά.
Πέρα η οσμή της θάλασσας. Η ανατριχίλα
ενός μοτέρ που σφύζει στα ρηχά.
Του ήλιου ο φακός από ψηλά πέφτοντας χάμω
σαρώνει ανάκατα σώματα πρηνηδόν.
Χαμένα βήματα παντού πάνω στην άμμο.
Μάτια μισόκλειστα. Ιαχές γυμνές παιδιών.
Αέρας αύγουστος. Στην προσμονή της δύσης
γαλάζια μπάλα ο ορίζοντας κοιμάται στο γκαζόν.
Μια σαύρα αθέατη μες στου φωτός τον γάμο
έρπει προς τη γαλήνη μιας σκιάς.
Από τις στρόφιγγες του μπαρ στάζουν ειδήσεις:
Ευρώπη. Τρίτη Χιλιετία. Ελλάς.
Μιας αγνοούμενης ζωής ανταποκρίσεις.
Αέρας αύγουστος. Αέρας της φωτιάς.
ΙΙ.
Η ΩΡΑ ΔΕΚΑ και μισή. Κλινήρης.
Τα μάτια αρνούνται να σηκώσουν την αυλαία.
Πίσω απ’ τις γρίλιες κίτρινος και πλήρης
ο ήλιος να αδημονεί. Μια πανωραία
αλληγορία: η ναρκωμένη ανθρωπότητα
που ανέκαθεν αρκείται στο σκοτάδι.
Κι όμως: ο κόσμος ξετυλίγεται ανερώτητα
κάθε πρωί. Σαν κάλεσμα αβρός. Σαν χάδι.
Ή σαν χαστούκι από χέρι σε ετοιμότητα
οιονεί στρατιωτική. Ίδιος σημαία
με ήχο εμβατήριο μας καλεί
σε μια αιώνια έπαρση, χωρίς υποστολή.
Λένε: ό,τι ανέρχεται θα πέσει οριστικά.
Κι άλλοι: ό,τι πέφτει θα υψωθεί στο φως.
Η ώρα έντεκα και δέκα. Μέσα εδώ η Σκιά.
Έξω η μέρα κι ο πελώριος ουρανός.
ΙΙΙ.
ΑΡΧΕΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ κι η βροχή διστάζει.
Όπως στα δόντια του καλού εκφωνητή
σκοντάφτει αιφνίδια μια είδηση κακή
κι αυτός, φιλάνθρωπος, προτού την πει κομπιάζει.
Κι ας ξέρουμε όλοι πόσο ανίκητη, ραγδαία
μας συνεπαίρνει η είδηση η μοιραία.
Που όσο άργησε, τόσο πιο δυνατή,
τόσο πιο καθαρτήρια μας σαρώνει.
Σαν τη βροχή του Αυγούστου. Σαν το χιόνι
το πρώτο τού χειμώνα στα βουνά.
Τότε που οι αισθήσεις συλλαβίζουνε ξανά
κάτι απ’ της φύσης την κρυμμένη μετρική.
Το χιόνι. Ο πόνος. Η βροχή. Αυτό που ζει
και ζωντανούς μας φανερώνει.
Το βλέμμα που νομίσαμε θαμμένο αλλά θα δει.
Μια Ελλάδα ανεξίτηλη. Πέρ’ απ’ τη σκόνη.
ΙV.
ΕΜΠΡΟΣ ΜΟΥ Η ΘΑΛΑΣΣΑ: κατοπτρική•
χαμογελάει χωρίς καμμιά ρυτίδα.
Απ’ τις ακτές της Κρήτης ώς την Αττική
μια επικράτεια αδρανής κι ακύμαντη.
Σαν τη ζωή των πρωτοπλάστων στην Εδέμ
κάτω από των αγγέλων τα ερουρέμ
και τ’ Ουρανού τη γαλανή φροντίδα.
Λεία ζωή• στιλπνή όσο το γυαλί• ασήμαντη
όσο η θάλασσα που έχει στερηθεί
ώς και το τελευταίο της κύμα.
Εμπρός μου η θάλασσα: επαχθής
όσο ο χρυσός στα δάχτυλα του Μίδα•
πεσμένη ανάσκελα σαν αθλητής
που η ανάσα του τον πρόδωσε στο νήμα.
Εμπρός μου η θάλασσα: ανιαρή.
Σαν ποίημα που του στέρησαν τη ρίμα.
V.
ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ορόφου το μπαλκόνι
σ’ ένα δωμάτιο παρά θίν’ αλός
ο κόσμος όντως μοιάζει απλός:
μια τρισδιάστατη, αγαθή γιγαντοθόνη
όπου αναβοσβήνουν διαρκώς
τυχαίες εικόνες στη σειρά. Όπως αυτή
που ξεσηκώνω απ’ τη γωνία:
ένα παιδάκι ν’ ανεμίζει ένα σεντόνι
ή μια σημαία – δεν διακρίνεται εντελώς•
μια ομήγυρι να επευφημεί• κάποια κυρία
διατηρητέας ηλικίας να μορφάζει
καθώς το ανείπωτό της στόμα δοκιμάζει
να πάρει έκφραση κατά τι δροσερή.
Θέαμα απλό, κοινό. Αμελητέο δηλαδή.
Ο ίδιος κόσμος, ο παλιός, που λαχανιάζει.
Σαν γερο-ρόκερ, μάταια, στη σκηνή.
VI.
ΠΡΟΣΗΛΩΜΕΝΟΣ σκύβω στο νερό.
Γράφω τη λέξη: θάλασσα. Τη λέξη: Εδέμ.
Σε μια αυτοσχέδια σειρά καταχωρώ
πάνω στο ακύμαντο χαρτί όλα τα δεν,
όλα τα μη, όλα τα τίποτα.
Όλα τα πράγματα τ’ ασώματα κι ανείπωτα
για μια στιγμή αστράφτουν στον αφρό.
Κοιτάζω γύρω μου. Άλλος κανείς.
Μονάχα ο ήλιος, ξεχασμένος συγγενής,
κρεμιέται κίτρινος πάνω απ’ την παραλία,
κεράκι επίμονο στο ουράνιο ιερό.
Προσηλωμένος γράφω. Σταθερό
το χέρι μου οδηγεί η Επαγγελία.
Γράμμα το γράμμα τ’ όνομά της συντηρώ.
Στην ίδια πάντοτε επιστρέφω αφετηρία.
Προσηλωμένος γράφω στο νερό.
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Προδημοσιεύουμε σήμερα έξι ποιήματα από τον “Αέρα αύγουστο” του Κώστα Κουτσουρέλη. Πρόκειται για μέρος ενός ευρύτερου κύκλου, που όταν ολοκληρωθεί θα αποτελείται από 33 συνολικά ποιήματα.
Αν και αποσπασματικό το έργο, μας έχει ήδη εκπλήξει, τόσο στιχομορφικά (είναι γραμμένο σε τρίστιχα που αποτελούν παραλλαγή της γνωστής μας τερτσίνας) όσο και νοηματικά, καθώς από τη μία συνδιαλέγεται με την ελληνική πραγματικότητα του 2008, ενώ παράλληλα κατορθώνει να θέτει και τα ίδια διαχρονικά ερωτήματα που υποβάλλει ο ίδιος κόσμος, ο παλιός, που λαχανιάζει.
Μέσα από αυτά τα έξι ποιήματα, εγώ προσωπικά βρίσκω “κάτι απʼ της φύσης την κρυμμένη μετρική”, ένα δυνατό συναίσθημα καθαρής ποιητικής απόλαυσης, και πιστεύω πως όταν ολοκληρωθεί το έργο θα αποτελέσει μια πολύ αξιόλογη σύνθεση, γιʼ αυτό και θεώρησα σκόπιμο να τα παρουσιάσω σήμερα στο Ποιείν.
(Τα ποιήματα πρωτοδημοσιεύονται στο ιστολόγιο http://www.koutsourelis.gr/index1.php?)
Ωραία ποιήματα όπου, πράγματι, “χωνεύονται τα αιώνια με τα εφήμερα.”
Ωραίες και οι αποκλίσεις από την τερτσίνα.
Να υπενθυμίσω ότι εκείνος που καλλιέργησε τη μετρική αυτήν ήταν ο Νίκος Καζαντζάκης, ο οποίος έγραψε μιαν ολόκληρη συλλογή με τερτσίνες.
Βέβαια, ο Καζαντζάκης δεν επικράτησε ως ποιητής (η μεγαλεπήβολη “Οδύσσεια”, 33.333 στίχοι, είναι ότι πιο εκτρωματικό έχω διαβάσει, τόσο στο γράμμα όσο και στο περιεχόμενο – ούτε ως θεατρικός συγγραφέας), αλλά ως πεζογράφος.
Βαγγέλη Ψαραδάκη, καλημέρα. Για άλλη μια φορά είσαι μέσα στο μυαλό μου: ήδη έχω ετοιμάσει αφιέρωμα στις Τερτσίνες του Καζαντζάκη, το οποίο και θα μπει σύντομα στο Ποιείν.
Με όλο τον σεβασμό προς τη Σοφία, που επιμελήθηκε την παρουσίαση, αλλά και προς την κρίση του Βαγγέλη Ψαραδάκη, θεωρώ ότι ο παραλληλισμός των ποιημάτων που κατατίθενται εδώ με τις Τερτσίνες του Καζαντζάκη, μάλλον αδικεί τον Κουτσουρέλη. Η “ευκολία” και το “αβίαστο” στο γράψιμο του κρητικού, δεν φαίνεται να αποτελούν χαρακτηριστικά του νεωτέρου ποιητή, απ’ τον οποίο μπορούμε να δοκιμάζουμε τη χαρά της αναμονής ενός έργου, πολύ πλησιέστερου στην προβληματική και την αισθητική των ημερών μας, πλησιέστερου στον σύγχρονο άνθρωπο πολύ περισσότερο απ’ τους νιτσεικούς υπερανθρώπους του παρελθόντος.
…όσο για την “καλλιέργεια αυτής της μετρικής”, στην οποία αναφέρεσαι, Βαγγέλη Ψαραδάκη, ρίξε μια ματιά, μόλις μπορέσεις, στα Σατιρικά Γυμνάσματα του Παλαμά, κι εκεί ίσως ανακαλύψεις ένα διάλογο, τον οποίο, με κάθε βεβαιότητα, δεν θα αρνιόταν ούτε ο ίδιος ο Κώστας Κουτσουρέλης.
Κύριε Λυκοτραφίτη,
δεν έκανα κανέναν απολύτως παραλληλισμό των ποιημάτων του κυρίου Κουτσουρέλη με τις Τερτσίνες του Καζαντζάκη.
Τα σημερινά τέρπουν ποικιλοτρόπως τον αναγνώστη τους, σε αντίθεση με τα παλαιά του Κρητικού, τα οποία μάλλον προκαλούν απώθηση.
Απλώς αναφέρθηκα στο συγκεκριμένο είδος μετρικής, το οποίο τήρησε με όλους τους κανόνες του ο Καζαντζάκης, σε αντίθεση με τις ωραίες -όπως επεσήμανα- αποκλίσεις του κυρίου Κουτσουρέλη.
Αν και Κρητικός, δεν είμαι ά-κριτος, όπως η πλειοψηφεία των συντοπιτών μου, απέναντι στον Καζαντζάκη.
Όμως, είτε αρέσει είτε όχι, όλοι οι Κρητικοί, όταν είναι έφηβοι, περνούν το στάδιο ανάγνωσης τού Καζαντζάκη. Το θυμάμαι, τώρα πια, κι ανατριχιάζω!
Επομένως δεν νομίζω ότι διαφωνούμε.
Έψαξα να βρω τον αριθμό συλλαβών σε κάθε στίχο-φαίνεται να μην υπακούουν τα ποιήματα σε μια αυστηρή μετρική μορφή-μόνος κανόνας η ομοιοκαταληξία.Κανένα πρόβλημα,αρκεί να μη δίναν την εντύπωση οι στίχοι πως προσπαθούν να μοιάσουν-στις συλλαβές- ο ένας στον άλλον μα δεν τα καταφέρνουν…
Θα μιλήσω με ειλικρίνεια:κουράστηκα στο κυνήγι του νοήματος από στίχο σε στίχο.Μάλλον σ’ αυτό φταίνε οι πολλοί διασκελισμοί.
Ξεχώρισα πάντως και καλά σημεία.
Τα παραθέτω:
“ΑΕΡΑΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Τα νυσταγμένα φύλλα
κρατιούνται δύσκολα απ’ τον ώμο του νοτιά.”
όλο το ΙΙΙ
“Εμπρός μου η θάλασσα: επαχθής
όσο ο χρυσός στα δάχτυλα του Μίδα•
πεσμένη ανάσκελα σαν αθλητής
που η ανάσα του τον πρόδωσε στο νήμα.
Εμπρός μου η θάλασσα: ανιαρή.
Σαν ποίημα που του στέρησαν τη ρίμα.”
όλο το VI
Μίχος έφη:
“Προσωπικώς επιλέγω στην “κρίση του στίχου” να αντιπαρατάσσω την “κρίση του θέματος” και να αφήνω το θέμα να αποφασίσει τη μορφή”.
Κρίση θέματος, λοιπόν:νομίζω πως αυτό είναι το πιο μεγάλο πρόβλημα για τη σύγχρονη ποίηση.
Κι επειδή υπάρχει μια τέτοια κρίση-ανυπαρξία θα έλεγα θέματος,τις περισσότερες φορές η πορεία είναι αντίστροφη:έχοντας ήδη επιλέξει τη μορφή,
αφηνόμαστε σ’ αυτήν για να διαμορφωθεί εν πολλοίς τυχαία και το θέμα.
Κυνηγώντας ρίμες,έρχεται ο στίχος.
Τεχνίτες έχουμε πολλούς-μα “καλλιτέχνες” ελάχιστους…
Σαν να δίνουμε ψυχή σε κάτι που δεν έχει λόγο να υπάρξει.
Στ’ αλήθεια,
γιατί γράφουμε ποιήματα;…
Ποιος γραφιάς άραγε θα απάνταγε σ’ αυτήν την ερώτηση ειλικρινώς αν πήγαινε στην Ώρα της Αλήθειας;
Γελάω και μόνο που το σκέφτομαι…
Φίλοι, δεν με βλέπω να συμφωνώ μάλλον με τίποτα απ’ όσα λέτε – αλλά θα παραθέσω το κείμενο του Μπασό όπως είναι στην πραγματικότητα, όχι κατακρεουργημένο ωσάν…. και μ’ αυτό θα απαντήσω σε όλα. Από την Παπαπαύλου έως τους παραπάνω συνομιλητές – γιατί εκείνο το μέγιστο της Μεταστροφής που είναι η ποίηση το πήρε ο διάολος και το σήκωσε, κυριολεκτώ.
Πάμε λοιπόν:
“Μέσα σʼ αυτό το εφήμερο κορμί φτιαγμένο από δεκάδες κόκαλα και εννέα τρύπες κατοικεί ένα πνεύμα, που λόγω έλλειψης κατάλληλου ονόματος, θα το ονομάσω ανεμοδαρμένο. Σαν ντελικάτο ύφασμα, μπορεί εύκολα να σκιστεί και να κυματίσει με την ελάχιστη αύρα. Αυτό με έκανε πριν από πολλά χρόνια να γίνω ποιητής, σε πρώτη φάση για δική του ικανοποίηση, μα τελικά σαν τρόπος ζωής. Αληθεύει, πως οι συγχύσεις και οι απορρίψεις ήταν αρκετές ώστε να κάνουν το πνεύμα να σωπάσει, και κάποιες φορές η περηφάνια το οδήγησε στο χείλος της ματαιοδοξίας. Από την γραφή της πρώτης κι όλας αράδας άλλη ευχαρίστηση δεν γνώρισε καθώς βασανιζόταν από απανωτές αμφιβολίες. Αυτό το ανεμοδαρμένο πνεύμα έλαβε υπʼ όψιν του την ασφάλεια της αυλικής ζωής από τη μία, και από την άλλη, να ρισκάρει την άγνοιά του να φανερώσει με το να ασχοληθεί με την μελέτη. Το μέγα πάθος του όμως για την ποίηση δεν άφησε περιθώρια μήτε για το ένα μήτε για το άλλο. Κι αφού άλλον τρόπο δεν κατέχει από ʽκείνον της ποίησης, αρπάχτηκε πεισματικά από πάνω της.”
ΑΝ ΕΧΕΙΣ ΜΙΚΡΑ ΦΤΕΡΑ ΜΗΝ ΚΑΝΕΙΣ ΜΕΓΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ, ΑΝ ΕΧΕΙΣ ΜΕΓΑΛΑ ΜΗΝ ΚΑΝΕΙΣ ΜΙΚΡΟ.
Kρίση του θέματος σημαίνει ότι λιγόστεψαν τα θέματα ή ότι λιγόστεψαν αυτοί που ξέρουν να τα στιχαρπάζουν;
Δεν υπάρχει κρίση του θέματος. Τα θέματα έχουν αυξηθεί κι αυτοί που στιχαρπάζουν είναι περισσότεροι από πριν.
Επαινώ τις ποιητικές κυριολεξίες του κ. Κώστα Κουτσουρέλη. Απoκτήματά μας. Τον χαιρετώ από το Χαρτούμ.
Δημήτρη,εγώ τουλάχιστον εννοώ ότι στα περισσότερα ποιήματα που διαβάζω φαίνεται πως ο γραφιάς είτε ξαναμασά την ίδια τροφή των άλλων, είτε είναι έκδηλη η αμηχανία του θεματικού του στόχου…..με αποτέλεσμα να συμπεραίνεις ότι γράφει όχι για να πει κάτι αλλά απλώς για να πει…
Τα θέματα ήταν πάντοτε περιορισμένα,τώρα μέσα από τη σύγχρονη ποίηση μοιάζουν κι εξαντλημένα μετά τις τόσες διαφορετικές τους προσεγγίσεις ,τη θεματολογική κρίση των “ποιητών” και αποτελούν απλώς την πρόφαση για την ανάδειξη της πένας που θα τα “αξιοποιήσει”.
Κύριε Λειβαδά, πολύ θα ήθελα να διαβάσω τη διαφωνία σας χωρίς παραπομπές.
Καλή σας μέρα
Καλημέρα σε όλους.
Κύριε Μίχο,
δεν πιστεύω ότι υπάρχει κρίση θέματος. Τα θέματα τής ποίησης είναι εδώ από καταβολής κόσμου: Έρως, Θάνατος, Χρόνος, Ελευθερία. Αυτές είναι οι τέσσερις μεγάλες κατηγορίες θεμάτων, στις οποίες μπορούν να ενταχθούν πλήθος υποθέματα.
Ακόμη και η σύγχρονη εξέλιξη τής ανθρωπότητας δεν τα έχει αλλάξει. Όσον αφορά τον πολλαπλασιασμό θεμάτων στην εποχή μας, είναι όλως φαινομενικός κατά τη γνώμη μου. Θέλω να πω ότι δεν είναι άστοχο να διαχωρίζουμε τη θεματική από την επικαιρότητα.
Μπορώ να το θέσω και διαφορετικά με μια φράση του Μπόρχες – δεν μπορώ να τη μεταφέρω αυτολεξεί, αλλά το νόημά της είναι το εξής: Όλα έχουν ειπωθεί (και γραφτεί). Το θέμα είναι να τα ξαναπούμε (και να τα ξαναγράψουμε) με άλλον τρόπο.
Επομένως θεωρώ ότι η κρίση του θέματος δεν είναι άλλο παρά η κρίση του στίχου. Άραγε, είναι άσχετο το γεγονός ότι η ματαιοδοξία των ποιητών να “πρωτοτυπήσουν”, έκανε την ποίηση ερμητικά εσωστρεφή και την έκλεισε στο καβούκι της; Θυμάμαι μια φράση του Σταύρου Βαβούρη από μιαν παλιά συνέντευξή του στο “Διαβάζω” νομίζω. Έλεγε ότι ο κόσμος αποκόπηκε από την ποίηση, επειδή αυτή έγινε ακαταλαβίστικη. Δεν παραγνωρίζω βέβαια και τους εξωγενείς παράγοντες που οδήγησαν σε αυτό, τις διάφορες κοινωνικές και πολιτικές λογοκρισίες που αναφέρατε, την έλλειψη παιδείας κλπ.
Κύριε Κυριαζή,
πολύ μου άρεσε μια λέξη που χρησιμοποιήσατε στα σχόλιά σας: Γραφιάς. Θέτει το ζήτημα στις πραγματικές του διαστάσεις. Αντιγραφείς είμαστε, όπως ο Μπουβάρ και ο Πεκυσέ!
Προς κύριο Kyriaz: παραπομπές; Δεν εννοώ. Μετάφρασή μου από την ιαπωνική και δήλωση. Συνδέστε παρακαλώ το πριν και το μετά.
Για ειδικότητες να διαβάσετε το δοκίμιό μου στο Ποιείν “Η Ποίηση Και Η Κατάσταση”.
Κύριε Λειβαδά ,
σας ευχαριστώ που τελικώς με παραπέμψατε στο ενδιαφέρον κείμενό σας.
Η μεταφυσική ροπή που διακρίνει τις κρίσεις και τις απόψεις σας με φέρνει πολύ μακριά από τις περισσότερες από αυτές.
Όσο το διάβαζα τόσο περισσότερο σκεφτόμουν τα λόγια του γέροντα της ακροποταμιάς….Καθόλου τυχαία,τα συνάντησα και σε σχόλιο σ’ εκείνο το ποστ (δε θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά,να μου δοθεί ετούτη η χάρη….)
Όπως άλλωστε συμβαίνει και με την ποιητική σας γραφίδα.
Ειδικά οι ταυτολογίες δεν ξέρω αν μπορούν να πλασαριστούν ως νέο προσωπικό-ποιητικό ιδίωμα,εμένα πάντως με απωθούν(“Σαν όλα τα δωμάτια που πέρασα
Τα δωμάτια που πέρασα.”
“Σαν κάποιες λέξεις που έγραψα
Οι λέξεις που έγραψα”.)
Μ’ άρεσε σίγουρα το εύρημα του τελευταίου (“Η γραφή είναι γεμάτη από τον ποιητή
σαν θαλάμη”. )Κατανοητό και πολύ δυνατό σαν εικόνα…
Ίσως εγώ να είμαι πολύ λίγος -συντηρητικός,για ν’ αντιληφθώ το μεγαλείο κάποιων ποιημάτων -κι αναφέρομαι γενικότερα-που άλλοι πιθανόν τόσο εύκολα αντιλαμβάνονται.
Προσπαθώ να δω τι βλέπουν οι άλλοι που εγώ δε βλέπω,πιστέψτε με.
Γιατί δε θέλω να πιστέψω πως είμαι το παιδάκι του παραμυθιού που φώναξε: “Ο βασιλιάς είναι γυμνός” 🙂
Κύριε Kyriaz,
μεταφυσική στις απόψεις μου δεν υπάρχει, α) διότι κάνω λόγο για την μεταφυσική που προδίδει ο εαυτός της ποίησης, και β) δεν εκθέτω ΟΥΔΕΜΙΑ αυστηρά προσωπική άποψη για την ποίηση ή για την δυναμική του ποιητή.
Αναρωτιέμαι για την ανάγνωση που κάνατε…..
Ως προς την χρήση ταυτολογιών(!) στην δική μου γραφή, συμφωνώ πως όντως δημιουργούν απέχθεια στον ώριμο αναγνώστη. Είμαι μαζί σας.
Ως προς το “πλασάρισμα νέου προσωπικού-ποιητικού ιδιώματος” αυτό αφορά εσάς τον ίδιο και μόνο. (Ταυτολογία ξέρετε τι σημαίνει; ανήκει στο ελληνικό λεξιλόγιο: το να λέει κανείς τα ίδια πράγματα με άλλες λέξεις ή φράσεις.)
Εσείς είστε ο αποδέκτης τόσων ισχυρών μηνυμάτων άλλοι όχι. Εσείς ο πέραν του μεταφυσικού ορισμού: “Αθλητής του αδυνάτου, αοράτων θεατής, νεκροθάφτης του θανάτου μα νεκρός εκ γενετής…”.
Η γνώση είναι τζάμπα Kyriaz, η ανάγνωση, όσο κι αν μορφάζεις, όχι.
Λατρεύω τον Ταρκόφσκι-παρ΄όλη τη μεταφυσική του,παρ’ όλη την πίστη του στο Θεό,την οποία δεν συμμερίζομαι.
Το ίδιο και τον Ελ Γκρέκο.
Σ’ αυτούς όμως υπεισέρχεται ο παράγων τέχνη-αισθητική.
Το κείμενό σας πατά σε μεταφυσικούς συλλογισμούς-δεν διεκδικεί τόσο την αισθητική απόλαυση όσο τη στοχαστική εμβάθυνση.Εκεί μένει μόνο η διαφωνία μου…τι να κάνω…
Το στιχούργημά μου που αναφέρατε απέχει μακράν κάθε “μεταφυσικής ενατένισης”-μάλλον κι εγώ τελικώς δεν γίνομαι τόσο εύκολα αντιληπτός όσο θα ήθελα…τι να κάνω…
Διέκρινα ενόχληση από την έκφραση της προσωπικής μου γνώμης…αυτήν έχω,τι να κάνω….
Ρωτήστε τον Δημήτρη Μουζάκη τι υπέφερε εδώ μέσα επειδή τόλμησε να πει κάτι που δεν άρεσε στο κοινό για τον Σαχτούρη….Αυτήν είχε….τι να έκανε…
Δεν είναι και τόσο κακό να μας χωρίζει μια άβυσσος κύριε Λειβαδά-έχει τη γοητεία του το πράγμα.
“Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ το Θεό, να μη με φέρει άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω.”
Κύριε Kyriaz, πρόβλημα για την όποια διαφωνία μεταξύ μας, κανένα. Ο καθένας με το νου του. Το πρόβλημα, που εξακολουθώ να λέω, δεν είναι μεταξύ μας, είναι μεταξύ αναγνώστη και κειμένου. Δεν δασκαλίζω, και ζητώ συγγνώμη αν ο τόνος μου δείχνει κάτι τέτοιο.
Παραμένω όμως σταθερός στην άποψή μου πως η ανά-γνωση δεν είναι αυτό που πολλοί νομίζουμε – απ’ αυτό ξεκινούν και προβλήματα του τύπου ταυτολογιών όπως αναφέρατε. Διαβάζονται και αλλιώς τα γραμμένα. Έξω από το Εγώ. Καθώς και με τον ίδιο τρόπο πρέπει να γράφονται.
Η όποια διαφωνία, την οποία ουδέποτε θίξαμε, έχει την δική της αξία, θα μπορούσαμε όμως να την αναφέρουμε, καταλαβαίνετε.
Για τις διαφωνίες μπαίνουμε στο Ποιείν άλλωστε.
Δεν πρόκειται για την Διαφορά, πρόκειται για το Είναι, (το οποίο όταν γίνει Μη-Είναι αποκτά την Διαφορά και έχει σημασία). Όταν μου γράφετε πως “Το κείμενό σας πατά σε μεταφυσικούς συλλογισμούς-δεν διεκδικεί τόσο την αισθητική απόλαυση όσο τη στοχαστική εμβάθυνση” τι περιμένατε να σας πω; Ευχαριστώ;
Υπάρχει αγαπητέ μου υψηλότερη αισθητική απ’ αυτήν του στοχασμού του θανάτου;
Αν κατάλαβα καλώς, κύριε Μίχο, δεν ελπίζετε αλλά πιστεύετε σε μιαν παλιγεννεσία της ποίησης. Άμποτες και να γίνει, μόνο που προϋποθέτει την παλιγεννεσία του κόσμου!
Καλημέρα σας και καλό μήνα.
Μπορείτε να διαβάσετε την δική μου μετάφραση των ποιημάτων Ι-V εδώ:
http://es.scribd.com/doc/76637796/El-perseguidor-77-revista-de-limba-spaniola-din-Tenerife
Μεγάλος ποιητής ο Κώστας Κουτσουρέλης.
Να είστε καλά.
Kαι να που μας βγήκε Σοσιαλδημοκράτης ! Να τον χαίρεστε!
Εξαιρετικός ο Κουτσουρέλης.
Τα σέβη μου.
Δυστυχώς στα ελληνικά σχολειά πέραν του Όμηρου, το έταιρο που διδαχτήκαμε ήταν κάποια εξαιρετικά γραπτά του Οδ.Ελύτη τα οποία κατέστρεψαν μελοποιώντας τα οι γνωστοί άγνωστοι πολιτικοποιημένοι συνθέτες και “αηδοί” μετέπειτα
Μπήκα, λοιπόν, στον κόπο να ξαναδιαβάσω τον αέρα αύγουστο.
Μα πείτε μου, τι προσθέτει αυτή η “ποίηση” στην ποίηση, τι ώθηση της δίνει, πού την προχωρά;
Μια ποίηση γραφείου με το λεξικό ανοικτό σε μια προσπάθεια να βρεθεί η ρίμα…
Και, αν δεν κάνω λάθος, βραβεύτηκε κιόλας!
Μα βέβαια, θελει λεξικό για να βρεις τη ρίμα σκοτάδι-χάδι! Μήπως ο Κουτσουρέλης επιστράτευσε και κανέναν ηλεκτρονικό ριμαδόρο;