Διαβάζοντας ένα νέο ποιητή
Λιτοί,
και υποβλητικοί οι στίχοι του.
Μπροστά τους οι δικοί μου ωχριούν.
Μου λείπει το θάρρος να τους παινέσω.
Ευθύνεται και η ποίηση
Πρέπει να ευθύνεται και η ποίηση
για τις ευκαιρίες που έχασα-
που δε μ’ αγάπησαν
δε με κατάλαβαν.
Πρέπει να ευθύνεται και η ποίηση
για όλα αυτά-
γι’ αυτή την απομόνωση.
Ο χρόνος φοβερός
Δεν αστειεύεται, νέε μου, ο χρόνος.
Ούτε πού θα το καταλάβεις
πώς θα βρεθείς “εκτός ζωής”.
Τίποτα πάνω του δεν προδίδει
Αντιμετώπιζε τις Κυριακές με ποιήματα.
όσο για τις υπόλοιπες ημέρες της βδομάδας
εργάζονταν
όπως και συ.
Ευγνωμοσύνη
Χρωστώ
ένα μεγάλο “ευχαριστώ’
στις λέξεις.
Ας είναι καλά.
Έδωκαν στη ζωή μου νόημα.
Το κομπολόι
Αποφάσισα να κόψω με την ποίηση,
κι όπως αυτοί
που βγαίνουνε στη σύνταξη,
αγόρασα κομπολόι.
Το μόνο που κατάφερα,
ν’ απασχολώ τα χέρια μου
και δεν έχω διαβάσει τίποτα δικό του….Έχω μείνει πίσω.
Εκπληκτικός ποιητής και άνθρωπος. Δάσκαλος ζωής και τέχνης.
Του χρωστώ πολλά
Λεπτή ειρωνεία, αιχμηρή ειρωνεία, καυστική σοβαρότητα, σπαρακτική σοβαρότητα. Ταπεινή εξομολόγηση της κοινής αλλά κρυφής ανθρώπινης ματαιοδοξίας. Κυνικός, αδιαμεσολάβητος, αστόλιστος τρόπος, για να ειπωθεί η ματαιότητα της ποίησης, της ζωής. Ελληνικός τρόπος… Με το μειδίαμα των αλεξανδρινών και με την αυστηρότητα του Διογένη του σκύλου.
Τελευταία μέρα της άνοιξης στο κήπο του Πολύεδρου
Πάλευε καιρό με την αρρώστια του κι όμως ήρθε να τιμήσει
ένα μεγάλο ποιητή, τον Βύρωνα Λεοντάρη
Κι αυτός με τη σειρά του απαγγέλει ένα ποίημα του Λάσκαρη
Είδα τότε τον Λάσκαρη να χαμηλώνει τα μάτια και ήρθανε στο νου μου
έτσι όπως κάθονταν αδιόρατος σε μια γωνία, οι στίχοι του Σπύρου Τσακνιά
« …Αλλʼ όταν βγαίνεις στην ασβεστωμένη αυλή σου
πέφτουν στους ώμους σου απʼ τον ουράνιο θόλο
πάμφωτες σελίδες του ευαγγελίου
γιασεμιά και αλληλούια μυρωμένα
σα χιονοστιβάδες. Ρίχνει τότε την ανεμόσκαλα
της μουσικής του ο άγιος Ιωάννης Σεβαστιανός Μπαχ
κι εγώ ζαλίζομαι να σε κοιτάζω καθώς
ανέρχεσαι μες στο εωθινό γαλάζιο…»
Ο βράχος της Ποιητικής, ράγισε
Ο Δάσκαλός μας, ένας εκ των κορυφαίων Ελλήνων Ποιητών
ο Χρίστος Λάσκαρης, ταξίδεψε…
Ο τελευταίος αποχαιρετισμός στις 12-6-2008 17:00 στο Α Νεκροταφείο Πατρών
ΘΕΛΩ ΜΟΝΑΧΑ
Δε θέλω να ξέρω κανόνες για την Ποίηση
ούτε τι γράφουνε γιʼ αυτήν
οι σπουδαγμένοι.
Θέλω μονάχα
να με απορροφάει,
όλο να με απορροφάει η μουσική
για να μπορώ μέσα στα ποιήματά μου
να σωπαίνω.
ΟΙ ΔΥΟ ΛΕΞΕΙΣ
Θʼ αρχίσω με τη λέξη έρωτας
και θα τελειώσω
με τη λέξη χώμα.
Τις ενδιάμεσες
θαρρώ πως τις μαντεύετε.
ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ
Τη σκοτεινή δοκιμασία ζω του ποιήματος
το φόβο που δεν είναι φόβος,
ένα πηγάδι πʼ ανεβαίνω πέφτοντας
κάτι ανάμεσα χαμό
κι ελπίδα.
ΝΑ ΔΙΑΣΧΙΖΕΙΣ ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ
Να διασχίζεις το δωμάτιο,
να ξεπερνάς τη δυσκολία της κουρτίνας
και φτάνοντας
να επιμένεις στο παράθυρο –
αν το ανοίξεις
όλα γίνονται εύκολα.
ΕΧΤΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ
Φιλιά εχτές
και σήμερα
το βασανιστικό άρωμά της.
ΝΑ ΤΑ ΓΥΑΛΙΑ ΤΟΥ
Να τα γυαλιά του
Μʼ αυτά είχε διαβάσει Πάουντ.
Άχρηστα τώρα
και παραπεταμένα.
Πάνω τους κάθετε η σκόνη.
ΜΙΛΟΥΝΕ ΑΚΑΤΑΠΑΥΣΤΑ
Χειρονομούν
μιλούνε ακατάπαυστα
τι εύκολα που υπάρχουν!
Ενώ αυτός
-δυο τραπεζάκια διαφορά-
παλεύει
Με τα σκοτεινά του δευτερόλεπτα.
ΕΓΡΑΨΕ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Έγραψε ποιήματα
όπως άλλοι
δούλεψαν σε λατομεία.
Κι οι δυό τους σκάψανε βαθιά.
Εκείνοι για ένα μεροκάματο
Αυτός όμως για τι;
ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΣΤΗ ΣΤΑΣΗ
Θέλω να γράψω ένα ποίημα για το θάνατο-
όπως γλιστράει μέσα μου
τα παγωμένα πρωινά
περιμένοντας στη στάση
το λεωφορείο.
ΕΠΕΣΤΡΕΦΑ
Ήταν το βράδυ γλυκό
κι επέστρεφα.
Ο δρόμος μισοσβηστός,
το βήμα να βυθίζεται κούφιο.
Ακούγονταν γαυγίσματα.
Σπρωγμένος από νοσταλγία,
επέστρεφα
όλο επέστρεφα-
σε κάτι
που δεν έλεγε να ζωντανέψει.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΑΣΚΑΡΗΣ
Υ.Γ Η Ποίηση δεν είναι άσκηση επί χάρτου
Είναι πόλεμος.
Ευτύχησα να τον ακούσω ν’ απαγγέλει ποιήματά του στην τιμητική εκδήλωση στο Παλαιό Δημοτικό Νοσοκομείο. Ένα “ευχαριστώ” είναι φτωχό, πολύ φτωχό…
Είναι εξαιρετικός.Κάθε φορά πού τόν διαβάζω,
ανακαλύπτω καινούργια πράγματα.
Μέ ελάχιστες λέξεις,μπορεί νά ξεσηκώσει
θύελλα μές τήν ψυχή σου.Κάποτε διαβάζοντας
ποιήματά του μέ κάποιο φίλο,εκείνος ειπε,οτι
ή ποίηση τού Λάσκαρη αρέσει,γιατί εχει αυτό το
σιωπηλό ψιθύρισμα πού τόσο αδρά περιγράφει
τίς ανθρώπινες σχέσεις,ειδικά τίς ερωτικές,
καί νομίζω οτι ειχε απολυτο δίκιο.