ΣΥΜΠΟΣΙΟ

Προοίμιο γεμάτο ιδρώτα και παγωνιά…
Στην κόγχη του ορίζοντα βλαστούσαν σταυροί που έσταζαν μυωπικά δάκρυα ευτυχίας…
Ο τεράστιος οφθαλμός καταγράφει τη ζωή ενός ξεχωριστού νεκροταφείου…
Η θανατική μυρωδιά σφίγγει απʼ τη μέση τα ερπετά, επιβάλλοντάς τους να χορέψουν ερωτικά βαλς με κεχριμπαρένια αγριόχορτα…
Η ζάλη κι ο τρόμος ξεγελάνε την υπέρβαση, προσφέροντας άπλετο υπερρεαλισμό στη δεύτερη πράξη…
Ο χωροχρόνος τρίζει τα δόντια στην παρέα που ρουφάει τσάι, θάβοντας με οργή ό,τι γέννησε η τέχνη…
Τι να ʼναι η τέχνη; Ρώτησε με περισσό σκεπτικισμό ο επικεφαλής νεκροθάφτης…
Εν ριπή οφθαλμού, χτύπησε το χέρι της στο τραπέζι η νεκροκεφαλή στα δεξιά, ξεκινώντας με τον εξής συνειρμό μία μακρά ρητορική διάλεξη…
ΑΟ ΑΟΟΟ ΑΑ ΕΕΕΕ, ΟΥΥΥΥΥ!!! ΜΜΜ… ΟΟΟΟΟ ΑΑΑΑΑΑΑΑ, Ε ΙΙΙΙ ΜΜΜΜΜΜΜΜ!!!
Συμφώνησαν οι σύνεδροι κουνώντας καταφατικά τα κρανία τους…
Κανείς όμως δεν χειροκρότησε…
Βλέπετε, η ανωτέρω ιδιότητα είναι συνυφασμένη με τον εγωισμό…
Το μειδίαμα του νεκροθάφτη έδωσε το έναυσμα για το επόμενο θέμα της συζήτησης που απασχολούσε έντονα τα κοκκαλόμορφα κτήνη…
Τι να ʼναι η λογοτεχνία;

Γιʼ αυτή την κουβέντα χρειάζονταν τη συμβολή των αδελφών ψυχών τους, όλων εκείνων που κάτω απʼ τη σκεπή της αποτυχημένης λογοτεχνικής δημιουργίας γυροφέρνουν από κηδεία σε κηδεία…
Σκουπίδια απʼ όλο το νεκροταφείο μαζεύτηκαν στην αγορά να πουν την άποψή τους…
Ο λόγος δόθηκε τελικά στον σκελετό χωρίς κρανίο… Τον σοφότερο απʼ τους σοφούς… Τον γηραιότερο απʼ τους γηραιούς…
Οι σιαγόνες έπεφταν στο χώμα απʼ το θαυμασμό του έντεχνου λόγου που ρητόρευε ο ακέφαλος σκελετός…
Στʼ άκουσμα της περίτεχνης φράσης «ΤΡΡΡΡΡΡΡΡΡΡ», οι παρευρισκόμενοι ξέσπασαν σε χειροκροτήματα…
Πράξη τρίτη, «υπερβατικός ρεαλισμός»…
Ο χρόνος πάγωσε, ο χώρος εξαφανίστηκε, οι σκελετοί φόρεσαν το δέρμα τους και κίνησαν για τη δουλειά τους…
Όσο για τη γλώσσα τους…
Η καταραμένη τσαγιέρα τηρεί το συμβόλαιό της…

ΚΡΑΙΠΑΛΟΚΩΜΟΣ

Εξπρεσιονιστικά πινέλα βάφουν το ηλιακό πορτρέτο…
Αόρατες μουσικές ζυγώνουν, σκίζοντας αλύπητα το ατσάλινο θηρίο…
Το φάντασμα ενός κέρινου αρχιτέκτονα αιωρείται σαν χάδι στις
φιλήδονες γάμπες εκατομμυρίων θηλυκών και λιώνει στο ποτάμι…
Ο Βελζεβούλ πυρακτώνει με οργή το παγωμένο μελάνι, σπρώχνοντας
αμέτρητες φωτεινές αγκαλιές σε ξεσπάσματα ευτυχίας…
Σούρωσε τις κόγχες κι αφέθη στο φως της νύχτας…
Τʼ άρωμα των νιφάδων έσβηνε το μειδίαμα της αντίθεσης,
παρασέρνοντάς τον στην κοιλάδα που αιμορραγούσε αναγέννηση…
Στην είσοδο του καμπαρέ, μια αόρατη επιγραφή γραμμένη στη γλώσσα
του κάθε λαθρεπιβάτη, σμίλευε την κατάρα του παρελθόντος…
Η τέρψη του ονείρου κρύβει στα σπλάχνα της θανάτους γλυκούς, ωσάν
εκείνους των αριστερών ποδιών…
Ο νεκροθάφτης της αισθητικής σκάβει μια χούφτα μπερδεμένες ρίμες και
σε κοιτάει…
Η βενζίνη κυλάει πυρπολώντας αυτοβαπτιζόμενα χέρια και σάτυρους…
Σαν όπλο φονικό, το μέτρο σημαδεύει την παλάμη του ληξίαρχου που
τρέμει τη σκιά της υπογραφής του στο έντυπο…
Στην έξοδο γράφει:
Οξειδωμένε αιώνα των -ισμών! Κρατάω τον σταυρό σου…

ΑΝΤΙΜΑΝΙΦΕΣΤΟ

Στριφογυρίζουν νούμερα στον ορίζοντα…
Ακολουθεί προσωπικό αντί-μανιφέστο…
Αρνούμαι να μπω στη διαδικασία της πράξης….
Χρειάζομαι αποτέλεσμα χωρίς εξίσωση…
Χρειάζομαι μια κουταλιά απʼ το αρχαίο πνεύμα,
τέρμα πια στις υποσημειώσεις…
Αρνούμαι το δέντρο που μοιάζει με δένδρο και
είναι δένδρο…
όλα όσα στοιχειώνουν απερίσκεπτα το γύρω
και το τριγύρω μου, ό,τι επέβαλε ο μικροαστισμός
έπειτα απʼ την παρθενογένεση της κοινωνίας…
Αντιστέκομαι στον καθρέφτη και στα σύμβολα
του, όπως σε κάθε βασιλέα και στα είδωλα του…
Περιφρονώ τους συνομιλητές μου, γιατί περι¬φρονώ εμένα…
Αποδοκιμάζω κάθε προσπάθεια σου να γονατίσεις
μπροστά στη τυραννία των δογματισμών…
Σιχαίνομαι όλα όσα λατρεύεις καθώς
σιγοψιθυ¬ρίζεις την προσευχή σου…
Επικροτώ τα λάθη και την αμαρτία…
Θαυμάζω δειλούς κι αντιήρωες! Προδότες και
φυλακισμένους…
Συγχαίρω όλους όσους φτύσατε, δημιουργώ¬ντας
ένα ναό με αρρωστημένα είδωλα…
Χαϊδεύω τους καπνούς και τη χολή που βγαίνει
απ’ το στομάχι μας…
Προσδοκώ την επιστροφή των ταριχευμένων…
Βγάζω το αόρατο μου καπέλο στη σκιά
της αό¬ρατης επανάστασης…
Καταδικάζω το αποτέλεσμα της…
Δένω τα χέρια μου με καλώδια και περιμένω…
Χειροκροτώ τη φαντασία, τα φρούτα και τη μή¬τρα της…
Φτύνω στο μνήμα του Μarinetti και στο
χέρι που έγραψε το μανιφέστο του…
Τραβώ το καζανάκι με ορμή και παρακολουθώ
να βυθίζονται στο κενό βιβλία του Coelho και
των υπόλοιπων ψευδό-συγγραφέων Άρλεκιν…
Χαιρετάω τις φαβέλες και τους αμόρφωτους ποιητές…
Μισώ σημαίες κι εθνότητες, διαβατήρια και πο¬λιτικούς…
Μεθάω με μελάνι του Antonio Porchia και
σαπί¬λα του De Sade…
Επικαλούμαι την ελευθερία στ’ όνομα της λογο¬τεχνίας…
Ορκίζομαι να μην ορκιστώ…
Αγαπάω την ατέλεια…
Αηδιάζω τα πρωινά και τ’ αγγλικά προγεύματα…
Ρίχνω την ευθύνη στην Παγκόσμια Τράπεζα,
στο γιασεμί και τα σκυλιά…
Αντικρίζω με ευθύνη την πείνα στην Ουγκάντα,
Ζάμπια, Αγκόλα και ό,τι βαπτίσατε αλήτες
σε Τρίτο Κόσμο…
Κρατώ μέχρι τελευταίας ρανίδας του αίματος,
τα ζιζάνια του Αριστοτέλη…
Μεταγγίζω στην τράπεζα των σκουπιδιών, τον
στωικισμό και την απάθεια…
Επιμένω σε λόγια άλλων, υποτιμώντας κάθε
ψε¬γάδι του αρχετύπου και της αυθεντίας…
Γράφω μόνο όταν κοιμούνται οι άλλοι…
Λατρεύω τα ταξίδια και τα ξύδια της καταραμέ¬νης γενιάς…
Σέβομαι και αγαπάω μοναχά εκείνη που μ’ έχει διδάξει…
Αν με βρεις στον δρόμο σου, φυλάξου!
Λυπάμαι για τη ιδιότητα μου…
μα και για τη δική σου…

Εργοβιογραφικό Σημείωμα
Ο Ιάσωνας Σταυράκης γεννήθηκε στην Πάφο. Σπούδασε ισπανική φιλολογία. Εργάζεται στη Μέση Εκπαίδευση της Κύπρου. Η συλλογή Delirium Tremens είναι το πρώτο τυπωμένο βιβλίο του, με φορτία αισθαντικότητας και μαχητικότητας που παραπέμπουν στους πρώτους υπερρεαλιστές.

Λίγα λόγια για το Delirium Tremens

Το βιβλίο Delirium Tremens αντικατοπτρίζει μια αλλήθωρη πραγματικότητα γεμάτη υπερβατικούς συμβολισμούς, οι οποίοι σκοπό έχουν μέσω φιλοσοφικών, ψυχολογικών και υπαρξιακών ερωτημάτων να κρατήσουν την αναπνοή του αναγνώστη και να τον μετατρέψουν σε άγρυπνο αντιήρωα. Αποτέλεσμα αυτού του βιβλίου είναι ένα ταξίδι μέχρι την κόγχη του εγκεφάλου, όπου μύθοι και πραγματικότητα αλληλοσυμπληρώνονται.