Ω, τι όμορφη πόλη που είναι η Αθήνα!
Ω, τι όμορφη πόλη που είναι η Αθήνα!
Έξι η ώρα το πρωί
με τους αδειανούς της δρόμους,
τα άθλια κτίσματα που μοιάζουν τώρα
μικρές ζεστές φωλιές…
Τη βροχερή αυτή ημέρα
που την κάνει τόσο μελαγχολική, τόσο όμορφη,
που ξεπλένει τους δρόμους της
τα σπίτια τ’ αυτοκίνητα,
που ξεπλένει τη μαυρίλα όλων των κατοίκων της!
Την πόλη αυτή
που είναι εκεί για να μας διασκεδάζει,
με εκθέσεις, μουσικές και θέατρα,
με βραδιές ποίησης και φιλοσοφικές διαλέξεις
“ανεπίσημων” πολιτών στα καφενεία και στα μπαρ,
στα πορνεία και στις αίθουσες τέχνης…
Mε τους δήθεν, τους μικροαστούς
και τους άλλους, τους έτσι, τους “αναρχικούς”,
με τις επετείους δολοφονημένων νεαρών,
από τις σφαίρες της εξουσίας…
και τις εξεγέρσεις, τις σπίθες, τις φωτιές,
φωτιές των πολιτών της απ’ αγάπη
να ομορφύνει, να μας ζεστάνει, να αλλάξει κάτι,
να γίνει η πόλη που ονειρευόμαστε
ή να καεί ολοσχερώς!
να μας απαλλάξει από το βάρος της,
να ελαφρύνει,
να γίνει πούπουλο,
να πετάξουμε μαζί της!
Φωτιά
και βροχή
και ποίηση
και μελαγχολία…
Ω, τι όμορφη πόλη που είναι η Αθήνα!
Μακράν, η πιο ποιητική!
Αποπλάνηση ενηλίκου
Κίνηση, μετρό. Χάνομαι στο πλήθος.
Να ένας άθλιος χοντρός με αποχαυνωμένο ύφος.
Να και μια κυράτσα με ψώνια από τη λαϊκή.
Ωπ! Να και δυο κάτασπρα μπουτάκια
να λικνίζονται μπροστά μου, με φιδίσια περπατησιά.
Όμορφα, πολύ όμορφα!
Νέα, νεότατα,
14 με 16 χρονών,
δροσίζουν την ατμόσφαιρα
και σβήνουν τις σκέψεις σου μεμιάς!
Έτσι, καθώς ο Ελύτης – γέρος σαν ήτανε –
έγραψε καταγοητευμένος:
“…Για σένα, το ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
το στραμμένο στο μέλλον με τον κρατήρα κόκκινο…”
στο Μονόγραμμά του.
Κανείς δεν τον κατηγόρησε για πορνόγερο.
Κανείς δεν είπε γι’ αποπλάνηση ανηλίκου.
Στην περίπτωση αυτή, ισχύει το αντίθετο:
Αποπλάνηση ενηλίκου
από νεαρή
ΓΥΝΑΙΚΑ!
Ύμνος εις Εταίρα
Και είναι απίστευτο
όλη αυτή η ομορφιά
αυτής της γυναίκας
το φως και η χαρά στο πρόσωπο της
το σώμα που—δεν μπορεί…
γοργόνα θα ‘ταν που βγήκε στη στεριά
και η πανέμορφη θαλάσσια ουρά της
δύο ανθρώπινα πόδια έγινε
υπέροχα και μακριά…
καθώς περήφανα τ’ ανοίγει
να σου επιδείξει – να σου χαρίσει πρόθυμα
το μεταξένιο φύλο της.
Και είναι απίστευτο
πως, όλη αυτή η ομορφιά
αυτής της γυναίκας
με το διαμαντένιο εφηβικό της στήθος
με τον υάκινθο λαιμό της
και τα μακριά ξανθά μαλλιά
που μούσα κάθε ποιητή μπορούσε να ‘ταν
κάθε γλύπτη και ζωγράφου ή μουσικού
και να στολίζει με τα δώρα της
—τη γύμνια της ψυχής της και του σώματος—
την τέχνη…
Και είναι απίστευτο
αυτή η γυναίκα
πώς την ομορφιά της χρησιμοποιεί…
κι όπως ποθητή απ’ όλους γίνεται
σε όλους να χαρίζεται απλόχερα
καθώς αδύνατο ν’ αντισταθεί κανείς
αιχμάλωτος,
πάντα θα υποκύπτει.
Και είναι απίστευτο
πως αυτή η γυναίκα
τον έρωτα ποτέ δε θέλησε
ούτε και την αγάπη
ή κι αν ποτέ απ’ τον έρωτα
ή την αγάπη, αν είχε πληγωθεί…
αυτό το ‘χει θάψει βαθιά μέσα της
και μόνο στις ηδονές του σώματος
ως άμυνα αλλά…
με ακράδαντο όμως, πάθος
στους άντρες εχαρίστηκε
και άνοιξε γι’ αυτούς – για όλους τους
την αγκαλιά, τα χέρια της
τα πόδια, το αιδοίο
και με το στόμα της εσφράγισε
σφιχτά το μόριο τους
για να γευτεί – να πάρει πάνω της
όλη την ηδονή τους
Σαν μια αγία
που ήρθε να μας λυτρώσει
σπατάλησε τον εαυτό της
και από ‘μάς σκορπίστηκε!
Είναι η ομορφιά λοιπόν
κατάρα ή ευλογία;…
Ταξιδεύοντας…
Τι φρίκη!
Όλοι τους άσχημοι, άξεστοι, άθλιοι, υποκείμενα… άνθρωποι!
Φριχτοί άνθρωποι.
Πώς μπορούν και βιώνουν αυτή τη μιζέρια της ύπαρξης τους;…
Ένα κήτος στο μπαρ
—αδιαφορώντας που ο κώλος της έχει βγει έξω—
διευκολύνει τους εμετούς.
Μια άλλη χαζογκόμενα με αποχαυνωμένο ύφος
δέχεται παθητικά την ανία της.
Ένας άλλος με ανοιχτό το στόμα προς την οροφή,
κάνει πως κοιμάται
ενώ κάποιος άλλος συμπληρώνει την ασχήμια του χώρου επιδεικτικά
με την γαμψή του μύτη και το πλακέ κεφάλι!
Ένα πράγμα που ήρθε και κάθισε δίπλα μου
—σαν με ειδικές ανάγκες—
πεθαίνει χωρίς να το έχει καταλάβει.
Κάποιος με χαρακτηριστική σκατόφατσα και στολή
περιφέρεται με όλη τη φασιστική έκφραση της «εξουσίας»
χαραγμένη με ρυτίδες πάνω του.
Κάποιος άλλος—καμαρότος μάλλον—σαν σπιούνος τζιτζιφιόγκος
με σουφρωμένα χείλη και ύφος τσατσάς,
περνάει από δίπλα να ελέγξει… τι;
Εγκληματικές ενέργειες η ύπαρξη τους.
Αηδιασμένος απ’ όλα,
προσπαθώ να αγνοήσω την αποκρουστική πραγματικότητα
που εξελίσσεται γύρω μου.
Διαβάζω το Mexico city blues του Jack Kerouak
και πίνω μπύρα καπνίζοντας.
Δεν αντέχω ούτε τον εαυτό μου εκεί μέσα
και όλοι “συνεπιβάτες”
με διαφορετικό όμως προορισμό.
Δεν είμαι εγώ συνοδοιπόρος τους!
Δεν ξέρω πώς βρέθηκαν όλοι αυτοί γύρω μου…
Τραβάω τη δικιά μου διαδρομή και ακολουθώ τη ζωή μου
Σε λίγο σβήνουν όλα γύρω
και πάω να συναντήσω τον εαυτό μου.
Η μοναξιά είναι ευλογία
αποστασιοποίηση απ’ όλα αυτά.
Ταξιδεύω το δικό μου ταξίδι.
Καβαλάω ένα άτι
και ο αφρός από τον καλπασμό
σπάει το μαύρο της νύχτας
σημαδεύοντας την πορεία μας
να βρίσκουν δρόμο τα δελφίνια.
Χαράζω την πορεία μου
μόνος
μοναχικός
μακριά απ’ όλους!
Τα καταφέρνω!
Έπειτα ανοίγω την πόρτα
και βγαίνω στην πλώρη να πάρω αέρα
κρατώντας αυτό το τετράδιο
και γράφοντας αυτές τις λέξεις.
Λύτρωση!
Κι έπειτα μέσα ξανά
“Μια μπύρα ακόμη παρακαλώ.
Ποτήρι. Μεγάλο!”
Κάνω φίλο τον μονόφθαλμο πειρατή
και τραβάμε μαζί κουπί με ένα μπουκάλι ρούμι
θα λεηλατήσουμε τη ζωή και θα βουτήξουμε όλα τα λάφυρα της!
Πάμε λοιπόν…
«εεε..ωπ!»
Άτιτλο
Ένα όμορφο ταξίδι σαν κι αυτό…
που πας… πας… και όλο απομακρύνεσαι,
που δεν υπάρχει γυρισμός,
που είναι λυτρωτικό για την ψυχή και το σώμα,
καθώς αφήνεις τα πάντα πίσω…
Ακόμα και τις αναμνήσεις.
Εκτός από την τελευταία,
αυτή που σε σημάδεψε για πάντα!
Λοιπόν, οι άνθρωποι δεν ξέρουν τίποτα.
Οι άνθρωποι μόνο φοβούνται.
Η ζωή όμως, είναι υπέρτατη μόνο πέρα από τα όριά της
κι όποιος το καταλάβει αυτό,
γίνεται ψυχή,
γίνεται άνεμος.
Γίνεται Ζωή!
Ο Χρήστος Ζάχος γεννήθηκε το ʽ78 στην Αθήνα. Παρακολούθησε μαθήματα ηλεκτρολογίας και σπούδασε στο τμήμα μουσικής τεχνολογίας και ακουστικής.
Μη αντέχοντας να κρατάει το βάρος των γραπτών του, αποφασίζει να το μοιραστεί εκδίδοντας τη δουλειά του, προσδοκώντας να εκφράσει και να εμπνεύσει τους αναγνώστες του.
Έως σήμερα, έχει εκδώσει 2 ποιητικές συλλογές: «Η Νόσος της Ποίησης» (2009) και «Κραταιά ως θάνατος Αγάπη» (2010), από τον εκδοτικό οίκο: ΙΑΜΒΟΣ.
(Το πραγματικό του όνομα είναι Χρήστος Ζαχόπουλος. Χρησιμοποιεί το Χρήστος Ζάχος ως καλλιτεχνικό ψευδώνυμο)
‘Να ένας άθλιος χοντρός με αποχαυνωμένο ύφος.
Να και μια κυράτσα με ψώνια από τη λαϊκή.’
αν δεν είναι αυτοί αληθινοί, εσύ σαι ο δήθεν
χωρίς παρεξήγηση χωρίς κριτική
έτσι απλά τα πράγματα να λες πάντα σου εύχομαι
και θα καταλάβουν
Δεν ξέρω το γιατί-μπορεί και να το ξέρω δηλαδή, αλλά να βαριέμαι την ανάλυση-ωστόσο, μόλις βλέπω σε ενα ποίημα “θαυμαστικά”(!) η διάθεση μου για συνέχεια, πάει περίπατο χωρίς επιστροφή.
Θα συμφωήσω με τον κ. Πήττα!!!!!!!!!!!!
Θα συμφωνούσα κι εγώ με τον κύριο Πήττα, αλλά βαριέμαι αφάνταστα και που το σκέφτομαι:)
Καλά, αφού λύθηκε το ζήτημα με τα σημεία στίξης, ας γίνει και μια κάποια αναφορά στην αντίστιξη, μήπως βγει άκρη…
kata th tapeivh mou gvwmh ta polla thaumastika kalo eivai v apofeygovtai ,alla to va bariesai to poihma va t aporripteis gi auto to logo tote dev tha mporeis kai va diabaseis ta perissotera biblia pou exouv graftei ! tha to eides to thaumastiko kai mhv to pareis gia polemo giwrgo eivai h gvwmh mou sygvwmh.To atitlo poihma mou arese alla vomizw oti to koivo tou poieiv eivai arketa kaustiko dev xerw giati ;exei va kavei me thv avwvumia ;Egw dyskola tha ebaza poihma …Sas exei fobhthei to mati mou!File giwrgo ki allo thaumastiko elpizw va mhv to pareis sta sobara.
ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠ, μας βάζεις να σε διαβάζουμε λατινοελληνικά, δε μας λυπάσαι; Σε έχει φοβηθεί ο αμφιβληστροειδής μου.
Σε κάποια ποιήματα σου μιλας με λόγια που ξεπερνούν κατά πολύ τα ποσοστά θυμού ή αποστροφής που σου ανήκουν και σου πρέπουν σαν άνθρωπος που ασφαλώς όπως όλοι μας είσαι..
Κουβέντες σαν κι αυτές που αποκαλούν εγκληματική ενέργεια την ύπαρξη κάποιων ανθρώπων δεν έχουν καμιά σχέση με ποίηση παρά μόνο με μια κάποια παρουσιαζόμενη σαν τέτοια που αποσκοπεί όμως πάντα σε κάτι άλλο ή προσπαθεί να αποκρύψει κάτι που δεν κατέχεις… ..
Προσπάθησε θα έλεγα να σηκωθείς ως τα μάτια αυτών των εγκληματιών όπως λες και ίσως τότε καταλάβεις το έγκλημα που διαπράττεις..
το ταξιδεύοντας είναι ότι πιο αστείο έχω διαβάσει εδώ και πολύ καιρό.
Επιτρέψτε μου να καταθέσω-ως ο κατ’ εξοχήν ειδικός πάνω στο ζήτημα- φράση του Νίκου Καρούζου, έτσι όπως μνημονεύθηκε από τον Γεώρ Μίχο σε συντροφιά βεράντας: ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ!
Αναμφίβολα έχει διεισδυτική ματιά και γνησιότητα.Όμως χρειάζεται δουλειά ακόμη-περισσότερη οικονομία λόγου.
Σιγά ρε Βασίλη Καλογήρου Αρχιποιηταρά που σου φάνηκε αστειο. το παίζεις και καλλιτέχνης. να μάθεις να σέβεσαι τους ομότεχνους σου ακόμα και αν δεν σ αρέσουν αυτά που γράφουν και πρεσβεύουν.
Τι να πώ για τον φίλο Χρήστο Ζάχο;Ένας άνθρωπος με απίστευτη υπομονή.
Σε μία δύσκολη φάση ήταν εντάξει.Σχεδον γιατρός.
Κική Ματέρη