Με τη συλλογή «Το θαύμα στην εντατική» (Φεβρουάριος 2024) επανέρχεται η ποιήτρια και εικαστικός Ηρώ Νικοπούλου, σε ένα βιβλίο φροντισμένο άρτια από τις υπέροχες εκδόσεις ΑΩ του κυρίου Πέτρου Μιχάλη. Η γλώσσα της κυρίας Νικοπούλου εκφέρεται με τη ροή και την απλότητα της φυσικής ομιλίας, δίχως να απομειώνεται πραγματοποιώντας εκπτώσεις της λυρικής συγκινήσεως. Χωρίς ουδεμία διάθεση εκζήτησης, στα ποιήματα εμφανίζονται προσήκουσες λεκτικές σπανιότητες και ενδιαφέροντες, απροσδόκητοι συνειρμοί. Η θεματολογία της ποιήτριας εύρωστη, υπό τη ζύμωση μιας γλωσσικής και συναισθηματικής ωριμότητος, καταγίνεται με την προσωπική μνήμη, την εκκωφαντική, εσώτερη σκέψη, το συναίσθημα που λαμβάνει τη μορφή της οικολογικής ευαισθησίας, της ματαίωσης των προσδοκιών που αρνείται να μεταπέσει σε ενδοτικότητα, των τεκταινομένων που σφραγίζουν τη στιγμή. Μολονότι θα περίμενε κανείς την εικαστική απογείωση μες στους στίχους της ποιήτριας, ως αυτή συνήθως επιτυγχάνεται δια της σκηνοθεσίας, το μεγάλο προσόν των ποιημάτων της κυρίας Νικοπούλου είναι ο εξομολογητικός της τόνος, ο εμβαπτισμένος σε μιαν ηδεία, γυναικεία αισθαντικότητα.

Η πίσω αυλή

Έξω τα δέντρα ανασταίνουν χώμα
βαθιά οι ρίζες
μεταβολίζουν τοξίνες
από μακριά ακούγεται
επίμονης μηχανής γουργούρισμα
η λεωφόρος και το τραμ
μιας επαναληπτικής γαλήνης
Πίσω βαθιά στον ιππόκαμπο
λουφάζουν πρωινές οι φωνές των παιδιών
τα σφυρίγματα τα ξεφωνητά
στο πάρκο
Η μέρα σήμερα ίσως κυλήσει άδοξα
μόνο της κέρδος η αστραφτερή βροχή
πίσω απ’ τα τζάμια
κι εγώ σωσμένη πίσω

Στεγνή

Κιβωτός

Πάντα στο τέλος ξέρω θα βρω
ένα ντουλάπι μικρό
από βαθυκόκκινη λάκκα

Στο βάθος
του ορίζοντα κρύβομαι
προσεκτικά μαζεύω τα πόδια
ίσα που χωράω εκεί μέσα
σιγανά την πόρτα σφραγίζω

Αναπνέω αργά στην μακρόστενη
άκαμπτη μήτρα
δεν κοιτάζω έξω ποτέ
η κιβωτός μου δεν έχει παράθυρα
ακούω μόνο σιωπή
κι όλα μακραίνουν

Περιμένω γνωρίζοντας
πως επιτέλους θα φύγουν
κι αυτή τη φορά
θα με ξεχάσουν
για πάντα

Ω όν

Μακριά αντηχούν φωνές
πλακώνονται πάλι νταήδες
άντε χάσου ρε κότα
απαξιώνει ο ρήτορας

Σκέπτομαι πάλι το αυγό
μικρό κάδμιο σύμπαν
σχήμα τέλειο στιλπνό
σε διαρκή μεταμόρφωση
δεν λείπει δεν περισσεύει
τίποτα από το νόημά του
Εκείνη κάθε τόσο σκύβει
ταπεινά χαλικάκια τσιμπά
στα ζεστά της σπλάχνα
ασβεστοκάμινο σοφό
χυτεύει σε καλούπι μυστικό
υπέροχης πληρότητας θαύμα

Σβήνει ο ασβέστης
βράζει το νερό
βράζει κι ο θυμός
των απανταχού θυμωμένων
θεριεύει η πείνα
θεριεύει κι η άγνοια
η ομελέτα να τη

Παρακαλώ τουλάχιστον
μ’ ευλαβική επίγνωση
καταναλώστε το θαύμα