Πηγή: (http://bosko-hippydippy.blogspot.com/2008/10/1055.html
φωνές
χιλιάδες φωνές:
γαμώ το κέρατο σας
δοσίλογοι σπιούνοι τζάκια εξουσίας
τοπία ολέθρου κι οι βόμβες να πουλιούνται
για να πέφτουν να φέρνουν ίδιο σ’ όλους θάνατο
κι αυτοί που δεν λογίζονται ν’ αντισταθούν κι οι άλλοι
με το δισάκι και
οι άρρωστες ψυχές
κάτω από
το μαστίγιο
αλυχτούν
σαν τα σκυλιά
δαγκώνουν
τις σάρκες τους
στο διάβολο αδικητές
διψάτε για αίμα βρυκόλακες
εμποδίζετε μ’ όλα τα μέσα το πέρασμα
μια διάφανη ώρα όταν ο χρόνος ξαπλώνεται
στον ξάστερο ουρανό και μ’ ένα άλμα του
λαμπρύνει
την αυγή
(απόσπασμα από το ποίημα Πέραμα του Αντρέα Παγουλάτου (http://bosko-hippydippy.blogspot.com/2010/03/blog-post_05.html
Ο ποιητής, θεωρητικός του κινηματογράφου και δοκιμιογράφος, Αντρέας Παγουλάτος γεννήθηκε στην Αθήνα. Από το 1970 έως το 1988, στο Παρίσι, συμμετείχε ενεργά στη γέννηση και την εξέλιξη του ποιητικού γλωσσοκεντρικού κινήματος. Τα βιβλία ποίησής του, “Επίμαχα” (1973), “Κορμί κείμενο” (1975) και ποιήματά του, που δημοσιεύτηκαν σε γνωστά περιοδικά (“Change”, “Perimetres”, “N.R.S.”, “Change International”, “Les Temps Modernes”, κ.ά.), θεωρούνται από τα πρώτα γλωσσοκεντρικά κείμενα. Το 1973 ιδρύει το περιοδικό “Χνάρι” (πρώτη περίοδος 1973-1976) και ακολουθούν τα “Χνάρια”, το 1985, που συνδιευθύνει μαζί με το ζωγράφο Γιώργο Λαζόγκα. Υπήρξε για πολλά χρόνια υπεύθυνος του τομέα ποίησης στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Ιλεάνα Τούντα.
Διηύθυνε μαζί με το Νάνο Βαλαωρίτη το περιοδικό “Συντέλεια” (εκδ. Εξάντας), ενώ σήμερα συνδιεθύνουν τη “Νέα Συντέλεια” (εκδ. Αγκυρα). Δημοσίευσε δοκίμιά του σε περιοδικά και εφημερίδες και σε ειδικές εκδόσεις των Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, Δράμας και του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών (στο πλαίσιο, ιδιαίτερα, των εκδηλώσεων “Κινηματογράφος και πραγματικότητα”, τις οποίες εγκαινίασε μαζί με τον Β. Σπηλιόπουλο πριν από 18 χρόνια). Εργάστηκε στις βασικές ομάδες των εκπομπών: “Χρώματα” (Ε.Τ.1), “Ψηφιδωτό” (Ε.Τ.2), “Νέες εικόνες”, “Η τέχνη της φωτογραφίας”, ως ερευνητής – σεναριογράφος.
Πάνω στην (ή με) την ποίησή του έγιναν ταινίες (Καπλανίδης, Πλαϊτάκης κ.α.) και βιντεο-ποιήματα (Σαντοριναίος). Παρουσίασε στο Centre Georges Pompidou ποιητικά του δρώμενα καθώς και μια επιλογή ελληνικών ντοκιμαντέρ (“Ελληνικός Πολιτιστικός Μήνας”, 1981). Διοργάνωσε στη Γαλλία, την Ελλάδα, την Ιταλία και την Κύπρο, ποιητικές και άλλες εκδηλώσεις, και εκπροσώπησε την ελληνική ποίηση στο εξωτερικό, στις συναντήσεις “Διεθνές Φεστιβάλ Καινούργιας Ποίησης” (Παρίσι, 1983), “Διεθνείς Συναντήσεις Ποίησης” (Cogolin, 1985), “Polyphonix” (Παρίσι, 1986) και “Φωνές της Μεσογείου” (Lodeve, 2005). Ποίησή του μελοποίησαν οι συνθέτες Θάνος Μικρούτσικος, Θωμάς Σλιώμης, Χάρης Ξανθουδάκης, Επίκουρος Τριανταφυλλίδης, Πάρις Παρασχόπουλος, Ηλίας Βαμβακούσης. Έχει εκδώσει, εν όλω, τις ποιητικές συλλογές: “Όργια και εμπόδια” (Εξάντας), “Προς, Στοιχειώσεις, Πόροι” (Μαραθιά), “Επίμαχα, Κορμί κείμενο” (β έκδοση, Μαραθιά) και “Πέραμα” (Μανδραγόρας).
Πηγή (και η τελευταία του συνέντευξη) εδώ: http://camerastyloonline.wordpress.com
Η κηδεία του θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 24 Μαρτίου 2010, στις 15.00 μ.μ. στο Κοιμητήριο Περιστερίου στον Άγιο Βασίλειο.
http://genesis.ee.auth.gr/dimakis/mandragoras/2/4.html
Σήμερα στο public \
νομίζω πως ο Νάνος θα
κάνει αναφορά
στον Παγουλάτο.
Ο δρόμος των ποιητών.
Στα φέρνει η εφημερίδα μηνύματα
μόνιμα μνήματα.
Τώρα μετράς της θλίψης σου λουλούδια
τώρα μετράς της θλίψης σου τραγούδια
λυπητερά.
Κι η φύση χρώματα αλλάζει και σκοπό.
*
Θάνατος ποιητή
Ένα τραγούδι είναι ο θάνατος
Ένα. Και πεθαίνεις κύκνε.
Το νεράκι της Κασταλίας
θρηνεί.
Υπόγεια νερά
τυλίγουν το λευκό σου
ο Άδης χαίρεται
Η ομορφιά μετράει φώς
Στον κύκνο δεν πιάνει το νερό
λεπτό αστραφτερό λευκό
από φώς το φτερωμά του
καστάλιος ρυθμός
μες στη φωνή του ηχάει
αντιλαλούν τα χάη
κι ως απο φαιδριάδων χάσμα
προβαίνει δροσερό άσμα
περισσό
σε θεσπέσιο Περμησσό
η γραμματική αισθάνεται
θάνατος των θανάτων
γενική αντικειμενική
γενική υποκειμενική.
Η φωτογραφία δείχνει άνθρωπο ζορισμένο από την ανθρώπινη βλακεία, και δεν υπάρχει τίποτα πιο απρόβλεπτο απ’ αυτή, αφού και οι στίχοι του αυτό δείχνουν να λένε. Κι ο Αινστάιν το ίδιο εννοούσε όταν δήλωνε πως στο σύμπαν δύο είναι τα κυρίαρχα στοιχεία: το υδρογόνο και η βλακεία.
Φιάσκο η εκδήλωση!
Δεν υπήρξε Νάνος!! 🙂
Δε λυγάνε τα ξεράδια και πονάνε τα ρημάδια! Κούτσα μια και κούτσα δυο της ζωής το ρημαδιό!
Mεροδούλι, ξενοδούλι! Δέρναν ούλοι: αφέντες, δούλοι, ούλοι: δούλοι, αφεντικό και μ’ φήναν νηστικό.
Tα παιδιά, τα καλοπαίδια, παραβγαίνανε στην παίδεια με κοτρόνια στα ψαχνά, φούχτες μύγα στ’ αχαμνά!
Aνωχώρι, Κατωχώρι, ανηφόρι, κατηφόρι, και με κάμα και βροχή, ώσπου μου ‘βγαινε η ψυχή.
Eίκοσι χρονώ γομάρι σήκωσα όλο το νταμάρι κι’ έχτισα, στην εμπασιά του χωριού, την εκκλησιά.
Kαι ζευγάρι με το βόδι(άλλο μπόι κι’ άλλο πόδι) όργωνα στα ρέματα τ’ αφεντός τα στρέμματα.
Kαι στον πόλεμ’ “όλα για όλα”κουβαλούσα πολυβόλα να σκοτώνωνται οι λαοί για τ’ αφέντη το φαϊ.
Kαι γι’ αυτόνε τον ερίφη εκουβάλησα τη νύφη και την προίκα της βουνό, την τιμή της ουρανό!
Aλλά εμένα σε μια σφήνα μ’ έδεναν το Μαη το μήνα στο χωράφι το γυμνό να γκαρίζω, να θρηνώ.
Kι’ ο παπάς με την κοιλιά του μ’ έπαιρνε για τη δουλειά του και μου μίλαε κουνιστός:”Σε καβάλησε ο Χριστός!
Δούλευε
για να στουμπώσει όλ’ η Χώρα κι’ οι καμπόσοι. Μη ρωτάς το πώς και τί,
να ζητάς την αρετή!-Δε βαστάω! Θα πέσω κάπου!-Ντράπου! Τις προγόνοι
ντράπου!- Αντραλίζομαι!… Πεινώ!… – Σούτ! θα φας στον ουρανό!”
Kι’ έλεα: όταν μιαν ημέρα παρασφίξουνε τα γέρα, θα ξεκουραστώ κι’ εγώ, του θεού τ’ αβασταγό!
Kι’ όταν ένα καλό βράδυ θα τελειώσει μου το λάδικι’ αμολήσω την πνοή (ένα πουφ είν’ η ζωή),
H ψυχή μου θε να δράμη στη ζεστή αγκαλιά τ’ Αβράμη, τ’ άσπρα, τ’ αχερένια του να φιλάει τα γένια του!
Γέρασα κι’ ως δε φελούσα κι’ αχαϊρευτος κυλούσα, με πετάξανε μακριά να με φάνε τα θεριά.
Kωλοσούρθηκα και βρίσκω στη σπηλιά τον Αι-Φραγκίσκο: “Χαίρε φως αληθινόν και προστάτη των κτηνών!
Σώσε το γέρο κύρ Μέντη απ’ την αδικιά τ’ αφέντη, συ που δίδαξες αρνίτον κύρ λύκο να γενή!
Tο σκληρόν αφέντη κάνε από λύκο άνθρωπο κάνε!… “Μα με την κουβέντα αυτή πόρτα μου ‘κλεισε κι’ αυτί.
Tότενες το μαύρο φίδι το διπλό του το γλωσσί διπίσω από την αστοιβιά βγάζει και κουνάει με βιά:
“Φως ζητάνε τα χαϊβάνιακι’ οι ραγιάδες απ’ τα ουράνια, μα θεοί κι’ όξαποδώ κει δεν είναι παρά δώ.
Aν το δίκιο θες, καλέ μου, με το δίκιο του πολέμου θα το βρης. Οπου ποθεί λευτεριά, παίρνει σπαθί.
Mη χτυπάς τον αδερφό σου- τον αφέντη τον κουφό σου! Και στον ίδρο το δικό γίνε συ τ’ αφεντικό.
Χάιντε θύμα, χάιντε ψώνιο, χάιντε Σύμβολον αιώνιο! Αν ξυπνήσεις, μονομιάς θα ‘ρτη ανάποδα ο ντουνιάς.
Kοίτα! Οι άλλοι έχουν κινήσει κι’ έχ’ η πλάση κοκκινήσει κι’ άλλος ήλιος έχει βγησ’ άλλη θάλασσ’, άλλη γης”.
K. ΒΑΡΝΑΛΗΣ