901810_b.jpg

Πρόκειται για μια ανθολογία 3.700 ποιημάτων,σχεδόν όλων επιγραμμάτων, που καλύπτει μια μεγάλη περίοδο,από τον 7ο αι. π.Χ έως τον 9ο αι. μ.Χ.
Το επίγραμμα,όπως το ορίζει ο Λεκατσάς,είναι μια έμμετρη βραχύλογη επιγραφή που τονίζει τα κυριώτερα στοιχεία ενός γεγονότος,δίνοντάς τους ηθικό βάρος.Ξεκίνησε ως δίστιχο κι έφτασε το δωδεκάστιχο.
Τα είδη των επιγραμμάτων που συμπεριλαμβάνονται στην Παλατινή Ανθολογία ποικίλλουν: πρόκειται για επιγράμματα χριστιανικά,ερωτικά,επιτύμβια,αναθηματικά,συμποτικά,σκωπτικά,επιδεικτικά,προτρεπτικά,
παιδεραστικά, αλλά και για επιγραφές αγαλμάτων, αριθμητικά προβλήματα,αινίγματα,χρησμούς,τεχνοπαίγνια (ποιήματα γραμμένα έτσι ώστε με το σχήμα των στίχων του να φτιάχνεται ένα αντικείμενο, π.χ. αβγό,τα φτερά του Έρωτα, αυλός κ.ά.)

Αυτό το είδος ποιητικού λόγου διακρίνεται για την πυκνότητα,το συγκινησιακό του υπόβαθρο,την εξαιρεική του εικονοποιία κι αποτελεί ένα παιχνίδι του πνεύματος.
Η ερωτική αυτανάφλεξη των ποιητών της Παλατινής,η φιλοπαίγμων διάθεσή τους,ο εκλεπτυσμένος αλλά και σπαραχτικός τους θρήνος,η στοχαστική αντιμετώπιση της ζωής,η επιθυμία τους για την αποδυνάμωση του θανάτου και για την κατάκτηση της αιωνιότητας μέσω της ποίησης,είναι ορισμένα στοιχεία που δύσκολα θα άφηναν αδιάφορους τους αναγνώστες ανά τους αιώνες.
Ο ιερωμένος λόγιος Κων/νος Κεφαλάς συνέθεσε τη συγκεκριμένη Ανθολογία τον 9ο αι. μ.Χ.
Το 1606 ο γάλλος λόγιος Claude de Saumaise ψάχνοντας κώδικες της Παλατινής Βιβλιοθήκης της Χαϊδελβέργης ανακάλυψε το χειρόγραφο του Κεφαλά.
Από τη βιβλιοθήκη του Παλατινάτου πήρε το όνομά της: «Παλατινή Ανθολογία».

Η επιλογή μου να μεταφράσω τα συγκεκριμένα επιγράμματα έγινε με απολύτως υποκειμενικά αισθητικά κριτήρια.
Προτίμησα την έμμετρη-ομοιοκατάληκτη μεταφορά τους στη νέα ελληνική γλώσσα αφού και τα ποιήματα αυτά στο πρωτότυπο ήταν γραμμένα υπακούοντας σʼ ένα μέτρο βασισμένο όχι φυσικά στην εναλλαγή τονισμένων-άτονων,αλλά μακρόχρονων-βραχύχρονων συλλαβών (αρχαία προσωδία).Έτσι λοιπόν θεώρησα ότι θα έπρεπε να αποδοθεί όχι μόνο το νόημα αλλά και η ρυθμική τους «ανάσα».
Η έμμετρη-ομοιοκατάληκτη μεταγραφή τους επιβάλλει όμως και κάποιους περιορισμούς.
Σε αρκετές περιπτώσεις η μετάφραση είναι αδύνατο να είναι ακριβής,αν και η προσπάθεια να κρατηθεί η βασική νοηματική αλληλουχία στο ποίημα είναι υπαρκτή.
Η παράθεση της αρχική μορφής των επιγραμμάτων γίνεται για να ελεγχθεί από τον αναγνώστη ο βαθμός πιστότητας ή απόκλισής τους από το πρωτότυπο,αλλά και για να είναι δυνατή η αναγνωστική απόλαυσή του.

Το βιβλίο που χρησιμοποίησα είναι του Ανδρέα Λεντάκη “Παλατινή Ανθολογία”,σε μετάφραση δική του (εκδόσεις Δωρικός,1988) στη μνήμη του οποίου αφιερώνω τις δικές μου μεταφραστικές απόπειρες.

στη μνήμη του Ανδρέα Λεντάκη

Πλάτων ο Νεώτερος, XVI 210

Άλσος δʼ ως ικόμεσθα βαθύσκιον,εύρομεν ένδον
πορφυρέοις μήλοισιν εοικότα παίδα Κυθήρης.
ουδ έχεν ιοδόκον φαρέτρην,ου καμπύλα τόξα.
αλλά τά μέν δένδρεσσιν υπʼ ευπετάλοισι κρέμαντο,
αυτός δʼ εν καλύκεσσι ρόδων πεπηδημένος ύπνω
εύδεν μειδιόων.ξουθαί δʼ εφύπερθε μέλισσαι
κηροχύτου μέλιτος λαροίς επί χείλεσι ραίνον.

Βρήκαμε μες στου άλσους τον ίσκιο
της Κυθέρειας το γιο,μήλο ίδιο.
Βέλη,τόξα,φαρέτρα αφημένα
σʼ ανθισμένα κλαδιά κρεμασμένα.
Μες σε πέταλα ρόδων που ζούσε
κοιμισμένος ο Έρως γελούσε.
Χύναν μέλισσες μέλι από επάνου
τα ευώδη του χείλη να ράνουν.

ΠΛΑΤΩΝ , VII 670

Αστήρ πρίν μέν έλαμπες ενί ζωοίσιν Εώος.
νύν δέ θανών λάμπεις Έσπερος εν φθιμένοις.

Έλαμπες σαν Αυγερινός,προτού στον τάφο νά ‘μπεις
και τώρα μέσα στους νεκρούς,Αποσπερίτης λάμπεις.

ΠΛΑΤΩΝ, V 78

Τήν ψυχήν, Αγάθωνα φιλών, επί χείλεσιν έσχον.
ήλθε γάρ η τλήμων ως διαβησομένη.

Φιλώντας τον Αγάθωνα, στα χείλη ήρθες ,ψυχή μου,
για να περάσεις από εκεί σ’ εκείνον, δύστυχή μου…

Ανώνυμου, V 91

Πέμπω σοι μύρον ηδύ,μύρω παρέχων χάριν,ου σοί.
αυτή γάρ μυρίσαι καί τό μύρον δύνασαι.

Σου στέλνω μύρο δυνατό-στο μύρο κάνω χάρη,
τη μυρωδιά από σένανε το άρωμα να πάρει.

Ποσείδιππος, XII 131

Ά Κύπρον,ά τε Κύθηρα,καί ά Μίλητον εποιχνείς,
καί καλόν Συρίης ιπποκρότου δάπεδον,
έλθοις ίλαος Καλλιστίω, ή τόν εραστήν
ουδέ ποτʼ οικείων ώσεν από προθύρων.

Θεά, που ζεις στη Μίλητο, στα Κύθηρα, στην Κύπρο
και στη Συρία που αντηχεί απʼ των οπλών τον χτύπο,
έλα και βόηθα την Καλλίστη ,που ποτές της
δεν έδιωξε μπρος απʼ την πόρτα εραστές της.

Ασκληπιάδης, V 84

Είθε ρόδον γενόμην υποπόρφυρον, όφρα με χερσίν
αρσαμένη χαρίση στήθεσι χιονέοις.

Σαν ρόδο υποπόρφυρο στα χέρια να με πιάνεις
και στα χιονάτα στήθια σου χάρισμα να με κάνεις.

Αγνώστου, V98

Όπλιζευ,Κύπρι,τόξα, καί εις σκοπόν ήσυχος ελθέ
άλλον.εγώ γάρ έχω τραύματος ουδέ τόπον.

Τα τόξα,Κύπρι,όπλιζε και βρες ένʼ άλλο στόχο.
Ούτε για ένα τραύμα εγώ δεν έχω άλλο τόπο.

Αγνώστου, V 304

Όμφαξ ουκ επένευσας.ότʼ ής σταφυλή,παρεπέμψω.
μή φθονέσης δούναι κάν βραχύ τής σταφίδος.

Κι όταν σταφύλι ήσουνα και όταν αγουρίδα,
μʼ αρνήθης-μα μη μʼ αρνηθείς τώρα λίγη σταφίδα.

Παρμενίωνος,V33

Ες Δανάην έρρευσας,Ολύμπιε, χρυσός ίνʼ η παίς
ως δώρω πεισθή, μη τρέση ως Κρονίδην.

Μες στη Δανάη έρρευσες, χρυσός, Ολύμπιε Δία,
από το δώρο να πεισθεί κι όχι απʼ τη φοβία.

Κύριλλος,IX 369

Πάγκαλον εστ’ επίγραμμα τό δίστιχον.ήν δέ παρέλθης
τούς τρείς,ραψωδείς,κουκ επίγραμμα λέγεις.

Το δίστιχο επίγραμμα,του κάλλους η ευλογία.
Τρεις στίχοι,επίγραμμα;Όχι δα-μάλλον,μια ραψωδία…

Μελέαγρος, V 176

Δεινός Έρως,δεινος.τί δέ τό πλέον,ήν πάλιν είπω,
και πάλιν,οιμώζων πολλάκι , «δεινός Έρως» ;
ή γάρ ο παις τούτοισι γελά, και πυκνά κακισθείς
ήδεται.ήν δʼ είπω λοίδορα,καί τρέφεται.
θαύμα δέ μοι,πώς άρα διά γλαυκοίο φανείσα
κύματος,εξ υγρού, Κύπρι,σύ πυρ τέτοκας.

«Δεινός ο Έρως,φοβερός»:τι κι αν το πω με κλάμα;…
Γελά και χαίρεται μʼ αυτά-για μένα είναι θάμα
που βγήκες από το γλαυκό της θάλασσας το ντύμα
για να γεννήσεις,Κύπρι εσύ, φωτιά μεσʼ απʼ το κύμα.

Φιλόδημος, ΧΙ 30

Εξήκοντα τελεί Χαριτώ λυκαβαντίδας ώρας,
αλλʼ έτι κυανέων σύρμα μένει πλοκάμων
κην στέρνοις έτι κείνα τά λύγδινα κώνια μαστών
έστηκεν,μίτρης γυμνά περιδρομάδος,
καί χρώς αρρυτίδωτος έτʼ αμβροσίην,έτι πειθώ
πάσαν,έτι στάζει μυριάδας χαρίτων.
αλλά πόθους οργώντας όσοι μή φεύγετʼ ερασταί,
δεύρʼ,ίτε,τής ετέων ληθόμενοι δεκάδος.

Η Χαριτώ,εξήντα χρόνων
έχει μαλλιά μαύρα και μόνον.
Και των βυζιών στητοί οι κώνοι
στηθόδεσμος κι ας μην τα υψώνει.
Πόροι αρυτίδωτοι, που στάζουν
συν αμβροσία,μύρα μυριάδες.
Μπρος εραστές, και μη σας νοιάζουν
της ηλικίας οι δεκάδες.

Παύλος Σιλεντιάριος, V 252

Ρίψωμεν,χαρίεσσα,τά φάρεα.γυμνά δέ γυμνοίς
εμπελάσει γυίοις γυία περιπλοκάδην.
μεδέν έοι τό μεταξύ.Σεμιράμιδος γάρ εκείνο
τείχος εμοί δοκέει λεπτόν ύφασμα σέθεν.
στήθεα δʼ εζεύχθω,τά τε χείλεα.τάλλα δέ σιγή
κρυπτέον. εχθαίρω τήν αθυροστομίην.

Γδύσου κι άσε τα μέλη μου τα μέλη σου να βρούνε
κι ανάμεσά μας, τίποτε-τα πάντα ας ενωθούνε.
Ακόμη και το αραχνωτό υφαντό που σʼ αγκαλιάζει
με τείχος αδιαπέραστο της Βαβυλώνας μοιάζει.
Τα στήθη μου στα στήθη σου,τα χείλη μου στα χείλη,
μα τʼ άλλα ας κρύψει η σιωπή-μʼ αυτήν είμαστε φίλοι.

Ιουλιανός Από Υπάρχων, XVI 388

Στέφος πλέκων ποθʼ ,εύρον
εν τοίς ρόδοις Έρωτα.
καί τών πτερών κατασχών,
εβάπτισʼ εις τον οίνον.
λαβών δʼ έπιον αυτόν.
καί νύν έσω μελών μου
πτεροίσι γαργαλίζει.

Παλιά,πριν από τόσα χρόνια,
στων ρόδων που έπλεκα τα κλώνια
μπλεγμένο μέσα στο στεφάνι
τον Έρωτα το χέρι πιάνει
και τον βαπτίζω μες στον οίνο.
Αφού τον βούτηξα, τον πίνω.
Και τώρα εντός μου που έχει πάει,
με τα φτερά με γαργαλάει.

Αγνώστου, XI 108

Κόνων δίπηχυς, η γυνή δέ τεσσάρων.
εν τή κλίνη δέ των ποδών ισουμένων,
σκόπει Κόνωνος πού τό χείλος έρχεται.

Κόνων, το ύψος σου δυο πήχες-
τέσσερις,της γυναίκας που είχες.
Ίσια στην κλίνη αν σας βάλναν
Κόνων,τα χείλη σου πού φτάναν;…

ΠΑΥΛΟΣ ΣΙΛΕΝΤΙΑΡΙΟΣ, V 258

Πρόκριτός εστι,Φίλιννα, τεή ρυτίς ή οπός ήβης
πάσης.ιμείρω δʼ αμφίς έχειν παλάμαις
μάλλον εγώ σέο μήλα καρηβαρέοντα κορύμβοις,
ή μαζόν νεαρής όρθιον ηλικίης.
σόν γάρ έτι φθινόπωρον υπέρτερον είαρος άλλης,
χείμα σόν αλλοτρίου θερμότερον θέρεος.

Πιότερο τις ρυτίδες σου,Φίλιννα, προτιμάω
απʼ τους χυμούς των κοριτσιών που θέλω να ρουφάω.
Τα μήλα σου που γέρνουνε,να ξέρεις,δεν τʼ αλλάζω
ούτε με τʼ όρθιο βυζί παρθένας να μαλάζω.
Του φθινοπώρου σου η εποχή, έαρος υπερτέρα
κι η χειμωνιά σου απʼ αλληνής το θέρος θερμοτέρα.

ΑΓΝΩΣΤΟΥ,V83

Είθʼ άνεμος γενόμην, σύ δʼ επιστείχουσα παρʼ αγάς
στήθεα γυμνώσαις,καί με πνέοντα λάβοις.

Αέρας στην ακρογιαλιά που περπατάς αν γίνω,
πνοή στα στήθη τα γυμνά εμένα θα σου δίνω.

ΑΓΝΩΣΤΟΥ, XVI 168
(στο άγαλμα της Αφροδίτης της Κνίδου)

Γυμνήν είδε Πάρις με, και Αγχίσης, και Άδωνις.
τούς τρείς οίδα μόνους. Πραξιτέλης δέ πόθεν;

Πάρις,Αγχίσης κι Άδωνις : γυμνή δεν μʼ είδε άλλος.
Ο Πραξιτέλης από πού μου μάντεψε το κάλλος;…

ΑΓΝΩΣΤΟΥ, XVI 145

(Σε άγαλμα της Αριάδνης)

Ου βροτός ο γλύπτης.οίαν
δέ σε Βάκχος εραστάς είδεν
υπέρ πέτρας έξεσε κεκλιμέναν.

Αθάνατος ο γλύπτης σου-όπως σε είδε ο Βάκχος
σε σκάλισε να σε γλεντά επάνω του ένας βράχος…

ΡΟΥΦΙΝΟΣ, V 60

Παρθένος αργυρόπεζος ελούετο,χρύσεα μαζών
χρωτί γαλακτοπαγεί μήλα διαινομένη.
πυγαί δʼ αλλήλαις περιηγέες ειλίσσοντο,
ύδατος υγροτέρω χρωτί σαλευόμεναι.
τόν δʼ υπεροιδαίνοντα κατέσκεπε πεπταμένη χείρ
ουχ όλον Ευρώταν,αλλʼ όσον ηδύνατο.

Λουζόταν κι έπεφτε νερό στου κοριτσιού τα στήθια
που σάλευαν,μήλα χρυσά, στο γαλατένιο σώμα.
Πώς οι γλουτοί της τρίβονταν και μοιάζανε,αλήθεια,
να είναι πιότερο υγροί κι απʼ το νερό ακόμα…

Φουσκώνει ο Ευρώτας της, μπροστά το χέρι βάζει
μα όσο και να ήθελε όλον δεν τον σκεπάζει…

ΠΛΑΤΩΝ, V 670

Αστέρας εισαθρείς αστήρ εμός. είθε γενοίμην
Ουρανός,ως πολλοίς όμμασιν εις σε βλέπω.

Τʼ άστρα κοιτάς, αστέρι μου-σαν ουρανός ας ζούσα,
τα μάτια σου με άπειρα μάτια να τα κοιτούσα…

ΜΕΛΕΑΓΡΟΣ,V 171

Το σκύφος αδύ γέγηθε, λέγει δ’ ότι τάς φιλέρωτος
Ζηνοφίλας ψαύει τού λαλιού στόματος.
όλβιον.είθ’ υπ’ εμοίς νύν χείλεσι χείλεα θείσα
απνευστί ψυχάν τάν εν εμοί προπίοι.

Τι τυχερό το κύπελλο που της φιλά τα χείλη
όπως το στόμα με κρασί βρέχει η Ζηνοφίλη…
Ας ήτανε τα χείλη της ν’ αγγίξουν τα δικά μου
και μονορούφι ας έπινε όλα τα σωθικά μου!

Υστερόγραφο από το Γιώργο Μίχο: Τραβώντας τα σκοινιά των μεταφράσεων του Σίμου Μενάνδρου που μετέφρασε με ρίμα και του Ηλία Πετρόπουλου που μετέφρασε για μελοποίηση, η μετάφραση του Κυριαζή, έρχεται να προστεθεί ως μεταφραστική άποψη για τη διαχείριση αυτών των ποιημάτων που διατηρούν μιαν αναπαλλοτρίωτη γοητεία. Η διαχείριση είναι απλή αλλά διατηρεί την αρμόδια σχέση με το ύφος του πρωτότυπου και προτείνει μιαν μεταφραστική άποψη προσωπική που έρχεται να προστεθεί στις υπάρχουσες. Γιατί η Παλατινή Ανθολογία προσφέρεται ως τώρα και πιστεύω και στο μέλλον θα προσφέρεται σαν μεταφραστικό στοίχημα.

(ο πίνακας του Μόραλη)