Επιλογή ποιημάτων από τα Werke, Herausgegeben von Christine Koschel, Inge von Weidenbaum, Clemens Münster. Erster Band, R. Piper&Co Verlag, München 1978

Η ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΤΑΣΗ

Έρχονται σκληρότερες μέρες
Στον ορίζοντα διαφαίνεται
Η ανάκληση της χρονικής παράτασης
Σύντομα πρέπει να ανασκουμπωθείς
Και τα σκυλιά να διώξεις στους βάλτους.
Γιατί τα σπλάχνα των ψαριών
Παγώσανε στον άνεμο
Αχνοφέγγει το φως από τα λούπινα
Το βλέμμα σου ανοίγει δρόμο στην ομίχλη:
Στον ορίζοντα διαφαίνεται
Η ανάκληση της χρονικής παράτασης

Πέρα εκεί η αγαπημένη σου βουλιάζει στην άμμο
Που σκαρφαλώνει και τυλίγει τα μαλλιά της στον άνεμο
Της κόβει το λόγο,
Την διατάσσει να σιωπήσει,
Τη βρίσκει θνητή
Και πρόθυμη για χωρισμό
Μετά από κάθε εναγκαλισμό.
Μη κοιτάς γύρω σου,
Ανασκουμπώσου
Διώξε τα σκυλιά
Ρίξε τα ψάρια στη θάλασσα
Σβήσε τα λούπινα
Έρχονται σκληρότερες μέρες

*

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΗΛΙΟ

Ωραιότερος και από την αξιοπρόσεκτη σελήνη και
Ωραιότερος από τα διάσημα παράσημα, ταʼ αστέρια
Ωραιότερος από το φλογερό θέαμα ενός κομήτη
Ταγμένος όσο κανένας άλλος αστερισμός για τα Ωραία
Είναι ο Ήλιος.

Ωραίος ήλιος, ήλιος που ανατέλλει και το έργο του ποτέ
Δεν τοʼ χει λησμονήσει
Και το ολοκληρώνει ομορφότερα το καλοκαίρι, όταν η μέρα
Στʼ ακρογιάλια αργοσβήνει κι αδύναμη τα ιστία αντανακλά
Αυτά που μπρος στα μάτια σου αρμενίζουν, μέχρι να κουραστείς
Και γίνει ελάχιστο το τελευταίο.

Χωρίς τον ήλιο η Τέχνη τα πέπλα της ξαναφορά
Πια δεν μου φανερώνεσαι, κι η θάλασσα κι η άμμος
Από σκιές μαστιγωμένες φεύγουν και χάνονται
Κάτω από το βλέφαρό μου μακριά

Ωραίο φως που μας ζεσταίνει, μας προφυλάσσει και μεριμνά
Θαυμάσια για μας
Να έβλεπα ξανά, να σʼ έβλεπα ξανά!

Τίποτε ωραιότερο κάτω απʼ τον ήλιο από το να είσαι κάτω απʼ τον ήλιο…
Τίποτε ωραιότερο απʼ το ραβδί μες στο νερό και το πουλί ψηλά
Που συλλογίζεται το πέταγμά του, και κάτω το σμάρι των ψαριών
Πολύχρωμο, σχηματισμένο, γεννιέται από μια εκπομπή φωτός.

Και να θωρείς το κυκλικό, το τετραμερές σχήμα των αγρών
Το χιλιόγωνο της χώρας μου.
Και το φόρεμα που φόρεσες. Το φόρεμά σου γαλάζιο στο σχήμα της καμπάνας.

Ωραίο γαλάζιο, μέσα του παγώνια περπατούν και υποκλίνονται
Γαλάζιο των αποστάσεων, των πεδίων ευτυχίας με θύελλες
Για το αίσθημά μου.
Γαλάζια σύμπτωση του ορίζοντα! Και τα έκθαμβά μου μάτια
Ανοίγουν διάπλατα και βλεφαρίζουν, φλέγονται και γίνονται πληγές

Ωραίος ήλιος, ακόμα και η σκόνη τού οφείλει θαυμασμό.
Γιʼ αυτό δεν θα παραπονεθώ
Για τη σελήνη και τʼ αστέρια και για τη νύχτα που για τʼ άστρα της καυχιέται
Και σε μένα ψάχνει τον τρελό.
Αλλά για σένα και σύντομα πολύ
Και όσο για τίποτε άλλο,
Για την αναπόφευκτη απώλεια των ματιών μου

*

ΨΑΛΜΟΣ

Σώπα όπως σωπαίνω κι εγώ, όπως σωπαίνουν οι καμπάνες.

Στον πλακούντα του τρόμου
Ο όχλος αναζητά νέα τροφή
Ημέρα των παθών με θέαμα ένα χέρι
Να κρέμεται απʼ το στερέωμα, του λείπουν δύο δάχτυλα
Και δεν μπορεί να ορκιστεί πως όλα,
Όλα δεν έγιναν και τίποτε άλλο
Δεν θα γίνει. Βυθίζεται μες στην πορφύρα από το σύννεφο
Διώχνει τους νέους φονιάδες
Και αναχωρεί ελεύθερο.

Νύχτα πάνω σʼ αυτή τη γη
Άνοιξε τα παράθυρα, σήκωσε τα σεντόνια
Να απογυμνωθούν τα μυστικά των ασθενών
Ένα θρεπτικό απόστημα, ατέλειωτες οδύνες
Για κάθε αρέσκεια.

Χασάπηδες με χειρόκτια αναχαιτίζουν
Την ανάσα των γυμνών
Κατάχαμα σωριάζεται η σελήνη μπρος στην πόρτα.
Άσε τα θρύψαλα να κείτονται, το πόμολο…
Έτοιμα ήταν όλα για το τελευταίο ευχέλαιο
(το Μυστήριο δεν μπορεί να τελεστεί)

Πόσο μάταια όλα
Κάνε μια πόλη να κυλήσει προς τα εδώ
Σήκω από τη σκόνη αυτής της πόλης
Ανάλαβε ένα αξίωμα
Και προσποιήσου
Για να αποφύγεις το ξεγύμνωμα

Τηρώ τις υποσχέσεις
Μπροστά σʼ έναν καθρέφτη στον αιθέρα
Μπροστά σε μια κλεισμένη πόρτα στον αέρα

Άβατοι είναι οι δρόμοι στους γκρεμούς του ουρανού

*

3

Ω, μάτια που καήκατε στην ηλιοσυλλέκτρα γη
Φορτωμένα με το βρόχινο φορτίο όλων των ματιών

Και τώρα σας γνέθουν, σας υφαίνουν
Οι τραγικές αράχνες
Του σήμερα….

Στη σκάφη της αφωνίας μου
Ακούμπησε μια λέξη
Και κάνε δάση να φυτρώσουν σε κάθε της πλευρά

Ώστε το στόμα μου να το σκεπάζει όλο η σκιά.

*

Ι V

Έπεσε παγωνιά όση δεν έπεσε ποτέ.
Ιπτάμενα τάγματα ήρθαν απʼ τη μεριά της θάλασσας
Ο κόλπος με όλα του τα φώτα παραδόθηκε
Έπεσε η πόλη
Είμαι αθώα και αιχμάλωτη
Στην υποταγμένη Νάπολη,
Όπου ο χειμώνας
Παυσίλυπο και Βόμερο στήνει στον ουρανό,
Όπου με τις λευκές του αστραπές σκότωσε τα τραγούδια
Κι επέβαλε τις βραχνές του τις βροντές.

Είμαι αθώα και μέχρι το Καμάλντολι
Τα πεύκα ανακινούν τα νέφη
Κι απαρηγόρητη γιατί απʼ τα φοινικόδενδρα
Η βροχή τα λέπια δεν θα βγάλει
Απελπισμένη γιατί δεν θα μπορέσω να ξεφύγω
Ακόμα κι αν τα πτερύγια του προστατευτικά το ψάρι
Τα σηκώσει
Και η καταχνιά στη χειμωνιάτικη ακτή
Όπου πάντοτε έσκαγαν κύματα θερμά
Ένα τείχος ανορθώσει
Μα ούτε κι αν το κύμα το θεόρατο,
Φεύγοντας,
Από τον επόμενο στόχο τους
Τους φυγάδες απαλλάξει

Werke. Herausgegeben von Christine Koschel, Inge von Weidenbaum, Clemens Münster. Erster Band, R. Piper&Co Verlag, München 1978

**************

Γεννήθηκε το 1926 στο Κλάγκενφουρτ της Αυστρίας. Σπούδασε φιλοσοφία, νομικά, γερμανική φιλολογία και ψυχολογία. Από το 1958 έως το 1962 ζει μεταξύ Ρώμης και Ζυρίχης. Της απονεμήθηκε το βραβείο Γκέοργκ Μπύχνερ. Από το 1965 εγκαθίσταται στη Ρώμη όπου και πεθαίνει το 1973 από πυρκαγιά που έπληξε το σπίτι της.