Επιθεώρηση Ποιητικής Τέχνης

Κατηγορία

Uncategorized

Uncategorized

Uncategorized

Γιώργος Ιωάννου, «Επιτάφιος θρήνος», εκδ. Κέδρος, 1980

[…] Βγαίνοντας από την εκκλησιά ο Επιτάφιος, τράβηξε πρώτα πλάγια, χώθηκε μες στις γειτονιές με τα κλειστά, όπως είπαμε, ισόγεια, με τα χαμαιτυπεία του λιβανιού, και δεν τον είδαμε σχεδόν καθόλου, άλλωστε στην αρχή είναι μπουλούκι πάντοτε, ώσπου να συνταχθεί, να βρει τον ήχο του και το ρυθμό του, να πάρει ν’ αναδίνει μυρωμένο θάνατο, φτάνοντας στο κορύφωμα στο τελευταίο ιδίως στάσιμο, όπου όλοι έχουνε πιάσει πια το ρόλο τους, τον εκτελούνε στην εντέλεια, τόσο που θέλει χρόνο ολόκληρο για να εξατμισθεί αργότερα. Πάντως, ακούσαμε τις πρώτες νότες του ν’ απομακρύνονται και ήταν η μοναδική ίσως στιγμή που νιώσαμε ένα σφίξιμο, που μέναμε έτσι μακριά από το πλήθος και το συρφετό, ενώ εκεί ανήκαμε, μπορούσαμε να είμαστε κι εμείς κατόπι του, σηκώνοντας σκόνη τεφρή με τα ποδάρια μας, μα ώσπου να διαλογιστούμε αυτά, πιάσαμε θέσεις στο παράθυρο να δούμε τον λαμπρό του γυρισμό στο λαξευτό μνημείο του. Και όταν πήρε η κυκλοφορία να παραλύει, να προηγούνται τα μικρά παιδιά, ν’ ανάβουνε κεριά στα υψηλά πατώματα, ετοιμαστήκαμε κι εμείς να απολαύσουμε το μέγα θέαμα, στο σκότος μέσα της κρεβατοκάμαρας.

Διαβάστε περισσότερα
Uncategorized

Γιώργος Χριστοδουλίδης, «ΛΑΛ: Γνωστοποίηση  πένθιμου γεγονότος», εκδ. Κουκκίδα, 2022 (Γράφει ο Μιχάλης Παπαδόπουλος)

 

Η ευκρασία του πένθους

 

Ο Γιώργος Χριστοδουλίδης είναι ένας εξόχως ευ-ερέθιστος ποιητής, όχι υπό την τρέχουσα έννοια ενός εμμονικώς κοχλάζοντος θυμικού, αλλά υπό την έννοια ενός εγρήγορου και με αναπεπταμένες κεραίες δημιουργού, που συλλαμβάνει τις κρούσεις και τις παρακρούσεις των καιρών, χωρίς αυτό να σημαίνει πως το έργο του περικλείεται σε μια στενή και μονοσήμαντη διάσταση της επικαιρότητας, κάθε άλλο. Ως προς τούτο είναι ένας διαρκώς αμφίπλευρα εμπλεκόμενος μάρτυρας του παρόντος, θα τολμούσα να πω, ένας από εκείνους τους ποιητές ίστορες του παρόντος, που η μνημονική τους τεχνική λειτουργεί όχι σαν απόπειρα συγκράτησης ή ανασυγκρότησης του παρελθόντος, αλλά ως εγχείρημα στύλωσης των αλληλουχιών του χρόνου, υπόμνηση, δηλαδή, και συνακολουθία της ροής.

Αν και θεωρώ πως τα βιβλία και, ιδίως, τα βιβλία του ιδίου  συγγραφέα, δεν πρέπει να αντιπαραβάλλονται, καθότι κάθε βιβλίο είναι, κατά κάποιον τρόπο, ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών με κάποιο συγκεκριμένο πράγμα ή με κάποιο πράγμα με το οποίο ένα προηγούμενο βιβλίο επιχείρησε να συνδιαλεχθεί και, δηλώνει, eo ipso, το πού βρίσκεται ο συγγραφέας του τη στιγμή ακριβώς που το γράφει,  εντούτοις θα τολμούσα να πω πως ο ΛΑΛ Γνωστοποίηση Πένθιμου Γεγονότος (τίτλος που, πέραν από τη μετα-αποκαλυπτική του συνδήλωση, αποτελεί και μια έμμεση  αναφορά στην κατακλυσμιαία αναγγελία πένθιιμων ειδήσεων που κατακλύζει τα ΜΜΕ και τα λεγόμενα social media) τίθεται σε μια προεκτατική γραμμή σε σχέση με το προηγούμενο βιβλίο του ποιητή, Μυστικοί Άνθρωποι, στο οποίο κορυφώνεται η μέχρι τότε περιοχοθέτηση της ποιητικής του ανθρωπογεωγραφίας και εκφραστικής. Ο ΛΑΛ θα μπορούσε, σ’ αυτό το πρίσμα, να αναγνωστεί ως ένας από τους μυστικούς ανθρώπους της προηγούμενης συλλογής, που τώρα εμφανίζεται με πιο ισχνά χαρακτηριστικά, όντας ενδεδυμένος ένα είδος αδιαφάνειας, που καθιστά τη μυστικότητά του διαρκώς ενεργή αλλά και πεισματικά γοητευτική ταυτόχρονα. Μια φιγούρα που εμφανίζεται και εξαφανίζεται ραγδαία, με τον τρόπο ακριβώς που υπάρχει στην πραγματική ζωή, μια ύπαρξη, δηλαδή, στη μεθόριο των περιθωρίων, χωρίς προνομίες αλλά και χωρίς προνομιούχο ενδιαφέρον και αντίληψη γι’ αυτήν. Στα δύο βιβλία, ωστόσο, λειτουργεί μια αντιθετική, κατά κάποιον τρόπο, επεξεργασία της μυστικότητας. Οι μυστικοί άνθρωποι της ομώνυμης συλλογής στερούνται ονόματος, ωστόσο, διαζωγραφίζονται ως προς τον χαρακτήρα και το περιεχόμενο της ύπαρξης και της ζωής τους με αρκετές πληροφορίες, γνωστοποιούνται, με άλλα λόγια, πάρα την αδιατάραχτη ανωνυμία τους. Ταυτόχρονα, έχουν το προνόμιο της ομιλίας, αποτελούν φορείς μιας ενσαρκωμένης αδιαφάνειας ομιλητικά ικανής. Ο ΛΑΛ, από την άλλη, παρότι ονοματολογικά εμφανής, παραμένει άγνωστος ως προς το ποιος πραγματικά είναι και στερείται, ταυτόχρονα, φωνής, αποτελεί, δηλαδή, μια άγνωρη παρουσία, έστω και αν ο ίδιος ο ποιητής φρόντισε, εξωκειμενικά, προτού εκδοθεί ακόμη το βιβλίο, να γνωστοποιήσει την ταυτότητά του. Αλλά, το ίδιο το βιβλίο παραμένει εξαιρετικά φειδωλό ως προς την παρουσίαση ή αυτοπαρουσίαση του συγκεκριμένου προσώπου.  Αναμένω ότι ο Γιώργος, στη συνέχεια, θα εστιάσει συστηματικότερα σ’ αυτή την ενδιαφέρουσα persona, που δεν αποτελεί μονοσήμαντα ένα λογοτεχνικό επινόημα, αλλά αρύεται από μια ολοζώντανη ύπαρξη που κινείται ανάμεσά μας με το ειδολογικό στοιχείο της ξενότητας και η οποία, ως τέτοια, προβληματοποιεί καίρια τόσο τη σχέση μας προς τον άλλο, όσο και τη σχέση μας προς εαυτόν.

Διαβάστε περισσότερα
Uncategorized

Αθηνά Κακούρη, «Ο χαρταετός», εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2002

(απόσπασμα)

Το καφενείο ήταν αδειανό. Όλες οι πόρτες του ανοιχτές, να μπάζουν τον λιγοστό αέρα. Έρημα και τα πεζοδρόμια.

Ο Θανάσης ανέσυρε το ρολόι του, έριξε μια ματιά– αργούσε ο Μανώλης. Σίγουρα είχε βρει στον Φρουρό πολύ περισσότερη δουλειά απ’ ό,τι είχε υπολογίσει. Να πάρει ο διάβολος και τον Φρουρό και τα δοκίμια!

Η ιδέα του Μανώλη να κάνει διορθώσεις στην εφημερίδα του Λάμπη τον ερέθιζε. το πρόσωπό του σκοτείνιασε. Υπήρχε κάτι σ’ αυτή την ανατροπή που δεν μπορούσε να το χωνέψει. Ο Μανώλης είχε χάσει σε λίγους μήνες μέσα όσα οι πρόγονοί του τού είχαν κληροδοτήσει. Ήταν κρίμα – αλλά δεν ήταν αυτό που κακοφαινόταν του Θανάση. Πολλά λεφτά είχαν χάσει και άνθρωποι έμπειροι σαν τον Καλλίτση, πονηροί σαν τον Καραδήμα, ένα πλήθος κόσμου είχε χάσει την περιουσία του ολόκληρη ή ένα μέρος της.

Την περιουσία του την είχε χάσει ο Μανώλης αγοράζοντας μετοχές με την ελαφρομυαλιά που μπορεί να έχει ένας νους οξύς όταν στρέφεται σε θέματα που τα θεωρεί κατώτερα της προσοχής του. Αλλά, για τον Θανάση, τα άλογα, οι επισκέψεις στον Ιλισό και τα εξεζητημένα ρούχα δεν ήταν αυτά που δικαιολογούσαν την ύπαρξη του φίλου του επί γης – όχι, καθόλου. Αν δεν έμεναν του Μανώλη αρκετά για να συνεχίσει το είδος της ζωής που του άρεσε, του έμενε όμως ο μεγάλος πλούτος γνώσεων μέσα στο καλό μυαλό που του είχε δώσει ο Ύψιστος και, αντλώντας απ’ αυτόν τον θησαυρό, χρωστούσε ο Μανώλης να δώσει καρπούς.

Διαβάστε περισσότερα
Uncategorized

Ελένη Καρασαββίδου, «Φελίτσε και Λίλυ: ένας άνθρωπος ανάμεσα στους ανθρώπους», Πολυχώρο Vault

Κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21.15

Κείμενο: Ελένη Καρασαββίδου / Δραματουργική επεξεργασία – Σκηνοθεσία: Κατερίνα Πολυχρονοπούλου

Ερμηνεύουν  η Δήμητρα Βαμβακάρη, η Δήμητρα Σύρου και η Έλενα Τυρέα.

 

*******************************************************************

Βερολίνο 1942. Δυο γυναίκες συναντιούνται. Μια Εβραία και μια Γερμανίδα, παντρεμένη με αξιωματικό των Ναζί. Έχει τέσσερα αγόρια. Έχει τιμηθεί από τον Φύρερ γιατί έφερε στη ζωή τέσσερεις μελλοντικούς στρατιώτες. «Που θα μάθουν να σκοτώνουν χωρίς πρόβλημα, αγόρια στην ηλικία τους».

Δυο γυναίκες συναντιούνται και μια μεγάλη αγάπη γεννιέται. Σ’ ένα Βερολίνο όπου έξω έπεφταν οι βόμβες βροχή και μέσα οι άνθρωποι χόρευαν και ερωτεύονταν απελπισμένα. «Οι βόμβες βόμβες και η ρούμπα ρούμπα». Μνήμες, επιστολές, ανατροπές στη σκιά του φασισμού που εξαφανίζει ανθρώπινες ζωές, στο όνομα του «πολιτισμού».

Όλη η ζωή της Γερμανίδας Ναζί, της Λίλυ, οι 18 μήνες που έζησε με την Εβραία Φελίτσε. Και συνεχίζει να ζει μαζί της όλη την υπόλοιπη ζωή της. Με τις αναμνήσεις της, τις ενοχές της, στην αέναη προσπάθεια να κατανοήσει αυτό το τεράστιο και αναπάντητο “γιατί;” Γιατί κάποιοι αποφασίζουν για τις ζωές μας; Γιατί μας επιβάλλουν πώς και με ποιους θα συνυπάρξουμε; Ποιος έχει ορίσει πώς θα ζουν οι γυναίκες, οι φυλές, όλοι όσοι έχουν άλλες επιλογές ζωής, οι διαφορετικοί; Και ποιος βάζει μέτρο σύγκρισης για διαρκή ρατσιστικό διαχωρισμό; Ποιος και γιατί αποφασίζει για το μέλλον των παιδιών, των χωρών, των πολιτισμών;

Μια παράσταση που ξυπνά συναισθήματα και γεννά σκέψεις, με αφορμή μια αληθινή ιστορία αγάπης που γεννιέται σε ένα τραυματικό ιστορικό πλαίσιο… την ιστορία της Φελίτσε και της Λίλυ.

Διαβάστε περισσότερα
Uncategorized

Γιάννης Γλέζος, «12 Τραγούδια του F.G. Lorca», εκδ. Lyra, 1969

Η απόδοση των στίχων στα ελληνικά ανήκει στον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Τα τραγούδια ερμηνεύει ο Γιάννης Πουλόπουλος, ενώ σε δύο συμμετέχει η Έλενα Κυρανά. Το θέμα του εξωφύλλου ανήκει στον Γιάννη Μόραλη, ενώ την ενορχήστρωση και τη διεύθυνση της ορχήστρας ανέλαβε ο Νίκος Μαμαγκάκης.

 

*****

Το τραγούδι του καβαλάρη

Στο μαύρο το φεγγάρι
σπιρούνια των ληστών αρχίζουν τραγούδι
Μαύρο πουλάρι
πού πας τον νεκρό σου καβαλάρη;
Σκληρά είναι τα σπιρούνια
του ακίνητου ληστή
κρύο πουλάρι
τι άρωμα ανθισμένου μαχαιριού!

Στο μαύρο το φεγγάρι
ματώθηκε η πλαγιά της Σιέρα Μορένα
μαύρο πουλάρι
πού πας τον νεκρό σου καβαλάρη;
Η νύχτα σπιρουνίζει
την μαύρη της κοιλιά
κεντώντας αστέρια
κρύο πουλάρι
τι άρωμα ανθισμένου μαχαιριού!

Στο μαύρο το φεγγάρι
μαζί με μια κραυγή, φωτιά του θριάμβου
Μαύρο πουλάρι
πού πας τον νεκρό σου καβαλάρη;

Διαβάστε περισσότερα