Επιθεώρηση Ποιητικής Τέχνης

Κατηγορία

Τα Επίκαιρα

Τα Επίκαιρα

Τα Επίκαιρα

«Θέτοντάς τους στην υπηρεσία του» (γράφει ο Λεωνίδας Καζάσης)

 

Η κοινωνία προόδευσε ξαφνικά: σύμφωνο συμβίωσης για τους ομοφυλόφιλους· γάμος μεταξύ τους· ανατροφή παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια· δικαίωμα αλλαγής φύλου διά χρήσεως ορμονών και ακρωτηριασμού γεννητικών οργάνων – ό,τι πιο επώδυνο, πιο καταστροφικό!

Μεγάλες νίκες, ανέλπιστες των ομοφυλοφίλων· κατά τα άλλα, αποκαλούν πουτάνα, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες, όποια γυναίκα συνουσιάζεται άνευ υλικών ανταλλαγμάτων, την φύση της ακολουθώντας, ποθώντας τα αρσενικά, επιδιώκοντας την ανυπέρβλητη του οργασμού χαρά!

Γι’ αυτό οι γυναίκες δεν λένε καλημέρα στους άνδρες, ούτε καν τους κοιτούν, για να μην χαρακτηριστούν εύκολες! Οι γυναίκες ενοχλούνται ακόμη και όταν τις  κοιτούν οι άνδρες, αγριοκοιτάζοντάς τους!  Τέτοιο πουριτανικό μίσος μεταξύ των δύο φύλων! Προοδευτικό! Οι ομοφυλόφιλοι λοιπόν, θα πρέπει, με τις ευλογίες του συστήματος να μοιάσουν στους αναφρόδιτους, οικογενειόπληκτους ετεροφυλόφιλους (που ούτε ετεροφυλόφιλοι είναι, αφού η μονογαμική αποχή και η πολύωρη εργασία, έχει καταστήσει αυτούς ευνούχους), μήπως και τους δεχτούν στην εκπαίδευση, στα ιερατεία, στα νοσοκομεία, στο δικαστικό σώμα, στα σώματα ασφαλείας, στις ένοπλες δυνάμεις (όσοι ομοφυλόφιλοι-ομοφυλόφιλες παρεισέφρησαν στα σώματα αυτά, κρύβουν την ερωτική τους προτίμηση για να μην τους αποβάλλουν από αυτά) να διδάσκουν, να λειτουργούν, να δικάζουν, να διοικούν, ως λειτουργοί, αξιωματούχοι και ως πρωθυπουργοί ακόμη!

Χρήσιμο είναι να αναφερθεί, ότι στην αρχαία Ελλάδα πολλές πόλεις είχαν νομιμοποιήσει την ομοφυλοφιλία (ενώ άλλες ήσαν ελαστικές προς αυτήν, όπως η Αθήνα) μεταξύ ερωμένου και ερώντος, δηλαδή, μεταξύ εφήβου και γυμναστού-δασκάλου ο οποίος προσπαθούσε τόσο για τη σωματική άσκηση, όσο και για την ψυχοπνευματική καλλιέργεια του εφήβου, και ότι στη Θήβα, είχαν συγκροτήσει στρατιωτικό σώμα από ερωτικά ζευγάρια ομοφύλων (τον λεγόμενο Ιερό Λόχο), διότι θεωρούσαν ότι ως ερωτευμένοι θα έφθαναν, αισθανόμενοι την υπερβατική έκσταση που ο έρωτας χαρίζει, σε πράξεις απαράμιλλης γενναιότητας, σε περίπτωση πολέμου.

Αυτά μεταξύ άλλων, έγραψε ο Ιωάννης Συκουτρής (φιλόλογος, υφηγητής της φιλοσοφικής σχολής) στην εισαγωγή του Συμποσίου, όταν μετέφρασε και σχολίασε το γραπτό αυτό μνημείο του Πλάτωνος, του οποίου την εισαγωγή, την μετάφραση, τον σχολιασμό ολοκλήρωσε το 1934.

Ο Ιωάννης Συκουτρής, για την αναφορά του στην ομοφυλοφιλία των αρχαίων Ελλήνων, στην εισαγωγή του Συμποσίου, κατηγγέλθη το 1936 για ανηθικότητα (προβολή της ομοφυλοφιλίας) και κυνηγήθηκε από την Ελληνική, μικροαστική, φασιστική, ομοφοβική κοινωνία των γονέων και κηδεμόνων της Πάτρας, των διαφόρων επαγγελματικών σωματείων, της Ιεράς Συνόδου, των ακαδημαϊκών κύκλων της εποχής, εξωθούμενος στην αυτοκτονία από υπερβολική δόση βερονάλ, τον Σεπτέμβρη του 1937 σε ξενοδοχείο της Κορίνθου.

Διαβάστε περισσότερα
Τα Επίκαιρα

«Κι η Άννα όταν γελούσε ήταν σα να σκόρπιζε γιασεμιά» (γράφει ο Σπύρος Αραβανής)

«Κι η Άννα όταν γελούσε ήταν σα να / Σκόρπιζε γιασεμιά / φωτίζοταν για λίγο η νύχτα»
(Τάσος Λειβαδίτης]
Ο Πάμπλο Νερούδα, ο οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα, γράφει σε ένα ποιήμά του: «Πάρε μου το ψωμί, αν θέλεις,/ πάρε μου τον αέρα, αλλά / μη μου παίρνεις το γέλιο σου».
Είδα φωτογραφίες της Άννας. Ένα γέλιο πρόσωπο. Πόσους βλέπεις πια να γελάνε και ν’ ανθίζουν από άκρη σε άκρη χείλη, μάτια, βλεφαρίδες, μέτωπο, μαλλιά; Πόσους να περπατάνε και να σφυρίζουν έναν σκοπό; Να βαδίζουν με τα χέρια μπλεγμένα πίσω από την πλάτη; Να έχουν ένα καθημερινό λουλουδάκι στο πέτο; Να σταματάνε άξαφνα κοιτώντας μ΄ένα ηλίθιο βλέμμα -όπως το ορίζει ο Κορτάσαρ- κάτι ασήμαντο που τους ενθουσίασε; Να καλημερίζουν έναν άγνωστο μόνο και μόνο γιατί τους άρεσε μια κίνησή του; Να φωτογραφίζουν χωρίς να περιέχονται; Να αφαιρούνται, να παραμιλάνε, να λιγοστεύουν;
Μαζί με την Άννα δολοφονήθηκε και αυτό το γέλιο της. Κατακτημένο με πολύ πόνο και κόπο.
Ποιος τάφος άραγε μπορεί να το χωρέσει;
Διαβάστε περισσότερα
Τα Επίκαιρα

Ανύπαρκτα σχολεία (γράφει ο Δημήτριος Μουζάκης)

Στο σχολείο αυτό δίδασκαν δυο ποιητές, ο Οδυσσέας και ο Μαθιός, που καθόλου δε μιλιόντουσαν. Μια μέρα ο Μαθιός πήγε κι έπιασε το διευθυντή και του είπε:

Κύριε Διευθυντά, έχω να αναφέρω πως ο Οδυσσέας έγραψε ένα στίχο που λέει:

«Άξιον εστί του αιδοίου το μενεξεδένιο αλάτι».

«Αίσχος!», αναφώνησε ο διευθυντής. «Φωνάξτε μου τον Οδυσσέα».

«Οδυσσέα, απολύεσαι!», ανακοίνωσε ο διευθυντής στον αμαρτωλό. «Γιατί;», ρώτησε εκείνος. «Διότι τέτοιοι στίχοι», είπε ο διευθυντής, «δε στέκουν εις τα χείλη των καθηγητών».

«Εσάς, κύριε διευθυντά, ποιος σας είπε ότι έγραψα αυτό το στίχο;», ρώτησε ο Οδυσσέας.

«Ο Μαθιός», απάντησε ο διευθυντής.

«Το γνωρίζετε, κύριε διευθυντά, ότι ο Μαθιός έχει γράψει το ακόλουθο ποίημα;», ρώτησε ο Οδυσσέας.

Ήτανε μια κοπέλα στο Κουμπάγκο
που ήταν χωμένη κάτω απ’ έναν πάγκο·
σαν της εδείχναν ψωλή
έβγαζε την κεφαλή
και την πιπίλα˙ σαν της δίναν ένα φράγκο.

«Φυσικά και το γνωρίζω», απάντησε ο διευθυντής.

«Θα τον απολύσετε, λοιπόν, και αυτόν;».

«Όχι, βέβαια», αποκρίθηκε ο δίκαιος, «ο Μαθιός αυτά τα έγραψε με ψευδώνυμο».

Τοιουτοτρόπως απελύθη ο Οδυσσεύς, αποχωρώντας ανακουφισμένος που στην πραγματικότητα τέτοια σχολεία δεν υπάρχουν.

******

*Η παραπάνω ιστορία είναι φανταστική, μόνον ο στίχος και το ποίημα αληθεύουν. Ο στίχος, από το «Άξιον εστί» του Οδυσσέα Ελύτη και το ποίημα, από τα «Εντεψίζικα» του Γιώργου Σεφέρη.

Διαβάστε περισσότερα
Τα Επίκαιρα

«Όχι άλλη πραγματικότητα!» (γράφει ο Σπύρος Αραβανής)

«Όχι άλλη πραγματικότητα!» είχε αναφωνήσει –για μιαν άλλη περίσταση- ο Νίκος Καρούζος. Αυτή η πραγματικότητα, η γειωμένη ύπαρξη η οποία φυσάει σήμερα από παντού και μας καθηλώνει σε έναν μονάχα παροντικό χωροχρόνο.
Πραγματικότητα παντού, στις κυνικές ομολογίες των βιαστών και των πολιτικών, αλλά και στους ρεαλιστικούς στίχους του λαοφιλούς ράπερ, στις φωτογραφίες των συγγραφέων με το πόνημά τους στα χέρια αντί να αφήσουν να ανασάνει το έργο τους, στους φορολογικούς ισολογισμούς, αλλά στους υπολογισμούς του έρωτα.
Η ζωή όμως δεν ανεγείρεται μόνο με υλικά οικοδομής, αλλά και με τη φαντασία του οικοδομήματος.
Όλοι αυτοί οι ήρωες των μυθιστορημάτων, των θεατρικών έργων ή των τραγουδιών που έχουμε αγαπήσει, πού πήγαν; Δεν έχουν και αυτοί θέση δίπλα μας, στο βραδινό τραπέζι; Όταν ντυνόμαστε τα ρούχα μας, δεν έχουν και αυτοί γνώμη για το τι πρέπει να φορέσουμε; Κι όταν θυμώνουμε ή ερωτευόμαστε, όταν υποφέρουμε ή μαγευόμαστε, δεν έχουν και αυτοί ευθύνη για τα συναισθήματά μας;
«Το σώμα σου είναι πολύ υπαρκτό» είχε γράψει σε ποίημά του ο Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου. Οι ζωές μας έγιναν πολύ υπαρκτές. Πολύ ίδιες με την πραγματικότητα. Έγιναν πραγματικότητα. Δηλαδή ζωές χωρίς διαστάσεις.
– «Πρόσεξε, έχεις γείρει πολύ» ακούστηκε μια φωνή δίπλα του.
-Σήκωσε το κεφάλι και κοίταξε γύρω. Μια κοπέλα από αυτές που δεν βρίσκουν θέση στα ερωτικά ρομάντζα.
-«Φοβάσαι μη πέσω μέσα;» της απάντησε με δηκτικό ύφος.
– «Όχι, απλώς η ομορφιά χρειάζεται απόσταση για να σου ξεδιπλώσει όλες τις χάρες της και εσύ είσαι πολύ κοντά στο ποτάμι» τού είπε.
Διαβάστε περισσότερα
Τα Επίκαιρα

“Κάτι ισλαμοφοβικό” (γράφει ο Δημήτριος Μουζάκης)

Aν υπήρχε τρόπος να σου εξηγήσω αυτό που δε θέλεις να καταλάβεις, δε θα υπήρχαν πόλεμοι, δε θα υπήρχαν διαζύγια, δε θα υπήρχε τόσος σπαραγμός─ ίσως, όμως, και να υπήρχαν όλα αυτά κι ακόμη περισσότερα, αν ήμουν ένας λαοπλάνος που σου εξηγεί αυτό που δε θες να καταλάβεις, ένας όρχις συριστικός, ένας διεφθαρμένος και χειριστικός. Ίσως όλα όσα γίνονται να γίνονται επειδή τα χρήματα και τις καρέκλες οικειοποιήθηκαν λασπάνθρωποι που βρήκαν τρόπο να απομυζούν κάθε ευωδιαστό χυμό από την ύπαρξη, αφήνοντάς τη κουφάρι γρύλλου σε παχύ ιστό αράχνης.

Α, τα έντομα! Πώς πολεμάνε, πώς σπαράσσονται επί δεκάδες εκατομμύρια χρόνια χωρίς να βλάπτουν καθόλου τον πλανήτη. Εμείς κοκορευόμαστε για τις τύψεις μας που τον καταστρέφουμε, φτιάχνουμε ωραία θεατρικά έργα, γράφουμε ωραία ποιήματα και κοιμόμαστε σαν κοπρολάγνοι σε αποχωρητήρια.

Στο βάθος δεν μπορώ να διαλέξω ανησυχία. Το απεμπλουτισμένο ουράνιο στο νερό, οι Τούρκοι, όλο προβλήματα, προβλήματα, προβλήματα. Κάποτε κοιτούσα το πλαστικό καλαμάκι και χαλάρωνα, σαν κάτι να σήμαινε ο παγωμένος καφές κάτω από τον ήλιο. Τώρα με το χάρτινο καλαμάκι βιάζομαι να πιω, γιατί το χάρτινο καλαμάκι λειτουργεί σαν κλεψύδρα μιας απόλαυσης που χάνεται.

Το χάρτινο καλαμάκι λιώνει μαζί με τα παγάκια. Κι εγώ πια δεν μπορώ να κοιμηθώ. Μόνο κάτι μουρμουρίζω μες στον ύπνο μου, κάτι για τους Τούρκους, κάτι για τον καβαλάρη του φτερωτού αλόγου, κάτι ισλαμοφοβικό. Μουρμουρίζω για να μη με συλλάβουν. Τώρα πια έχουν όλα με νόμο απαγορευθεί.

Διαβάστε περισσότερα