Επιθεώρηση Ποιητικής Τέχνης

Κατηγορία

Η Κρίση της Ποίησης

Η Κρίση της Ποίησης

Η Κρίση της Ποίησης

«Γιάννης Λειβαδάς: η επιτελεστικότητα του δυνητικού» (γράφει ο Μιχάλης Κατσιγιάννης)

Η ποίηση του Γιάννη Λειβαδά είναι μία ποίηση επεμβατική, όχι πραγματιστική, αλλά συνθετική και εξακολουθητική ως προς το πεδίο δράσης του περιεχόμενου του γίγνεσθαι, το οποίο αναλαμβάνει να αποφύγει μέσω της αποδόμησής του, και να διανθίσει μέσω της διαρκούς εκπλήρωσης του αιτήματος για συλλογική συμμετοχή. Δεν υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο σημείο εκκίνησης της γραφής ή κάποια εστία στην οποία διαχωρίζονται και ξεχωρίζονται οι προθεσιακές προβλέψεις των ερεθισμάτων που (προ)καλούν την ποιητική πράξη και δημιουργία πριν η επιτελεστικότητά τους εντυπωθεί επαρκώς ώστε να ζωντανοποιηθεί. Αντίθετα, η γραφή καθίσταται παρούσα και δραστήρια ακριβώς επειδή προέρχεται από αναρίθμητες και ποικίλες εκφράσεις των οποίων οι εκφάνσεις δεν μπορούν να ειδωθούν ως τελικές διαδρομές σκέψης και δράσης, αλλά ως ένα αέναο συνεχές πολλαπλοτήτων στο οποίο κάθε δυνητική επιτέλεση συμμετέχει ως αναγκαίο συμβαλλόμενο μέρος. Η ποιητική του Λειβαδά δεν υποκαθιστά τον άλλο ούτε υπερβαίνει τη ζωή του, «είναι μια ροή που συνδέεται με άλλες ροές» (βλ. Ντελέζ &Παρνέ, 2022: 52). Πρόκειται για «μια συνάντηση […]επικρατειών, ένα βραχυκύκλωμα, μια διακοπή στον κώδικα όπου ο καθένας απεδαφικοποιείται […] δεν είναι υπόθεση μίμησης αλλά σύνδεσης» (Ντελέζ &Παρνέ, 2022: 47) και «σχεσιακότητας» (Butler, 2004, 2017, 2022· βλ. επίσης Αθανασίου, 2007).

Η γραφή δηλαδή του Λειβαδά απαντά, και απευθύνεται, στο μόνιμο υποβάθρο του υπαρκτού, εντός του οποίου (ανα)γεννάται, λειτουργεί και δραστηριοποιείται ολόκληρη η ανθρώπινη κατάσταση, και χωρίς το οποίο το υποκείμενο αποτυγχάνει να αντισταθμίσει τις διακυμάνσεις (κυρίως) του πολιτικού. Είναι μια γραφή πληθυντική, μαζική, αφού το έργο που αναλαμβάνει (τόσο εντός της όσο και εκτός της), εν είδει λειτουργικής διαχείρισης και μαχόμενης συνειδησιακής πρακτικής, είναι η επανόρθωσητης συνθλιμμένης πρόθεσης από τα μέσα που την παράγουν, μέσω της ανανέωσηςτης εκδίπλωσης των διαστάσεων του παρόντος.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η ποίησή του μετατρέπεται σε δημογραφικό εργαλείο που αποφασίζει να εκφράσει την όποια προσέγγιση ενός πληθυσμιακού προφίλ, μάλλον πατερναλιστικά, αλλά μόνο ότι αυτή προσέρχεται στην διάσταση της συνεχούς (άνισης και μη) κατανομής της αναταραχής και της δυσφορίας με τη διάθεση της επιβίωσης του μετασχηματιστικού στοχασμού – δηλαδή με όρους προσίδιους στην κατανοησιμότητα της δράσης του συλλογικού. Ο μετασχηματιστικός αυτός στοχασμός μπορεί να δημιουργήσει, να αναπαραστήσει, αλλά και να προβάλλει στέρεα και με σαφήνεια το δυνητικό, διαβρώνοντας τη νόρμα του προβλεπόμενου που διαφυλάσσεται από τις περιγραφικές – ως επί των πλείστον – πολιτικές του θεσμικού διαμοιρασμού της διστακτικότητας. Προβάλλοντας έτσι η γραφή την υποθεσιακή λογική αντί της σειριακής, ενώνει, αναμιγνύει το κοινωνικό με το ποιητικό, αναδεικνύοντας ότι το υπάρχον δεν αντιπροσωπεύει μόνο τα επίπεδα που εκφωνεί, αλλά και όλα τα υπόλοιπα που αποκλείει από τις αναπαραστάσεις του, φωτίζοντας με αυτό τον τρόπο την επιτελεστικότητα του δυνητικού. Όπως εξηγεί ο ίδιος ο Λειβαδάς (2022α),«στο ποίημα η αλλότητα της δημιουργικής γλώσσας άρει από λέξη προς λέξη την οριστική της επιτέλεση επιτρέποντας την ομόχρονη δημιουργία ενός έργου επόμενου εντός του προφανούς δημιουργούμενου».

Διαβάστε περισσότερα
Η Κρίση της Ποίησης

Θεώνη Κοτίνη, «Με το σώμα», εκδ. Ενύπνιο, 2024 (γράφει ο Σωτήρης Γουνελάς)

Είναι η εποχή του σώματος και του σωματοποιημένου απ’ άκρη σ’ άκρη της γης. Ακόμη και ο Λάνθιμος μόνο σώματα δείχνει, τις πιο πολλές φορές γυμνά. Για να δούμε σ’ αυτό εδώ το βιβλίο για ποιο σώμα πρόκειται.

Αρχίζει με νησί. Η Μήλος. Το νησί ξεχωρίζει για την ιδιομορφία του εδάφους. Ηφαιστειογενές πέτρωμα, «βράχοι ανήσυχοι» και «Σχήματα εμβρόντητα» καλούν την ποιήτρια να σταθεί στα περιγράμματα, να μελετήσει πέτρες και πετρώματα, να προσέξει το «ψιλο-ψιλό κοσκίνισμα της πέτρας στο μελτέμι». Η ποιητική της ματιά μεταποιεί και μεταμορφώνει τα υλικά πράγματα σε εικόνες, τις πιο πολλές άυλες, η υλική πραγματικότητα, το υλικό, φυσικό, γήινο σώμα μεταμορφώνεται σε στίχους χρωμάτων και φωτός για να φτάσει σε διαπιστώσεις όχι μονάχα για την περιβάλλουσα κτίση αλλά και για το ανθρώπινο σώμα. Οπότε:

Κι αυτό το σώμα ακόμα/ Που το βαστάς πολύτιμο/Απλά ο μόχθος μιας μετάλλευσης/ (ενν. είναι)/ Ως το επίμονο,/ Το ολοένα πέραν.

Τουλάχιστον δεν κλείνεται στο σώμα, δεν αρκείται σ’ αυτό. Γιατί μιλάει για την προέκτασή του: Το ολοένα πέραν.                                               

Η Κ. έχει μια γόνιμη επαφή με τους τόπους, με τα τοπία, με την κτίση που την περιβάλλει, συνήθως σε ύπαιθρο ή σε νησί, όπου ευτυχώς μπορούμε ακόμη να αγναντέψουμε πέρα αλλά και να σταθούμε πάνω στα πράγματα, μελετώντας την όψη τους, αυτή που έχει εξαφανιστεί στις πόλεις.

Την ίδια στιγμή -ποίημα «Μετά τον θερισμό»- που μελετάει το πράγμα, μελετάει την ησυχία, μελετάει την αίσθηση του χρόνου και του καιρού, μελετάει ανάσες, ακούει μυρωδιές. Παρακολουθεί τη ζωντανή φύση να ετοιμάζει τη γονιμότητά της, ανάλογα με την εποχή. Είναι θαυμάσιος ο τρόπος που μεταφέρει στο ποίημα αυτό την αίσθηση του χώρου:

Διαβάστε περισσότερα
Η Κρίση της Ποίησης

Ανδρέας Φουσκαρίνης, «Πυροβάτες και τεχνουργοί», εκτός εμπορίου, 2024 (γράφει ο Χρήστος Μαυρής)

Μία ποιητικη  ψυχογραφία των  απελπισμένων σύγχρονων ανθρώπων

 

 

Αν υπήρχε η δυνατότητα να διαβάσει την καινούργια ποιητικη συλλογη του Ανδρέα Φουσκαρίνη που τιτλοφορείται «Πυροβάτες και τεχνουργοι» ο Άρθουρ Σοπενχάουρ, ένας απο τους βασικότερους εκφραστες του πεσσιμισμου, σίγουρα ο γερμανος φιλόσοφος θα έτριβε τα χέρια-του από χαρα και ικανοποίηση. Αν ζούσε πιθανον και να τον έχριζε επίσημο  συνομιλητη-του. Γιατι μας έδωσε μία συλλογη όμορφη και εντυπωσιακη στην εμφάνισή-της αλλα πεσσιμιστικη πέρα για πέρα στο περιεχόμενό-της.

Θέλω να επισημάνω πως αυτη η συλλογη μεταφέρει μέσα στις σελίδες-της πολλη απαισιοδοξία, παρα το γεγονος πως το δεύτερο κιόλας στη σειρα ποίημα, που υπάρχει σε μία απο τις πρώτες σελίδες τηςσυλλογης, τιτλοφορείται, ίσως απο τραγικη ειρωνεία, «Αισιοδοξία», σ. 10.

Με άλλα λόγια, ο ποιητης Α. Φουσκαρίνης σε αυτη τη συλλογη-του βλέπει ή, ας μην είμαι απόλυτος, τείνει να βλέπει όλα τα πράγματα με μία αρνητικη ματια και διάθεση, γεγονος που σε αναγκάζει να διερωτάσαι τι είναι εκείνο το συνταρακτικο στοιχείο που οδήγησε αυτο τον χαρισματικο ποιητη (απο τους καλύτερους της ελληνικης περιφέρειας) σε αυτο το σκοτεινο σημείο, σε αυτόν τον ψυχικο καταπέλτη.

Προσωπικα, δεν αμφιβάλλω πως το βαρυ φορτίο των γηρατειων που νιώθει ολοένα και συνεχως να τον λυγίζει αλλα και η αδυσώπητη μοναξια που γυροφέρνει τα άτομα αυτης της ηλικίας, μαζι βέβαια και το κατασπαραγμένο και αιματωμένο σώμα της κοινωνίας που αντικρίζει μπροστα-του καθημερινα, έχουν το μερίδιο-τους και συμβάλλουν σημαντικα πιστεύω σε αυτη την αρνητικη ψυχικη κατάσταση που έχει περιέλθει ο ποιητης.

Διαβάστε περισσότερα
Η Κρίση της Ποίησης

Γιώργος Μολέσκης, «Τρία προσωπικά ποιήματα», εκδ. Βακχικόν, 2024 (γράφει ο Χρήστος Μαυρής)

Ποιήματα που πατάνε στο φως και  το σκοτάδι, στη ζωη και τον θάνατο

 

Επικρατει η άποψη πως η ποίηση όπως και κάθε δημιουργία, ενέχει στοιχείο θανάτου, και πως συγχρόνως είναι πένθος γι’ αυτο που έχει χαθει. Την άποψη αυτη, είτε την ασπάζεσαι είτε όχι, έρχεται στις μέρες-μας να την επιβεβαιώσει και έντονα να μάς υπενθυμίσει ο ποιητης Γιώργος Μολέσκης με την καινούργια ποιητικη συλλογη-του που τιτλοφορείται Τρία προσωπικα ποιήματα, η οποία εκδόθηκε τον Μάρτιο αυτου του χρόνου απο τις εκδόσεις Βακχικον.

Πρόκειται για μία ποιητικη συλλογηγια την οποία σκόπιμα επεδίωξε ο δημιουργος-της να βρίσκεται ισοζυγισμένη με το φως και το σκοτάδι, τη ζωη και τον θάνατο. Θέλω να τονίσω, πως στην συλλογη αυτη επικρατει μία άτυπη ισοροπία, η οποία επέρχεται απο το φως, δηλαδη τη ζωη, που βρίσκεται στη μία μερια της ζυγαριας, και το σκοτάδι, δηλαδη, τον θάνατο, που βρίσκεται στην άλλη μερια-της. Για να το πω πιο απλα. Ο ποιητης, στη μία άκρη αυτης της συλλογης-του πατα σταθερα πάνω στο χαρμόσυνο φως και στην άλλη άκρη πατα πάνω στο θλιβερο σκοτάδι.

Μπορει ο ποιητης να χαρακτηρίζει «προσωπικα»αυτα τα ποιήματά-του, δηλαδη ιδιωτικα, και όντως έτσι είναι, όμως δεν παύουν να  έχουν καθολικο εκτόπισμα καινα μεταφέρουν μέσα-τους μηνύματα που ενδιαφέρουν όλους τους συνανθρώπους-του. Επιπλέον, ας μην θεωρηθει απο κάποιους πως  πρόκειται για τρία μικρα και απλα ποιήματα. Αντίθετα, είναι τρία σπονδυλωτα, μεγάλα και περιεκτικα ποιήματα που εντος της συλλογης λειτουργουν σαν ενότητες, οι οποίες φέρουν τους εξης ενδεικτικους τίτλους: Μέρες του ήλιου, Ταξιδιωτικος σάκος και  Συνομιλία με τη Νόνα. 

Η κάθε ενότητα ή, καλύτερα, το κάθε ποίημα συγκροτείται απο άλλα μικρότερα μέρη που διαδραματίζουν και αυτα ρόλο ποιήματος, τα οποία ξεχωρίζουν με τη λατινικη αρίθμηση που τους έχει δώσει ο δημιουργος-τους, όπου στο τέλος όλα μαζι  καταλήγουν να έχουν τα χαρακτηριστικα γνωρίσματα και τη μορφη μίας μικρης ποιητικης σύνθεσης. Η πρώτη ενότητα, λοιπον, ή το πρώτο σπουνδυλωτο ποιήμα, υποδιαιρείται σε δέκα μέρη, η δεύτερη σε επτα και η τρίτη (και πιο μεγάλη) σε 23 μέρη.

Έχω, όμως, αποκομίσει τη γενικη διαπίστωση πως όλα τα ποιήματα της συλλογης, δηλαδη και τα 40, είναι εμποτισμένα στο νοηματικο περιεχόμενο και το ήθος που μεταφέρει ο στιβαρος, ο αθάνατος και αξεπέραστος στίχος του Ανδρέα Κάλβου «και με Φως και με Θάνατον ακαταπαύστως», απο την τρίτη Ωδη «Εις θάνατον». Με άλλα λόγια, τα τελευταία ποιήματα του Γ. Μολέσκη είναι και αυταθεμελιωμένα και αναπτυγμένα  πάνω στο θεματικο δίπολο φως-σκοτάδι, ζωη-θάνατος που μεταφέρει και εκπέμπει αυτος ο δυνατος στίχος του Κάλβου, με τα περισσότερα βέβαιανα γέρνουν αποφασιστικα την πλάστιγγα, όπως έχω διαπιστώσει, προς το μέρος του φωτος, σε αυτη τη διαιώνια πάλη που διεξάγει το φως με το σκοτάδι, δηλαδη με τον θάνατο, για να επικρατήσει κάποτε η χαρα και η πρόοδος στη γη, επομένως και στη ζωη όλων των ανθρώπων. Θέλω να υποδείξω πως ο ποιητης, σε αυτα τα ποιήματα, έχει ρίξει μέσα-τους, σε μεγάλες μάλιστα δόσεις, το ζωογόνο φως που μας κατακλύζει και μας ανακρατει στη ζωη, ενωσε κάποια άλλα, δυστυχως, έχει περάσει, γιατι φαίνεται πως ήταν γραμμένο απο τη μοίρα-του, και τον σκοτεινο θάνατο που πρόσφατα τον έχει βαθια σημαδέψει.

Διαβάστε περισσότερα
Η Κρίση της Ποίησης

Βασίλης Αλεξίου, «Καρναβα(ρνα)λικά / Μελετήματα για τη βαρναλική ποιητική», εκδ. Κέδρος, 2023

Το βιβλίο περιέχει έξι κείμενα που γράφτηκαν και δημοσιεύτηκαν στις δύο τελευταίες δεκαετίες. Για την παρούσα έκδοση ξανακοιτάχτηκαν για να συμπληρωθούν, να αναθεωρηθούν σε κάποια σημεία, ή για να διαγραφούν κάποιες λογικές επικαλύψεις. Ο πρώτος στόχος των συγκεντρωθέντων κειμένων είναι, όπως υπονοεί και ο αμφίσημος τίτλος του βιβλίου, η –υπό το φως της μπαχτινικής προοπτικής– ανάδειξη της καρναβαλικής θεώρησης του κόσμου, που αναδύεται από τη σύνολη βαρναλική δημιουργία.  Βέβαια, το καρναβαλικό στοιχείο δεν είναι μονοπαγές στη γραφή του Βάρναλη αλλά συνοδεύεται από μια βαθιά και τρυφερή λυρικότητα, αγώνα και αγωνία για την ποιητική μορφή και τους κοινωνικούς όρους ύπαρξης της ποίησης, και έναν ποιητικό στοχασμό που, όπως παρατήρησε ο Βύρων Λεοντάρης, «πλανιέται κυριολεκτικά επί των υδάτων της βιωματικής εμπειρίας και όχι πάνω και αποσπασμένος από αυτήν». Ο απώτερος, πάντως, στόχος του βιβλίου είναι η σύλληψη της κεντρικής στοχοθεσίας της βαρναλικής  ποιητικής. Στοχοθεσία που δίνεται εξαίρετα σε αυτό το μικρό απόσπασμα από το κείμενο του Ευτύχη Μπιτσάκη που προλογίζει την έκδοση: «Αυτό ήταν το έργο του Βάρναλη: Ένας μαχόμενος ανθρωπισμός που μέσα από τη διαλεκτική σύνδεση της σάτιρας και του λυρισμού, της “καβαλίνας και του ροδακινανθού”, όπως έγραψε ο Παλαμάς, συναιρούσε στη –σύμφωνη με τις leges artis–  εκδήλωσή του, τη σκεπτόμενη με την πάσχουσα και την αγωνιζόμενη ανθρωπότητα ή, αλλιώς, όπως θα το πει ο ίδιος σε δύο στίχους του:
Μέσα στο λόγο το δικό μου
όλη η ανθρωπότητα πονεί
».

Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Γιάννη Δάλλα.

`

**************************************************************************************

«Προδιοίκηση»

 

Ξεκινώντας να γράψω δυο λόγια σε τούτο το προλογικό κατώφλι (την «προδιοίκηση», όπως την ονομάτιζαν κάποια από τα παλιά κιτάπια των καιρών του ελληνικού Διαφωτισμού) για τα κείμενα που ακολουθούν και τη συνύπαρξή τους σε ένα βιβλίο, καλό, νομίζω, θα ήταν να δικαιολογήσω τους λόγους που οδήγησαν στην αφιέρωσή του στον Γιάννη Δάλλα. Λόγοι κάποιοι από αυτούς πρόδηλοι και κάποιοι άλλοι αφανείς. Ξεκινάω με τους πρώτους. Ο Δάλλας, όπως ευστοχότατα παρατήρησε ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς μας κριτικούς, ο Δημήτρης Ραυτόπουλος, υπήρξε «ο κορυφαίος μεταπολεμικός μας φιλόλογος, ο πιο παραγωγικός και πολυθεματικός». Ανάμεσα στα πολλά θέματα της δεινής κριτικής του γραφίδας δεσπόζουσα θέση κατέχει το έργο του Βάρναλη. Το αποδεικνύουν οι εξαίρετες κριτικές επανεκδόσεις των δύο μείζονων έργων της βαρναλικής ποίησης (Το φως που καίει, Σκλάβοι πολιορκημένοι), οι μελέτες του για τη «δημιουργική δεκαετία» του Βάρναλη (και τα τρία σε αυτές εδώ τις – καταστατικά φιλοβαρναλικές – εκδόσεις) και πλήθος άλλων άρθρων, βιβλίων, επιφυλλίδων.

Διαβάστε περισσότερα