Στάθης Λειβαδάς, «Πολύ αργά μέσα στη νύχτα»
6Δεκ
Ι
Ήρθα ξένος
σαν ένα όνειρο τρεμάμενο
πολωμένου φωτός
σαν τα φώτα αδιάφορων πόλεων
ιδωμένα από τους τόπους των εκτελέσεων
εγώ κι ένα αχαμνό κουκλόσπιτο
στο μάτι του κυκλώνα
σεγόντο στο μουντό πρόσωπο
της αυγής,
σαν το βλέμμα γυναίκας
πρόωρα σβησμένης ήβης
που ποτέ δεν είχε κάτι να κρύψει
από τη ζωή της,
σαν τα φατνώματα
των πρωινών αστερισμών
μπρος στα εκτυφλωτικά φώτα
των προβολέων,
ήρθα ξένος
περιμένοντας τις νύχτες του Αιγόκερου
τους ανταληγείς
να με σηκώσουν μεσοούρανα
να γίνω ένα γερμένο άστρο
πάνω από τα ουρλιαχτά
δεσμωτηρίων
στο ιστορείν
του σκότους
ή πάλι να νοιώσω
το χάδι γλυκού σορόκου
σαν νεύμα τρυφερού αιδοίου
μέσα από το καύκαλο
τροπικών ύπνων.
Διαβάστε περισσότερα