[…] Όταν ο Λόρκα συνάντησε τον Μανουέλ ντε Φάγια για πρώτη φορά, ήταν με κάποιον φίλο του ζωγράφο και αυτοσυστήθηκε λέγοντας: «Δον Μανουέλ, λέγομαι Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα και αυτός είναι ο φίλος μου, ο Μανουέλ Άνχελες Όρτιθ. Εγώ γράφω στίχους και παίζω πιάνο, μα αυτός ξέρει μόνο να ζωγραφίζει». Η κάθοδος του Ντε Φάγια στη Γρανάδα θα αποδειχτεί καθοριστική για την εξέλιξη του Λόρκα τόσο στην ποίηση όσο και στη μουσική. Αν και ο Λόρκα ήταν πολύ νεότερός του, δημιουργήθηκε μεταξύ τους μια δυνατή φιλία. Αυτή η φιλία λοιπόν άνθισε μέσα από μια συνεργασία που εναρμόνισε τη μουσική με την ποίηση. Μαζί διοργάνωσαν, στις 13 και 14 Ιουνίου του 1922, τον διαγωνισμό του κάντε χόντο στη Γρανάδα, που έμεινε στην ιστορία. Το κάντε χόντο είναι λαϊκό τραγούδι της Ανδαλουσίας που τραγουδιέται από Τσιγγάνους με συνοδεία κιθάρας. Στην κυριολεξία σημαίνει «βαθύ, εσωτερικό τραγούδι».

Καθοριστική για τη διαμόρφωση του κάντε χόντο υπήρξε αρχικά η αποδοχή και καθιέρωση από την ισπανική Εκκλησία του λειτουργικού τραγουδιού, η εισβολή των Αράβων και, φυσικά, ο ερχομός στην Ισπανία πολυάριθμων ομάδων Τσιγγάνων. Οι τελευταίοι του έδωσαν την οριστική μορφή του, παρ’ όλο που προϋπήρχε ως ανδαλουσιανό τραγούδι πριν από την άφιξη των Τσιγγάνων στην Ευρώπη το 1400, όταν εκδιώχθηκαν από την Ινδία από τον Ταμερλάνο. Γι’ αυτό το κάντε χόντο έχει κοινά στοιχεία με τα ινδικά τραγούδια.

Ένα από τα είδη του κάντε χόντο είναι η τσιγγάνικη σιγκιρίγια (siguiriya gitana ), όπου χρησιμοποιείται μία μοναδική νότα, όπως στα θρησκευτικά τραγούδια. Πρόκειται για τραγουδιστή πρόζα χωρίς μετρικό ρυθμό. Στην πραγματικότητα είναι τρίστιχα και τετράστιχα με αρμονικές παρηχήσεις από λογοτεχνικά κείμενα. (Η παρήχηση είναι σχήμα λόγου με επανάληψη ενός ή περισσότερων φθόγγων σε κάποιο στίχο ή φράση).
Τα διάφορα είδη του κάντε χόντο στη νότια Ισπανία είναι η προαναφερθείσα σιγκιρίγια, το κόπλα (copla ), το μαρτινέτε (martinete), το χελιάνα (jeliana ), το σολεά (soleá ), το πόλο (polo ) και το σαέτα (saeta), που τραγουδιόντουσαν χωρίς κιθάρα. Η μοντέρνα εκδοχή του κάντε χόντο είναι το τραγούδι φλαμένκο (cante flamenco), που φέρει το όνομα της περιοχής όπου τραγουδιέται: γραναδίνας (granadinas), σεβιλιάνας (sevillanas), μαλαγκένιας (malagueñas), ροντένιας (rondeñas), φαντάνγκο (fandango ).

Ο Μανουέλ ντε Φάγια ανησυχούσε ότι το κάντε χόντο χανόταν σταδιακά. Μοιράστηκε αυτή την ανησυχία του με τον Λόρκα και ύστερα από κάποιον προβληματισμό σκέφτηκαν να διοργανώσουν έναν διαγωνισμό όπου θα λάμβαναν μέρος μη επαγγελματίες, γέροι ίσως, που δεν είχαν επηρεαστεί από τις νέες μουσικές επιδράσεις. Ο Λόρκα άρχισε τις προετοιμασίες για τον διαγωνισμό στις 19 Φεβρουαρίου του 1922 με μία υπέροχη και εμπεριστατωμένη διάλεξη με τον τίτλο «Η ιστορική και καλλιτεχνική σπουδαιότητα του πρωτόγονου ανδαλουσιανού τραγουδιού, του κάντε
χόντο» (Importancia histórica y artística del primitivo canto andaluz, llamado cante jondo). Ο Ντε Φάγια τον είχε προμηθεύσει με ιστορικές λεπτομέρειες όσον αφορά την επίδραση στη μουσική. Μα ο Λόρκα ήταν αυτός που έδεσε όλες τις λεπτομέρειες με λυρισμό και γλαφυρότητα. Βαθιά επηρεασμένος από τις παραδόσεις της λαϊκής και τσιγγάνικης μουσικής, ο Λόρκα νιώθει ότι έχει ανακαλύψει τη βάση των ποιητικών και πνευματικών του ενορμήσεων και γράφει το 1922 το έργο Ποίημα του κάντε χόντο (Poema del cante jondo).

Στις 7 Ιουνίου του 1922 οργανώθηκε μια άλλη βραδιά στο Palace Hotel, όπου διαβάστηκε η δουλειά του Ντε Φάγια. Η ανάγνωση διανθίστηκε με κομμάτια κιθάρας φλαμένκο και στίχους που δεν είχαν ακουστεί ποτέ ξανά, με κιθαρίστες τον Μανουέλ Χόφρε και τον Αντρές Σεγκόβια. Ήταν η βραδιά του Φεδερίκο, όπως έγραψε στην κριτική της η εφημερίδα Ο υπερασπιστής της Γρανάδας (El Defensor de Granada ): Η Γρανάδα διηγείται μαζί μ’ έναν ποιητή. Αυτός ο ονειροπόλος νεαρός που αγαπά το ωραίο αύριο θα είναι θρίαμβος. Ο Φεδερίκο ήταν μόλις είκοσι τεσσάρων χρόνων. Η βραδιά του διαγωνισμού της 13ης Ιουνίου του 1922 θα άνοιγε με τον Σαλβαδόρ Ρουέδα (Salvador Rueda), διάσημο ποιητή από τη Μάλαγα. Αυτό είχε προγραμματιστεί στο πρόχειρο πρόγραμμα της εκδήλωσης. Όμως τελικά ο διάσημος εξηνταπεντάχρονος ποιητής, που ήταν τόσο δημοφιλής, αντικαταστάθηκε από έναν εικοσιτετράχρονο νέο που είχε εκδώσει μία μόνο ποιητική συλλογή, όχι και πολύ γνωστή μάλιστα, τον
Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. Εκείνη η βραδιά ήταν η πρώτη φορά που ακούστηκε ο Λόρκα να διαβάζει δημόσια, με τη βραχνή φωνή του, μερικούς στίχους που θα αποτελούσαν μελλοντικά μέρος της συλλογής του Ποίημα των ανδαλουσιανών τσιγγάνικων τραγουδιών ή Ποίημα του κάντε χόντο. Ο διαγωνισμός είχε μεγάλη επιτυχία και νικητής του ήταν ο Ντιέγο Μπερμούντεθ (Diego Bermúdez), εβδομήντα δύο χρόνων, αν και είχε δηλώσει πως ήταν εξήντα οκτώ.

Το 2022 βρίσκει τη Γρανάδα να γιορτάζει τα εκατό χρόνια από τον διαγωνισμό του κάντε χόντο στην πλατεία Αλχίμπε (δεξαμενή) στην Αλάμπρα, ανάμεσα στο φρούριο και στο παλάτι του Καρόλου Ε΄. Ο Λόρκα και ο Ντε Φάγια άλλαξαν τον χαρακτήρα του φλαμένκο: από λαϊκό τραγούδι και χορό των Τσιγγάνων το ανέδειξαν σε ταυτότητα της Ισπανίας, και ιδιαίτερα της Ανδαλουσίας, και το εξύψωσαν σε τέχνη. Τιμώντας τον Λόρκα και τον Ντε Φάγια, οι Αρχές της Γρανάδας οργάνωναν, ύστερα από εκατό χρόνια, το 2022, μια καταπληκτική έκθεση για τον διαγωνισμό του κάντε χόντο του 1922 που αποτελούνταν από 230 αντικείμενα, όπως φωτογραφίες, ενδυμασίες του φλαμένκο, πίνακες ζωγραφικής, κεραμικά αγγεία, χειρόγραφα, επιστολές, αφίσες, παρτιτούρες, ακόμα και οπτικοακουστικό υλικό. Η έκθεση ήταν ανοιχτή για το κοινό από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022. Μεταξύ των πολλών ακτικειμένων που σχετίζονται με τον Λόρκα και εκτίθενται στο παλάτι του Καρόλου Ε΄ είναι και τα δύο παραδοσιακά φορέματα που είχαν ράψει ειδικά για τον διαγωνισμό η αδερφή του Λόρκα Κόντσα και η τότε αγαπημένη του Αιμιλία Λιάνος.

Μέσα σ’ αυτή τη Γρανάδα των διανοούμενων, των Τσιγγάνων, των χρωμάτων, των τραγουδιών, του αραβικού στοιχείου, ο Λόρκα αντλούσε την έμπνευσή του και προσπαθούσε να ξεχάσει τα προσωπικά του προβλήματα. Μερικοί από τους γνωστούς του τον απέφευγαν από φόβο μήπως λεχθεί ότι ήταν κι αυτοί ομοφυλόφιλοι. Όπως αναφέρει ο ίδιος χαρακτηριστικά σε μια επιστολή του που έγραψε τον Ιούλιο του 1923 προς τον φίλο του Μέλτσορ Φερνάντεθ Αλμάγρο, συγγραφέα, δημοσιογράφο και κριτικό λογοτεχνίας: Μπροστά στη θάλασσα ξεχνώ το φύλο μου, την κατάστασή μου, την ψυχή μου, τα δάκρυά μου… τα πάντα! Μου τσιμπάει μόνο την καρδιά μια έντονη επιθυμία να τη μιμηθώ και να αφεθώ όπως εκείνη, πικρός, φωσφορούχος και αιώνια άυπνος.

Ο Φεδερίκο πονά για την ομοφυλοφιλία του, θέλει να ενωθεί με τη θάλασσα, που είναι γένους αρσενικού στα ισπανικά, el mar, να αφεθεί ελεύθερος, χωρίς ταμπού και προκαταλήψεις, να ζήσει μια ζωή διαφορετική, χωρίς όμως αυτό να προκαλέσει πόνο και ντροπή στην οικογένειά του, την οποία σεβόταν και αγαπούσε. Η ισπανική κοινωνία, πουριτανική, καθολική, συντηρητική, μια κοινωνία όπου οι γυναίκες έπαιζαν δευτερεύοντα ρόλο και οι άντρες έπρεπε οπωσδήποτε να είναι macho, δηλαδή δυνατοί και σκληροί, δεν μπορούσε να αποδεχτεί την ομοφυλοφιλία.
Ο Λόρκα υπέφερε γι’ αυτό μέσα στην τόση ευαισθησία του. Ένιωθε απόρριψη, ένιωθε κατατρεγμένος, γι’ αυτό συμπαθούσε και καταλάβαινε όλους τους κατατρεγμένους της πατρίδας του, όπως τους Τσιγγάνους, τους Άραβες, τους Εβραίους. Οι Εβραίοι κυνηγήθηκαν μετά το Διάταγμα της Αλάμπρα του 1492, που εκδόθηκε υπό τη μοναρχία των καθολικών βασιλιάδων Φερδινάνδου και Ισαβέλας.

Έτσι δημιουργήθηκαν οι Μαράνος, οι οποίοι είχαν εβραϊκή καταγωγή αλλά είχαν εκχριστιανιστεί, όμως κάποιοι εξακολουθούσαν να ασκούν κρυφά τον ιουδαϊσμό, ήταν δηλαδή κρυπτοεβραίοι. Συναγωγές υπάρχουν και σήμερα σε διάφορες πόλεις της Ισπανίας, που αποτελούν πια αξιοθέατα, με σημαντικότερη εκείνη στο Τολέδο, που ονομάζεται Ελ Τράνσιτο (El Tránsito) και είναι πια ένα αξιόλογο μουσείο. Η απαγόρευση της λατρείας του Ισλάμ ήρθε λίγο αργότερα, το 1502, υπό το στέμμα του Βασιλείου της Καστίλης. Ο Λόρκα, λοιπόν, δεν είχε άδικο να νιώθει κατατρεγμένος. Στην καθολική Ισπανία εκείνης της εποχής η ομοφυλοφιλία δεν ήταν αποδεκτή. Η αντιπάθεια που δημιουργούσε αυτή η ιδιαιτερότητά του σε ορισμένους ανθρώπους ήταν ένας από τους λόγους της εκτέλεσής του το 1936. […]

 

 

 

`

********************************************************************************************

 

Η συγγραφέας, ύστερα από συστηματική και πολυετή έρευνα, παρουσιάζει τον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα σε τρεις διαστάσεις: τον άνθρωπο, τον ποιητή και τον δραματουργό. Προσθέτει νέες ψηφίδες στο πορτρέτο του Λόρκα περιγράφοντας τη ζωή του. Αναλύει την ποίηση και τα θεατρικά έργα τού πολυδιάστατου δημιουργού, που ανήκει στη γενιά του 1927, στην «αργυρή εποχή» της ισπανικής λογοτεχνίας, η οποία εισάγει ένα πιο ελεύθερο στιλ, που δεν ακολουθεί κανόνες στην ποίηση και περιέχει στοιχεία συμβολισμού, υπερρεαλισμού και φουτουρισμού. Το έργο του Λόρκα διακρίνεται για τη λεκτική δεξιοτεχνία, τον συμβολισμό, τον υπερρεαλισμό, την πληθώρα σχημάτων λόγου – μεταφορές, παρομοιώσεις, αντιθέσεις –, τους διαχρονικούς γυναικείους χαρακτήρες και τον έντονο ψυχικό δεσμό με την πατρίδα του. Η συγγραφέας καταδεικνύει, επίσης, την καθοριστική συμβολή της κλασικής και της λαϊκής μουσικής, καθώς και των παραδόσεων της Ανδαλουσίας και του μεσογειακού τρόπου ζωής, στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής ταυτότητας του Λόρκα και εξιστορεί τα γεγονότα που οδήγησαν στη δολοφονία του κατά τον Ισπανικό Εμφύλιο. Tαξίδεψε στην Ισπανία, ήρθε σε επαφή με συγγενείς του Λόρκα και με άτομα τα οποία γνώρισαν τον ίδιο ή μέλη της οικογένειάς του και επισκέφθηκε τα μέρη όπου έζησε, προκειμένου να αντλήσει πληροφορίες για το περιβάλλον μέσα στο οποίο διαπλάστηκε η προσωπικότητά του. Η αφηγηματική αμεσότητα της μελέτης παρασύρει τον αναγνώστη σ’ ένα συναρπαστικό ταξίδι, δίνοντάς του τη δυνατότητα να γνωρίσει τον Λόρκα, το έργο του οποίου είναι σημείο αναφοράς για τη χώρα του και για την παγκόσμια λογοτεχνία.