«Mε απασχολούσε εξαρχής, όχι η εναλλαγή αλλά η σύγκρουση του φωτός με το σκότος και στη ζωγραφική μου εκφράστηκε κυρίως στις «Νεκρές φύσεις» – ο Στέλιος Ράμφος τις είχε κάποτε ονομάσει συμφωνικές. Το φως προκύπτει από την πάλη με το Ασυνείδητο, το εικαστικό μου έργο αυτό διαπραγματευόταν πάντα αγγίζοντας στις εμπνευσμένες στιγμές του το Τραγικό. Η ίδια πάλη συνέχισε να με στοιχειώνει μετατιθέμενη στο φορτίο των λέξεων, των γλωσσικών εικόνων, την κρυπτική διάσταση των συμβολισμών, των σιωπών και των εκρήξεων, των υπερβατικών στοχασμών και των μυστικών εξόδων. Πρέπει να θυσιάσεις τον εαυτό σου εδώ. Να αναμετρηθείς με τους γίγαντες, που τελικώς θα σε συντρίψουν. Θα έχει μείνει όμως μια ζωγραφιά που ψηλάφισε την μεταφυσική τους ουσία, μια στροφή, ένας στίχος»

«Η Φύση υπερβαίνει τα ανθρώπινα όρια προβάλλοντας επιτακτικά και διαχρονικά τα δικά της. Αυτά τα όρια προσπαθεί ν’ αγγίξει ή να ξεπεράσει ο ποιητικός λόγος, τα εγκληματικά κατά το νόμο, το κάνει όμως με τις λέξεις μετουσιώνοντάς τες. Φροϋδική η αναφορά, αλλά όταν τα όρια ξεπερνιούνται στην κοινωνική σύμβαση θεωρείσαι εγκληματίας. Διαφορετικά, είσαι ποιητής»

 

Ο Χρήστος Μαρκίδης γεννήθηκε στη Δράμα το 1954. Σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1974-1979). Παρουσίασε έως τώρα τη δουλειά του σε δεκατέσσερις ατομικές εκθέσεις, ενώ συμμετείχε σε περισσότερες από εβδομήντα ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Παράλληλα κυκλοφόρησαν έξι συλλογές ποιημάτων του, Μονόζυγο-Τέσσερα Σχεδιάσματα, Διάττων, 1999 (εκτός εμπορίου), Έως, Διάττων, 2001 (εκτός εμπορίου), Άτια στο σκοτεινό νερό, Εκδόσεις του Φοίνικα, 2003 (εκτός εμπορίου), Κιννάβαρι, Άγρα, 2009, Δράκων κατήλθες, Τυπωθήτω-Λάλον Ύδωρ, 2013, Έρεβος η το άλλο φως, Εκδόσεις του Φοίνικα, 2020 και τα δοκιμιακά του πεζογραφήματα, Κατάματα, Γαβριηλίδης, 2005, 2014, Αρμός, 2022.

Ο καταξιωμένος ζωγράφος και ποιητής μιλάει στο Ποιείν για το συνολικό ποιητικό του έργο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός. Μέσα από τα ποιήματά του αναδεικνύονται έννοιες και αξίες όπως η αρμονία και το νόημα της ύπαρξης. Εξηγεί τι ήταν αυτό που τον έκανε  να καταπιαστεί με τον λόγο. Κάνει ιδιαίτερη αναφορά στη σύγκρουση του φωτός με το σκοτάδι αλλά και στα όρια που όταν ξεπερνιούνται στην κοινωνική σύμβαση θεωρείσαι εγκληματίας….Διαφορετικά, είσαι ποιητής…

 

-Κύριε Μαρκίδη συγκεντρώσατε το ποιητικό έργο σας σε μια εξαιρετική έκδοση. Μιλήστε μας για τα «Ποιήματα 1999-2020» 

Στην έκδοση περιέχονται έξι ποιητικές συλλογές, οι τρεις Μονόζυγο-Τέσσερα Σχεδιάσματα, Έως, Άτια στο σκοτεινό νερό κυκλοφόρησαν σε περιορισμένα αντίτυπα εκτός εμπορίου. Σκέφτηκα ότι καλό θα ήταν να συγκεντρωθούν μαζί με τις άλλες τρεις, Κιννάβαρι, Δράκων κατήλθες και Έρεβος ή το άλλο φως σε ένα βιβλίο έτσι ώστε ο αναγνώστης να έχει στα χέρια του το σύνολο ενός έργου 21 χρόνων.

-Μέσα από τα ποιήματά σας αναδεικνύονται έννοιες και αξίες όπως η αρμονία και το νόημα της ύπαρξης. Θεωρείτε ότι αυτά τα θέματα δεν θα σταματήσουν ποτέ να απασχολούν τον άνθρωπο; 

Στοχάσου την προσμονή 

Στοχάσου την πληρωμή 

Στοχάσου την έξοδο 

Η λέξη προσμονή στο τρίστιχο που κλείνει το Δράκων κατήλθες δηλώνει αυτό που όλοι καταλαβαίνουμε. Προσδοκώ: εμμένω, αφοσιώνομαι σταθερά σε κάτι και ταυτόχρονα ελπίζω. Η λέξη πληρωμή έχει την τρέχουσα ανταλλακτική σημασία και την βαθύτερή της, την ανταπόδοση. Η λέξη έξοδος – μετάβαση, απαλλαγή από μία κατάσταση, αναχώρηση, αυτή κι αν είναι πολύσημη. Τη συναντάς ως επιγραφή πάνω από μια θύρα, τη συναντάς και στην Εξόδιο Ακολουθία του Ι. Δαμασκηνού.

Το νόημα της υπάρξεως φυσικά και δεν θα πάψει να απασχολεί τον άνθρωπο, άλλοτε γενιές ολόκληρες διαδέχονταν η μία την άλλη με τη συγκεκριμένη αναζήτηση ως κύριο ζητούμενο. Δημιουργούνταν πολιτισμοί στα θεμέλια αυτού του στόχου.

 

-Στην ποιητική σας συλλογή «Δράκων κατήλθες» μέσα από τρίστιχες στροφές αναφέρεστε σε υπαρξιακά θέματα. Πόσο εύκολο είναι να στοχαστούμε τα όρια του κόσμου και την τελική έξοδο; 

Ο Γιάννης Δάλλας είχε πει ότι «Το Δράκων κατήλθες» έχει τη δύναμη να κερδίζει αμέσως τον αναγνώστη του. Το κατορθώνει χάρη στην ποιητική των τριστίχων του, που δεν αυτονομούνται, όπως τα αρχαία «φραγκμέντα» ή τα νεότερα «χαϊκού», αλλά αλυσιδώνονται σε μια ενιαία σύνθεση εννοιών. Μια ποιητική αισθητικής κατηγορίας και στόχου, που διυλίζει τις λέξεις έως τα άκρα, ακόμη και τις αμίλητες. Τα 123 τρίστιχα της συλλογής θα μπορούσαν να διατυπωθούν σε προτάσεις, προτίμησα όμως τη μορφή αυτή χάριν του ρυθμού. Πέρα από το μέτρο, που στον ελεύθερο στίχο πια δεν υπάρχει ή διατρέχει εσωτερικά το ποίημα, ο ρυθμός στέκει μια βασική παράμετρος που πάντοτε μ‘ ενδιέφερε, αυτός ξεχωρίζει τον ποιητικό από τον πεζό λόγο. Κι εκεί χάνει σε βάθος η σύγχρονη ποίηση, στην απουσία ρυθμού, δεν κάνει ο στίχος την ποίηση, ο ρυθμός την κάνει – το μέτρο έχει χαθεί έτσι κι αλλιώς, επιβιώνει αισθητικά, αλλά ως παραδοσιακό, εν πολλοίς, σχήμα.

Στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματός σας, μια απάντηση έχω: Δεν είναι καθόλου προφανής ο στοχασμός για τα όρια του κόσμου, το ερώτημα απασχολεί πλέον πρόσωπα που ολοένα λιγοστεύουν, είναι συντριπτική η ταχύτητα των αλλαγών και η συλλογική νεύρωση. Αλλά για να δημιουργήσεις πολιτισμό πρέπει να διαθέτες γερό ένστικτο, να αντλείς από το παρόν έχοντας ως βάση το παρελθόν και τα πανάρχαια σύμβολα. Να σταματάς και να βαθαίνεις. Σήμερα όλα είναι προβολές στο μέλλον, παραγεμίσαμε το παρόν με υποκατάστατα και ψευδαισθήσεις. Αποτέλεσμα: η αναζήτηση του πνευματικού νοήματος έχει ολοκληρωτικά ατροφήσει.

 

-Αυτό που μου άρεσε πολύ είναι η εναλλαγή από το φως στο σκοτάδι. Είναι ένα στοιχείο που το αντλείτε και μέσα από τη ζωγραφική σας; 

Ναι, για κάποιο λόγο που δεν μπορώ να εξηγήσω, με απασχολούσε εξαρχής, όχι η εναλλαγή αλλά η σύγκρουση του φωτός με το σκότος και στη ζωγραφική μου εκφράστηκε κυρίως στις «Νεκρές φύσεις» – ο Στέλιος Ράμφος τις είχε κάποτε ονομάσει συμφωνικές. Το φως προκύπτει από την πάλη με το Ασυνείδητο, το εικαστικό μου έργο αυτό διαπραγματευόταν πάντα αγγίζοντας στις εμπνευσμένες στιγμές του το Τραγικό. Η ίδια πάλη συνέχισε να με στοιχειώνει μετατιθέμενη στο φορτίο των λέξεων, των γλωσσικών εικόνων, την κρυπτική διάσταση των συμβολισμών, των σιωπών και των εκρήξεων, των υπερβατικών στοχασμών και των μυστικών εξόδων. Πρέπει να θυσιάσεις τον εαυτό σου εδώ. Να αναμετρηθείς με τους γίγαντες, που τελικώς θα σε συντρίψουν. Θα έχει μείνει όμως μια ζωγραφιά που ψηλάφισε την μεταφυσική τους ουσία, μια στροφή, ένας στίχος.

 

 

 

 

 

-Ξεχώρισα επίσης στην ποιητική συλλογή «Δράκων Κατήλθες» το παρακάτω ποίημα: 

Ρίξου 

Στις 

Λέξεις 

Ασέλγησε 

Στο παράφορο 

Των νοημάτων 

-Μπορεί η γραφή και η δύναμη των λέξεων να θεραπεύσουν την ψυχή μας; Να μας οδηγήσουν στο νόημα της ζωής; 

Πώς αλλιώς; Η Φύση υπερβαίνει τα ανθρώπινα όρια προβάλλοντας επιτακτικά και διαχρονικά τα δικά της. Αυτά τα όρια προσπαθεί ν’ αγγίξει ή να ξεπεράσει ο ποιητικός λόγος, τα εγκληματικά κατά το νόμο, το κάνει όμως με τις λέξεις μετουσιώνοντάς τες. Φροϋδική η αναφορά, αλλά όταν τα όρια ξεπερνιούνται στην κοινωνική σύμβαση θεωρείσαι εγκληματίας. Διαφορετικά, είσαι ποιητής.

 

Ξύπνησα με βροχή 

Κρατούσα, λέει, στα χέρια μου 

ένα μεγάλο αίνιγμα φαιό ακίνητο 

ωσάν τον ουρανό που αντίκρισα 

ανοίγοντας με βιάση τα παραθυρόφυλλα. 

Δύο εικοσιτετράωρα ο θεός 

καταδέχτηκε να συνωμοτήσει στο νόημα 

εκείνο των σαράντα ημερών, το μέγα. 

Μα τα φαινόμενα ως είθισται απατούν 

μέχρι το ποίημα να τραφεί 

ήλιος ανέτειλε χλωμός, δεν συμφωνεί η φύσις. 

Η βούληση από το συμβάν έτη φωτός απέχει. 

-Μιλήστε μας για το ποίημα «Ξύπνησα με βροχή» από την ποιητική συλλογή «Έρεβος ή Το άλλο φως»

Το ποίημα αναφέρεται στον μύθο του κατακλυσμού. Έχω ονειρευτεί να βρέχει διαρκώς επί 40 μέρες και νύχτες, τι λυτρωτικό! Τα πάντα αφανίζονται και αναγεννιούνται. Θα ξανάρθει τούτη η στιγμή μετά από έναν πυρηνικό πόλεμο, μετά από οικολογική συντέλεια, η ζωή στη γη έχει πολλές φορές στο παρελθόν σβήσει. Και θα σημάνει η Δεύτερη παρουσία τότε, το κατ’ εξοχήν μεταφυσικό δρώμενο. Στη συνέχεια η ανάσταση εκ νεκρών και τανάπαλιν.

 

-Μου άρεσαν ιδιαίτερα οι στίχοι «Κρατούσα, λέει, στα χέρια μου/ένα μεγάλο αίνιγμα φαιό ακίνητο» και «η βούληση από το συμβάν έτη φωτός απέχει». Μπορείτε να μας τους αναλύσετε;

Επιμένετε στον καταληκτικό στίχο. Στη βούληση του Θεού αναφέρομαι. Στον μέγα αρχιτέκτονα που μας δημιούργησε και έκτοτε σιωπά, αφήνοντας την τέχνη να θυμάται την περιπέτεια του όντος για λογαριασμό Του.

Ή το άλλο, με τα πολλά ερωτηματικά και το θαυμαστικό στο τέλος:

Να θυμηθείς ή να ξεχάσεις; 

Ποιο απ’ τα δυο συμφέρει; 

Ζωή ή Θάνατος; 

Και Ζωή και Θάνατος; 

Στέργει ο Θεός Ανάσταση; 

Δεν μπορεί; 

Στοχάσου! 

 

– Στη ζωή σας η γραφή και η ζωγραφική είχαν μια παράλληλη πορεία; 

Από τα 15 ως τα 55 μου χρόνια ζωγράφιζα, στα 45 μου, μια υπαρξιακή κρίση με οδήγησε να καταπιαστώ με τον λόγο. Ζωγραφική και γραφή συνυπήρξαν για ένα διάστημα, όμως μετά την έκθεση μου, του 2007, άφησα τα πινέλα και αφοσιώθηκα στην πένα. Ήταν μια προσωπική επανάσταση όπως αποδείχθηκε. Εγκατέλειψα το οικείο για το ανοίκειο και κατόρθωσα μ’ έναν διαφορετικό τρόπο να αφηγηθώ και να συμβολίσω εκ νέου όσα διαχρονικά με βασάνιζαν. Προέκυψαν το δοκιμιακό Κατάματα και έξι ποιητικές συλλογές.

Να σημειώσω εδώ, χωρίς να θέλω να περιαυτολογήσω, ότι αισθάνομαι επίγονος των ελαχίστων, ιστορικά, ζωγράφων που άρθρωσαν γραπτό λόγο.

 

-Σκεφτόμουν πως τα έργα σας στην ζωγραφική δεν έχουν λαλιά σε αντίθεση με τα ποιήματά σας. Είναι αυτός ο λόγος που σας οδήγησε στην ποίηση; 

Πάντοτε θεωρούσα το «Εν αρχή ην ο Λόγος» ως την ύψιστη μορφή αναζήτησης, υπήρξα από τα νεανικά μου χρόνια δεινός αναγνώστης της ποιητικής γραφής από τους αρχαίους Τραγικούς ως τη Βυζαντινή υμνογραφία, τη Δημοτική και τη νεότερη ποίηση. Λαλιά επιθυμούσα στο βάθος, οι ζωγραφικές μου Φιγούρες είτε καθιστές είτε αναδιπλωμένες είτε ανορθωμένες, με κλειστό στόμα, με κλειστά ή με ανοιχτά μάτια απέκτησαν φωνή και τραγούδησαν.

 

-Πώς βλέπετε την ποίηση σήμερα στην Ελλάδα και στον κόσμο; 

Μόνο στον σπουδαίο κινηματογράφο μπορώ να αναγνωρίσω ποίηση πλέον, Αντρέι Ταρκόφσκι, Μπέλα Ταρ, στις κορυφές αναφέρομαι. Και σε κάποιες μοναχικές μουσικές φωνές, Φίλιπ Γκλας, Άρβο Περτ για παράδειγμα.

 

– Θεωρείτε ότι η Τέχνη σήμερα χάνει το νόημα της με την καλπάζουσα τεχνολογία; 

Φυσικά! Ο λώρος με την αρχέγονη σοφία κόπηκε. Βαδίζουμε τυφλοί και ξεβράκωτοι σ’ ένα μέλλον δίχως πυξίδα. Η τέχνη σήμερα αναμασάει τα περασμένα αλλά λείπει η ψυχή, δεν έχει τίποτα λυτρωτικό να προτείνει.

 

-Πιστεύετε ότι ο Έλληνας αγαπάει την ποίηση και τη ζωγραφική; 

Κάποτε, όχι μόνο τις αγαπούσε αλλά γονιμοποίησε και δύο τεράστιους πολιτισμούς, τον έναν συμπληρωματικό του άλλου. Ο σύγχρονος Έλληνας αρνήθηκε την καταγωγή του πιθηκίζοντας 200 χρόνια τώρα τον Δυτικό τρόπο, που κι αυτός πλέον χάθηκε στο βούρκο της παγκοσμιοποίησης.

 

-Πώς ο λόγος του ποιητή μπορεί να φωτίσει την απελπισία μας; 

Επί χιλιετίες μπορούσε, οι ποιητές με την ουσιαστική έννοια (του μάγου της φυλής, του σοφού γέροντα, του ιδανικού πατέρα) οδηγούσαν άρχοντες και λαούς. Σήμερα μάς οδηγεί μαζικά η τεχνολογία. Στο γύρισμα της χιλιετίας, πριν 24 χρόνια, το μότο ήταν: Από την εποχή του πολιτισμού περνάμε στην εποχή της τεχνολογίας! Σοκαριστικό αλλά ρεαλιστικό ως τα κόκκαλα.

 

-Ποιοι ήταν οι ποιητές που επηρέασαν τον ποιητικό σας λόγο; 

Όπως σχήματα και χρώματα με προσανατόλισαν από τα Φαγιούμ μέσω του Ζωρζ Μπρακ στον Αντρέι Ρουμπλιώφ και τον Φράνσις Μπέηκον, έτσι ήχοι και λέξεις μου έδειξαν το δρόμο από την Υμνολογία στον Μπαχ, τον Χαίλντερλιν και τον Τ.Σ. Έλιοτ. Ή, στα καθ’ ημάς, από τις λυρικές εξάρσεις του Σολωμού στις στοχαστικές προστακτικές του Καβάφη, στην τραγική αγωνία του Σεφέρη, στον υπερρεαλιστικό ασκητισμό του Σαχτούρη και του Καρούζου.

 

–Είναι η ποίηση μια παρηγοριά ή είναι κάτι άλλο; 

Παρηγοριά και συνομιλία με τους νεκρούς είναι όταν το παρόν έχει εκπέσει σε βαθμό φαιδρότητας. Μία οδός απομένει για τους πάσχοντες από νοσταλγία της ύπαρξης. Η Φύση, η Τέχνη και η εκ βαθέων συνομιλία μαζί τους. Η ζωγραφική ως σώμα, η ποίηση ως πνεύμα, η Φύση ως μυστήριο των μυστηρίων.

 

 

 

Η Γεωργία Χάρδα είναι βιβλιόφιλη δημοσιογράφος