Το έργο «Ο Κροκόδειλος» του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι παρουσιάζεται σε σκηνοθεσία των Δημήτρη και Ορέστη Σταυρόπουλου από τις 26 Φεβρουαρίου στο Θέατρο Πόρτα.

Οι δύο σκηνοθέτες μιλούν για το έργο αυτό στο ΠΟΙΕΙΝ.

 

Σχετικά με το έργο και τα θέματα που ανακύπτουν από αυτό

 

Μέσα από μια διαδικασία ανάγνωσης αρκετών κειμένων της ρωσικής λογοτεχνίας βρέθηκε στα χέρια μας Ο Κροκόδειλος, ένα από τα πολλά σύντομα διηγήματα του του Φ. Ντοστογιέφσκι. Γραμμένο το 1865 είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά έργα του συγγραφέα και με λίγες μεταφράσεις στην γλώσσα μας. Η αρχική φράση που υπάρχει στην πρώτη σελίδα του διηγήματος ήταν αρκετή για να μας προϊδεάσει για το τι θα επακολουθούσε: “Αφήγησις παράξενος”. Πράγματι στον Κροκόδειλο ο Ντοστογιέφσκι αποκαλύπτει ένα ύφος γραφής, που αρχικά αδυνατούσαμε να πιστέψουμε πως πρόκειται για έργο του ιδίου.

Το κείμενο βρίσκεται σε άμεσο διάλογο με το Παλτό του Ν. Γκόγκολ και προοιωνίζει τα πρώιμα φαρσικά διηγήματα του Α. Τσέχωφ. Με μια καθαρά καυστική διάθεση ήταν φανερό πως πρόκειται για ένα από τα αρκετά πολιτικά, κωμικά και σίγουρα ιδιόρρυθμα πονήματα του συγγραφέα. Τόσο μάλιστα που και ο ίδιος το υπογραμμίζει στο τέλος κάθε κεφαλαίου, αλλάζοντας ύφος σε κάθε διαφορετική ενότητα. Η επικεφαλίδα στην εισαγωγή του κειμένου θέτει ευθύς εξ αρχής το παράλογο της ιστορίας: η αληθινή διήγηση περί του πώς ένας κύριος, γνωστής ηλικίας και γνωστής εξωτερικής εμφάνισης, καταβροχθίστηκε ζωντανός από κροκόδειλο ευρισκόμενο εντός στοάς, ολόκληρος και χωρίς υπολείμματα, και τι επακόλουθα υπήρξαν εξ αυτού. Τα επακόλουθα και κυρίως οι παράλογες αντιδράσεις των ηρώων του διηγήματος, περιγράφονται από τον Ντοστογιέφσκι σαν να ήταν απολύτως φυσιολογικές.

Μέσα σε ένα κόσμο που ξετυλίγεται μπροστά μας ως σύμπαν γραφειοκρατίας, ναρκισσισμού, φιλαυτίας και συντηρητισμού, ο αφηγητής – πρωταγωνιστής πάσχει να υποδείξει την λογική και να αναδείξει την ενσυναίσθηση ως βασική ηθική αξία. Ο ρόλος του αφηγητή, είναι ουσιαστικά αυτός του ανθρώπου που αδυνατεί να κατανοήσει τον παραλογισμό ως κάτι το “φυσιολογικό” και διερωτάται διαρκώς ως λογικά σκεπτόμενο άτομο. Μέσα από αυτή την βασική διαφορά του με το σύνολο, ο ήρωας τοποθετείται σε μια μοναξιά και σε ένα πλαίσιο αδύνατης επικοινωνίας με τον υπόλοιπο κόσμο. Απέναντι του βρίσκει συνέχεια ως αδιέξοδο μια φράση που επαναλαμβάνεται διαρκώς σαν μοτίβο: “Ο οικονομικός παράγων πάνω απ’ όλα”.

Αυτή η φράση όμως φαίνεται να συμπυκνώνει συμπεριφορές μιας ολόκληρης κοινωνίας. Ακούγεται από όλους τους χαρακτήρες του έργου που κατά βάση έχουν ως προτεραιότητα το ατομικό του συμφέρων. Παραδόξως ο πρώτος που το εκφράζει ως βασικό κανόνα λειτουργίας των ανθρώπινων σχέσεων, είναι ο άνθρωπος που βρίσκεται στα σπλάχνα του ζώου. Η έννοια της οικονομικής ανάπτυξης ως υπέρτατο στόχο και ηθική πυξίδα, δεν αποτελεί μονάχα ένα σχόλιο στην ισοπεδωτική λειτουργία της οικονομικής ανάπτυξης με κάθε κόστος. Έρχεται να συγκροτήσει ένα ψυχογράφημα των εφήμερων ανθρώπινων σχέσεων, των συμπεριφορών της μεσοαστικής τάξης και την νοοτροπία της αυτοπροβολής ως ανάγκη, κοινωνικής αναγνώρισης και προσωπικής ανόδου.

Ένας απλός άνθρωπος, ένας υπάλληλος της σειράς, καταλήγει να γίνει ένα με το κτήνος, να αποκτήσει ταυτότητα μέσα από την καταστροφή του και την “θυσία” του, αλλά κυρίως να αναδείξει σε υπέρτατο σκοπό και νέα μόδα την υστεροφημία του. Θα λέγαμε πως αποτελεί σχόλιο για το πως ο εναγκαλισμός με το θηρίο της εξέλιξης (ατομικής, κοινωνικής, ιδεολογικής και οικονομικής) αναιρεί κάθε λογική αλληλουχία και κάπως έτσι γέννα μια νέα πραγματικότητα, μια κανονικότητα παράδοξη και πυρηνικά τραγελαφική.

 

 

 

 

Λίγα λόγια για την διαδικασία

 

Στόχος μας ήταν να μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε με το κέντρο του έργου και να δούμε κατά πόσο αυτό συναντά τις ζωές μας στο σήμερα. Όχι ως μια ανάγκη να γίνει κάτι επικαιρικό αλλά ως προσωπικής σύνδεσης με το νόημα. Σε συνέχεια αυτής της διαδικασίας αφαιρέσαμε τα μέρη του κειμένου που μπορεί να είχαν μια αναφορά σε πολύ συγκεκριμένους κοινωνικούς τύπους ή νόρμες της εποχής και προσπαθήσαμε να κάνουμε μια αναγωγή ή μια αντιστοιχία σε σχέση με το εδώ και τώρα.

Από κει και πέρα έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος να υπάρξει ένα συνεχές αφηγηματικό νήμα που θα μπορούσε να λειτουργήσει σκηνικά. Έτσι ενισχύσαμε την λειτουργία του αφηγητή ως κεντρικό πρόσωπο που μέσα από αυτόν παρατηρούμε το σύνολο της ιστορίας. Ο άνθρωπος που δρα με κάποια λογική και με στόχο την επίλυση αυτού του παράλογου μπλεξίματος. Αυτό έφερε στην επιφάνεια δυο στοιχεία τα οποία θεωρούμε πολύ ενδιαφέροντα. Το πρώτο είναι πως ο αυτός ο χαρακτήρας σε αντίθεση με τους άλλους λειτουργεί έχοντας τον ανθρωπισμό ως ηθική αξία.

Το αναφέρει και ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκι σε ένα σημείο του κειμένου, παρόλα αυτά όταν άρχισε να εξελίσσεται ως δράση πάνω στη σκηνή μας έγινε πολύ καθαρό. Η αντίθεση με τους υπόλοιπους χαρακτήρες (που συνολικά έχουν ως βασική ηθική αξία το προσωπικό όφελος) δημιούργησε μια καθαρή σκηνική σύγκρουση. Το δεύτερο στοιχείο ήταν πως κι ο ίδιος ο βασικός χαρακτήρας, ο οποίος προσπαθεί να προασπιστεί την λογική, καταλήγει να προτείνει παράλογα μέσα ώστε να επιτύχει το φυσικό αποτέλεσμα που φαίνεται αδύνατο να επιτευχθεί. Ένα καθαρά φαρσικό στοιχείο από μεριάς του συγγραφέα που μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση.

Στη διάρκεια της έρευνας μας στις πρόβες, έχοντας μια καθημερινή τριβή με το υλικό, κατανοήσαμε πως υπάρχει κάτι πολύ σκοτεινό μέσα σε όλο αυτό. Παρότι εκ πρώτης όψεως φαινόταν πως θα μπορούσε να πάρει μια γκροτέσκ κατεύθυνση αποφασίσαμε πως το παράλογο, το πολιτικό και το υπαρξιακό που προκύπτει, βρίσκονται σε ουσιαστικό διάλογο με τον πυρήνα του έργου και πρέπει να επενδύσουμε σε αυτά τα στοιχεία. Έτσι με την σημαντική βοήθεια των συνεργατών μας, οδηγηθήκαμε σε μια πιο σκοτεινή ατμόσφαιρα. Το χιούμορ θα ερχόταν με πιο λεπτό τρόπο και ως αποτέλεσμα του παραλογισμού, καθώς τα κωμικά στοιχεία έπρεπε πλέον να λειτουργούν ως τόνοι, μέσα σε ένα επικίνδυνο σύστημα που υποβόσκει διαρκώς. Σαν μια σκοτεινή δίνη που καταπίνει τα πάντα, ασταμάτητα και μεθοδικά.

Η κυριαρχία του κτήνους και το σαφές κοινωνικό σχόλιο που προκύπτει από αυτό, μας θύμισαν τις ταινίες τρόμου του Γερμανικού εξπρεσιονισμού τις δεκαετίας του 1920. Αυτή η αίσθηση αποτέλεσε μια ξεκάθαρη αναφορά στο σύμπαν που επιχειρήσαμε να φτιάξουμε. Το τέλος του κειμένου από γραφής δημιουργεί την αίσθηση ενός ημιτελούς έργου ή ενός πρόχειρου κλεισίματος. Αυτό αρχικά μας δυσκόλεψε στον τρόπο που θα προσεγγίσουμε το συγκεκριμένο μέρος. Στην πορεία κατανοήσαμε πως αποτελεί κάτι πολύ επίκαιρο. Έτσι κι αλλιώς ζούμε σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από έντονη αποσπασματικότητα και ο τρόπος που διαβάζουμε ή παρακολουθούμε ιστορίες είναι σε μεγάλο βαθμό ημιτελής.

Κάπως έτσι έρχεται και η κατάρρευση του “σοφού τελικού αποφθέγματος” ή ενός “μεγάλου ηθικού διδάγματος” που θα αποτελούσε μια λύση, (αν όχι) ανακούφιση για τον θεατή. Η αλήθεια είναι πως επιλέξαμε να δώσουμε έμφαση στη μη-λύση που εμπεριέχει το παράλογο από τη φύση του. Και η ζωή συνεχίζεται, μέσα στην τρέλα, την παράνοια, το σκοτάδι και το γέλιο που είναι για όλους μια παρηγοριά.

 

 

*******

 

Ο Δημήτρης και ο Ορέστης Σταυρόπουλος γεννήθηκαν στην Αθήνα το 1992. Είναι απόφοιτοι του Τμήματος Σκηνοθεσίας της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου (2021) και του Τμήματος Γεωγραφίας της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αιγαίου (2017). Ήταν μέλη της σκηνοθετικής ομάδας της παράστασης “Ευαγγελισμός, το μιούζικαλ” σε σκην. Άγγελου Τριανταφύλλου & Δημήτρη Σταυρόπουλου (Εθνικό Θέατρο, Κεντρική Σκηνή Ρεξ) και της παράστασης “Οι Προβοκάτορες” σε σκην. Ορέστη Σταυρόπουλου (Εθνικό Θέατρο, Πειραματική Σκηνή).

Ανέλαβαν την σκηνοθετική επιμέλεια σε κομμάτια από τον Ερωτόκριτο, σε ερμηνεία Χρήστου Λούλη (Παραβάσεις/ Αναγνώσεις – σειρά θεατρικών αναλογίων, Φάρος, ΚΠΙΣΝ)

Έχουν εργαστεί ως βοηθοί στις παραστάσεις: “Προμηθέας” σε σκην. Ν. Καραθάνου (Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών, Festival Printemps des Comediens – Μονπελιέ) “Αντιγόνη” σε σκην. Μ. Πρωτόπαπα, (Θέατρο Τέχνης Κ. Κουν) “Μέσα χώρα” σε σκην. Ν. Καραθάνου, (ΕΛΣ) “Οικογένεια Νώε” σε σκην. Θ. Μοσχόπουλου & Σ. Πάσχου, Θέατρο Πόρτα. Έχουν συνσκηνοθετήσει τις ταινίες μικρού μήκους Ενδεχόμενα Απογεύματος (40ό Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας) και Ιππόκαμπος (Παράλληλο Τμήμα 5ου Πανοράματος Ταινιών Τμήματος Κινηματογράφου ΑΠΘ).

 

 

Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Σταυρόπουλος, Ορέστης Σταυρόπουλος
Σκηνογραφία: Ελένη Νανοπούλου
Ενδυματολογία: Όλγα Ευαγγελίδου
Σχεδιασμός Φωτισμών: Νίκος Βλασόπουλος
Πρωτότυπη Μουσική & Σχεδιασμός Ήχου: Δήμος Βρύζας
Βοηθός Σκηνοθετών: Ειρήνη Λαμπρινοπούλου
Γραφιστικά – Σχεδιασμός Αφίσας: Γιάννης Αποσκίτης
Φωτογραφίες: Karol Jarek

Παίζουν οι ηθοποιοί (αλφαβητικά): Λάμπρος Γραμματικός, Ερατώ Μανδαλενάκη, Μαρία Μοσχούρη, Αντώνης Χρήστου