ΣΠΗΛΑΙΟ
Όλη νύχτα καθάριζα ψάρια κατάμαυρα
οι φλεγμονές μεγάλωσαν
η λοίμωξη πολλαπλασιάστηκε
από τα μάτια κατρακυλούσαν τα κίτρινα δάκρυα.
Γυμνά πόδια νεκρών στον αιθέρα
τα μάτια τους σε πικρή αφασία οι εσοχές μαύρισαν.
Περιστρεφόμενες ταινίες πλαστικές σπαρταρούσαν σε
συνάρτηση χρόνου γεμάτες έσχατες απολήξεις προς τα
πίσω.
Με κομμένους αντίχειρες ανακάτευε τα αρνητικά
το άσπρο μαύρο.
Στιλπνός μαύρος ιμάντας γυαλίζει στο στόμα.
Πλέοντας στο ατέλειωτο σκοτάδι
λυμένος σε υποβρύχια στάση
σμήγματα, εκφυλισμένες κύστες στο θόλο του φερέτρου.
Αφήνω πίσω τα νωπά ίχνη
Η οστεοθήκη χωρίς τα κόκκαλα του επάρχου
Έγιναν όζος που διέρχεται μεταστατικός στο βραχίονα.
Βουτάω στο παχύ αίμα που λάμνει στον εφιάλτη.
Βαθιά στο σπήλαιο του τέρατος υστερία οσμής.
ΒΡΑΧΝΗ ΠΟΜΠΗ
Το δίχτυ κοκκάλωσε, τα λαδωμένα δάκτυλα
γλιστρούν από το άγριο εκχύλισμα του ύπνου.
Επίδεσμος τυλίγει τα μάτια μια στηθάγχη από σφραγίσματα
στο στήθος.
Σαρωμένο το δωμάτιο
βγάζει καμένους ατμούς.
Περπατώ σιγά-σιγά σε έδαφος σαθρό.
Βλέπω στον τοίχο τους συγγενείς τα
κεφάλια τους όλα γεμάτα στίγματα
στίγματα μαύρα στα πρόσωπα
οι θύλακες συμπαγείς μεγαλώνουν
και πρήζονται.
Καμμένα δάκτυλα μπαίνουν στις πληγές
ραβδωτά.
Πιο πάνω οι νεκροί σε άλλη γειτονιά
ανεβαίνουν μια ζελατίνα μαύρη.
Τώρα το κρεβάτι μια κολυμπήθρα με ονόματα.
Κρυσταλλικά τα κύτταρα, οι πόροι χώνονται
σταδιακά στην πίσσα.
Στο καφενείο με τον παλαιό φίλο
μυρίζει η τέφρα, τα επίπεδα δάκτυλα,
το φαρμάκι, επικλήσεις καθοδικές χειρουργείου.
Στη δεύτερη γωνιά το σώμα
απλώνεται βούτυρο στην άσφαλτο.
Η συζήτηση τέλειωσε.