«Βαδίζουμε ήδη σε μια σκοτεινή εποχή και δεν αρκεί αυτό να το αποδίδουμε μόνο σε προφανείς αιτίες, όπως την οικονομική κρίση, την άνοδο του νεοφασισμού, κτλ. Αν έχουμε την τόλμη να δούμε γύρω μας και μέσα μας με μια πιο διεισδυτική ματιά, πρέπει να προβληματιστούμε για το ότι σταδιακά υιοθετούμε και εμείς απόψεις ζοφερές και παράλογες, «σβήνοντας» έτσι λίγο-λίγο τα φώτα που μας έχει δώσει η κοινή λογική, η ανθρωπιά, η πολιτισμική κληρονομιά των λαών»
Ο Θεοδόσης Κοντάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1968, με καταγωγή από την Ιεράπετρα Κρήτης και από τη Θεσσαλονίκη.
Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές: Αναγνώριση εδάφους και άλλα ποιήματα (Πλανόδιον, 2009), Τελευταία εποχή (Θράκα, 2016), Μέρες & νύχτες του Οδυσσέα (Κέδρος, 2017). Εξέδωσε επίσης, έναν τόμο με νουβέλες και διηγήματα: Επτά σπίτια (ιδιωτική έκδοση εκτός εμπορίου, 2016). Η «Δεύτερη Πορεία» (24 γράμματα, 2022) είναι η τελευταία του ποιητική συλλογή. Ποιήματα και διηγήματά του έχουν βραβευτεί και δημοσιευτεί σε περιοδικά, καθώς και σε ανθολογίες. Παράλληλα, ασχολείται με την μετάφραση ποίησης από τη γερμανική, την ιταλική, την ισπανική, την καταλανική, τη γαλλική, την πορτογαλική και την αγγλική γλώσσα.
Μιλάει στο Ποιείν για τη νέα του ποιητική συλλογή με τίτλο «Δεύτερη Πορεία» αλλά και για την μετάφραση της Ανθολογίας Καταλανικής ποίησης «Μετά τον εμφύλιο 16 Ισπανοί ποιητές». Μέσα από την ποίηση του εκφράζει την αγωνία για τον κόσμο που ζούμε και θα ζήσουμε. Η ποίηση του είναι μια ύστατη έκκληση: να διατηρήσουμε το αμυδρό φως που μας οδηγεί.
-Μιλήστε μας για τη νέα σας ποιητική συλλογή με τίτλο «Δεύτερη Πορεία»
Η Δεύτερη Πορεία εκδόθηκε από τα 24 Γράμματα το φθινόπωρο του 2022. Αποτελείται από δύο ενότητες ποιημάτων. Η πρώτη, η «Σκοτεινή εποχή», περιέχει κυρίως ποιήματα που γράφτηκαν στις αρχές της δεκαετίας που διανύουμε, μια εποχή που ήδη διαγραφόταν σκοτεινή… Η δεύτερη ενότητα είναι ακριβώς η «Δεύτερη Πορεία», καθώς αποτελεί κατά βάση μια ανθολόγηση από ποιήματά μου των δύο προηγούμενων δεκαετιών, τα οποία -με λίγο διαφορετική μορφή τα περισσότερα- είχαν ήδη συμπεριληφθεί στις τρεις προηγούμενες συλλογές.
-Τι συμβολίζει ο τίτλος;
Έδωσα τον τίτλο αυτόν και σε ολόκληρη τη συλλογή, καθώς τη θεώρησα -με τον διττό της χαρακτήρα- ως μια νέα ευκαιρία να έρθει στο φως η μέχρι τώρα πορεία μου στην ποίηση.
-Στο ποίημα με τίτλο «Πορεία» μιλάτε για ανθρώπους που «ξεκληρίζονται» και «συνηθίζουν» τόσο που δεν βλέπουν. Δυο έννοιες δύσκολες. Ειδικά τη λέξη συνηθίζουν τη χρησιμοποιείται συχνά στην ποιητική σας συλλογή. Τι μήνυμα θέλετε να μεταδώσετε με αυτό;
Πορεία
Και τότε αφήσαμε πίσω τα ζεστά μας τα σπίτια:
ανεβαίναμε χέρι-χέρι, αλυσίδα ολόκληρη, και μπαίναμε στο σπήλαιο.
Τα δέντρα, μοχθηρά, μας χτυπούσαν στο πρόσωπο
μα κάποτε φτάναμε λίγοι λίγοι, ματωμένοι.
Θυμάμαι που φέρναμε μαζί κάτι κουλουριασμένους υπνόσακους
πολύχρωμους γιατί ήτανε, λέει, μέσα λευκό και κρύο.
Άρχιζα να συνηθίζω τους παράξενους σχηματισμούς του –
«έτσι κι αλλιώς, εμείς θα μείνουμε λίγο», μας λέγανε.
Γιατί υπήρχανε κι οι άλλοι:
στη μέση, κάτω από ένα κίτρινο στεφάνι που ’φεγγε από τη σκεπή
υπήρχε μια λίμνη με ασβεστόνερο που το λέγαν «του θεού το γάλα»∙
εκεί οι αιρετικοί, πιασμένοι γύρω-γύρω, ψέλνανε τους ύμνους τους –
οι φωνές τους μας φτάνανε μέσ’ από στοές και σχήματα απόκοσμα.
Εκεί ζούμε και τώρα:
μέσα του οι σταγόνες ενώνονται, πάνω και κάτω,
και γίνονται κολόνες ψηλές – τις έχουμε τόσο συνηθίσει
που δεν τις βλέπουμε πια: κάθε τόσο ακούμε, ρυθμικά σχεδόν,
ένας, κι έπειτα κι άλλος, να χτυπάνε κει πάνω τα κεφάλια.[..]
Το συγκεκριμένο ποίημα γράφτηκε το 2011 και αποτελεί μια απήχηση της κατάστασης που επικρατούσε τότε στη χώρα μας… Φυσικά, το σχόλιο για την κοινωνικοπολιτική κατάσταση είναι έμμεσο και μάλλον αλληγορικό. Σε αρκετά ποιήματά μου υπάρχει μια εικονοποιία αλληγορική, όχι σκόπιμα, αλλά επειδή έτσι αντιλαμβάνομαι την πραγματικότητα όταν πρόκειται να γράψω -ποιητικά- κάτι γι’ αυτήν. Θα έλεγα ότι είναι κάτι ανάλογο στη σκέψη μου με έναν ζωγραφικό πίνακα, ή μια ταινία που νοερά σκηνοθετώ. Εικόνες που συλλαμβάνονται σχεδόν (ή και κυριολεκτικά) σε όνειρο και, όσο μπορώ να τις ερμηνεύσω, αποτελούν το απόσταγμα στο νου μου από όσα έχω βιώσει ή έχω δει γύρω μου.
-Πώς εμπνευστήκατε το ποίημα «Στ’ αυτιά , στα μάτια και στο νου»;
Στα κόκκινα μεσημέρια το μάτι σημαδεύει, αστραπή,
μισόγυμνα μέλη – μισές υποσχέσεις, κι ο νους συμπληρώνει
αόρατα δίχτυα να σφίγγουν αχνιστή αγκαλιά από καπνό
στους γκρίζους διαδρόμους, αόρατη φιγούρα κι ένα χέρι μονάχα
να σκουπίζει• καμιά ελπίδα για το τραγούδι, ψιθυριστό –
στους τέσσερις τοίχους το μάτι, στο μωσαϊκό, στις σκάλες
απάνω το τσιγάρο, το μουστάκι, τ’ άστρο το σβησμένο
και στο σούρουπο, μονάχη η ματιά απ’ το ρετιρέ, μια αχτίδα αχνή
στο φωταγωγό, ξέθωρη η ταπετσαρία, του λέβητα το βουητό: απ’ εδώ
ως το ημιυπόγειο ούτε μάτι ούτ’ αυτί δε φτάνει για να νιώσει
τη γρήγορη ανάσα, το νυχτικό να σαρώνει το σοβά, τα γυμνά βήματα.
Από κάποιες σκηνές της εξαιρετικής ταινίας του Terence Davis, Μακρινές φωνές, ασάλευτες ζωές (1988). Επρόκειτο πράγματι, αν θυμάμαι καλά, για εικόνες από τους εσωτερικούς χώρους μιας λαϊκής πολυκατοικίας: εικόνες βαθιάς μοναξιάς.
-Στο ποίημα σας με τίτλο «Χρησμός» ο αναγνώστης νιώθει την αγωνία σας για το αύριο.
Στεκόμουν στην εξώπορτα όλη μέρα, κι όταν νύχτωσε
«το αύριο, πώς θα ’ναι άραγε;» σε ρώτησα – και συ:
Περίεργα παιχνίδια κάνουν εδώ κάτω η θάλασσα με τη γη:
είναι δεν είναι εκατό μέτρα το νερό κι είν’ αδύνατο να περάσεις
απέναντι, τα πλοιάρια όλα δεμένα από φόβο για τη νύχτα
τη φουρτουνιασμένη• κι η γέφυρα θα κόστιζε πολύ ακριβά-
«και τι σχέση έχουν όλ’ αυτά;» «μα το θεό, εγώ δεν έχω ιδέα,
συ όμως θα δεις, ίσως, σαν συνηθίσεις» – στο σκοτάδι
οι επιβάτες μάταια στυλώνουν απέναντι το βλέμμα
με αγωνία: θα πρέπει να κοιμηθούν εδώ, πάνω στους μπόγους τους
διότι είναι δύσκολο πια να περιμένουνε να ξημερώσει- «μπα, γιατί;»
-διότι, λέω, είναι δύσκολο πια να ξημερώσει[..]
Το ποίημα είναι πράγματι διαποτισμένο από μια αγωνία για τον κόσμο που ζούμε και θα ζήσουμε. Τελειώνει απαισιόδοξα, με τον ουρανό να κρύβει και το τελευταίο του άστρο πάνω από τους ανθρώπους που τον κοιτάζουν παρακλητικά. Θα έλεγα πως είναι, όμως, μια ύστατη έκκληση: να διατηρήσουμε το αμυδρό αυτό φως…
-Είναι το αύριο η μέγιστη δύναμη για τη ζωή;
Με αυτήν την έννοια, δεν θα έγραφα ποίηση αν δεν είχα έστω και την ελάχιστη αυτή ελπίδα και πίστη στους ανθρώπους.
-Ποιο ποίημα ξεχωρίζετε από την ποιητική σας συλλογή;
Πράγματι, αυτό το ποίημα, «Ο χρησμός» είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά του τρόπου με τον οποίο γράφω. Αποτυπώνει ένα σημαντικό μέρος από όσα με απασχολούν την τελευταία δεκαετία. Γράφτηκε το 2015 και, δυστυχώς, φάνηκε κάπως προφητικό σε σχέση με όσα ακολούθησαν μετά. Βαδίζουμε ήδη σε μια σκοτεινή εποχή και δεν αρκεί αυτό να το αποδίδουμε μόνο σε προφανείς αιτίες, όπως την οικονομική κρίση, την άνοδο του νεοφασισμού, κτλ. Αν έχουμε την τόλμη να δούμε γύρω μας και μέσα μας με μια πιο διεισδυτική ματιά, πρέπει να προβληματιστούμε για το ότι σταδιακά υιοθετούμε και εμείς απόψεις ζοφερές και παράλογες, «σβήνοντας» έτσι λίγο-λίγο τα φώτα που μας έχει δώσει η κοινή λογική, η ανθρωπιά, η πολιτισμική κληρονομιά των λαών.
-Πρόσφατα μεταφράσατε την Ανθολογία Σύγχρονης Ισπανικής Ποίησης «Μετά τον εμφύλιο, 16 Ισπανοί ποιητές». Τι κοινό έχει η ελληνική με την ισπανική ποίηση;
Οι Ισπανοί ποιητές βρίσκονται συχνά πολύ κοντά στους Έλληνες ομότεχνούς τους της αντίστοιχής ιστορικής περιόδου, ως προς τα βιώματά τους, την ψυχοσύνθεση (όπως αποτυπώνεται στο έργο τους) και το γλωσσικό αισθητήριο. Γι’ αυτό και ποιητές όπως ο Λόρκα είναι πολύ δημοφιλείς στην Ελλάδα. Παραδόξως, όμως, ελάχιστα βιβλία Ισπανών ποιητών του 20ού αιώνα έχουν εκδοθεί σε ελληνική μετάφραση, ενώ υπάρχουν πάμπολλα από Λατινοαμερικανούς ποιητές – γραμμένα και αυτά στην ισπανική γλώσσα. Αυτό που ανέφερα ισχύει εν μέρει ακόμη και για τους συνοδοιπόρους του Λόρκα, την περίφημη δηλαδή Γενιά του ’27, αλλά περισσότερο για τη γενιά που εμφανίστηκε στη χώρα μια-δυο δεκαετίες μετά τον εμφύλιο, η οποία πάντως ανέδειξε ποιητές πολύ αξιόλογους: Francisco Brines, Ángel González, Claudio Rodríguez, κ.ά.
Ας προστεθεί εδώ, ότι στους ποιητές που ανέδειξε η Ισπανία συμπεριλαμβάνονται και ποιητές καταλανικής, γαλικιανής και βασκικής γλωσσικής έκφρασης. Η πιο πρόσφατη ανθολογία μου, συνέχεια μάλλον της ισπανικής, είναι η ανθολογία καταλανικής ποίησης (από τη μεσοπολεμική πρωτοπορία μέχρι το τέλος της δικτατορίας του Φράνκο). Μεταφράζοντας καταλανούς ποιητές και ποιήτριες, κάποιους για πρώτη φορά στα ελληνικά, συχνά εκπλησσόμουν και ο ίδιος με τις εκλεκτικές συγγένειες που υπάρχουν ανάμεσα σε μια ποιητική κουλτούρα άγνωστη σε εμάς και τη δική μας.
-Πόσο βαθύ αποτύπωμα άφησε στους Ισπανούς ποιητές το βίωμα του πολέμου;
Το αποτύπωμα υπήρξε βαθύτατο, κάτι που δυστυχώς αποτελεί ακόμη μια κοινή ιστορική περιπέτεια με αυτήν που βίωσαν οι Έλληνες μεταπολεμικοί ποιητές. Το βίωμα του εμφυλίου αποτυπώνεται με ποικίλους τρόπους στη σύγχρονη ισπανική ποίηση, με διαφοροποιήσεις που σχετίζονται με το πέρασμα του χρόνου και με την ιδιαίτερη έκφραση καθενός από τους
ποιητές – όπως αντίστοιχα σ’ εμάς εκφράστηκε διαφορετικά από τον Αναγνωστάκη, τον Σινόπουλο, τον Σαχτούρη…
-Η συλλογή έχει εξαιρετικά ποιήματα , ξεχώρισα την «Ανοιχτοφοβία» του Γκαμπριέλ Σελάγια:
Λαβύρινθος απ’ έξω,
μορφές, παρακαμπτήριες.
Λαβύρινθος από μέσα,
φώτα, καθρέφτες.
Τι ανακαλύπτει κανείς;
Χώρο δίχως κέντρο,
συνείδηση του καθενός
και κόσμο μηδενικό.
Δεν υπάρχει φρουρός.
Δεν είναι κανείς στη μέση.
Τρόμος! Είν’ ένας χώρος
απλώς ανοιχτός.
Κάποιος τότε κραυγάζει. Είναι τρομερό:
δεν υπάρχει ηχώ.
Κι επιστρέφει στη σπηλιά
και στο φόβο,
και στο διάλογο με τον εαυτό του
για τον ουρανό-μηδέν.
Ο έσχατος λαβύρινθος: το φίδι
της σκέψης.
Από τη συλλογή Buenos dias ,buenas noches(1976)
Είναι ένα ποίημα που γράφτηκε μετά τον εμφύλιο. Ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται τις πληγές που άφησε ο πόλεμος στις ψυχές. Διακρίνουμε μια υπαρξιακή αγωνία. Σε κρίσιμες στιγμές η ποίηση μεταδίδει τα πιο αληθινά ανθρώπινα συναισθήματα;
Η ποίηση αποτυπώνει την ανθρώπινη περιπέτεια με ποικίλους τρόπους, συχνά απρόσβατους στα άλλα είδη λόγου. Σε κρίσιμες περιόδους, η ποίηση μπορεί να αποβεί παρηγορητική, ακόμη και ιαματική για όσους την αφουγκραστούν.
Όσο για τον συγκεκριμένο ποιητή, ας αναφέρουμε ότι πράγματι ωριμάζει ποιητικά την εποχή αμέσως μετά τον εμφύλιο και μέσα στο κλίμα φόβου που καλλιεργούσε η μακρόχρονη δικτατορία που επακολούθησε. Το ποίημα «Ανοιχτοφοβία», πάντως, ανήκει στο ώριμο / ύστερο ποιητικό έργο του, που παραμένει παραγνωρισμένο από το ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Εδώ -στην τελευταία πλέον δεκαετία του δικτατορικού καθεστώτος- η ποιητική του έκφραση κατασταλάζει, γίνεται πιο στοχαστική, αλλά και αινιγματική.
-Ποιο είναι το κριτήριο που ξεχωρίζει ένα καλό ποίημα; Tο πόσο σου «μιλάει» στο μυαλό, στην καρδιά ή κάτι άλλο;
Το ποίημα είναι βγαλμένο από τα βιώματα και τον εσωτερικό κόσμο του ποιητή, την επαφή του με τον κόσμο και τους άλλους ανθρώπους. Το συναίσθημα με τη λογική συνδυάζονται για να αποτυπώσουν μια βαθύτερη ανθρώπινη αλήθεια.
-Γράφετε μόνο για πράγματα που ζείτε;
Ό,τι έχουμε ζήσει είναι μέσα στον κόσμο και σε σχέση με τους άλλους ανθρώπους. Ακόμη και όταν γράφω για κάτι στο οποίο ήμουν απλώς παρατηρητής, δεν το ξεχωρίζω από το προσωπικό βίωμα. Επίσης, η φαντασία μεταπλάθει τα βιώματά μας, με τρόπους κάποτε αινιγματικούς και για μας τους ίδιους.
-Ποιοι ήταν οι ποιητές που επηρέασαν τον ποιητικό σας λόγο;
Οι ποιητές μας, όπως ο Σεφέρης, ο Ρίτσος, ο Καβάφης αποτέλεσαν τη βάση. Από νωρίς είχα, επίσης, γοητευτεί από το έργο ξένων ποιητών των αρχών του 20ού αιώνα, όπως ο Ρίλκε και ο Μαντελστάμ.
Πάντως, η προσοχή μου έχει επικεντρωθεί εδώ και χρόνια, από τότε δηλαδή που η μετάφραση ξένων ποιητών αποτελεί για μένα μια πολύ σημαντική ενασχόληση, στους Ευρωπαίους μεταπολεμικούς ποιητές. Αυτοί, εξάλλου, συνδιαμόρφωσαν τον τρόπο με τον οποίο νοηματοδοτεί τον κόσμο ο μεταπολεμικός άνθρωπος, μέσα σ’ έναν κόσμο τραυματισμένο και χαοτικό. Θεωρώ, επομένως, πως είναι πολύ σημαντική και για τους σημερινούς ποιητές, για τον σημερινό άνθρωπο γενικά, η ποιητική κληρονομιά που μας έχουν αφήσει. Θα αναφέρω κάποιους που έρχονται αμεσότερα στον νου μου, αφού τους έχω συχνά μεταφράσει: τον Mario Luzi και τον Vittorio Sereni από τους Ιταλούς, την Ingeborg Bachmann και τον Peter Huchel από τους γερμανόφωνους, τον Philippe Jaccottet και τον Yves Bonnefoy από τους γαλλόφωνους. Τέλος, από την καταλανική ποίηση τον Salvador Espriu και από την πορτογαλική την Sophia de Mello Breyner Andresen.
-Τι σημαίνει η ποίηση για εσάς;
Η ποίηση είναι ο ξεχωριστός, σε κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, τρόπος για να κοιτάξουμε τον κόσμο γύρω μας – και βαθιά μέσα μας.