Ο Λεωνίδας Οικονόμου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960. Είναι καθηγητής Ανθρωπολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τα «Ανύπαρκτα Ραντεβού» αποτελούν το πρώτο του ποιητικό έργο. Μέχρι σήμερα έχει γράψει τα βιβλία: Η κοινωνική παραγωγή του αστικού χώρου, Η περίπτωση της Βούλας (Πρώτη έκδοση Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 2008), Στέλιος Καζαντζίδης, Τραύμα και συμβολική θεραπεία στο λαϊκό τραγούδι (Αθήνα: Πατάκης, 2015) και Πόλεις δίκτυα τοπικότητες, Ανθρωπολογικές προσεγγίσεις του αστισμού (Αθήνα: ΕΑΠ, 2021).Πρόσφατα εκδόθηκε και η νέα του μελέτη «Τα ερωτικά του Καζαντζίδη. Έρωτας και φύλο στο λαϊκό τραγούδι» από τις ΜΩΒ Εκδόσεις.

Μιλάει στο Ποιείν για την ποιητική του συλλογή με τίτλο «Ανύπαρκτα ραντεβού». Στην ποίηση του ο Λεωνίδας Οικονόμου αγγίζει τον ερωτικό πόνο καθώς και τη σύνδεση του με τον θάνατο. Μια ερωτική ωδή στους νεκρούς που στον έρωτα πρέπει να κηδεύονται βαθιά στα χώματα της μνήμη αλλά κι ο αιώνιος ρομαντικός έρωτας σε συνδυασμό με τη συγκίνηση που δημιουργεί ένα ποίημα. Στίχοι με αναφορές στην πολιτική, την τέχνη, τα καμπαρέ ,τις φιλοσοφικές και ιδεολογικές πραγματικότητες.
`
Μιλήστε μας για τον τίτλο της ποιητικής σας συλλογής «Ανύπαρκτα ραντεβού»

Το βιβλίο είναι ένα ανύπαρκτο ραντεβού με τους αναγνώστες της ποίησης, ίσως και με την ίδια την ποίηση. Η ζωή, αν το σκεφτείς, δεν είναι παρά μια σειρά από ανύπαρκτα ραντεβού

`

Η ποιητική σας συλλογή διακρίνεται σε τρία μέρη: «Το Άταφο Πένθος» ,τα «Αστεία του Καμπαρέ» και ο «Λόφος Μουσών». Ποια η σημασία τους;

Τα τρία αυτά μέρη αντιστοιχούν σε διαφορετικές εποχές της ποίησης και της ζωής μου και έχουν κάπως διαφορετικό ύφος και αναφορές. 

Η πρώτη περιέχει τη σειρά των ποιημάτων του άταφου πένθους και άλλα ποιήματα ενός μεταβαλλόμενου ερωτικού και υπαρξιακού λυρισμού.

Η δεύτερη εμπνέεται ας πούμε από τον κόσμο του καμπαρέ και λέει διάφορα αστεία που είτε αφορούν το καμπαρέ, είτε τον έρωτα, την τέχνη και την ταυτότητα, είτε ευρύτερες φιλοσοφικές και ιδεολογικές πραγματικότητες. 

Η τρίτη συλλογή τέλος γραμμένη μετά το 2008 περιέχει ποιήματα για την οικολογική δυστοπία και την εγχώρια λατρεία του τσιμέντου και της θέας, κάποια ποιήματα με άμεσες πολιτικές αναφορές, δοκιμές τοπιογραφικών ποιημάτων (ένα είδος που ιδιαίτερα αγαπώ) και άλλα.

`

-Μου άρεσε πολύ το ποίημα σας «Στον έρωτα οι νεκροί». Θα έλεγα ότι με παίδευσε αρκετά καθώς είναι σαν να συνομιλεί με τον αναγνώστη…κι εκείνος προσπαθεί να καταλάβει το βαθύτερο νόημα του

Στον έρωτα οι νεκροί πρέπει να κηδεύονται

βαθιά μέσα στα χώματα της μνήμης να λιώνει

η μορφή τους

τις νύχτες με το τρομερό

τρίξιμο των οστών

και τη δίψα

των πεθαμένων

τις νύχτες που καίει το θολό καντήλι

του ηλεκτρισμού

κι οι λέξεις μένουν άταφες

μέσα στον στρόβιλο

του δωματίου

Κι ύστερα, όταν ο κύκλος στενεύει

και μένουν μονάχα τα δαχτυλίδια και οι σταυροί

όταν μια άλλη γυναίκα λαχανιάζει

σε μια ταινία

και δεν ανεμίζουν πια

οι κόκκινες σημαίες των λεωφορείων

οι νεκροί γυρίζουν

Ανάγλυφα ενός επαρχιακού νεκροταφείου

τυχαίοι συνεπιβάτες σε νυχτερινές πτήσεις

σκυλιά που γαβγίζουν στο βάθος ενός

καλοκαιρινού δρόμου

αιχμάλωτοι μάρτυρες

στην τρυφερότητα και την κτηνωδία

της κούνιας των δυόμιση παιδιών

Όλα τα ποιήματα συνομιλούν ιδανικά με τον αναγνώστη ή την αναγνώστρια, κι αν διεγείρουν το ενδιαφέρον ή το συναίσθημα και έχουν κάποια αξία, τού ή τής αποκαλύπτονται σιγά σιγά με όλο και περισσότερους τρόπους. 

`

-Γιατί οι νεκροί στον έρωτα επιστρέφουν; Είναι ο έρωτας ένας μικρός θάνατος;

Αυτά είναι πράγματα που ξέρουν οι ερωτευμένοι. Η σχέση έρωτα και θανάτου είναι ένα αρχαίο και προσώρας αιώνιο θέμα. Αν κατάφερα να γράψω κάτι ωραίο πάνω σ’ αυτό τότε είμαι πολύ ευχαριστημένος.  

`

 

 

`

 

Στο ποίημα σας «Σαν όλη εκείνη» γράφετε για ποιήματα που παλιώνουν

Πώς παλιώνει ένα ποίημα;

Όπως μια φωτογραφία

σ’ έναν ξεχασμένο τάφο

ή όπως το νενικήκαμεν

ενός αυτοκινήτου

που οδεύει ολοταχώς

προς τον γκρεμό;

Όπως μια Άνοιξη

σε βεράντες χωρίς

πραγματικότητα

ή όπως οι αγκώνες

στο πανωφόρι ενός αστέγου;

Σαν την εθνική βιβλιοθήκη

που βυθίζεται κουρασμένη

στον μαρμάρινο θρόνο της

ή σαν όλη εκείνη

τη συναισθηματική

και νοητική κατάσταση;

Σαν ένας εαυτός που ξεχάστηκε

ή σαν ένας δίσκος του φωνόγραφου

κι ένα μάτσο χαρτιά

που περιμένουν

μες στο κυριακάτικο λιοπύρι

την ελεημοσύνη των περαστικών;

-Πότε παλιώνει ένα ποίημα; 

Όλα παλιώνουν ιδίως την εποχή της γοργής και εξαναγκαστικής παλαίωσης που διανύουμε. Το ποίημα είναι ένας διαλογισμός για τη θνητότητα των εαυτών και των ποιημάτων, την αξία και τη διάρκεια της συγκίνησης που μπορεί να περιέχουν, τη μοίρα τους στις βιβλιοθήκες και τα συρτάρια.  

`

Ξεχώρισα το ποίημα σας με τίτλο «Καμπαρέ»

Ένας πελατάκος της ποίησης

δυο ποτά και κάτι

μια γρήγορη επίσκεψη

στα ονόματα των κοριτσιών

Σωστός ράκος της οίησης 

σ’ αμαρτωλό ραχάτι

παράτονη περίσκεψη

στα καμώματα 

των σημασιών

Καλλιτέχνες και καλλιτέχνιδες

εκατέρωθεν του πάγκου

ποτίζουν την ποίηση με ουίσκι

οι στανταλικές κρυσταλλώσεις λιώνουν

σαν τα παγάκια

Το ποίημα όμως 

θέλει φράγκα και μαγκιά

πρέπει να είσαι μπακέτος

συνοδός γραμματοκομιστής

σε σαλόνια και ψαροταβέρνες

Ο καταρράχτης των λέξεων 

εκβάλλει στην απελπισία

εδώ που έφτασα είναι πολύ για μένα

Το κομποσκοίνι των έξεων

προσευχητάρι στην ανοησία

μαζί της άφοβα πίνε 

κι ας σβήνει τα γραμμένα 

Χαίρομαι πολύ για την επιλογή σας. Στο ποίημα αυτό σχολιάζεται η προσωπική μου σχέση με την ποίηση μέσα από έναν παραλληλισμό ποίησης και καμπαρέ, ερωτικών και ποιητικών επιτευγμάτων μέσα στις δεδομένες συνθήκες προσωπικής εμπλοκής και ευρύτερης πρακτόρευσης ή μαστροπείας.

`

-Πόσο δύσκολη είναι τελικά η σύλληψη ενός ποιήματος; Χρειάζεται ένα δυνατό συναίσθημα ή ακόμη και μια τραυματική εμπειρία για να γραφτεί ένα ποίημα;

Κάθε ποιητής διαμορφώνει την ποιητική του, τον τρόπο που μετουσιώνει την εμπειρία και τις εμμονές του σε καλλιτεχνικό προϊόν. Χρειάζεται ιδίως εργασία, αλλά και κάποιο άγγιγμα της μούσας.

`

-Μιλήστε μας για το ποίημα S/M
Περίμενα υπομονετικά κοιτάζοντας
το ρολόι του καφενείου
είχα γραφτεί εθελοντής
στην Ολυμπιάδα της μαλακίας
κι έπρεπε να περιμένω
να με δει η υπεύθυνη

 

Το ποίημα γράφτηκε τα χρόνια της Ολυμπιάδας. Θυμάμαι ότι το ανακάλυψα αργότερα μέσα σε διάφορα γραπτά και ότι αντιλήφθηκασιγά σιγά ότι έχει πάρα πολλές εφαρμογές.

 

-Τι σημαίνει η ποίηση για εσάς;

«Η ποίησις είναι ανάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου» λέει ο Εμπειρίκος. Εγώ πάλι γράφω σ’ ένα ποίημα ότι είναι «το νεκρό ψάρι στη γυάλα του κόσμου». Για μένα -σήμερα- η ποίηση είναι κυρίως μια άσκηση στην ματαιοπονία, την ασημαντότητα και το παράλογο καθόλα ψυχοφελής.

`

-Ποιο πιστεύετε ότι είναι  το κριτήριο που ξεχωρίζει ένα καλό ποίημα;

Δύσκολο να δώσεις μιαν απάντηση. Σκέφτομαι συχνά την καβαφική άποψη, που ανάμεσα σε πολλά άλλα θεωρεί ότι ένα καλό ποίημα πρέπει να είναι άρτια κατασκευασμένο σαν μια φορεσιά και να μπορεί να «εφαρμοστεί» ή να ταιριάξει σε πολλές καταστάσεις (βλ. Ανέκδοτα Σημειώματα Ηθικής και Ποιητικής, σημ. ΙΑ΄). Πώς να προσδιορίσεις, όμως, τι είναι αυτό που κάνει ένα στίχο δυνατό, δημιουργεί μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, συγκινεί και ταυτόχρονα φωτίζει. Η ποίηση είναι ανεξήγητη όσο και η μουσική.  

`

Αγαπημένο σας ποίημα;

Θα επιλέξω το Θησείο από την τρίτη συλλογή 

Πάντα σκεφτόμουνα το Θησείο  
σαν ένα είδος χασάπικου
άλλοτε έμοιαζε με χορός
άλλοτε με σφαγείο
Πάντα σκεφτόμουνα το Θησείο  
με σύννεφα που έριχναν
τη βαριά σκιά τους στον κόσμο
σαν παλιοί θεοί  
Με σύννεφα που έσφαζαν  
με το μπαμπάκι
γεμάτα λυγμική βροχή

και αθέλητες αναμνήσεις

`

-Κύριε Οικονόμου είναι μοναχικός ο δρόμος ενός  ποιητή;

Ο δικός μου δρόμος σίγουρα.