Η τελετουργία του έρωτα στο έργο της Αλεξάνδρας Μπακονίκα

 

Η Αλεξάνδρα Μπακονίκα (πρώτη εμφάνιση το 1984) αποτελεί τη βασικότερη εκπρόσωπο –εδώ και δεκαετίες–της έμφυλης ερωτικής ποίησης. Έχει ήδη μελετηθεί ο αντιπατριαρχικός χαρακτήρας του ποιητικού της έργου, καθώς πυρήνας του έργου της είναι ο έρωτας με τη σαρκική διάσταση. Η έμφαση στη θηλυκή σεξουαλικότητα εντοπίζεται και στην τελευταία της ποιητική συλλογή Η τελετουργία του χορού (Κουκκίδα, 2023), μολονότι πλέον αποκτά υπαρξιακά χαρακτηριστικά (ωριμότητα, μνήμη, αναπόληση της νεότητας κτλ).

Στο έργο η Μπακονίκα επιχειρεί να δημιουργήσει μια διασταύρωση προσωπικής εμπειρίας και συλλογικής σύμβασης μέσα από έναν αποστασιοποιημένο, σχεδόν αδιάφορο λόγο. Όμως, ενώ στην έμφυλη εξομολογητική ποίηση, το πρωτοπρόσωπο ποιητικό υποκείμενο εκθέτει ακόμα ντροπιαστικές στιγμές της ζωής του (Sylvia Plath, Ann Sexton κ.ά.) και “καταρρέει” στη συνείδηση ​​του αναγνώστη, η Μπακονίκα στρέφει την προσοχή της στα πρόσωπα και τον έρωτα και όχι στην αποκάλυψη προσωπικών στιγμών. Ακόμη και στην πιο προσωπική της φωνή, η ποιητική φωνή είναι μια αλληλεπίδραση με την ποιητική παράδοση που θέλει τη γυναίκα να καταστρέφεται από τον έρωτα ή να γίνεται έρμαιό του.

Η μεσοπολεμική και μεταπολεμική θηλυκή ερωτική ποίηση στην αναζήτηση μιας νέας γυναικείας γραφής είχε εισαγάγει το πρωτοενικό εξομολογητικό υποκείμενο (Πολυδούρη, Καρέλλη, Αγγελάκη-Ρουκ κ.ά.). Η Μπακονίκα ακολουθεί τούτη την παράδοση, αλλά είναι λίγες οι φορές που το ποιητικό εγώ ταυτίζεται με τη δημιουργό (συχνότατα πρόκειται για μίμηση). Βασικό υποκείμενο της Μπακονίκα πίσω από τον “ποιητικό” φακό είναι μια γυναίκα, συχνά ερωτευμένη[1]. Η γυναίκα στα ποιήματά της ερωτεύεται, ποθεί, διακόπτει σχέσεις[2] ή θυμάται με τρυφερότητα το παρελθόν. Αντικείμενο ερωτικού πόθου (έστω και μνημονικού) είναι σταθερά ο άνδρας.

Η φόρμα και η στιχουργική της Μπακονίκα αμφισβητούν κάθε ορισμό για το ποίημα. Με έντονες επιρροές από το αντιλυρικό ύφος του Ντίνου Χριστιανόπουλου, καταθέτει μία αισθητική πρόταση υιοθετώντας ένα ύφος που αποτελείται από ολιγόλεκτα ποιητικά αφηγήματα που θρυμματίζονται σε στίχους. Η προφορικότητα και ο αφηγηματικός χαρακτήρας του έργου αποτελούν την πρώτη ύλη για την οικοδόμηση ενός ιδιαίτερου κι εύκολα αναγνωρίσιμου ύφους. Από τη ρητορική της απουσιάζει κάθε ποιητικότητα (μεταφορές ή υπερρεαλίζουσα συνειρμικότητα κ.ά.), ενώ συχνά καταγράφεται ένας υποτυπώδης εσωτερικός ρυθμός. Χαρακτηριστική στην ποιητική της Μπακονίκα είναι η ευρεία χρήση διαλόγων[3].Οι συνθέσεις πάντα ξεκινούν inmedia res και συχνά κινούνται στον χώρο της μνήμης, όπως αποδεικνύει η ευρύτατη χρήση παρελθοντικών χρόνων[4]. Το αφηγηματικό υποκείμενο θυμάται σκηνές ή συναισθήματα του παρελθόντος.

Η ποιητική της ξεκινά από την προσωπική της εμπειρία και στρέφεται στα πεδία της κοινωνικής παρατήρησης και της κριτικής συμπεριφοράς. Ταυτόχρονα, είναι έντονο το τραγικό στοιχείο που πηγάζει από τον εσωτερικό μονόλογο (τη λεγόμενη Σχολή της Θεσσαλονίκης) και ο συνδυασμός του ποιητικού ρεαλισμού με τον προφορικό λόγο, με κύριο περιεχόμενο την αναζήτηση του σαρκικού έρωτα και της ηδονής. Μπακονίκα απομακρύνεται αισθητικά από το πνεύμα του έρωτα, όπως αποτυπώθηκε σε παλιότερες γενιές. Ο έρωτας για τη σύγχρονη δημιουργό παραμένει ένα έντονο πάθος (με ρομαντική καταγωγή), όπως καταγράφεται από τις παλαιότερες ποιήτριες, αλλά είναι και έντονα σαρκικός. Η υλιστική διάσταση του ερωτικού πάθους καταγράφηκε πρώτη φορά σε τέτοια ένταση στο έργο του Χριστιανόπουλου με φετιχιστικά χαρακτηριστικά. Αργότερα η Αγγελάκη-Ρουκ έθεσε με νέα δυναμική τον θηλυκό ερωτισμό. Στον δρόμο αυτό κινείται και η Μπακονίκα καταθέτοντας μιας σειρά ερωτικών ποιημάτων, που δεν συναντήσαμε σε παλαιότερες συνθέσεις της[5]. Βέβαια το ερωτικό στοιχείο γενικότερα είναι έντονο στο έργο της Μπακονίκα. Συχνά οι συνθέσεις της εντάσσονται και στον χώρο της σωματικής ποίησης, καταγράφοντας μέρη του σώματος που προσελκύουν την προσοχή της. Το στέρνο και το στήθος[6], η προσοχή στην αρρενωπότητα[7] και τα βλέμματα[8] ή τα γεννητικά όργανα[9] είναι σωματικά στοιχεία που δείχνουν τι προσέχει σε έναν άνδρα το πρωτοενικό ποιητικό υποκείμενο[10]. Ενίοτε στρέφει την προσοχή της και στην ομορφιά και τον ερωτισμό που αποπνέουν μέρη του γυναικείου σώματος (γοφοί και πόδια[11]).

Έντονη είναι η κριτική διάθεση απέναντι σε άνδρες και γυναίκες. Συχνά κρίνεται ο χαρακτήρας και η στάση τους με αφορμή διάφορα επεισόδια[12]. Ενίοτε κρίνει και γυναίκες[13] ή άλλες φορές στοχάζεται για τη φιλία[14].Το υπαρξιακό στοιχείο διοχετεύεται μέσα στο ερωτικό με ιδιαίτερη προσοχή. Ώριμη γυναίκα η ποιητική αφηγήτρια με καβαφικά χαρακτηριστικά θαυμάζει τα νιάτα, τις ανασφάλειας και το ναρκισσισμό τους[15].

Επιλογικά, η ποιητική της θηλυκής σεξουαλικότητας όπως αναδεικνύεται μέσα από τη συλλογή της Μπακονίκα απορρίπτει τα κοινωνικά στερεότυπα που καλλιεργούνται από τη θρησκεία και τη φιλοσοφία, και έρχεται σε σύγκρουση με τον πατριαρχικό λόγο έκφραση κοινωνικής οργάνωσης που καθιστά τη γυναίκα έρμαιο παθών χωρίς δικαίωμα στην ηδονή. Η παραδοσιακή λογοτεχνία συμμετέχει στη διαμόρφωση έμφυλων ταυτοτήτων και ρόλων μέσω εικόνων που τοποθετούν τους άνδρες στο επίκεντρο της πλοκής και τις γυναίκες στο περιθώριο, διαμορφώνοντας έτσι κυρίαρχες ιδεολογίες (αισθητικές και κοινωνικοπολιτικές αξίες). Αντίθετα, η Μπακονίκα τοποθετεί τις γυναίκες στο επίκεντρο του προβληματισμού ή διαπραγματεύεται θέματα μέσα από τα μάτια των γυναικών, εξισώνοντας το γυναικείο πρότυπο με το ανδρικό και αντιδρώντας τη πράξει με τη διαφορικότητα που καλλιέργησε ο δυτικός πολιτισμός θέτοντας τη γυναίκα σε κατώτερη θέση. Η θηλυκή, λοιπόν, σεξουαλικότητα παραμένει στο επίκεντρο της ποίησής της. Η περιφρόνηση των κοινωνικών στερεοτύπων και η κριτική στάση απέναντι στην παραδοσιακή καταπίεση κατέχουν ιδεολογικά κεντρική θέση στο έργο της. Οι αναγνώστριες της ποίησης της Μπακονίκα, ως κεντρικά υποκείμενα της αναγνωστικής πράξης, μπαίνουν στο ποιητικό σύμπαν της ποιήτριας και εντοπίζουν τις δικές τους εμπειρίες, ξεκινώντας μια διαδικασία απώθησης των εμφυτευμένων αρσενικών σκέψεων που καλλιέργησε η παράδοση.

 

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

 

[1] βλ. ενδεικτ. «Ακροθαλασσιά», «Ασυγχώρητο», «Η στάση», «Πέπλο», «Προσηλυτισμός».

[2] βλ. «Το πιο πρόσφορο», «Προοίμιο».

[3] βλ. ενδεικτ. «Ακαταμάχητη», «Ασυγχώρητο», «Προαίσθημα», «Προοίμιο», «Να καταχωνιαστεί», «Ιλιγγιώδεις ρυθμοί», «Της ταίριαζε», «Όλο το στερέωμα».

[4] βλ. ενδεικτ. «Μελαχρινός νέος», «Μια αναστάτωση», «Η μνήμη του σώματος», «Προαίσθημα», «Η ροπή», «Φορέας», «Διαίσθηση», «Μετά τα μεσάνυχτα».

[5] βλ. «Η στάση», «Ξεδιπλώνεις», «Άνευ όρων», «Άνθιζε», «Χορογραφία», «Δυσοίωνο».

[6] βλ. «Δοξασμένο», «Έπαιρνα δύναμη».

[7] βλ. «Μελαχρινός νέος», «Έπαιρνα δύναμη».

[8] βλ. «Σας άγγιγμα», «Ο φοιτητής», «Έπαιρνα δύναμη».

[9] βλ. «Η στάση».

[10] βλ. επίσης «Δοξασμένο», «Το στοιχείο», «Καπέλο».

[11] βλ. «Λίκνισμα», «Άνευ όρων».

[12] βλ. «Μελαχρινός νέος», «Μια αναστάτωση», «Αιχμηρό μέσο», «Δυσοίωνο».

[13] βλ. ενδεικτ. «Βέλος», «Πάθημα», «Πείσμα».

[14] βλ. «Σατραπεία», «Τραύμα», «Να καταχωνιαστεί», «Υπόδειξη».

[15] βλ. «Ο φοιτητής», «Πορφυρό δειλινό», «Μαγνητισμός», «Φθορά».