
***************************
Raúl González Tuñón (Argentina, 1905-1974)
ΠΟΙΗΜΑ ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ
Εθεάθησαν φώτα, γιοφύρια, γλάροι και μαούνες
και όνειρα πλέοντας ξύπνια
στις υπερπραγματικότητες της ψυχής.
Στα πάντα βρίσκεται το μυστήριο, αληθές όμως και ήρεμο.
Υπάρχουν δέντρα ταξιδιάρικα, φεγγάρια που σημαίνουν την ώρα,
κάτοπτρα προβάλλοντας βελούδινες κοιλάδες.
Εθεάθησαν κρινολίνα χαιρετώντας στην είσοδο
παλαιών σαλονιών με τους θυρωρούς πεθαμένους.
Εθεάθη o αντίλαλος.
Υπάρχουν στραγγισμένες κρήνες, βρύσες στεγνές που ηχούν
τη μουσική του υπόγειου ύδατος τόσο κοντά.
Εθεάθησαν έφηβοι πάνω σε άτια λευκά
κι έρημοι σταθμοί και βρύα και ρολόγια.
Υπάρχουν κάμαρες σφαλιστές που καταγράφουν τις φωνές
ξοφλημένων ερώτων που κείτονται ενταφιασμένοι.
Υπάρχουν υπνοδωμάτια άδεια που ανοίγουν στα χαράματα
με μια νωπή μυρουδιά ξαπλωμένων παιδιών.
Υπάρχουν αγάλματα με μάργωμα
και φρεάτια μαύρα με πνιγμένους εργάτες.
Υπάρχει ταμπάκο.
Υπάρχουν ημερολόγια ταξιδιού χαράζοντας μοναχικές πορείες
και πλοία που κάνουν τους Έλληνες ναύτες να επαναστατούν
και πλοία που φορτώνουν και ξεφορτώνουν άλλα πούσια
με σαπισμένα τσαμπιά νεκρών πληρωμάτων.
Υπάρχουν άστρα που κρυφοκοιτούν κοιμώμενους φάρους,
πνιγμένοι με τέμπο, τυφλοί με τηλεσκόπια,
και ποιητές που πιάνουν τις στιγμές στον αέρα
και διαιωνίζουν τα συμβάντα και τις αμφιβολίες τ’ ανθρώπου.
Υπάρχουν φαρμακεία με σωληνάρια μακρινών φίλτρων,
πίσω χώροι βυθισμένοι, γαλάζια μπαλόνια, ποτήρια,
και στις κρεμάστρες σκούρα ντύματα γεροντοκόρης,
και στο υπέδαφος στριγκά τσιρίγματα των γεννοβολημάτων.
Υπάρχουν κοιμητήρια λευκές σκακιέρες της νύχτας,
ψυχές απειλούμενες με σαχ, αρχιτεκτονική τετραγωνισμένη,
μνημούρια παλιά όπου τα οστά έχουν αναφλεγεί,
πεθαμένοι π’ άφησαν ήδη την τέφρα κι έφυγαν,
κρυφός αγέρας παλεύοντας, διάσταση λήθης.
Υπάρχουν ψαρικά και μηχανές και θεριά και φονιάδες,
πτήσεις τυφλές πουλιών δίχως φτερά,
ξενυχτισμένα ανδρείκελα, ουρητήρια
-υπάρχει πετρέλαιο-
ανεξιχνίαστα φεγγάρια τσιμέντου κι ενυδρείου,
άυπνες εικόνες από τόσες αγρύπνιες.
Υπάρχουν εκατομμυριούχοι.
Εθεάθησαν παρελάσεις πείνας πάνω σ’ ολοκαίνουργιες βίλες
και κοιλιές διάτρητες από αστούς πεθαμένους
και σειρές πυροβολημένων μεταλλωρύχων
και βιασμένες εβραίες κι αυτοχειρίες κι απαγχονισμένοι.
Υπάρχουν μάσκες αερίων, συναγερμοί με φωτιές,
επιπλώσεις με φονικά, εξεγέρσεις με χαραυγές,
βόμβες, κατάσκοποι, μικρόβια σε μυστική υπηρεσία,
ψιθυρισμός γιαταγανιών και κόκκινων λαβάρων.
Υπάρχει καυγάς.
Υπάρχει κοντινή χλαλοή που θα ξεσπάσει ξάφνου
όπως το φως το τόσο άξαφνο που επινοεί ένα παράθυρο.
Υπάρχουν πιθανότητες για την ποίηση.
Υπάρχει αύριο.
***
Ricardo E. Molinari (Argentina, 1898-1996)
ΑΡΝΗΣΗ ΤΩΝ ΕΡΩΤΩΝ [1]
Πλέον είμαι χορτάτος από θάλασσες, από κόσμο, από ουρανό•
από θάνατο, πρώτα ο Θεός.
Κανείς δεν θα μπορέσει να σε βγάλει από μέσα μου,
του ονείρου ίσκιε,
γιατί κολλημένη έχω στο στέρνο μου
τη νύχτα σου όλη πάθους φριχτού.
Σε λίγες μέρες στην πεδιάδα θα ‘μαι,
την καρδιά να σκεπάσω με σκόνη,
τον αέρα από άμμο. Ο δικός μας μοναχικός θάνατος
λησμονημένος από λησμονιά.
(Αν να σ’ έβρισκα μπορούσα. Αν μπορούσα να κατέβω στο Ρίο,
τούτη τη νύχτα•
να περπατήσω στους δρόμους μυρίζοντας τα χοντρά
φύλλα των δέντρων •
να μ’ εγκαταλείψω στη γη ώσπου να γεμίσω
ψείρες. Αφηρημένος. )
Δεν θέλω τη γλώσσα μου, την άλλη μου ζωή• δεν θα
‘θελα να φτάσω ποτέ. Να γυρίσω αν ήταν πιθανό…
Θλίψεις[2].
Ετούτη τη νύχτα-έτσι!- απολύτως γενναιόδωρος•
επιστρέψας, επιστρεφόμενος, κυνηγημένος: ξένος σε μένα
δίχως να μ’ αγαπώ. Πεσμένος σε άλλη φωνή,
ολισθηρός.
Η καρδιά μου ν’ αρνείται τον κουρνιαχτό,
ήδη πίσω από το σώμα σου, από τον εξόριστο αέρα.
*****************************************************************
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Raúl González Tuñón (Αργεντινή, 1905-1974). Ποιητής και δημοσιογράφος, γιος Ισπανών μεταναστών. Ενταγμένος στο κουμουνιστικό κόμμα από νωρίς, και πάντα με κριτική πάντα στα πράγματα, θεωρείται ένας από τους θεμελιωτές της αστικής ποίησης όπου η πόλη και οι κάτοικοί της βρίσκονται μονίμως σε πρώτο πλάνο, εστιάζοντας συχνά στους ανθρώπους του περιθωρίου και στις κακόφημες γειτονιές. Υπήρξε ανταποκριτής του Εμφυλίου Πολέμου στην Ισπανία για την εφημερίδα της χώρας του, Crítica, και στη Μαδρίτη δημιούργησε στενούς δεσμούς φιλίας με τους Ferderico García Lorca, Miguel Hernández, Pablo Neruda και με κάποιους από τους πλέον εμβληματικούς ποιητές της γενιάς του 27. Με το τέλος του Εμφυλίου βρέθηκε στη Μαδρίτη, μαζί με τη σύζυγό του, όπου υπήρξε συγκάτοικος του Pablo Neruda και από κοινού ιδρύσανε το Χιλιανό παράρτημα της Συμμαχίας των Διανοούμενων Υπεράσπισης του Πολιτισμού, αντιφασιστική οργάνωση που προέκυψε από το Συνέδριο Συγγραφέων της Βαλένθια. Συνεργάστηκε με το περιοδικό Proa του Jorge Luis Borges. Άρχισε να δημοσιεύει από πολύ νέος και υπήρξε πολυγραφότατος. Θεωρείται, όχι άδικα, ένας από τους πιο και σημαντικούς ποιητές της Αργεντινής.
Ricardo E. Molinari (Αργεντινή, 1898-1996). Σημαντικός ποιητής στη χώρα του, υπηρέτησε το κίνημα του ουλτραϊσμού και ανήκε στον κύκλο του Jorge Luis Borges. Το 1958 έλαβε το πρώτο κρατικό βραβείο, καθώς και πλήθος άλλων διακρίσεων σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Μεγάλωσε ορφανός, δίπλα στη γιαγιά του, και εγκατέλειψε τις σπουδές του για να αφοσιωθεί εξολοκλήρου στο μεγάλο του πάθος, τη λογοτεχνία. Στο έργο του μίλησε για την Αργεντινή, τα τοπία της, τους ανθρώπους της και αποθέωσε τη φύση της που σε συνδυασμό με την έντονη υπαρξιακή αγωνία, δημιούργησε ένα πλούσιο έργο που αποτελεί σημείο αναφοράς στην αργεντίνικη ποίηση, ένα «ευχάριστο χάος» , κατά τον Jorge Luis Borges. Υπήρξε επίσης φίλος αρκετών ισπανών ποιητών της γενιάς του 27, και συνδέθηκε φιλικά και με τον Federico García Lorca όταν αυτός ταξίδεψε στην Αργεντινή, το 1934. Συνεργάστηκε, μεταξύ άλλων, επί σειρά ετών με την εφημερίδα La nación της πατρίδας του.
[1] Ο τίτλος είναι στα πορτογαλικά ( Ñao d´amores)
[2] Στα πορτογαλικά (magoas)