εἶναι ἄξιο τὸ μάτι σου νὰ διασταλεῖ
τόσο ποὺ νὰ καθρεφτίσει τὴν εἰκόνα
τοῦ κόσμου…
Μ.Χ
Διερχόμενοι χρονικά τον κόμβο συνάντησης σώματος – ψυχής, πνευματικότητας και υλικότητας διαπιστώνουμε τη διαφορετική εκτίμηση και προσέγγιση των εννοιών αυτών ανά τους αιώνες. Αντιμέτωποι με έναν ορίζοντα προσδοκίας αέναα μεταβαλλόμενον, η περιδιάβαση στις θεωρητικές πραγματείες αποδεικνύει ότι η αξιολογική αποτίμηση σώματος και ψυχής διέρχεται μέσα από διαφορετικά φίλτρα πρόσληψης εντασσόμενα στα διάφορα πολιτισμικά συμφραζόμενα. Στην παρούσα μελέτη θα παρουσιάσω σε ένα πρώτο επίπεδο κάποιους σταθμούς στην ιστορική διαδρομή που ακολουθεί η διάκριση ψυχής -σώματος δίνοντας έμφαση στο δεύτερο σκέλος προκειμένου σε ένα δεύτερο επίπεδο να μεταβώ στην εξέταση της λειτουργίας του σώματος όπως αυτή διαγράφεται στην ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου.
Κατά την ομηρική εποχή η απουσία διάκρισης ανάμεσα σε νοητικό και σωματικό στοιχείο αντανακλά την έλλειψη διαφοροποίησης μεταξύ φυσικού και μεταφυσικού κόσμου . Στη λυρική ποίηση η Σαπφώ προβαίνει σε μία νέα ψυχοσωματική γεωγραφία του ατομικού εγώ όπου μέσα από τα σπαράγματα της ποιητικής της το πνευματικό στοιχείο αφομοιώνεται με το υλικό μεταβαίνοντας σε έναν ηδονικό φυσικό κόσμο όπου κυριαρχεί ο αισθησιασμός και η σωματικότητα. Τον 5ο αι. ο Σωκράτης θα υποστηρίξει ότι το σώμα καθίσταται εμπόδιο στην ψυχή ενώ ο Πλάτωνας θα προβάλλει την άποψη ότι το σώμα αποτελεί τον τάφο της ψυχής χωρίς ωστόσο να στέκει απόλυτα αρνητικός και απαξιωτικός προς το ωραίο σώμα . Εν συνεχεία, ο Αριστοτέλης παρουσιάζει την αλληλεξάρτηση και παράλληλη ανάπτυξη σώματος και ψυχής ενώ οι Επικούρειοι θα προβάλλουν την έννοια της ηδονής ως την απουσία πόθου και σωματικής υγείας. Στην μετάβαση ωστόσο προς τους μεσαιωνικούς χρόνους και την έλευση του χριστιανισμού το σώμα συνδέεται με τον άνθρωπο ως έκπτωτο, θεωρούμενο ως εμπόδιο προς την πνευματική ανύψωση και ενατένιση. Η Αναγέννηση ανακαλύπτει ξανά το σώμα αποδίδοντας του μια ατομική, ιδιωτική φύση. Ο Ντεκάρτ αντιλαμβάνεται το πνεύμα ως κάτι ξεχωριστό από το σώμα το οποίο, θεωρεί ως μία μηχανή με σάρκα και οστά. Η καρτεσιανή αυτή διάκριση οδηγεί σε μία σειρά δυϊσμών όπως βιολογικό/κοινωνικό, φυσικό/πολιτισμικό. Την εποχή του Διαφωτισμού, οι απόψεις του Ντεκάρτ συμβάλλουν στην καθιέρωση του τρόπου αυτού σκέψης. Αντίθετα, στις αρχές του 20ου αι. η διάκριση μεταξύ σώματος -νου τίθεται υπό αμφισβήτηση αρχικά από τον E. Durkheim και την έννοια του homo duplex, τον Νίτσε, τον E.Elias, τον M.Merleau-Ponty, Φουκώ, P.Bourdieu, τη Μ. Douglas και τις φεμινιστικές θεωρίες . Οι θεωρίες αυτές παρά τις αποκλίσεις τους, μετατοπίζουν το ενδιαφέρον από το σταθερό και δεδομένο στο ρευστό και αβέβαιο σώμα. Εδώ αξίζει να ξεχωρίσουμε το καθοριστικής σημασίας έργο του Μ. Φουκώ το οποίο αναδεικνύει την κεντρικότητα του σώματος και ιδιαίτερα της σεξουαλικότητας . Ο Μισέλ Φουκώ παρουσιάζει μια αρχαιολογία των λόγων επί της σεξουαλικότητας από τον 17ο και κυρίως τον 19ο αι. Περιγράφει το πάθος ως μία νόσο που αφορά το σώμα και την ψυχή. Το πάθος στην περίπτωση του σώματος φαντάζει μία πάθηση που διαταράζει την ισορροπία των χυμών ενώ για την ψυχή παίρνει μορφή ταραχής ικανής να την εξαφανίσει παρά τη θέλησή της . Eπίσης, ιδιαίτερα σημαντικό αναδεικνύεται το έργο της Judith Butler, η οποία αντιτίθεται στις θεωρίες που θεωρούν το σώμα ως αδρανή ύλη θεωρώντας ότι η σχέση μεταξύ κοινωνικού φύλου και σεξουαλικότητας είναι ρευστή . Oι φεμινιστικές θεωρίες γενικότερα εστιάζουν στις διαδικασίες σωματοποιημένης υποκειμενικότητας ενώ οι άξονες του βιωμένου σώματος και της σωματοποίησης(διείσδυση του βιολογικού και πολιτισμικού στο πεδίο των βιωμένων εμπειριών) εισάγουν στη φεμινιστική συζήτηση την υλικότητα του σώματος προκειμένου να κατανοηθεί ο τρόπος με τον οποίο οι γυναίκες βιώνουν το σώμα τους σωματοποιώντας τις συνθήκες του εξωτερικού κόσμου.
Γαλλικός φεμινισμός και Μάτση Χατζηλαζάρου.
Μετά την αναγκαία αυτή εισαγωγή θα επιμερίσω το πεδίο μελέτης στη διερεύνηση της λειτουργίας του σώματος στην ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου. Σύμφωνα με την Άντεια Φραντζή «ο γυναικείος ερωτισμός δεν είναι μόνο η συναισθηματική εκδοχή του έρωτα, όπως παρουσιάζεται στη Μαρία Πολυδούρη, ούτε η μυστική εκδοχή της Ζωής Καρέλλη, ούτε η εσωστρέφεια του αλαζονικού ερωτισμού της Ελένης Βακαλό.» Αντίθετα, η μελετήτρια διακρίνει μέσα από την ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου την παρουσίαση της ερωτικής ζωής ως απαίτηση, η οποία θα μπορούσε να περιγραφεί τολμηρή έως προκλητική. Με δεδομένο ότι το κίνημα του γαλλικού φεμινισμού εμφανίζεται τη δεκαετία του 1970 και η ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου ήδη συγκροτεί τα πρώτα της δείγματα από το 1941 αντιλαμβανόμαστε ότι σε ένα πρώτο επίπεδο το έργο της δεν μπορεί να αντλήσει από αυτό το δεύτερο κύμα του φεμινισμού. Ωστόσο η Χατζηλαζάρου με έντονο πρωτοποριακό πνεύμα συγκροτεί ένα ποιητικό έργο, το οποίο εμφορείται με ιδέες, οι οποίες λίγα χρόνια αργότερα θα τροφοδοτήσουν τις φεμινιστικές θεωρίες στη δεκαετία του 1970. Ο Γαλλικός φεμινισμός του δευτέρου κύματος ξεκινά με το έργο των Γαλλίδων κριτικών, όπως οι Julia Kristeva, Hélène Cixous και Luce Irigaray αναλύοντας το ρόλο του φύλου λαμβάνοντας υπόψη το έργο του Lacan . Ασχολείται με τη σχέση βιολογικού(sex) και κοινωνικού(gender) φύλου δίνοντας έμφαση στο σώμα, στη γυναικεία επιθυμία(desire) και στην ηδονή(juissance) μέσα από το πρωτοποριακό της γραφής που προβάλλει το αυτοβιογραφικό στοιχείο. Aπό την παραπάνω πρόταση οι λέξεις σώμα, επιθυμία, ηδονή, πρωτοποριακό της γραφής, αυτοβιογραφικό στοιχείο θεωρώ πως συγκροτούν τα αναγνωστικά κλειδιά της ποίησης της Χατζηλαζάρου. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
σώμα: παντού γραπώνεται ο έρωτας κισσὸς
περιζώνει και σκεπάζει το όποιο σώμα
(«Μεταμορφώσεις του έρωτα», 7 γραπτά στα ελληνικά)
το σώμα είναι διψασμένο από εσένα έμαθε τις πλημμύρες του έρωτα
(«Αντίστροφη αφιέρωση», Το δίχως άλλο.)
επιθυμία: ανάγκη ήταν να σκύψεις από πάνω μου, να δω στα μάτια σου εκείνα τα δύο φωσάκια
(Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης)
ηδονή: τα μάτια σου τόσο ερευνητικά
που να μου σχίζουν την καρδιά
έγδυνες της σάρκας μου το δέρμα
ενώ αυτή δοκίμαζε ένα χαμόγελο
(«Αυτός που βλέπει αλήθειες», 7 γραπτά στα ελληνικά)
πρωτοποριακό της γραφής: Η ίδια εξίσου τολμηρή τόσο στην προσωπική της ζωή όσο και στην συγγραφική μέθοδο που ακολουθεί. Από τη μία τολμά τρία διαζύγια και από την άλλη τη ρήξη με τον παγιωμένο τρόπο γραφής. Μετακενώνει στο έργο της ιδέες που αντικατοπτρίζουν τη θητεία της στον υπερρεαλισμό ενώ το πρωτοποριακό της πνεύμα γοητεύεται από τη σαγήνη του ερωτισμού, της ηδονής και της έμπνευσης μιας ερωτικής φιγούρας. Ωστόσο, η ίδια το 1984 χαρακτηρίζει την ποίηση της συνειρμική, μεταϋπερρεαλιστική και όχι υπερρεαλιστική όπως νόμιζε κάποτε.
Aυτὴ η τελευταία σταγόνα του κρασιού περιέχει την κραυγή
μιας μπουρούς, πάνω σ΄΄ένα κύμα αρμενίζει η σταρένια μου ψάθα.
Ά, στάσου! γιατί εκεί δεξιά στον ουρανὸ είδα το σύννεφο
της καρδιάς μου.
(Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης)
αυτοβιογραφικό στοιχείο: Σύμφωνα με την Άντεια Φρατζή , η Μάτση «γεννιέται ως ποιητικό υποκείμενο τη στιγμή που συναντά τον Ανδρέα Εμπειρίκο». Η σύνδεσή της αργότερα με τον Ανδρέα Καμπά εγείρει το ερώτημα της κριτικής περί της προσφωνήσεως στον «Ανδρέα» που προηγείται αφιερωματικά στην πρώτη της ποιητική συλλογή Μάης Ιούνης και Νοέμβρης του 1944. Ο Μάνος Χατζιδάκις σχολιάζει ότι «Κι όλοι ρωτούσαν ποιόν εννοεί. Τον Εμπειρίκο που άφηνε ή τον Καμπά που ακολουθούσε». Ο ίδιος υποστηρίζει πώς η αφιέρωση δεν κρύβει αμηχανία αλλά τόλμη. Και στους δυο. Ωστόσο, η Άντεια Φραντζή εδώ θεωρεί πώς ο Χατζιδάκις δε λαμβάνει υπόψη του το σύνολο της ποιητικής ύλης που παράχθηκε στα προηγούμενα χρόνια συμβίωσής της με τον Εμπειρίκο ενώ η Μάτση το 1984 σε συνομιλία της με το Φίλιππο Βλάχο θα δηλώσει πώς πρόκειται για τον Εμπειρίκο. Επίσης, είναι χαρακτηριστικό πώς η Μάτση αναφέρει το 1986 στη Μαργκερίτ Γιουρσενάρ: «Ίσως είμαστε πολύ εγωιστές, και όχι όσο πρέπει γενναιόδωροι όταν έχουμε παράπονο με κάποιον. Το αναμόχλευσα αυτό μέσα μου και σκέφτηκα ότι έδειξα τρομερή έλλειψη γενναιοδωρίας σ’ ένα πρόσωπο. Η «Αντίστροφη αφιέρωση» βγήκε σαν ένα ευχαριστήριο».
Για κείνον με την αντρίκεια φωνή- ματιά και με χέρια μεγάλες φτερού-
γες που δεν τις ξεχνάω το απόγευμα είπες τριάντα χρόνια σε πε-
ρίμενα…
Το σώμα της ηδονής και της οδύνης
Σε ένα εν ριπή οφθαλμού ξεφύλλισμα των ποιητικών συλλογών της Μάτσης Χατζηλαζάρου διαπιστώνουμε ότι το σώμα συνδέεται στενά τόσο με τη χαρά της ηδονής όσο και με τη λύπη της οδύνης. Η ηδονή πηγάζει από τον έρωτα ενώ η οδύνη από την προσμονή της ηδονής. Σύμφωνα με τη Λαμπρίνα Μαραγκού :
«Η σχέση της Μάτσης Χατζηλαζάρου με τις λέξεις είναι άκρως παθιασμένη. Ολοφύρεται με τις συλλαβές, συμφύεται μαζί με το ανοίκειο που τελικά μετασχηματίζεται σε οικείο, αναγορεύει τον πόθο σε πρωταγωνιστή, δυνάστη, εξουσιαστή μέσα από τις διαδικασίες μιας εσωτερικής επανάστασης την ώρα που οπλίζει τον ερωτισμό με την ανάγκη, την έλξη με το αναπόφευκτο, την επιθυμία με μεταφυσικό εξουθενωτικό βίωμα, την έλλειψη με αγγελτήριο θανάτου».
Ενώ πιο κάτω η ίδια μελετήτρια υποστηρίζει:
«Το αντικείμενο του έρωτα λίγο διαφέρει αν είναι το ίδιο ή αλλάζει διαρκώς, καθώς το πρόσωπο γίνεται μάσκα που αλλάζει, μάσκα από υδάτινη ονειρική ύλη, από αστερόσκονη, από σιωπή… Στο τέλος εκριζώνεται από την ίδια την ένταση του πάθους, απομονώνεται από το σβώλο της γης που μέσα του έχει θρέψει τον σπόρο του έρωτα, για να ξαναφυτευτεί με ελευσινιακή κατάνυξη σε καινούριο πηχτό χώμα»
π.χ. Την πιο ηδονική αφή την έχει το σταφύλι το πρωί,
σαν είναι δροσερό και σκεπασμένο με κείνη την άχνη
τη λεπτή. Πιάνω την κοιλιά σου, με τα τρία μου δάχτυλα,
και μου γεννιέται πάλι η εικόνα της δροσιάς του αμπελιού
(Μάης Ιούνης και Νοέμβρης)
Η οδύνη από την άλλη μεριά απότοκο της σωματικής στέρησης και έλλειψης της θέασης του ερωτικού υποκειμένου στέκει στον αντίποδα της ηδονής ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που πλάι στον έντονο ψυχικό πόνο παρακολουθούμε τον έντονο σωματικό πόνο των ωδινών. Η Χατζηλαζάρου καταφέρνει να θέσει το ζήτημα της γονιμότητας με όρους τελείως σωματικούς χωρίς να παρουσιάζει τους συναισθηματικούς και ψυχικούς δεσμούς με το έμβρυο.
π.χ. Απόψε πονάω σʼ όλες μου τις απογνώσεις.
Κάνει πολύ κρύο κάτω απʼ τη σκιά
της ζωής μου που γέρασε.
Βαθιές γουλιές οι μελαγχολίες,
είναι πληρωμένοι δολοφόνοι…
(«Άλλο ένα τέτοιο κύμα», Εκεί πέρα εδώ)
π.χ. αύριο θα σμίξω τα δυο σου σκέλη, μήπως γεννηθεί ένα μικρό λυπητερό παιδάκι, θα το λένε Ιούς, Μανιούς, ίσως και Aqua Marina. φέρτε μου να γεννήσω όλα τα μωρά της πλάσης […]
(Μάης Ιούνης και Νοέμβρης)
π.χ. Δεν έχεις παιδιά
Δεν έμαθες ποτέ
Να παίρνεις τον έρωτα μες την κοιλιά σου
Και ιδρώνοντας από τρόμο και πόνο
Να αδειάσεις πάνω στα σεντόνια σου ένα μωρό.
Με κεφαλή κραυγές και μέλη
Είσαι ολότελα περιορισμένη
Τροχοπέδη η σάρκα σου
Ποτέ δε βγήκε.
(«Στοιχειώδεις κλίσεις», Το δίχως άλλο)
Στο σημείο αυτό θα προσπαθήσω να σχολιάσω χωριστά τη λειτουργία που επιτελούν συγκεκριμένα όργανα του ανθρωπίνου σώματος, τα οποία δε σχολιάστηκαν μέχρι στιγμής και να δώσω κάποιες πληροφορίες επιπρόσθετες σε όσα έχουν ήδη γίνει αναφορές στην ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου:
σώμα: Εδώ πλάι στην ένταξη του σώματος μεταξύ ηδονής και οδύνης που προαναφέρθηκε αξίζει να αναφέρουμε το συνδυασμό του σώματος με στοιχεία της φύσης. Πηγή ζωής και αναζωογόνησης, η φύση αποτελεί το καλύτερο μέσο εικονοποιητικής και ηχητικής αναπαράστασης των αισθήσεων του σώματος. Το εύρος των φυσικών στοιχείων χλωρίδας και πανίδας βρίσκονται εν παραλληλία με το ανεξερεύνητο και θελκτικό στο χάδι σώμα:
ακρογιάλι το σώμα
(Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης)
Ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που το υγρό φυσικό στοιχείο συλλαμβάνεται με ερωτικές συνδηλώσεις:
θέλω να χώσω τη μούρη μου μες στα μαλλιά σου, πουʼ ναι
σα χόρτα στην άκρη του ποταμού
(Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης)
Εδώ η εικόνα των χόρτων σε ένα δροσερό ποτάμι λειτουργεί αναλογικά με την ύπαρξη μαλλιών γύρω από ένα «δροσερό» και θελκτικό πρόσωπο, η επαφή με το οποίο μπορεί να ξεδιψάσει και να ανακουφίσει τη θέρμη του ερωτικού υποκειμένου. Ενώ η ξηρασία του χώματος που περιμένει το κάλεσμα της βροχής ή ενός ποτίσματος για να ευδοκιμήσει αντιστοιχεί στο σώμα που αποζητά την επαφή με το άλλο σώμα ως ανάσα δροσιάς:
το σώμα χώμα διψασμένο από εσένα έμαθε τις πλημμύρες του έρωτα
(Το δίχως άλλο. Αντίστροφη αφιέρωση)
μάτι: Το μάτι στην ποίηση της Χατζηλαζάρου καταλαμβάνει σημαντική θέση. Έτσι, από τη μία έχουμε μάτια διαπεραστικά, μάτια ερωτικά, μάτια που μεταδίδουν μηνύματα απλά με ένα τους ανοιγοκλείσιμο:
να δω στα μάτια σου
εκείνα τα δύο φωσάκια. Φωσάκια που λένε ότι είμαι το νησί σου…
(Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης)
Όλα μου σου τα χαρίζω- μες στον ήλιο και – μες στο
ερωτικό χρώμα των ματιών σου.
(Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης)
κι είναι σφήκες τα μάτια σου για μένα που πετάνε και ζυγιάζονται
πάνω στις λέξεις γραμμή του ορίζοντα τα δυό σου μάτια που πιά-
νουνται και μπερδεύουνται μες στα μαλλιά…
(«Σφήκες», Τα λόγια έχουν κρόσσια)
τα μάτια σου τόσο ερευνητικά
που να μου σχίζουν την καρδιά
(«Αυτός που βλέπει αλήθειες», 7 γραπτά στα ελληνικά)
ενώ από την άλλη μεριά το «βλέμμα» αφοπλιστικό αρκετές φορές συνδυάζεται με το κάλεσμα της ηδονικής αφής:
τα βλέμματα είναι χνούδι φυλλωσιάς
τα λόγια είναι οι φλέβες της
(«Σταγόνες», Εκεί πέρα εδώ)
βλέμμα χαϊδεύει την κοιλιά μου
(«Ψυχανάλυση», Το δίχως άλλο)
χείλη: Στην περίπτωση των χειλιών δημιουργούνται ίσως οι πιο όμορφες και ποιητικές εικόνες. Πρόκειται για εικόνες πρωτοποριακές που εκφράζουν άλλοτε μια λεπτή συναισθηματική υφή:
το βράδυ βλέπω τα χείλη σου σαν
το δαγκωμένο φρούτο
(Μάης, Ιούνης, Νοέμβρης)
στην άκρη των χειλιών
του βρέθηκε ένα χθεσινό μου δάκρυ
(«Αραπιά», Δύο διαφορετικά ποιήματα)
και άλλοτε ένα χείμαρρο συναισθημάτων:
από το χαμόγελό σου πετάξανε
δέκα πουλιά, στους ώμους μου επάνω
(«Χαμόγελα», Δύο διαφορετικά ποιήματα)
αληθινά και τα χείλια που ξεσπάνε κύμα πάνω σε κύμα έντασης
(«Τοπία», Τα λόγια έχουν κρόσσια)
καρδιά: Η καρδιά λειτουργεί ως τόπος συνάντησης και συνένωσης όλων των συναισθημάτων. Το εύρος της καρδιάς καθορίζει το εύρος των εμπειριών του υποκειμένου και την ποιότητα του υποκειμένου. Συνήθως συνοδεύεται με το «μου» και αντικαθιστά ολόκληρο το υποκείμενο:
θα΄ θελα εσένα που η καρδιά σου πιάνει από τη διώρυγα του Μπέριγκ μέσα απ’ όλη τη Ρωσία… ως το Αιγαίο…
(Το δίχως άλλο. Αντίστροφη Αφιέρωση)
σε κρυάδα γνώρισες ποτέ την καρδιά μου
(Το δίχως άλλο. Αντίστροφη Αφιέρωση)
ενώ η στέρηση αυτού του ερωτικού προσώπου που ισοδυναμεί με την καρδιά δημιουργεί δυσφορία και απόγνωση στο υποκείμενο:
δεν ξέρω να ανασάνω χωρίς εσένα καρδιά μου
(«Ο Πούμας ήταν κι η στέρηση σύντοφος», Εκεί πέρα εδώ)
χέρι: Η λειτουργία του χεριού ιδιαίτερα κομβική. Προσελκύει το βλέμμα του ποιητικού υποκειμένου που αναζητά το χάδι ως λυτρωτικό φάρμακο της σάρκας:
αφηρημένο βλέμμα στις φλέβες του χεριού σου
(«Φύλλα με εικόνες», Εκεί- Πέρα εδώ)
ενώ η γυμνή παλάμη συμβολίζει τη στέρηση και την έμμεση επίκληση του έρωτα ως συμπλήρωμα αυτής:
η παλάμη μου σε περιμένει, η παλάμη μου σ’ αναζητάει,
η παλάμη μου τρέμει και φτερουγίζει μες στα κλαριά!
(Μάης, Ιούνης και Φλεβάρης)
υγρά σώματος: Αίμα, σπέρμα, δάκρυα με υφή αλμυρή συνδεδεμένα με τις εσωτερικές διαδικασίες του σώματος και φερέφωνα της λυρικής δόμησης του κειμένου παράλληλα. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε την άποψη της Άντειας Φραντζή :
«Η υγρασία της μήτρας, τα υγρά του σώματος, οι εκκρίσεις, γίνονται ο εσωτερικός ποταμός, που ξεβράζει με λέξεις την ανθρώπινη υπόσταση του ποιήματος. Είναι όλο αυτό το ρευστό που επιτρέπει να αναπτύσσεται η λυρική εκδοχή της ζωής και αφήνει να γεννιέται η ποίηση. Μία ποίηση που όχι μόνο δεν απαρνιέται το σώμα αλλά προηγείται από αυτό: στην ενδομήτρια κύηση, την ερωτική μητρότητα της γυναικείας δημιουργού»:
Δεν έχεις παιδιά
Δεν έμαθες ποτέ
Να παίρνεις τον έρωτα μες την κοιλιά σου
Και ιδρώνοντας από τρόμο και πόνο
Να αδειάσεις πάνω στα σεντόνια σου ένα μωρό.
Με κεφαλή κραυγές και μέλη
Είσαι ολότελα περιορισμένη
Τροχοπέδη η σάρκα σου
Ποτέ δε βγήκε.
[…]
(«Στοιχειώδεις κλίσεις», Το δίχως άλλο,)
αλμυρή ουσία στη γλώσσα μου δάκρυα είναι ή αίμα
δεν ξέρω τίποτε άλλο δεν ξέρω να πω παρακάτω
(«οδυρμός», Κρυφοχώρι)
σφουγγάρι της κάθε σταγόνας που κυλάει ξεχειλίζει
και πλημμυρίζει και εξατμίζεται
σταγόνες δάκρυα γάλα και σπέρμα
σταγόνες χυμό σταγόνες φαρμάκι
(«Σταγόνες», Εκεί- Πέρα εδώ)
αναπνοή: H απουσία του ερωτικού αποδέκτη δημιουργεί ένα αίσθημα δυσφορίας προκαλώντας έως και την απώλεια της ζωής του ποιητικού υποκειμένου:
Σε ανασαίνω όπως ο θερμαστής του καραβιού ρουφάει
μες στα πλεμόνια του το δειλινό το μπάτη.
(Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης)
Ζωή μου, δίπλα συυ βλέπω την αναπνοή και ακούω το
καρδιοχτύπι όλων των πραγμάτων
(Μάης, Ιούνης και Νοέμβρης)
Συμπεράσματα: Φτάνοντας στο τέλος αυτής της ανασκόπησης της ποιητικής ύλης της Μ. Χατζηλαζάρου προσπάθησα στεκόμενη σε βασικές αναφορές- παραδείγματα να παρουσιάσω την κεντρικής σημασίας θέση που κατέχει το σώμα στο έργο της. Σε κάθε ποίημα, σε κάθε σελίδα και σχεδόν σε κάθε στίχο μπορούμε να αντιληφθούμε αυτό το διαφορετικό στίγμα που επιφέρει, αυτή τη νέα αίσθηση των πραγμάτων. Άρρηκτα συνδεδεμένη με το υπερρεαλιστικό κίνημα αποδίδει μέσω της ποιητικής της τις καταβολές σε εκείνο. Συναισθήματα και αισθήσεις διαπλέκονται αρμονικά και συγκροτούν το υποκείμενο. Κάθε ανάγνωση φαντάζει ένα παιχνίδι εντρύφησης του αναγνώστη στην ποίησή της, στο κάτοπτρο της οποίας μπορεί να αντικρίσει κανείς το δικό του βλέμμα, τον δικό του εαυτό…
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Βλ. Α. Δούκα – Καμπίτογλου, Σώμα της ηδονής και της οδύνης, Θεσσαλονίκη: Ιανός, 2005, σ. 16 κ.εξ.
Για την ιστορική διαδρομή που ακολουθεί η προσέγγιση αυτή του σώματος βλ. αναλυτικότερα: Α. Αρώνη, Κοινωνικές αναπαραστάσεις, πρακτικές και χρήσεις του σώματος, Διατριβή, Αθήνα, 2008.
Βλ. εισαγωγή στο: Δ. Μακρυνιώτη, Τα όρια του σώματος: διεπιστημονικές προσεγγίσεις(μτφ. Κ. Αθανασίου κ.ά.), Αθήνα: νήσος, 2004, σ. 13- 67.
Βλ. Μ. Φουκώ, Ιστορία της σεξουαλικότητας, (μτφ. Τ. Μπέτζελος), Αθήνα: Πλέθρον, 2011.
Βλ. Δ. Πλαζομίτη, Σεξουαλικότητα και Εξουσία: Η προσέγγιση της έννοιας της “κανονικοποίησης του σώματος” στο έργο του Michel Foucault, Διπλωματική Εργασία, Πάτρα, 2012.
Βλ. Δ.Μπισχινιώτη, Σεξουαλικότητα, σχέσεις εξουσίας και σωματικές εν-γραφές σε πεζά λογοτεχνικά κείμενα της δεκαετίας του 1920, Διπλωματική εργασία, Θεσσαλονίκη, 2015.
Βλ. Δ. Μακρυνιώτη, ό.π, σ. 25.
Βλ. Α. Φραντζή, Ερωτικές Μεταμορφώσεις. Αντίδωρο στη Μάτση Χατζηλαζάρου, Αθήνα: «Πολύτροπο», 1989, σ.36.
Πρόκειται για κίνημα που εντάσσεται στο δεύτερο «κύμα» του φεμινισμού. Το πρώτο «κύμα» του φεμινισμού συγκροτείται το 19ο αι. ενώ μεμονωμένες φεμινιστικές φωνές ακούονται ήδη από το 18ο αι. με σημείο αναφοράς το έργο Διεκδίκηση των δικαιωμάτων των γυναικών, της Μαίρης Γούλστονκραφτ.
Βλ. Ε. Μήτση, Φύλο και Λογοτεχνία, «http://www.thefylis.uoa.gr/fylopedia/index.php»,τελευταία επίσκεψη 18 Νοεμβρίου 2011.
Βλ. Α. Φραντζή, Ερωτικές Μεταμορφώσεις. Αντίδωρο στη Μάτση Χατζηλαζάρου, Αθήνα: «Πολύτροπο», 1989, σ.11.
Βλ. Μ. Χατζιδάκις, «Για τη Μάτση Χατζηλαζάρου- που έφυγε το απόγευμα της Τρίτης στις 16 Ιουνίου ΄87», Αντί, τχ. 351, 17.7, σ. 35.
Βλ. Λ. Μαραγκού, Μάτση Χατζηλαζάρου – Από την ποίηση στη μύηση, Θεσσαλονίκη: Παπαζήσης, 2016, σ.16.
Βλ. Λ. Μαραγκού, ό. π., σ. 80.
Βλ. Α. Φραντζή, ό.π. σ.35.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α. Αρώνη, Κοινωνικές αναπαραστάσεις, πρακτικές και χρήσεις του σώματος, Διατριβή, Αθήνα, 2008.
Χ. Δανιήλ. …Ιους, Μανιούς, ίσως και ΑquaMarina. Mάτση Χατζηλαζάρου: Η πρώτη Ελληνίδα υπερρεαλίστρια,Αθήνα: Τόπος, 2011.
Α. Δούκα – Καμπιτόγλου, Σώμα της ηδονής και της οδύνης, Θεσσαλονίκη: Ιανός, 2005.
Δ. Μακρυνιώτη, Τα όρια του σώματος: διεπιστημονικές προσεγγίσεις(μτφ. Κ. Αθανασίου κ.ά.), Αθήνα: νήσος, 2004
Λ. Μαραγκού, Μάτση Χατζηλαζάρου – Από την ποίηση στη μύηση, Θεσσαλονίκη: Παπαζήσης, 2016.
Δ. Μπισχινιώτη, Σεξουαλικότητα, σχέσεις εξουσίας και σωματικές εν-γραφές σε πεζά λογοτεχνικά κείμενα της δεκαετίας του 1920, Διπλωματική εργασία, Θεσσαλονίκη, 2015.
Δ. Πλαζομίτη, Σεξουαλικότητα και Εξουσία: Η προσέγγιση της έννοιας της “κανονικοποίησης του σώματος” στο έργο του Michel Foucault, Διπλωματική Εργασία, Πάτρα, 2012.
E. Showalter, Essays on Women, Literature, Theory, New York:Pantheon Books, 1985.
Ά. Φραντζή, Ερωτικές Μεταμορφώσεις. Αντίδωρο στη Μάτση Χατζηλαζάρου, Αθήνα: «Πολύτροπο», 1989.
Μ. Φουκώ, Ιστορία της σεξουαλικότητας, (μτφ. Τ. Μπέτζελος), Αθήνα: Πλέθρον, 2011.
Μ. Χατζηλαζάρου, Ποιήματα 1944-1985, Αθήνα: Ίκαρος, 1989.