Ακούστε ΕΔΩ: Ο ΑΕΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΛΕΠΟΥ
`
Έργο: Δημήτρης Παπαδημητρίου
Στίχοι-Κείμενα: Γιώργος Κορδέλλας
Θέατρο σκιών: Ηλίας Καρελλάς
Βάσια Ζαχαροπούλου: σοπράνο
Ειρήνη Καράγιαννη: μέτζο σοπράνο
Νίκος Σπανάτης: κόντρα τενόρος
Γιάννης Χριστόπουλος: τενόρος
Δημήτρης Ναλμπάντης: λυρικός τενόρος
Την ορχήστρα Καμεράτα διευθύνει ο Γιώργος Πέτρου.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1) Η αρχή του μύθου – Ορχηστρικό
2) Το λιοντάρι, ο λύκος κι η αλεπού
3) Η ουρά του φιδιού
4) Ο γάιδαρος στον ποταμό
5) Χορός για ένα άλογο και έναν γάιδαρο – Ορχηστρικό
6) Βελανιδιά και καλαμιά
7) Ταξίδι στον αρχαίο κόσμο – Ορχηστρικό
8) Ο Δίας και το φίδι
9) Ο αστρολόγος
10) Το πέταγμα του αετού – Ορχηστρικό
11) Ο αετός κι η αλεπού
`
*************************************************************
`
Η ιδέα ήταν της Ραλλούς Βογιατζή. Η ενδιαφέρουσα σκηνική της εκδοχή ήταν του Γιώργου Κορδέλλα: Θα έγραφα τη μουσική σε ένα “παιδικό” κοντσέρτο με την υπέροχη Καμεράτα και τον σπουδαίο μαέστρο της, τον Γιώργο Πέτρου. Θέμα της “Οι Μύθοι του Αισώπου”. Kαι θα παιζόταν από Θέατρο Σκιών. Έτσι ξεκίνησαν όλα. Όποιος πει πως θυμάται τον Αίσωπο από το σχολείο κάνει θαρρώ λάθος. Η ματιά του εκπαιδευτικού μας συστήματος τον έχει πραγματικά παραχαράξει, χειρότερα από ότι τον παραχάραξε ο La Fontaine, που από παιδί με άφηνε παγερά αδιάφορο στην “Γαλλική Ακαδημία”. Ανακάλυψα ένα τεράστιο κεφάλαιο της ελληνικής γραμματείας, ένα εμβληματικό έργο διαμόρφωσης σκεπτομένων δημοκρατικών πολιτών. Σε αντίθεση με την υποταγή και τους καλούς τρόπους, τον ηθικοπλαστικό και εξυπνακίστικο χαρακτήρα των λοιπών παιδικών-νεανικών έργων του Ευρωπαϊκού κυρίως συστήματος, ο Αίσωπος στέκει μοναδικό παράδειγμα έντιμης εκπαίδευσης του πολίτη, νέου ή και μη. Οι απλοί αυτοί Μύθοι δομημένοι στη μορφή της λαϊκής παράδοσης, αναδεικνύουν ένα αληθινό, ρεαλιστικό, φωτεινό, έξυπνο και πολιτικό σύστημα αξιών. Ειναι πασιφανές ότι μαζί με τον Όμηρο, οι Μύθοι παράγουν πολίτες πλήρεις, άξιους για την Δημοκρατία και τον Κοινό Βίο. Φαίνεται ότι ένας Αίσωπος ως εμβληματική μορφή υπήρχε πάντα σαν ανάγκη στην ελληνική κοινωνία. Ένας λαϊκός θυμόσοφος που η ζωή και το έργο του μπερδεύονται με διηγήσεις και θρύλους που του αποδίδονται, απλά γιατί τον έπλασαν κατά πώς τον ήθελαν οι Αιώνες. Ο παραλληλισμός με τον μεταγενέστερο του Καραγκιόζη, ραγιά πια και επιβιωσία, πολύ ενδιαφέρων. Ο δούλος Αίσωπος ανήκει ωστόσο στην ακμή. Ο ραγιάς Καραγκιόζης ανήκει στην παρακμή. Ο στόχος όχι ίδιος. Η μάχη για τη ζωή όμως ίδια. Η φωτεινή σκέψη. Πίσω και από τους δύο αχνοφέγγει ίδιος και πάλι λίγο διαφορετικός ο Οδυσσέας (τόσο ο μεγαλοφυώς πανούργος των τραγωδιών όσο και ο εφευρετικός και πονηρός Ομηρικός.) Οι διαφορές μεταξύ όλων αυτών των ηρώων είναι απλά οι διαφορετικές ιστορικές ανάγκες που τους διαμορφώνουν ώστε να μπορούν να οδηγήσουν τον ελληνικό νου πάντα στο ξεκάθαρο τοπίο της ηλιοφανούς φύσης, ζωής και σκέψης. Στα πενήντα μου βλέπω τώρα καθαρά πως είχα κι εγώ πάντα στον νου μου τα παιδιά και τους σκεπτόμενους νέους. Αισθανόμουν αόριστα πως γράφω για αυτούς. Ακόμα και όταν μελοποιούσα σοφά λόγια γερόντων, για τους νέους το έκανα. Για να ακούσουν σε ένα τραγούδι τα λόγια που ανακάλυψα για αυτούς, έτσι όπως εγώ τα ένιωσα. Να τα διαδώσω. Ο Αίσωπος απλά μου το έκανε πια τελείως σαφές. Λίγους μύθους έκανα. Όσοι χωρούν σε μια παιδική Συναυλία- Παράσταση. Θα μπορούσα σίγουρα πολύ περισσότερους. Κάποιο “Μέρος Δεύτερον”. Ίσως στο μέλλον.
`
Δημήτρης Παπαδημητρίου
`
******************************************************************
Ο Αίσωπος στον «μπερντέ»
Τα πρώτα παραμύθια που θυμάμαι να άκουσα, ήταν από τη γιαγιά τη Μαρία, στην Κοζάνη. Και ήταν σχεδόν όλα με ζώα. Ο κάβουρας και η αλεπού, ο λαγός και η χελώνα, η αλεπού και ο κόρακας: τα παραμύθια που είχε ακούσει κι αυτή από τη δική της γιαγιά ή τη μάνα. Γιατί η γιαγιά δεν τα διάβασε πουθενά, δεν ήξερε γράμματα, προφορικά της είχαν δοθεί και τα είχε απομνημονεύσει. Και
όπως τα ʼξερε και τα θυμόταν, τα ʼπε και σε μας, τα εγγόνια της. Δεν γνώριζε, φυσικά, ότι ήταν από τους Μύθους του Αισώπου, δεν τον γνώριζε τον Αίσωπο, τα ήξερε μόνο σαν παραμύθια. Δεν ήξερε η γιαγιά ούτε την Κοκκινοσκουφίτσα, ούτε τη Χιονάτη, ούτε τον Μαγεμένο Πρίγκιπα. Ήξερε, όμως, όπως και ο παππούς, εκτός απʼ αυτές τις ιστορίες με τα ζώα, την ιστορία του Μαρμαρωμένου Βασιλιά, τη Γοργόνα του Μεγαλέξανδρου, τον Αλή Μπαμπά και τους 40 κλέφτες, τα τζίνια των λυχναριών και κάποια παραμύθια με νεράιδες που έκλεβαν τη μιλιά απʼ τους ανθρώπους. Αυτές ήταν οι πρώτες ιστορίες που μάθαμε κι εμείς, μαζί και τις ιστορίες του Χότζα, που έλεγε ο πατέρας μου. Τα δυτικά παραμύθια τα έμαθα αργότερα, κυρίως όταν άρχισα να διαβάζω, που μου αγόραζαν χρωματιστά βιβλία με τα διάσημα αυτά παραμύθια σε απλοϊκές βερσιόν με εικονογράφηση.
Στα μέρη της γιαγιάς και του παππού, τα ίχνη της πολυπολιτισμικής οθωμανικής Μακεδονίας διατηρήθηκαν πολύ καιρό μετά την προσάρτηση της περιοχής στο ελληνικό κράτος. Ήταν ίχνη από τη συμβίωση πολλών κοινωνικών ομάδων εκείνης της εποχής, με ποικίλα χαρακτηριστικά και επιμειξίες σε κάθε τομέα – γλωσσικό, εθιμικό, θρησκευτικό, φυλετικό–, που αναμείχθηκαν και αργότερα με
νέα στοιχεία, κατά την εγκατάσταση Ποντίων και Μικρασιατών προσφύγων στην περιοχή. Έτσι, ο ζωολογικός κήπος του Αισώπου, οι αρχαίες νεράιδες και τα βαλκανικά ξωτικά συναντούσαν τους πειρατές και τα μαγικά χαλιά της Χαλιμάς και γίνονταν μία παρέα στα στόματα και στις καρδιές όλων των ντόπιων, όπως αυτοαποκαλούνταν οι κάτοικοι της Μακεδονίας πριν τους επιβληθούν απόλυτα διαχωρισμένες εθνικές ταυτότητες. Εκτός από τα παραμύθια αυτά, που μας ταξίδευαν και μας αποκοίμιζαν τις νύχτες, μαζί με τον κάβουρα που όχι μόνο πιάστηκε από την ουρά της αλεπούς, αλλά κρεμάστηκε και στην ουρά της μνήμης μου, ο Καραγκιόζης και η παρέα του είναι ο άλλος κόσμος, που τρύπωσε μέσα μου και παρέμεινε σε μια γωνίτσα ώς τα τώρα: οι αυτοσχέδιοι μπερντέδες που φωτοβολούσαν και οι σκιές που σκορπούσαν γέλιο. Τα χρόνια πέρασαν και στο πάνθεον των αγαπημένων μου προστέθηκαν πολλοί ακόμα: ο Ηρακλής, ο Αχιλλέας, ο Λεωνίδας, ο Διάκος· ήρωες, φιλόσοφοι, ποιητές, επαναστάτες, μια σύναξη, όπου ο Οδυσσέας συνομιλούσε με τον Καββαδία, ο Ιησούς με τον Τσε, ο Μόρρισον και η Τζόπλιν με τον Διγενή Ακρίτα, ο Νίτσε με τους πυρπολητές του ʼ21 και τον Χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας. Κάποιοι παραμένουν ακόμα στη συντροφιά, άλλοι αποκαθηλώθηκαν γρήγορα. Οι σύντροφοι των παιδικών χρόνων παροπλίστηκαν, αλλά ποτέ δεν εκδιώχθηκαν. Παρέμεναν ήσυχοι και ταπεινοί στη γωνίτσα τους, σαν σε χειμερία νάρκη. Και άρχισαν να ξανασαλεύουν, αρχές του 21ου αιώνα πια, όταν ξεσκονίζοντας τους Μύθους του Αισώπου και μεταφέροντας τις ιστορίες τους σε στίχους, θυμήθηκα τα παραμύθια της γιαγιάς. Στη συνέχεια, αναζητώντας βιογραφικά στοιχεία του Αισώπου, βρήκα στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Κρήτης μια έκδοση του 1890, με τίτλο Βίος Αισώπου του Φρυγός, που χωρίς να είμαι ειδικός, μου μοιάζει με μεσαιωνικό αφήγημα, όπου στο δεύτερο τουλάχιστον μέρος του η φαντασία του συγγραφέα (ή, μήπως, συλλέκτη των περί τον Αίσωπο ιστοριών;) οργιάζει, με τρόπο που θα ζήλευαν οι σουρεαλιστές, αν το γνώριζαν. Πολλές από τις ιστορίες του μου φαίνονταν γνωστές, χωρίς να μπορώ να εντοπίσω από πότε και από πού τις γνώριζα. Βασισμένος στο υλικό αυτό, έγραψα κάποιες σκηνές θεατρικού τύπου με επεισόδια από τη ζωή αυτού του ασχημομούρη, πανέξυπνου και αυθόρμητα αντικομφορμιστή δούλου, που πολλές φορές μου θύμιζε τη φιγούρα του Καραγκιόζη. Εντόπισα ακόμη και φράσεις του που είχε δανειστεί, αιώνες αργότερα, ο πρωταγωνιστής του ελληνικού θιάσου σκιών (πιθανόν και ο Οθωμανός πρόγονός του, μια και δυστυχώς δεν γνωρίζω το ρεπερτόριο των έργων του). Έτσι, απόλυτα φυσικά,
προέκυψε η ιδέα, αντί να παιχτούν οι σκηνές αυτές από ηθοποιούς στη σκηνή, να δοθούν στο θίασο των σκιών του μαγικού μπερντέ, όπου ήδη από τις πρώτες πρόβες διαπιστώθηκε ότι είναι απόλυτα συμβατοί με τα πρόσωπα των ιστοριών του Αισώπου, ο οποίος ενδύθηκε έτσι τη μορφή του Καραγκιόζη.
`
Γιώργος Κορδέλλας