
Στον Κωστή Παλαμά
Μέσ’ από τα κάγκελλα τ’ αόρατα
της απέραντής μας φυλακής,
μέσα στο κελί το σκοτεινό μας,
δεν εβάσταξες στον πόνο της Φυλής
κι έπεσες σα δρυς
από τα χτυπήματα
κάποιων μαύρων ξυλοκόπων
στο σκοτάδι της νυχτιάς της τραγικής,
δίχως να προσμείνεις την αχτίδα
της καινούργιας Χαραυγής.
Κι έπεσες καθώς από σεισμό
πέφτει μια μαρμάρινη κολόνα
κάποιου πανάρχαιου ναού.
Σα ναός, οπού χτυπιέται
απ’ τα βόλια των βαρβάρων.
Σαν τον Παρθενώνα,
ήρωα, ποιητή του Αιώνα.
Μάτια στερεμένα από τις τόσες
συμφορές,
δάκρυα δε θα χύσουνε για Σένα.
Θα σε κλάψουνε μια μέρα
οι ίδιοι αυτοί που μας σκοτώνουν
έναν – ένα,
σαν ξυπνήσουν απ’ τη μέθη τους
κι αντικρύσουν τι ερημιές
εσκορπίσανε στο διάβα τους
σ’ αναρίθμητες καρδιές.
Φεύγεις, πας για το ταξίδι σου
το Αχερούσιο, το στερνό,
ω πρωτότοκε αδερφέ μας,
όμως κοίτα πώς ξοπίσω σου
οι Έλληνες σε χαιρετάνε.
Ο καθένας ένα στίχο σου
ψέλνοντας μελωδικό,
σε ξεπροβοδάνε
με τα μύρια σου τραγούδια,
που βουίζουν σα μελίσσια
πάνω απ’ Απριλιού λουλούδια,
σα να προμηνάνε την Ανάσταση,
ω μεγάλε ραψωδέ μας.
από την Νεοελληνική Ποιητική Ανθολογία, του Παπύρου
(Πάπυρος Πρεςς, 1971)
πηγή: http://poem-for-you.blogspot.com
*
Άσπρα καράβια
Μουσική: Γιάννης Σπανός
Πρώτη εκτέλεση: Καίτη Χωματά & Μιχάλης Βιολάρης
Άσπρα καράβια τα όνειρά μας
για κάποιο ρόδινο γιαλό
άσπρα καράβια τα όνειρά μας
θα κόβουν δρόμο κι ένα δρόμο
μυριστικό κι ευωδιαστό
θα κόβουν δρόμο κι ένα δρόμο
Κι από ψηλά θα μας φωτίζει
το φεγγαράκι το χλωμό
κι από ψηλά θα μας φωτίζει
και θ’ αρμενίζουν, ω χαρά μας
ίσα στο ρόδινο γιαλό
άσπρα καράβια τα όνειρά μας
*
Αθήνα
Ω Αθήνα γλυκειά!..
Ω Αθήνα γλυκειά! Το χειμώνα σου
ονειρεύουμαι πάλι, όταν πιάνη
η βροχή ξαφνικά, κι απ’ τους δρόμους σου
οι διαβάτες σκορπίζουν με βία.
Σε μαρκίζα αποκάτω κατάκλειστου
μαγαζιού θεναβρώ καταφύγιο,
κι ώρες μόνος θα μείνω,
το βρόχινο το θλιμμένο ν’ ακούσω τραγούδι…
Α βροχή ! Ποιών φωνών πολυαγάπητων
την ηχώ τη σβησμένη μού φέρνεις;
Ποια ευτυχία μακρυνή, που δε βάσταξε;
Ποιόν καημό, που ποτέ δεν πεθαίνει;
…Μια φορά απ’ το παράθυρο σ’ άκουγα
του σπιτιού μου, ω βροχή της Αθήνας,
που του σφάλησε ο Χάρος τη θύρα του
και το εσκέβρωσε η Μοίρα για πάντα…
από την Ανθολογία της Νεοελληνικής Γραμματείας – τρίτος τόμος
του Ρένου Ηρακλή Αποστολίδη
Εκδόσεις: Τα Νέα Ελληνικά, 1970-1972
http://poihsh-logotexnia.blogspot.com
*
Μα τι νοιάζει
Όπου πας κι όπου στρέψεις τη μοίρα σου
δεν ξεφεύγεις! Οι μέρες μας είναι
υφασμένες με τέτοια κλωστή,
τη χαρά νʼ ακολουθά πάντα η λύπη.
Μα τι νοιάζει! Τη λύρα τα δάχτυλα
ας μην παύουν νʼ αγγίζουν. Κι ας έρθουν
τα τραγούδια θλιμμένα ή χαρούμενα,
για μας όλα καλόδεχτα θα ʽναι.
Είνʼ ωραίο το πρωί, το παράθυρο
σαν ανοίγεις, να βλέπεις το φέγγος
της πιο ξάστερης μέρας κι ανάσταση
να θαρρείς πως η φύση γιορτάζει.
Μα παρόμοια είνʼ ωραίο όταν της θύελλας
το στριγκό γροικάς θούριο και πέρα,
η αστραπή αγριεμένη, το μέτωπο
το θόλο τʼ ουρανού στεφανώνει.
πηγή: http://www.nikostsintros.gr
*
Στην παλιά μας γωνιά
Στην παλιά μας γωνιά, που αγαπούσαμε,
ένʼαπόγευμα κρύο του Νοέμβρη,
καθισμένοι, απʼτα τζάμια θωρούσαμε
τʼωχρό φως και τα κίτρινα φύλλα.
Μα προπάντων το βλέμμα σου εκάρφωνες
στα μαλλιά μου, που αρχίσαν νʼασπρίζουν,
κʼεγώ πρώτη φορά τώρα εξάνοιγα
του μετώπου σου κάποιες ρυτίδες.
Την κρυφή μου τη σκέψη δε ζήτησες
να σου εκφράσω∙ ουτ εγώ την αιτία
της πικρίας σου να μάθω δε ρώτησα,
που είχε ξάφνου χυθεί στη μορφή σου.
Ώς που τέλος το σκότος μας έζωσε
του βραδυού και δε βλέπαμε πλέον
ο ένας του άλλου τα δάκρυα, οπού εχύναμε
για τη νιότη μας που είχε πεθάνει.
πηγή: http://www.nikostsintros.gr
*
Ήρθες εψές
Μουσική: Γιάννης Σπανός
Ήρθες εψές στον ύπνο μου και μου ψιθύρισες
πως απ’ τα ξένα μάνα μου εξαναγύρισες
Τρέχω ο καλός να σε δεχτώ μπρος στ’ ακρογιάλι σου
Να γείρω όπως κι έναν καιρό μες στην αγκάλη σου
Μα βρίσκω ολέρμο το γιαλό κι έρμα τα κύματα
και παίρνω το δρομί και πάω πέρα στα μνήματα
Ήρθες εψές στον ύπνο μου και μου ψιθύρισες
κι από τα ξένα μάνα μου δεν ξαναγύρισες
**************************
Βιογραφικό Σημείωμα
Ο Σωτήρης Σκίπης γεννήθηκε στη Λάρισα, γιος του Ευάγγελου Σκίπη, και πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Λάρισσα. Στην Αθήνα επέστρεψε το 1897 και το 1900 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Τραγούδια της ορφανής που έγινε ευμενώς δεκτή από την κριτική της εποχής. Το 1904 συνεργάστηκε με τον Άριστο Καμπάνη στην έκδοση του περιοδικού Ακρίτας (1904-1906). Μετά το τέλος των γυμνασιακών του σπουδών ταξίδεψε στην Αίγυπτο την Κωνσταντινούπολη, τη Ρωσία και παρακολούθησε μαθήματα αισθητικής και λογοτεχνίας στο Παρίσι, όπου μπήκε στον κύκλο του Ζαν Μορεάς και συνδέθηκε φιλικά με τους Πολ Φορ και Φρειδερίκο Μυστράλ. Από τότε η ζωή του μοιράστηκε ανάμεσα στη Γαλλία και την Ελλάδα. Συνεργάστηκε με αθηναϊκές εφημερίδες (Σκριπ, Βραδυνή, Εστία κ.α.). Τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών (1922). Το 1928 ταξίδεψε στις Η.Π.Α., όπου έδωσε διαλέξεις και το 1929 διορίστηκε γραμματέας της Σχολής Καλών Τεχνών. Το 1946 αναγορεύτηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Στην Αθήνα έμενε στην Καλλιθέα και στο σπίτι του συγκεντρώνονταν λογοτέχνες και διανοούμενοι που αποτέλεσαν τον κύκλο της Φιλολογικής Συντροφιάς της Καλλιθέας. Ο Σωτήρης Σκίπης πέθανε στην Προβηγκία της Γαλλίας.
1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Σωτήρη Σκίπη βλ. Ζιώγας Ηλίας Κ., «Σκίπης Σωτήρης», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας12. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Μερακλής Μ.Γ., «Σωτήρης Σκίπης», Η ελληνική ποίηση· Ρομαντικοί – Εποχή του Παλαμά – Μεταπαλαμικοί· Ανθολογία – Γραμματολογία, σ.476. Αθήνα, Σοκόλης, 1977, Παναγιωτόπουλος Ι.Μ., «Σκίπης Σωτήρης», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια21. Αθήνα, Πυρσός, 1933, Χατζίνης Γιάννης, «Ο ποιητής Σωτήρης Σικίπης», Κρητικές Σελίδες19-22, 9-12/1937, ετ.Β΄, σ.510-52 και χ.σ., «Σκίπης Σωτήρης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό9α. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988.
Αυτοί είναι ποιητές, που τους καταλαβαίνει κάθε απλός άνθρωπος, που φέρνουν τους πολλούς κοντά στην ποίηση και όχι σαν άλλους που διώχνουν κόσμο από αυτή την σπουδαία δραστηριότητα!
Κι όταν καταφερνει να σιγοτραγουδιέται
στα χείλια του κοσμου ολου
Τοτε γινεται αθανατη!
Τα τραγούδια “Άσπρα καράβια τ’ όνειρά μας” και “Ηρθες εψές” είναι πλέον κλασικά, χάρη στη μελοποίησή τους από τον Γιάννη Σπανό. Ωστόσο, ο ποιητής παραμένει εν πολλοίς άγνωστος. Κρίμα!