
Το κείμενο που ακολουθεί διαπραγματεύεται τις σχέσεις αρχιτεκτονικής και παιδαγωγικής για τη μετάβαση από την παιδαγωγική της τάξης στην παιδαγωγική της αυλής και την έξοδο στην κοινότητα. Το τυπογραφείο είναι αυτό που συνδέει τη «νήσο» από τα κτίρια και τους αδόμητους χώρους που περιβάλλουν τη σχολική κοινότητα. Πρόκειται για μια εξ – εικόνιση ενός πολιτικού μέλλοντος της εργατικής (αντί)εξουσίας καθώς η ανάληψή της θα συνοδευτεί από ριζικούς μετασχηματισμούς του υπάρχοντος σχολείου – φυλακής.
(Από το εισαγωγικό κείμενο της μελέτης.)
Ο Celesten Freinet, μεταφράζεται για πρώτη φορά από τέτοιους δασκάλους, οι οποίοι ανήκουν στην «Διεθνή των εργατών της Παιδείας», συμμετέχουν στο κίνημα της Νέας Αγωγής και εμπνέονται από τα ιδεώδη της ρώσικης επανάστασης. Και ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, το νέο όνομα του 35ου δημοτικού σχολείου, με το σπίτι του στην Κουντουριώτου, είναι κι αυτός ποιητής τέτοιων ριζοσπαστικών ιδεών της γενιάς του ʼ20, η οποία μέσα από διαφορετικούς δρόμους από τη γενιά του ʼ30, συναντήθηκε ιστορικά ξανά μαζί της με τα ιστορικά αδιέξοδα που προέκυψαν την δεκαετία του ʼ40. Συνείσφερε κι αυτός με τον τρόπο του στα σύγχρονα προβλήματα της εξάρτησης, της ετεροκανονικότητας και των διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων, κάνοντας τη ποίησή του χρονισμό της γειτονιάς των Εξαρχείων.(1). Η γενιά του ʼ30 αντιθέτως, χωρίς να είναι ενοποιημένη, μεταξύ ατομισμού και συλλογικής πρόσληψης της ταυτότητάς της, ανταποδοτική ως προς την Ευρώπη αλλά και με μια μόνιμη αίσθηση ότι δεν πάει άλλο η πρόσληψη της ελληνικής κοινωνίας ως ελλειπτικής ως προς την Ευρώπη, ήταν σαφώς αντικομουνιστική και πολιτικά αδιέξοδη – αν δεν θεωρήσουμε ότι έτυχε εκμετάλλευσης από τις αυταρχικές όψεις του πολιτικού βίου της χώρας που ακολούθησε.(2)Με τον Freinet μπορούμε να πούμε ότι ανοίγει ο δρόμος της από – σχολειοποίησης. Ο Freinet, στα συμφραζόμενα που προηγήθηκαν, είναι το παιδαγωγικό πρόσωπο που μεσουράνησε στον γαλλικό μεσοπόλεμο, συνδέθηκε, με το τυπογραφείο, την αλληλογραφία και την από – σχολειοποίηση και η ομάδα του είναι ενεργή ακόμα και σήμερα στο γαλλικό εκπαιδευτικό σύστημα ιδιαίτερα στις Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας.(3) Συμμετείχε στη «Διεθνή των εργατών της Παιδείας», εκεί που συμμετείχε και ο Θ. Βλιζιώτης, ο πρώτος μεταφραστής (4) του στην Ελλάδα στο περιοδικό Νέα Αγωγή (1927 – 1928), μέχρι και την αναστολή της το 1935 (5). Το περιοδικό και η ομάδα τους ήταν σε διαφωνία με τον Δημήτρη Γληνό και το περιοδικό του Αναγέννηση, αλλά και με το περιοδικό του Αλέξανδρου Δελμούζου, τα Ελληνικά Γράμματα. Αυτή η ομάδα, με την αποχώρηση της Ρόζας Ιμβριώτη θα μετεξελιχθεί στην Αριστερή Παράταξη των δασκάλων (6). Στο μεσοπόλεμο έχουμε προσπάθειες ελλήνων εκπαιδευτικών να εφαρμόσουν την μέθοδο Freinet (7).
Στο πλαίσιο της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (1948) γυρίζεται η ταινία Σκασιαρχείο (1949) με θέμα την παιδαγωγική του μέθοδο, η δεύτερη ταινία καθώς η πρώτη της δεκαετίας του ʼ20 χάθηκε, η προβολή της οποίας έγινε στην Ελλάδα το 2010. Στα χρόνια που έπονται του εμφυλίου πολέμου εκδίδεται το πρώτο του βιβλίο (8) για την ψυχολογία και θα περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι να εκδοθεί (9) το σημαντικότερο Το σχολείο του λαού (1977). Το αφιέρωμα του περιοδικού Σύγχρονα Θέματα (2007) η διάδοση της ταινίας Σκασιαρχείο (2010) και η έκδοση σχολικών εντύπων που καταλήγουν στο τυπογραφείο, κάνουν επίκαιρο τον στοχασμό γιʼ αυτόν τον παιδαγωγό.
Δε μένει παρά να συσχετίσουμε την προβληματική μας με την κοινότητα και το άνοιγμα σ΄ αυτήν με την έκδοση του σχολικού εντύπου, τέτοιου όπως είναι Οι φιλίες των παιδιών (2008 – 2011) για να δούμε πως συσχετίζονται οι χώροι της σχολικής κοινότητας, πώς νοηματοδοτείται το αντικείμενο των κοινωνικών επιστημών και μετατρέπεται από φυσικό σε ιστορικό, πώς συμβάλουν όλα αυτά στην κατασκευή της παιδική ηλικίας και με ποιο τρόπο συναρθρώνονται εκ νέου οι σχέσεις χρόνου και χώρου μέσα από τους θεσμούς και την εν δυνάμει ισότητα που προϋποθέτουν και στοχεύουν. Οι παιδαγωγικές αντιλήψεις του Celesten Freinet για τον χώρο, παρά το γεγονός ότι συνδυάζουν πρωτότυπα μια κοινή αίθουσα με οχτώ εργαστήρια ωστόσο δεν θεωρούν δεδομένο τον κοινωνικό χώρο αλλά τον κάνουν ανιχνευτικό από το παιδί. Αυτό που έχουμε δεν είναι σύνδεση του σχολείου με την κοινωνία αλλά ένα εργαστήριο για την ανατροπή του καπιταλισμού. Αυτό σημαίνει εν πολλοίς ότι το μοντέλο του Celesten Freinet είναι κοντά στο κλειστό σχολείο και η τάξη παραμένει κομβική για την εκπαιδευτική πράξη (10). Μένει με ένα πιο εκλεκτικιστικό τρόπο να συνδυάσουμε τις αρχές του τυπογραφείου με το κοινοτικό σχολείο. Καθώς ακόμα και σʼ αυτό το ζήτημα, της σχέσης του σχολείου με τη κοινότητα ο Celesten Freinet, όπως φαίνεται στο Σκασιαρχείο (1949) δυσκολεύτηκε πολύ να δημιουργήσει γέφυρες. Όμως αυτό το παράδειγμα δεν μπορεί να γενικευτεί καθώς για παράδειγμα η εμπειρία της εκπαίδευσης του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) την περίοδο 1942 – 1944 ανέδειξε πλευρές της οικειοποίησης του τυπογραφείου, της σχολικής ζωής και της κοινότητας διαφορετικές.
Αυτό που οικειοποιήθηκε το ΕΑΜ είναι η πολιτειότητα, μεταμορφώνοντας το περιεχόμενο της από την αρχική της εκδοχή της «Πολιτικής αγωγής» του κράτους. Στις μεσοπολεμικές εκσυγχρονιστικές διαδικασίες, με κύριο χαρακτηριστικό την κρίση, (11) η εισαγωγή της Πολιτικής Αγωγής το 1929 και η έναρξη της διδασκαλίας της το 1934 της συνοδεύεται από τη προβληματική της σχολικής κοινότητας, είτε από τη σκοπιά του συντηρητικού (12) περιεχομένου της είτε από τη σκοπιά του ριζοσπαστικού (13). Από το πρώτο μεταφρασμένο βιβλίο αγωγής του πολίτη στην Ελλάδα του Ιουλίου Σίμωνος Ο μικρός πολίτης (1882) και τις πρώτες δημόσιες αναφορές από τα μέσα του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα για την αναγκαιότητα μιας «πολιτικής αγωγής»,(14) αλλά και μέχρι την θέσπιση του κρατικού συγγράμματος το 1934, η επιστημολογική συγκρότηση του πολιτικού με τη μορφή της διδασκαλίας της πολιτικής ως μαθήματος στην εκπαίδευση, είναι μεταξύ της κοινότητας και της κοινωνίας, μεταξύ της υπακοής και της συμμετοχής, μεταξύ του υπηκόου πολίτη και του συμμετοχικού πολίτη. Το Σχολείο Εργασίας στον τρόπο που οικειοποιήθηκε το πολιτικό, προοικονόμησε την ιστορική εφαρμογή του λίγα χρόνια αργότερα από τους δασκάλους και τις δασκάλες που συμμετείχαν στον απελευθερωτικό αγώνα της χώρας (1941 – 1944). Η κεντρική φιγούρα του δασκάλου στα βιβλία Αετόπουλα (1944) και Ελεύθερη Ελλάδα (1944) είναι πολύ διαφορετική με την εξίσου κεντρική στη κοινωνία αλλά αυταρχική και κρατική, της προηγούμενης περιόδου. Η από – σχολειοποίηση αφορούσε τα ήδη κατεστραμμένα σχολεία, η ύπαιθρος ήταν κυρίως ο χώρος, το τυπογραφείο ήταν η κατάκτηση του εργατικού και αντιφασιστικού κινήματος, τα βουνά η γεωγραφία αυτής της παιδαγωγικής και η κοινότητα ήταν η μορφή της πολιτικής αυτοδιοίκησης που αντικατέστησε την κρατική εξουσία.
Η ιστορικότητα της κατασκευής της πολιτικής ως αγωγής ανάμεσα σε άλλες μορφές αγωγής – την εθνική και την ιστορική – συσχετίστηκε με τις αναπλαισιώσεις της έννοιας από τα πολιτικά καθεστώτα του μεσοπόλεμου, από τις εκσυγχρονιστικές τάσεις του φιλελευθερισμού και των διανοουμένων, από την εισαγωγή ιδεών από την Ευρώπη και την Αμερική με τη μορφή των μεταφράσεων, (15) από την δημόσια σφαίρα του Σχολείου Εργασίας, από την άνοδο του μαρξισμού και του κομουνισμού, από την εγγραφή στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό της ημιτελούς νεωτερικότητας και από το μονοπώλιο της πολιτικής από το Κράτος (16). Η ιστορικότητα της διδακτικής του αντικειμένου της πολιτικής συσχετίζεται κι αυτή με μια παράλληλη ανάπτυξη των φυσικών και κοινωνικών επιστημών, την επιστημολογική συγκρότησή τους και με τις πολιτικές δυνάμεις οι οποίες επεμβαίνουν στο περιεχόμενό της με τη μορφή της βίας και της ιδεολογικής ηγεμονίας. Η συγκρότηση της πολιτικής αγωγής έχει εν πολλοίς την οφειλή της στο νεωτερικό έργο της μετάφρασης,(17) στην προβληματική της σχολικής κοινότητας και στο αίτημα για εκσυγχρονισμό στην ελληνική κοινωνία του μεσοπολέμου. Η επιβίωση του πνεύματός της είτε στο ολοκληρωτικό καθεστώς που ακολούθησε, αυτό της μεταξικής δικτατορίας, με τη μορφή των εθνικιστικών χαρακτηριστικών της νεολαίας, είτε στην Ελεύθερη Ελλάδα της κυβέρνησης του βουνού με τα αντιφασιστικά, πατριωτικά και λαϊκά χαρακτηριστικά των αναγνωστικών της, είναι το κλείσιμο του πρώτου μέρους του κύκλου του περιεχομένου της (18).
Και από τον μεσοπόλεμο και τον αντιφασιστικό αγώνα της περιόδου που προηγήθηκε του Εμφυλίου πολέμου στο τώρα, στο αίτημα του παρόντος. Στη προβληματική μας το αίτημα του παρόντος στο βαθμό που προϋποθέτουμε την κριτική στον φιλελευθερισμό, την αποδοχή της μεταβίβασης, την κατασκευή της παιδικής ηλικίας και το μορφωτικό ιδεώδες του Πολυτεχνείου (1973), την ένταση της σχέσης κοινότητας/ κοινωνίας και αγαθού/ δικαιώματος, την κριτική στην αυθεντία, στην οικογένεια και το σχολείο, είναι η παιδαγωγική της αυλής, (19) η πολιτειότητα, (20) η εκτροπή των θεσμών από το κράτος στα κοινωνικά κινήματα, η κοινότητα, (21) η χειραφέτηση, η παιδαγωγική της κίνησης για την μετεξέλιξη του θεσμού της εκπαίδευσης, (22) η από – σχολειοποίηση, το κοινοτικό σχολείο, η μετάβαση από το σχολείο στη κοινότητα, η αρχιτεκτονική διασπορά της εκπαίδευσης σε οριζόντιους και κάθετους χώρους, η υγεία και η παραγωγή της αναπαραγωγής.
ΠΗΓΕΣ
1. Οι ποιητές της πλατείας Εξαρχείων θεωρούνται τέσσερις:: Ο Νικόλας Άσιμος, η Κατερίνα Γώγου, ο Παύλος Σιδηρόπουλος και ο Ναπολέων Λαπαθιώτης. Όλοι τους συσχετίζονται με μια σειρά από θέματα που άπτονται της προβληματικής μας και αποτελούν τον αφηγηματικό χρόνο της γειτονιάς ο οποίος συνδέεται με τον χώρο που εξετάζουμε. Για τα παιδικά χρόνια του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη και το τελευταίο του σπίτι στα Εξάρχεια, στην Οικονόμου στη διασταύρωση με την Κουντουριώτου, δες Ναπολέων Λαπαθιώτης, Η ζωή μου, φιλολογική επιμέλεια Γιάννης Παπακώσταςς, Κέδρος, Αθήνα 2009.
2. Το άπλωμα της γενιάς αυτής μέχρι σήμερα, από την πολιτισμική αναφορά της μέχρι και το έργο του σκηνοθέτη Θόδωρου Αγγελόπουλου, αλλά και την πρόσφατη χρησιμοποίησή της από το κόμμα της Δεξιάς το 2011 για το γράψιμο εκ νέου όλων των βιβλίων της εκπαίδευσης, με βάση το πνεύμα της, θέτει καινούρια ζητήματα. Δες Δημήτρης Τζιόβας, Ο μύθος της γενιάς του ʼ30. Νεωτερικότητα, Ελληνικότητα και Πολιτισμική ιδεολογία, Πόλις, Αθήνα 2011, σελ. 52 – 64.
3. Δες το αφιέρωμα Μαρία Παγώνη (επιμέλεια) Celesten Freinet στο περιοδικό Σύγχρονα Θέματα, τ. 99, Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2007. Η εφαρμογή των ιδεών του Φρενέ γίνεται στο σχολικό συγκρότημα Concorde, που βρίσκεται στη Lille, στα βόρεια της Γαλλίας. Το συγκρότημα αυτό είναι σε Ζώνη Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (ΖΕΠ) και οι άλλες μέθοδοι που δοκιμάστηκαν απέτυχαν.
4. C. Freinet, «Το σχολείο εργασίας», μετάφραση Θ.Β(λιζιώτη), περιοδικό Νέα Αγωγή, 1 – 8- 1926, 5 στο Παναγιώτης Νούτσος, Η σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα, από το 1875-1974, Τόμος Γ΄, Η εδραίωση του «μαρξισμού-λενισμού» και οι αποκλίνουσες ή οι ετερογενείς επεξεργασίες (1926-1955), Γνώση, Αθήνα 1933, σελ. 459.
5. Χαράλαμπος Νούτσος, «Για μια νέα ʽΔιεθνή των εργατών της παιδείας την Ευρώπηʼ;», στο Χ. Αθανασιάδης, Αλ. Πατραμάνης (επιμέλεια), Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και εκπαιδευτικοί, Κλαδικό Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο, ΙΝΕ – ΓΣΕΕ, Αθήνα 2003, σελ. 172 – 190.
6. Γιάννη Κατσαντώνη, Η αριστερή παράταξη των δασκάλων στον μεσοπόλεμο, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1998.
7. Η Μυρσίνη – Κλεάνθους Παπαδημητρίου αναφέρει: «Τις πρώτες πληροφορίες για το τυπογραφείο στο σχολείο έδωκε ο Τζ. Τσαγγιάς, διευθυντής τότε του Δημοτικού Σχολείου Νέας Ιωνίας Αθηνών και αργότερα επιθεωρητής της Δημοτικής στον Άγιο Μύρωνα Κρήτης, σε άρθρο του «Η Νέα Μέθοδος Εργασίας με το Τυπογραφείο στο Δημοτικό Σχολείο» στα Εκπαιδευτικά Χρονικά του 1933, τ. 3ο. Σʼ αυτό αναφέρει το όνομα του Φρενέ. Αλλά ο Τσαγγιάς μετέφρασε και το βιβλίο του Φρενέ Plus de Lecons με τον τίτλο «Όχι πια αναγνωστικά» και έγραψε και βιβλίο δικό του «Το τυπογραφείο» (1933).(…) Το σχολείο του Τσαγγιά εξέδιδε, ως φαίνεται, και περιοδικό το «Βιβλίο της ζωής μας» από το οποίο δίνονται και δείγματα συνθετικής και τυπογραφικής εργασίας των μαθητών στο 1932. (…) Δες Μυρσίνη – Κλεάνθους Παπαδημητρίου, Η Νέα Αγωγή, Θεωρίες και Μέθοδοι, Βιβλία για όλους, Αθήνα 1980, σελ. 314 – 316.
8. C. Freinet, Η ανιχνευτική πείρα του παιδιού και η αγωγή, μετάφραση – πρόλογος Γ. Α. Βασδέκη, εκδόσεις Σχολείο και Ζωή, Αθήνα 1955.
9. Σελεστέν Φρενέ, Το σχολείο του λαού, μετάφραση Κατερίνα Δεναξά – Βενιεράτου, πρόλογος Ελίζ Φρενέ, Οδυσσέας, Αθήνα 1977. Η βιβλιοκριτική της Άννας Φραγκουδάκη δίνει πολλές πληροφορίες για την έκδοση του βιβλίου τότε. Δες Άννα Φραγκουδάκη, «Πέντε βιβλία για τα προβλήματα της παιδικής ηλικίας», περιοδικό Ο Πολίτης, τ. 26, Μάιος 1979, σελ. 61 – 66. >
10. Κυριακή Τσουκαλά, Τάσεις στη σχολική Αρχιτεκτονική. Από την παιδοκεντρική λειτουργικότητα στη μεταμοντέρνα προσέγγιση, Επίκεντρο, Αθήνα 2010, σελ. 48 – 51.
11. Αλέξανδρος – Ανδρέας Κύρτσης (1996), Κοινωνιολογική σκέψη και εκσυγχρονιστικές ιδεολογίες στον ελληνικό μεσοπόλεμο, Αθήνα: Νήσος, σελ. 21 – 117
12. Δημητρίου Ανδρ. Τσιρίμπα (1950), Η αυτοδιοίκησις και αι Μαθητικαί Κοινότητες, Αθήνα.
13. Για το ριζοσπαστικό περιεχόμενο της έννοιας της σχολικής κοινότητας δες Μιχάλης Παπαμαύρος (1927), Η σχολική κοινότητα, Εκδοτικός Οίκος, Δ. και Π. Δημητράκου, Αθήνα. Για μια ανάλυση του βιβλίου του Μ. Παπαμαύρου δες Σωτηρία Μαρτίνου – Κανάκη (2009),Το κίνημα της Μεταρρυθμιστικής Παιδαγωγικής και η επίδραση του στο παιδαγωγικό έργο του Μιχάλη Παπαμαύρου, Αθήνα: Gutenberg, σελ. 135 – 153.
14. Η εθνική αγωγή σʼ αυτή τη περίοδο περιλαμβάνει την ιστορία, την γεωγραφία, την γυμναστική και προσανατολίζεται και στη πολιτική. Ο Δ. Παπαρηγόπουλος, ο Θ. Αποστολόπουλος, ο Α. Ευταξίας., το Α΄ Πανελλήνιο Εκπαιδευτικό Συνέδριο, ο Α.. Αλεξανδρής και το νομοσχέδιο του Δ. Γληνού το 1913, επισημαίνουν την ανάγκη της αγωγής του πολίτη, αλλά όχι με τη μορφή ξεχωριστού μαθήματος. Για περισσότερα δες Χριστίνα Κουλούρη (1988), Ιστορία και Γεωγραφία στα Ελληνικά Σχολεία (1834 – 1914). Γνωστικό αντικείμενο και ιδεολογικές προεκτάσεις, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας,, Αθήνα: Γ. Γ. Ν. Γ., σελ. 79 – 88.
15. Η μετάφραση είναι αυτή που συμβάλλει στην έλευση της νεωτερικότητας, στην έλευση της Δύσης στην εθνική κυριαρχία κατασκευάζοντας συλλογικές αναπαραστάσεις πρόσληψης τύπου «εμείς κι «εσείς». Για τον ρόλο της μετάφρασης δες Ναόκι Σακάι (2010), «Μετάφραση», μετάφραση Άκης Γαβριηλίδης, περιοδικό Σύγχρονα Θέματα, τ. 108, Ιανουάριος – Μάρτιος, Αθήνα, σελ. 24 – 31.
16. Ενδεικτική υποστήριξη αυτής της προβληματικής μπορεί να γίνει για τον ελληνικό μεσοπόλεμο στο πρόσωπο του Κ. Δ. Γεωργούλη, ο οποίος παίρνει μέρος στα εκπαιδευτικά πράγματα και στην μεταπολεμική Ελλάδα. Για περισσότερα δες Κ. Δ. Γεωργούλη (1936), «Κράτος και Παιδεία», στο περιοδικό Παιδεία, διευθυντής Μίλτος Κοντουράς, τ. Α΄, Φυλλάδιο 7-8, Ιούλιος – Αύγουστος, φροντίδα Αλέξης Δημαράς, ανατύπωση Μεταίχμιο 2002, σελ. 241 – 247.
17. Τα βιβλία που μεταφράζονται και συμβάλλουν στον προβληματισμό για την πολιτική αγωγή είναι κυρίως του G. Kerschensteiner και του H.Gaudig. Δες G.Kerschensteiner (1927), Η έννοια της αγωγής του πολίτη, μετάφραση Ε. Σ. Κακούρος, Αθήνα. Επίσης H.Gaudig (1924), Η σύγχρονος διδακτική, μετάφραση Σπ. Μ. Καλλιάφα, Εκδοτικός Οίκος, Δ. και Π. Δημητράκου, Αθήνα. Επίσης το περιοδικό Εργασία (1923- 1928) του Μ. Παπαμαύρου είναι αυτό που συμβάλλει στη κατασκευή της πολιτειότητας του «Σχολείου Εργασίας»
18. Μ. Παπαμαύρος (με τη συνεργασία και άλλων εκπαιδευτικών) (1944), Ελεύθερη Ελλάδα, Αναγνωστικό εʼ και στʼ τάξης, εκδόσεις Π.Ε.Ε.Α.. Π.Ε.Ε.Α (Ρόζα Ιμβριώτη), (1981), Το αναγνωστικό του ΕΑΜ για την γʼ και δʼ τάξη, Τα αετόπουλα, πρόλογος Έλλη Αλεξίου, Αθήνα: Ενημέρωση. Μιχ. Παπαμαύρου (1989), Μεγάλα χρόνια, το αναγνωστικό της φυλακής, ανακοίνωση – εισαγωγή Χάρης Σακελλαρίου, Αθήνα: Κάδμος. Χάρης Σακελλαρίου (1984), Η παιδεία στην αντίσταση, Αθήνα: Φιλιππότης.
19. Μαρκ Φερρό, Φιλίπ Ζαμμέ, Ποιες γνώσεις και ποιες αξίες να μεταδώσουμε στα παιδιά μας;, μετάφραση Πελαγία Μαρκέτου, Μεταίχμιο, Αθήνα 2000, σελ. 173 – 183.
20. Αυτό που τίθεται ως πολιτειότητα στο διάλογό του Φερρό με τον Ζαμμέ είναι η συσχέτιση ηθικών με τα πολιτικά προβλήματα έτσι ώστε να συμπεριλαμβάνονται ζητήματα ανυπακοής στο κράτος, αντίστασης κι άλλα. Δες Ο. π., σελ. 217 – 219.
21. Ο πολιτικός και φιλοσοφικός διάλογος της δεκαετίας του ʼ70 μέχρι σήμερα έχει πάρει το όνομα του φιλελευθερισμού εναντίον του κοινοτισμού, με πολλούς ενδιάμεσους φιλοσόφους που προσπαθούν να γεφυρώσουν το χάσμα. Η κριτική καταρχήν που μπορεί να μας κάνει να είμαστε εναντίον του φιλελευθερισμού μας κάνει εν δυνάμει να οικειοποιούμαστε τον κοινοτισμό. Η ταινία ωστόσο του Λαρς Φον Τριερ, Dogville (2001) δείχνει αρκετά αδιέξοδα του κοινοτισμού. Δες Μπάμπης Μπαλτάς, «Ντόγκβιλ, ή μια ελληνική πόλη με το όνομα Αμάρυνθος», περιοδικό Στίγμα, τ. 22, Ιανουάριος – Μάρτιος 2007, σελ. 12 – 13. Η διαμάχη συμπυκνώνεται στην αντιπαλότητα αγαθού [good] και δικαιώματος.[right], ελευθερίας και ευτυχίας, ορθολογισμού και ταυτότητας, ανήκειν και ανεστιότητας. Για μια συνόψιση του διάλογου του Rawls από τη μεριά του φιλελευθερισμού και του Taylor ή του MacIntyre από την άλλη τη μεριά του κοινοτισμού δες Zygmunt Bauman, «Περίκοινοτισμού και ανθρώπινης ελευθερίας ή πώς να τετραγωνίσουμε τον κύκλο», στο Η μετανεωτερικότητα και τα δεινά της, μετάφραση Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης, Ψυχογιός, Αθήνα 2002, σελ. 341 – 362.